ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α΄ΕΠΙΣΤΟΛΗ

 

 

 

1 Παύλος, κλητς πστολος ᾿Ιησο Χριστο δι θελματος Θεο, κα Σωσθνης δελφς, 2 τ κκλησίᾳ το Θεο τ οσ ν Κορνθ, γιασμνοις ν Χριστ ᾿Ιησο, κλητος γοις, σν πσι τος πικαλουμνοις τ νομα το Κυρου μν ᾿Ιησο Χριστο ν παντ τπ ατν τε κα μν· 3 χρις μν κα ερνη π Θεο πατρς μν κα Κυρου ᾿Ιησο Χριστο. (Εγώ ο Παύλος καλεσμένος με το θέλημα του Θεού να είμαι απόστολος και ο Σωσθένης ο αδελφός, προς την Εκκλησία του Θεού που βρίσκεται στην Κόρινθο, προς εκείνους που είναι αγιασμένοι διά του Ιησού Χριστού, που έχουν κληθεί να είναι άγιοι μαζί με όλους που επικαλούνται σε κάθε τόπο το όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ο οποίος είναι δικός τους και δικός μας Κύριος, να έχετε χάρη και ειρήνη από τον Θεό Πατέρα μας και τον Κύριό μας Ιησού Χριστό).

Πρόσεξε πως ευθύς αμέσως από το προοίμιο απέκλεισε  την αλαζονεία και με το ονομάσει τον εαυτό του κλητό, απέρριψε κάθε υπερηφάνεια αυτών. Ότι λοιπόν έμαθα δεν το ανακάλυψα μόνος μου, αλλά κλήθηκα στο αποστολικό έργο ενώ πολιορκούσα την Εκκλησία του Χριστού. Έτσι Εκείνος με κάλεσε  και σας κάλεσε, όχι γιατί είμαστε άξιοι αλλά επειδή έτσι έκρινε Εκείνος για το καλό μας.  Πάλι εδώ δεικνύει μετριοφροσύνη, θέτοντας τον εαυτό του σε ίση αξία με τους Κορινθίους.

Ο δε κληθείς τίποτε γενικώς δεν κάνει παρά μόνον να υπακούσει.

«Και Σωσθένης ο αδελφός»»: Πάλι δεικνύει την μετριοφροσύνη του, θέτοντας τον πολύ κατώτερό του σε ίση αξία με τον εαυτό του.

«Την εκκλησία του Θεού»: Εκκλησία σημαίνει ένωση και συμφωνία, όχι χωρισμό.

 «Προς εκείνους που είναι αγιασμένοι διά Ιησού Χριστού»: Τι είναι ο αγιασμός; Το λουτρό, ο καθαρισμός. Υπενθυμίζει δηλαδή σ’ αυτούς την ακαθαρσία τους, από την οποία τους απάλλαξε και θέλει να τους πείσει να είναι ταπεινόφρονες, διότι πέτυχαν τον αγιασμό τους, όχι με τα δικά τους κατορθώματα, αλλά χάρη στην αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο.

«Που έχουν κληθεί να είναι άγιοι»: Τονίζει, ότι  ακόμη και το γεγονός ότι σώθηκαν διά της πίστεως, ούτε αυτό είναι δικό τους έργο, γιατί οπωσδήποτε δεν πλησίασαν τον Χριστό με δική τους πρωτοβουλία.

«Μαζί με όλους που επικαλούνται το όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού», όχι το όνομα αυτού ή εκείνου, αλλά το όνομα του Κυρίου..

«Σε κάθε τόπο Κύριος δικός τους και δικό μας»: Δηλαδή αν και η επιστολή απευθύνεται μόνο προς τους Κορινθίους, ενθυμείται όμως και όλους τους πιστούς της γης, για να δείξει ότι μία πρέπει να είναι η Εκκλησία στην οικουμένη αν και είναι χωρισμένη σε πολλούς τόπους και πολύ περισσότερο ότι μία πρέπει να είναι η εκκλησία της Κορίνθου. Και αν ακόμη χωρίζει ο τόπος, ο Κύριος όμως που είναι ο ίδιος για όλους τους ενώνει. Γι’ αυτό και πρόσθεσε «δικός τους και δικός μας».

«Να έχετε χάρη και ειρήνη από τον Θεό Πατέρα μας και τον Κύριό μας Ιησού Χριστό»: Και αν η ειρήνη είναι αποτέλεσμα της χάριτος, γιατί μεγαλοφρονείς, γιατί υπερηφανεύεσαι πολύ, αφού με τη χάρη του Θεού σώθηκες; Και αν έχεις ειρήνη με τον Θεό, γιατί ταράσσεσαι με ορισμένους; Ποιο λοιπόν είναι το όφελος, αν με τον Θεό έχετε ειρήνη, αλλά όχι με τους συνανθρώπους σας; Αλλά και αντιθέτως, καθόλου δεν ωφελούμαστε, αν  έχουμε ειρήνη με όλους τους ανθρώπους, αλλά πόλεμο με τον Θεό. Όπως επίσης, καθόλου δεν βλαπτόμαστε αν όλοι μας πολεμούν , εφόσον εμείς έχουμε ειρήνη με τον Θεό. Εξάλλου δεν έχουμε καμία ωφέλεια, αν όλοι μας εκτιμούν, ευρισκόμεθα όμως σε αντίθεση με τον Κύριο.

Εκείνος λοιπόν που έχει την χάρη από τον Θεό, κανέναν δεν φοβάται και δεν εννοώ μόνον άνθρωπο, αλλά ακόμη κι αυτόν τον ίδιο τον διάβολο, όποιος όμως βρίσκεται σε αντίθεση με τον Θεό, όλους τους υποπτεύεται κι αν ακόμη θεωρείται ότι βρίσκεται σε ασφάλεια. Διότι χαρακτηρίζεται από αστάθεια το ανθρώπινο γένος και όχι μόνο φίλοι, ούτε μόνον αδελφοί, αλλά ακόμη και πατέρες πολλές φορές, χωρίς σοβαρή αιτία, αλλάζουν τα συναισθήματά τους και εκδιώκουν από πλησίον τους ως τον μεγαλύτερο εχθρό τους , αυτόν που γέννησαν και δημιούργησαν, άλλοτε πάλι παιδιά εκδιώκουν τους  πατέρες τους.

Λοιπόν, όλοι ας φροντίζουμε για το εξής: Αν κάποιος είναι δούλος, να έχει εκτίμηση από τον Θεό και όχι από τον κύριό του, η γυναίκα να ζητεί να έχει εκτίμηση από τον σωτήρα Θεό, παρά από τον σύζυγό της και ο στρατιώτης να έχει τη εύνοια του ουρανού μάλλον, παρά του άρχοντος, διότι έτσι θα είσαι αξιαγάπητος και από τους ανθρώπους.

Αλλά πως είναι δυνατόν κάποιον να βρει χάρη εις τον Θεό; Πως αλλιώς, παρά με την ταπεινοφροσύνη; Διότι λέει «Ο Θεός εναντιώνεται στους περήφανους, στους ταπεινός όμως δίνει χάρη».  (Παρ. 3,34)

Διότι τίποτα δεν κάνει τον χριστιανό τόσο αξιοθαύμαστο όσο η ταπεινοφροσύνη. Άκουσε τους λόγους του Αβραάμ: «Εγώ είμαι χώμα και στάχτη» (Γεν. 18,27). Πρόσεξε και τη γνώμη του θεού για τον Μωυσή, ότι δηλαδή αυτός ήταν ο πραότερος απ’ όλους τους ανθρώπους. Κανείς δεν είχε μεγαλύτερη ταπεινοφροσύνη απ’ αυτόν.

Η υπεροψία είναι βεβαίως προϊόν ευτελούς διανοίας και κατώτερης ψυχής, ενώ η πραότης είναι αποτέλεσμα υπάρξεως μεγαλόφρονος και μεγαλοψύχου σκέψεως.  Διότι πραγματικός υψηλόφρων είναι ο γνησίως ταπεινός, όχι ο κόλακας ούτε και ο είρωνας.  Διότι άλλο πράγμα είναι η μεγαλοφροσύνη και άλλο η υπεροψία.

4 Εχαριστ τ Θε μου πντοτε περ μν π τ χριτι το Θεο τ δοθεση μν ν Χριστ ᾿Ιησο, 5 τι ν παντ πλουτσθητε ν ατ, ν παντ λγ κα πσ γνσει,

Τίποτα δεν είναι τόσο αρεστό στο Θεό, όσο το να ευχαριστούμε για τους εαυτούς μας και για τους άλλους, διά τούτο σε κάθε σχεδόν επιστολή προτάσσει τούτο.

«Τω Θεώ μου»: Με πολλή λαχτάρα αρπάζει και κάνει δικό του αυτό που ανήκει σε όλους, πράγμα που συνήθιζαν και οι προφήτες να κάνουν λέγοντας «ο Θεός, ο Θεός μου». Προτρέπει λοιπόν κι αυτούς να κάνουν το ίδιο, διότι αυτός που ομιλεί έτσι για τον Θεό αναχωρεί απ’ όλα τα ανθρώπινα και προχωρεί προς εκείνον τον οποίο καλεί με πολλή λαχτάρα.

Και δεν είπε απλά «ευχαριστώ», αλλά «πάντοτε περί υμών». Διδάσκοντας αυτούς πάντοτε να αισθάνονται ευγνωμοσύνη και προς κανέναν άλλο, παρά μόνο προς τον θεό. «Διά την χάριν του Θεού». Διότι όπου υπάρχει χάρις, δεν ισχύουν τα έργα, και όπου ισχύουν τα έργα δεν υπάρχει χάρις. Εάν λοιπόν ισχύει η χάρις, γιατί μεγαλοφρονείτε;

 «Η οποία εδόθη σε σας»: Και διά τίνος εδόθη;  Μήπως δι εμού ή ετέρου αποστόλου; Καθόλου, αλλά διά του Ιησού Χριστού. «Εν Χριστώ Ιησού».

 

«Διότι γίνατε πλούσιοι σε όλα»: Πως; Δια αυτού. Και όχι απλώς επλουτίσατε, αλλάκαι «εις όλα». Όταν λοιπόν υπάρχει πλούτος και μάλιστα πλούτος Θεού, σκέψου τον άφατο θησαυρό.

«Εις κάθε λόγο και κάθε γνώση»: Λόγο όχι κοσμικό, αλλά του Θεού, διότι υπάρχει γνώση χωρίς λόγο και υπάρχει γνώση με λόγο. Βεβαίως υπάρχουν πολλοί που έχουν μεν γνώση, αλλά δεν έχουν λόγο, όπως είναι π.χ οι απλοϊκοί άνθρωποι που δεν μπορούν να εκφράσουν με σαφήνεια όσα σκέπτονται.

Όμως εσείς λέγει δεν είστε τέτοιοι, αλλά είστε ικανοί να σκέπτεστε και να ομιλείτε:


6 καθς τ μαρτριον το Χριστο βεβαιθη ν μν,

Τους ψέγει πολύ, διότι δεν έχουν τάξη στους επαίνους και την ευχαριστία διότι λέγει, μπορέσατε να μάθετε τα δόγματα της αληθείας και να στερεωθείτε  στην μαρτυρία του Χριστού , δηλαδή στο κήρυγμα, όχι με τη βοήθεια της κοσμικής φιλοσοφίας, ούτε της κοσμικής παιδείας, αλλά με τη βοήθεια της χάριτος του Θεού. Απολαύσατε δηλαδή πολλών σημείων, πολλών θαυμάτων αφάτου χάριτος, ώστε να δεχθείτε το κήρυγμα.


7 στε μς μ στερεσθαι ν μηδεν χαρσματι,

Εδώ ζητείται να εξακριβωθεί κάτι σημαντικό, κατά πόσο δηλαδή είναι σαρκικοί αυτοί που πλουτίστηκαν σε κάθε λόγο, εφόσον καθόλου δεν υστέρησαν σε κανένα χάρισμα. Διότι αν ήταν από την αρχή πλούσιοι σε κάθε λόγο, πολύ περισσότερο θα έπρεπε να είναι και τώρα.

Όμως τι έγινε; Στην αρχή μεν πίστεψαν και δόθηκαν σ’ αυτούς κάθε είδους χαρίσματα, διότι τα επιθυμούσαν, αλλά κατόπιν έγιναν πολύ νωθροί.

 πεκδεχομνους τν ποκλυψιν το Κυρου μν ᾿Ιησο Χριστο·

Γιατί λοιπόν θορυβείσθε και ταράσσεσθε; Μήπως δεν είναι εδώ ο Χριστός; Είναι όμως παρών και η ημέρα της κρίσεως πλησιάζει. Κι έτσι με αυτό τους γεμίζει φόβο και τους απομακρύνει από τα ανθρώπινα. Διότι οι χριστιανοί που έχουν τα χαρίσματα αυτά πρέπει να θυμούνται την ημέρα εκείνη, και χρειάζονται πολλοί κόποι, ώστε να μπορέσουν να φθάσουν στο τέλος.

8 ς κα βεβαισει μς ως τλους νεγκλτους ν τ μρ το Κυρου μν ᾿Ιησο Χριστο.

Εδώ φαίνεται ότι προσπαθεί να τους θεραπεύσει και ο λόγος δεν έχει καθόλου κολακεία. Διότι με το να πει «θα σας στερεώσει» και «ακατηγόρητους», δεικνύει ότι βρίσκονται ακόμη σε αναταραχή και είναι υπό κατηγορία.

9 πιστς Θες δι᾿ ο κλθητε ες κοινωναν το υο ατο ᾿Ιησο Χριστο το Κυρου μν.

Πουθενά και καμία άλλη επιστολή δεν βρίσκεται το όνομα του Χριστού τόσο συνεχώς. Εδώ όμως σε λίγους μόνο στίχους αναφέρεται πολλάκις. Πρόσεξε από την αρχή «Παύλος καλεσμένος για να είμαι απόστολος του Ιησού Χριστού… προς τους αγιασμένους διά Ιησού Χριστού… εις τους επικαλουμένους το όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού…ας είναι η χάρις και η ειρήνη από τον Θεόν Πατέρα και τον Κύριον Ιησούν Χριστόν…ευχαριστώ τον Θεό μου για τη χάρη που εδόθη σε σας διά Ιησού Χριστού…καθώς εστερεώθη μεταξύ σας η μαρτυρία δια τον Χριστόν… καθώς περιμένετε την αποκάλυψη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού ο οποίος και θα σας στερεώσει ακατηγόρητους κατά την ημέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού….Αξιόπιστος είναι ο Θεός δια του οποίου εκλήθητε να έχετε κοινωνία με τον Υιόν του Ιησούν Χριστόν τον Κύριό μας. Σας παρακαλώ δε δια του ονόματος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού».  10 Παρακαλ δ μς, δελφο, δι το νματος το Κυρου μν ᾿Ιησο Χριστο,

Βλεπεις ότι συνεχώς αναφέρει το όνομα του Χριστού; Έτσι είναι φανερό και στους πλέον ανόητους ότι δεν το κάνει αυτό τυχαία, ούτε άσκοπα, αλλά με την πυκνότητα της καλής αναφοράς του ονόματος του Χριστού θεραπεύει τη φλεγμονή τους και καθαρίζει πλήρως τη σαπίλα του νοσήματός τους.

να τ ατ λγητε πντες, κα μ ν μν σχσματα, τε δ κατηρτισμνοι ν τ ατ νο κα ν τ ατ γνμ.

Αυτό ακριβώς που έλεγαν πάντοτε, ότι δηλαδή οι επιπλήξεις πρέπει να γίνονται ολίγον κατ’ ολίγον και με ηρεμία, αυτό κάνει και εδώ ο Παύλος. Επειδή πρόκειται να εισέλθει σε ένα θέμα που ελλοχεύει πολλούς κινδύνους και το οποίο είναι ικανό να καταστρέψει εκ θεμελίων την Εκκλησία γράφει με περισσότερη πραότητα. Λέει δηλαδή ότι τους παρακαλεί και μάλιστα τους παρακαλεί δια του Χριστού. Και τι σημαίνει  «παρακαλώ δια Χριστού»; Παίρνω ως σύμμαχο τον Χριστό και ως βοηθό το αδικημένο και υβρισμένο όνομά Του κατά τρόπο πολύ ελεγκτικό, ώστε να μην αρνηθούν αναισχύντως να τον ακούσουν, διότι η αμαρτία κάνει τους ανθρώπους θρασείς. 

Και τι τους παρακαλεί; «Να λέγετε όλοι την ίδια ομολογία και να μην υπάρχουν μεταξύ σας σχίσματα». Διότι με το σχίσμα δεν παράγονται πολλά ολόκληρα μέρη, αλλά χάνεται κει το αρχικό ένα. Διότι το ολόκληρο όταν διαιρεθεί σε πολλά, όχι μόνο δεν γίνεται πολλά, αλλά καταστρέφεται και το ένα. Τέτοια είναι η φύση των σχισμάτων.

«Να είσθε ενωμένοι με το ίδιο πνεύμα και την ίδια γνώμη»: Επιζητώ την συμφωνία όχι μόνο στους λόγους, αλλά και στις σκέψεις. Αλλά επειδή είναι δυνατόν να υπάρχει συμφωνία στη σκέψη, αλλά όχι σε όλα τα θέματα, γι’ αυτό πρόσθεσε «να είστε ενωμένοι». Διότι εκείνος που σε ένα θέμα είναι ενωμένος ενώ σε άλλο σκέπτεται διαφορετικά, δεν έχει ακόμη ενωθεί, ούτε έχει τελειοποιηθεί σε ομοφροσύνη. Είναι δυνατόν  κάποιος να συμφωνεί  μεν κατά τη σκέψη, αλλά να μη συμφωνεί καθόλου με την εσωτερική του διάθεση. Όταν π. χ ενώ έχουμε την ίδια πίστη, δεν είμαστε ενωμένοι κατά την αγάπη.

Αλλά επειδή ο κατηγορούμενος αρνείται αναισχύντως, έως ότου δεν προσάγονται μάρτυρες, πρόσεξε πως προσήγαγε μάρτυρες, επειδή δεν ήθελε να αρνηθούν:

 11 δηλθη γρ μοι περ μν, δελφο μου, π τν Χλης τι ριδες ν μν εσι.

Και δεν το είπε αυτό εξ’ αρχής, αλλά προηγουμένως ανέφερε την κατηγορία, αφού είχε πιστέψει εκείνους που την ανέφεραν. Και παρότι αμάρτησαν, τίποτα δεν τους εμποδίζει να τους ονομάσει αδελφούς.

Και τι του αναφέρθηκε; «Ότι υπάρχουν έριδες μεταξύ σας».

Κατόπιν αναφέρει και είδος της έριδας:


12 λγω δ τοτο, τι καστος μν λγει· γ μν εμι Παλου, γ δ ᾿Απολλ, γ δ Κηφ,

Αν λοιπόν δεν έπρεπε να ιδιοποιούνται τα ονόματα του Παύλου, του Απολλώ και του Κηφά, πολύ περισσότερο δεν έπρεπε άλλων. Και επειδή επείγεται να απαλλάξει αυτούς απ’ αυτήν την ασθένεια, γι’ αυτό ανέφερε και τα ονόματα των αποστόλων. Άλλωστε κάνει το λόγο του λιγότερο δυσάρεστο με το να μην αναφέρει ονομαστικώς τους διαιρούντας την Εκκλησία, αλλά τους κρύπτει χρησιμοποιώντας ως πρόσωπα τα ονόματα των αποστόλων.

Ανέφερε τον Πέτρο τελευταίο, όχι γιατί θεωρεί τον εαυτό του ανώτερο, αλλά απεναντίας επειδή θεωρεί τον Πέτρο πολύ ανώτερό του. προχώρησε δηλαδή το λόγο του κατά αύξουσα σημασία, γι’ αυτό και ανέφερε τον εαυτό του πρώτο. Δέχεται δηλαδή ο ίδιος όλη την επίθεση και μετά αναφέρει τον Απολλώ και εν συνεχεία τον Κηφά.

 γ δ Χριστο.

Για ποιο λόγο πρόσθεσε τον Χριστό; Δεν το κατηγορεί αυτό, αλλά ότι μόνον τον Χριστό έπρεπε να ιδιοποιούνται όλοι και κανέναν άλλο. Αλλά τον ανέφερε για έναν ακόμη λόγο επειδή τον Χριστό τον περιόριζαν σε ένα μέρος μόνο των χριστιανών σαν έναν κοινό απόστολο.


13 μεμρισται Χριστς;

Αυτό που λέει σημαίνει: Κατακομματιάσατε τον Χριστό και διαιρέσατε το σώμα Του. βλέπεις θυμό; Βλέπεις επίπληξη;, βλέπεις λόγο γεμάτο αγανάκτηση;

Εν συνεχεία εργάζεται για την εκρίζωση του κακού λέγοντας:

μ Παλος σταυρθη πρ μν; ες τ νομα Παλου βαπτσθητε;

Πρόσεξε την φιλόχριστο σκέψη του, πως τα πάντα τα αναφέρει στο δικό του το όνομα, δεικνύοντας πληρέστατα ότι σε κανέναν άνθρωπο δεν ανήκει αυτή η τιμή και για να μη φανεί ότι αυτά τα λέει κινούμενος από φθόνο, γι’ αυτό αναφέρει συνεχώς τον εαυτό του. και πρόσεξε τη σύνεση, δεν είπε δηλαδή μήπως ο Παύλος δημιούργησε τον κόσμο, μήπως ο Παύλος σας έδωσε ζωή, αλλά τονίζει μόνον όσα είναι για τους πιστούς εξαίρετα και χρειάζονται πολλή επιμέλεια, δηλαδή τον σταυρό και το βάπτισμα και τα αγαθά που απορρέουν απ’ αυτά. Διότι την αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο την δείχνει περισσότερο απ’ όλα η συγκατάβαση δια του σταυρού.

14 εχαριστ τ Θε τι οδνα μν βπτισα ε μ Κρσπον κα Γϊον,

Γιατί μεγαλοφρονείτε για το ότι βαπτίζετε, ενώ εγώ απεναντίας ευχαριστώ τον Θεό, διότι δεν έπραξα τούτο; Και λέγοντας αυτά αφαιρεί με επιμέλεια την αλαζονεία για την εκτέλεση του βαπτίσματος, όχι τη δύναμη του βαπτίσματος –μη γένοιτο- αλλά την μωρία των μεγαλοφρονούντων για το βάπτισμα, πρώτον δείχνοντας ότι δεν είναι ιδικό το δώρο, δεύτερον με το να ευχαριστεί τον Θεό για να δείξει με αυτόν τον τρόπο ότι το βάπτισμα το καθιστά μέγα όχι απ’ αυτό που βαπτίζει αλλά απ’ τον καλούμενο στο βάπτισμα.

Σπουδαίο λοιπόν το βάπτισμα αλλά αυτό μπορεί να το πραγματοποιήσει και άνθρωπος που δεν είναι πολύ γενναίος. Απεναντίας ο ευαγγελισμός χρειάζεται πολύ κόπο και γενναίο φρόνιμα.

Στη συνέχεια λέει και την αιτία για την οποία ευχαριστεί ότι κανέναν δεν βάπτισε:  15 να μ τις επ τι ες τ μν νομα βπτισα.

16 βπτισα δ κα τν Στεφαν οκον· λοιπν οκ οδα ε τινα λλον βπτισα.

Εδώ δηλαδή δείχνει ότι καθόλου δεν τον ενδιαφέρει να τον τιμούν οι πολλοί.

 17 ο γρ πστειλ με Χριστς βαπτζειν, λλ᾿ εαγγελζεσθαι,

Αυτό ήταν το πλέον επίπονο που ήθελε πολύ μόχθο και σιδηρά ψυχή και το οποίο περιελάμβανε τα πάντα.

οκ ν σοφίᾳ λγου, να μ κενωθ σταυρς το Χριστο.

Γιατί λοιπόν μεγαλοφρονείς για θέμα για το οποίο έπρεπε να ντρέπεσαι;  Εάν δηλαδή η σοφία αυτή πολεμεί τον σταυρό και μάχεται τα ευαγγέλια δεν πρέπει να επαίρεσαι γι’ αυτήν, αλλά απεναντίας να αισθάνεσαι ντροπή. Διότι η αιτία για την οποία οι απόστολοι δεν υπήρξαν κατά κόσμο σοφοί, δεν είναι η αδυναμία του χαρίσματος, αλλά η πρόνοια του να μη βλαφθεί το κήρυγμα.

***Όποιος λοιπόν έχει φίλο και συγγενή και γνωστό ας ενεργεί όπως ο Πέτρος και ο Πάυλος κι έτσι θα είναι στόμα Χριστού. «Διότι εκείνος που από ανάξιο κάνει κάποιον πολύτιμο θα είναι όπως το στόμα μου» λέει. Και αν δεν πείσεις σήμερα, πείσεις αύριο, και να δεν πείσεις ποτέ, εσύ θα έχει πλήρη τον μισθό σου. Και αν δεν τους πείσεις όλους, θα μπορέσει να πείσεις λίγους από τους πολλούς, διότι και απόστολοι δεν τους έπεισαν όλους, αλλά όμως σε όλους κήρυξαν, και απολαμβάνουν ολόκληρο τον μισθό τους. Μη λοιπόν περιφρονείς και τους λίγους, επειδή δεν δύνασαι να σώσεις την οικουμένη, ούτε να αποσπάσεις τον εαυτό σου από τα μικρά, επειδή επιθυμείς τα μεγάλα. Και αν δεν μπορεί να πείσεις εκατό, φρόντισε για τους δέκα. Και να δεν μπορεί δέκα μη περιφρονήσεις και τους πέντε. Και αν δεν μπορεί πέντε μην αδιαφορήσεις για τον έναν. Και αν δεν μπορεί ούτε έναν, ούτε τότε να στενοχωρείσαι και να μην εμποδίσεις τον εαυτό σου από το έργο.

18 Ο λγος γρ το σταυρο τος μν πολλυμνοις μωρα στ, τος δ σζομνοις μν δναμις Θεο στι.
19 γγραπται γρ· πολ τν σοφαν τν σοφν, κα τν σνεσιν τν συνετν θετσω. 20 πο σοφς; πο γραμματες; πο συζητητς το αἰῶνος τοτου;

Επειδή ήταν επόμενο οι εθνικοί να χλεύαζαν τον σταυρό, εκείνοι να αποκρούουν την δήθεν σοφία τους και να τους πολεμούν ταραγμένοι από τους λόγους των εθνικών, ο Παύλος τους παρηγορεί και τους λέει, μη νομίσετε ότι συμβαίνει κάτι παράξενο και παράδοξο, διότι είναι φυσικό ώστε οι απολλυμένοι να μη γνωρίζουν την δύναμή του, διότι έχουν παραφρονήσει και παραπαίουν και για το λόγο αυτό χλευάζουν  και αποστρέφονται τα φάρμακα της σωτηρίας.

Αλλά τι λες άνθρωπε; Ο Χριστός έγινε δούλος για σένα, έλαβε μορφή δούλου και σταυρώθηκε και αναστήθηκε, πρέπει για τούτο να τον προσκυνείς και να θαυμάζεις την φιλανθρωπία του, διότι αυτό δεν το έκανε για σένα ούτε πατέρας, ούτε φίλος, ούτε υιός, αυτά όλα τα έκανε ο Κύριος για σένα τον εχθρό και αντίθετο. Ενώ λοιπόν θα έπρεπε να θαυμάζεις, εσύ ακόμη και μωρία ονομάζεις όλα αυτά. Αλλά τίποτα δεν είναι παράξενο, διότι είναι χαρακτηριστικό των απολλυμένων να μην αναγνωρίζουν όσα οδηγούν στην σωτηρία.

…Βεβαίως άνθρωπε ο σταυρός είναι παράλογος και η δύναμη του δεν είναι δυνατόν να εκφραστεί με λόγους. Γιατί αν πω «εσταυρώθη», ο εθνικός λέει –και πως εξηγείται αυτό με την λογική; Όταν ήταν σταυρωμένος έπασχε, δεν βοήθησε τον εαυτό του και πως κατόπιν αναστήθηκε και βοήθησε άλλους; Εάν δηλαδή είχε τη δύναμη, έπρεπε να την είχε δείξει προ του θανάτου του, εξ’ άλλου και οι Ιουδαίοι αυτό έλεγαν. Όμως να η άπειρος δύναμη. Ότι ενώ ο Χριστός πέθανε, διέλυσε τον θάνατο και αυτό ήταν παραδοξότερο από το να μη πεθάνει. Μη λέγει λοιπόν, γιατί δεν βοήθησε τον εαυτό του, διότι βιάζονταν να συμπλακεί με τον ίδιο τον θάνατο. Δεν κατέβηκε από τον σταυρό, όχι γιατί δεν μπορούσε, αλλά επειδή δεν ήθελε. Αυτόν δηλαδή που δεν κράτησε η τυραννία του θανάτου, πως θα μπορούσαν να τον κρατήσουν τα καρφιά του σταυρού;

«Που είναι ο σοφός; Που είναι ο γραμματεύς»; Έτσι κατηγορεί συγχρόνως και τους εθνικούς και τους Ιουδαίους. Διότι ποιος φιλόσοφος, ποιος από κείνους που έχουν ασχοληθεί με τη τους συλλογισμούς, ποιος σοφός Ιουδαίος έσωσε και γνώρισε την αλήθεια; Κανείς. Αλλά τα πάντα είναι έργο των αλιέων.

οχ μρανεν Θες τν σοφαν το κσμου τοτου;

Επειδή δηλαδή κατά την σοφία του Θεού ο κόσμος δεν γνώρισε τον Θεό με την σοφία του, φάνηκε ο σταυρός.

21 πειδ γρ ν τ σοφίᾳ το Θεο οκ γνω κσμος δι τς σοφας τν Θεν, εδκησεν Θες δι τς μωρας το κηργματος σσαι τος πιστεοντας.

Και τι σημαίνει «κατά την σοφία του Θεού»; Δια μέσου της σοφίας που φαίνεται από τα δημιουργήματα, με τα οποία ήθελε να τον γνωρίσουν οι άνθρωποι. Επειδή όμως ο άνθρωπος δεν θέλησε να γνωρίσει τον Θεό απ’ αυτήν την σοφία, τον έπεισε με την θεωρούμενη  μωρία του κηρύγματος, όχι με τη λογική, αλλά με την πίστη. Όπου λοιπόν υπάρχει η σοφία του Θεού δεν χρειάζεται πλέον η ανθρώπινη σοφία.

Συνεπώς το να πιστεύει κανείς στον σταυρωθέντα και ταφέντα και να είναι βέβαιος ότι αυτός ο ίδιος αναστήθκε και βρίσκεται στον ουρανό, τούτο δεν χρειάζεται σοφία, ούτε λογική, αλλά πίστη. Διότι και οι απόστολοι δεν προσήλθαν με την σοφία, αλλά με την πίστη και έγιναν σοφότεροι και ανώτεροι από τους σοφούς του κόσμου. Καταδικάστηκε λοιπόν η σοφία του κόσμου διότι αποδείχθηκε κατώτερη της απλοϊκής πίστεως. Γι’ αυτό χρειάζεται πίστις και απλότης και πρέπει να ζητοπύμε αυτήν παντού και να την προτιμούμε από την σοφία διότι λέγει «ο Θεός απέδειξε μωράν την σοφίαν».

22 πειδ κα ᾿Ιουδαοι σημεον ατοσι κα Ελληνες σοφαν ζητοσιν, 23 μες δ κηρσσομεν Χριστν σταυρωμνον, ᾿Ιουδαοις μν σκνδαλον, Ελλησι δ μωραν, 24 ατος δ τος κλητος, ᾿Ιουδαοις τε κα Ελλησι, Χριστν Θεο δναμιν κα Θεο σοφαν·

Υπάρχει πολλή σύνεση στους λόγους. Θέλει δηλαδή να πεί πως με τους δυσμενείς παράγοντες υπερίσχυσε ο Θεός και πως το κήρυγμα δεν είναι ανθρώπινο. Όταν δηλαδή πούμε στους Ιουδαίους πιστέψτε, εκείνοι απαντούν: Αναστήσατε νεκρούς, θεραπεύστε δαιμονισμένους, δείξετε σε μας σημεία. Εμείς όμως τι λέμε αντί τούτων; Ότι σταυρώθηκε και και ότι πέθανε αυτός που κηρύττουμε. Τούτο όμως είναι ικανό όχι μόνο να μην προσελκύει όσους δεν θέλουν, αλλά να απομακρύνει και αυτούς που θέλουν. Κι όμως δεν απομακρύνει, αλλά προσελκύει και κρατεί και υπερισχύει.

Οι εθνικοί εξ’ άλλου απαιτούν από μας ρητορεία λόγων, δεινότητα σοφισμάτων, εμείς όμως και σ’ αυτούς κηρύττουμε σταυρό και αυτό που φαίνεται στους Ιουδαίους ως αδυναμία, αυτό για τους έλληνες μωρία, όχι μόνο δεν θεωρείται έλλειψη δυνάμεως απερίγραπτος δύναμις.

Και πως δεν είναι δύναμις, όταν σ’ αυτούς που ζητούν σημεία και σοφία, τους δίδουμε τα αντίθετα και όμως κατόπιν αυτοί πείθονται.

Όπως ακριβώς σε έναν που πνίγεται ζητά να του δείξεις λιμάνι, αλλά εσύ δεν του δείχνεις λιμάνι αλλά αγριότερα κύματα εκείνος όμως αποφασίζει  ακολουθήσει και μάλιστα με ευγνωμοσύνη;

Το ίδιο έκανε και στην κτίση, επέτυχε δηλαδή δια των αντιθέτων τα αντίθετα. Την θάλασσα την τείχισε με άμμο και έτσι χαλιναγώγησε το ισχυρό με το ανίσχυρο, τοποθέτησε τη γη πάνω στο ύδωρ και έτσι έκανε το βαρύ και πυκνό να βρίσκεται πάνω στο πλαδαρό και ρευστό. Αναλογικά λοιπόν με τον σταυρό βαστάζει όλη την οικουμένη. Είναι λοιπόν απόδειξη μεγάλης δυνάμεως και σοφίας το να πείθει κανείς με τα αντίθετα. Διότι ο σταυρός φαίνεται ότι είναι πράγμα που σκανδαλίζει, αλλά όμως όχι μόνο δεν σκανδαλίζει αλλά και ελκύει.

25 τι τ μωρν το Θεο σοφτερον τν νθρπων στ, κα τ σθενς το Θεο σχυρτερον τν νθρπων στ.

Πως συνέβη δηλαδή να επιχειρήσουν τέτοια έργα δώδεκα άνθρωποι και μάλιστα απλοϊκοί που ζούσαν σε λίμνες και ποταμούς και σε ερημιές και που ποτέ ίσως δεν είχαν πάει σε πόλη ή σε αγορά; Πως τους ήλθε να αντιμετωπίσουν όλη την οικουμένη; Ότι δηλαδή ήταν δειλοί και άνανδροι το δείχνει και εκείνος που έγραψε γι’ αυτούς και δεν επισκίασε καθόλου τα ελαττώματά τους πράγμα που είναι επίσης απόδειξη της αλήθειας.

Κι ενώ αυτοί θα έπρεπε να πουν: «Τι είναι πάλι τούτο; Τον εαυτό του δεν μπόρεσε να σώσει και θα προστατεύσει εμάς; Τον εαυτό του δεν υπεράσπισε όταν ζούσε και θα βοηθήσει εμάς τώρα που πέθανε; Ζώντας ο ίδιος δεν υπέταξε ούτε ένα έθνος κι εμείς θα πείσουμε την οικουμένη όλη λέγοντας το όνομά του;

Κι όμως τα επιχείρησαν όλα αυτά. Και μη πει κανείς ότι ήταν κάτι απλό και εύκολο, διότι είναι γνωστό σε όλους πως το να εισαγάγει κανείς καινοτομίες σε μια κοινωνία στα θέματα περί θρησκείας, αυτό προ πάντων αναστατώνει και ταράσσει τους ανθρώπους. Σκεφτείτε πως αυτοί οι άνθρωποι είπαν στους ειδωλολάτρες πως αυτοί που λάτρευαν ως θεούς δεν ήταν θεοί αλλά δαίμονες, ότι ο εσταυρωμένος είναι Θεός, αντιλαμβάνεστε όλοι πόση οργή άναψε, πόσες τιμωρίες δημιούργησε, πόσο πόλεμο προκάλεσε.

Πως λοιπόν τους ήρθε να κηρύττουν τέτοιες νέες ιδέες;  Πως επιτέθηκαν εναντίον όλων και κατέλυσαν τις αρχές τους τα ήθη τους και τα έθιμά τους σε χρόνο ελάχιστο; Πως διέτρεξαν όλη την οικουμένη ωσάν να είχαν φτερά;

26 Βλπετε γρ τν κλσιν μν, δελφο,

Δηλαδή επέλεξε όχι μόνο απλοϊκούς δασκάλους, αλλά και απλοϊκούς μαθητές.

 τι ο πολλο σοφο κατ σρκα,

Είναι δηλαδή δυσκολότερο να πείσει ένας απλοϊκός και μάλιστα ανθρώπους άσοφους και πόσο μάλλον όταν ο λόγος είναι για αναγκαία και μεγάλα πράγματα. Αλλά όμως έπεισαν και αυτού του γεγονότος καλεί αυτούς ως μάρτυρες.

Και τι σημαίνει «κατά σάρκα»; Την κοσμική μόρφωση. Αλλά δεν απέκλεισε τους μορφωμένους από την πίστη. Γι’ αυτό δεν είπε «δεν υπάρχει κανείς», αλλά «δεν υπάρχουν πολλοί». Και γιατί μιλά με αυτόν τον τρόπο για τους κατά κόσμον μορφωμένους τους οποίους αποκαλέι κατά σάρκα σοφούς;  Διότι αυτού του είδους οι «σοφοί» είναι γεμάτοι από πολλή μωρία. Γιατί ίδιον της μωρίας είναι όταν δεν θέλει να αποβάλλει κάποιος την διεφθαρμένη διδασκαλία που τον εμποδίζει από την σωτηρία.

ο πολλο δυνατο, ο πολλο εγενες,

Διότι και αυτοί είναι γεμάτοι με αλαζονεία. Και δεν είναι τίποτα τόσο άχρηστο για την ακριβή γνώση του Θεού, όσο η αλαζονεία και η προσήλωση στον πλούτο, διότι κάνουν τον άνθρωπο να θαυμάζει τα παρόντα και καθόλου να μη σκέπτονται για τα μέλλοντα.

 27 λλ τ μωρ το κσμου ξελξατο Θες να τος σοφος καταισχν,

Τούτο ακριβώς είναι το σπουδαιότερο στη νίκη, όταν αυτή επιτυγχάνεται δια των απλοϊκών ανθρώπων. Και δεν έκανε μόνο αυτό αλλά:

 κα τ σθεν το κσμου ξελξατο Θες να καταισχν τ σχυρ, 28 κα τ γεν το κσμου κα τ ξουθενημνα ξελξατο Θες, κα τ μ ντα, να τ ντα καταργσ,

Δηλαδή κάλεσε όχι μόνο τους απλοϊκούς, αλλά και πτωχούς και περιφρονημένους και άσημους για να ταπεινώσει τους ισχυρούς.

Και ποιους ονομάζει ως «μη όντα»; Αυτούς που θεωρούνται ότι δεν είναι τίποτα εξαιτίας της μηδαμινότητάς τους.

29 πως μ καυχσηται πσα σρξ νπιον το Θεο.

Όλα δηλαδή ο Θεός τα κάνει με σκοπό να περιορίσει την αλαζονεία και την υπερηφάνεια και να ματαιώσει την καύχηση. Τα κάνει λοιπόν όλα ώστε για να μη θεωρούμε τίποτα δικό μας έργο, αλλά όλα να τα αποδίδουμε στο Θεό.

 30 ξ ατο δ μες στε ν Χριστ ᾿Ιησο, ς γενθη μν σοφα π Θεο, δικαιοσνη τε κα γιασμς κα πολτρωσις,

Το «εξ’ αυτού» νομίζω ότι το λέει εδώ όχι για την γέννηση, αλλά για την πίστη, δηλαδή γίναμε τέκνα Θεού όχι χάριν της δικής μας αξία ούτε του δικού μας κόπου, αλλά διά χάριτος και δωρεάν.

 31 να, καθς γγραπται, καυχμενος ν Κυρίῳ καυχσθω.

Διότι όποιος έμαθε να καυχάται εν Κυρίω, ουδέποτε θα υπερηφανευθεί, αλλά πάντοτε θα είναι μετριόφρων και ευγνώμων για όλα.

 

ΔΕΥΤΕΡΟ

 

1 Καγώ λθν πρς μς, δελφο, λθον ο καθ᾿ περοχν λγου σοφας καταγγλλων μν τ μαρτριον το Θεο. 2 ο γρ κρινα το εδναι τι ν μν ε μ ᾿Ιησον Χριστν, κα τοτον σταυρωμνον.

«Και εγώ αδελφοί», πάλι θέτει το όνομα των αδελφών, μειώνοντας έτσι την σκληρότητα του λόγου.

«Δεν ήρθα με υπεροχή λόγου για να σας κηρύξω την μαρτυρία του Θεού»: Χωρίς λοιπόν επίδειξη ευγλωττίας, χωρίς να είμαι οπλισμένος με λογικά επιχειρήματα κηρύττω την μαρτυρία του Θεού.

«Διότι δεν έκρινα ορθό να γνωρίζω σε σας τίποτε άλλο, παρά μόνον τον Ιησού Χριστό και τούτον εσταυρωμένον». Κι αυτό το έλεγε για να δείξει ότι είναι ξένος προς τη σοφία του κόσμου. Αν και βέβαια και ευγλωττία διέθετε, διότι είναι ολοφάνερο ότι εκείνου που τα ενδύματα ανέσταιναν νεκρούς και οι σκιές θεράπευαν νοσήματα, πολύ περισσότερο μπορούσε να δεχθεί η ψυχή του ευγλωττία. Διότι το μεν δεύτερο είναι δυνατόν να διδαχθεί κανείς, το πρώτο όμως υπερβαίνει πάσα τέχνη.

Τίποτα άλλο λοιπόν δεν σας λέω, παρά ότι ο Χριστός εσταυρώθη.

3 κα γ ν σθενείᾳ κα ν φβ κα ν τρμ πολλ γενμην πρς μς,

Ως ασθένεια εδώ ονομάζει τον διωγμό. Αλλά τι; Ο Παύλος φοβάται και διακατέχεται από πολύ τρόμο; -Ναι, διότι αν και ήταν Παύλος, ήταν όμως και άνθρωπος. Αυτό δεν είναι κατηγορία, αλλά δεικνύει την εκ φύσεως αδυναμία. Ταυτόχρονα και εγκώμιο, διότι αν και φοβόταν δεν έκανε τίποτα ανάξιο εξαιτίας αυτού του φόβου. Ώστε λοιπόν όσοι έλεγαν ότι δεν φοβόταν τις πληγές, όχι μόνο δεν τον εξυψώνουν, αλλά χωρίς να το αντιλαμβάνονται μειώνουν πολύ τους επαίνους. Διότι αν δεν φοβόταν τότε πες μου ποια καρτερία ή ποια φιλοσοφία θα ήταν το να υπομείνει τους κινδύνους; Εγώ δηλαδή δια τούτο τον θαυμάζω, διότι αν και φοβόταν και όχι απλώς φοβόταν, αλλά και έτρεμε τους κινδύνους, εν τούτοις πάντοτε επορεύθη στεφανούμενος και δεν υποχώρησε σε κανέναν κίνδυνο.

 4 κα λγος μου κα τ κρυγμ μου οκ ν πειθος νθρωπνης σοφας λγοις,

Πρόσεξε, αν και δεν περιείχε ο λόγος του καμία ανθρώπινη σοφία και επιπλέον υπήρχε και διωγμός και φόβος και τρόμος, πως τελικά ο λόγος του υπερίσχυσε αν δεν ήταν πλήρης θείας δυνάμεως; Γι’ αυτό και πρόσθεσε: λλ᾿ ν ποδεξει Πνεματος κα δυνμεως,

5 να πστις μν μ ν σοφίᾳ νθρπων, λλ᾿ ν δυνμει Θεο.

Δεν είναι λοιπόν μείωση το ότι το κήρυγμα δεν είχε γίνει με σοφία, αλλά αυτό είναι μάλιστα και πολύ μεγάλο κόσμημα. Έτσι και ο σταυρός αν και φαίνονταν ασήμαντος, εν τούτοις αυτός διατράνωνε τη δύναμη του Θεού.

*Το ότι λοιπόν δεν γίνονται θαύματα τώρα μη το θεωρεί απόδειξη του ότι δεν έγιναν θαύματα τότε, διότι και τότε για ωφέλεια έγιναν και τώρα για ωφέλεια δεν γίνονται. Και γιατί υπάρχει ωφέλεια από το ότι δεν γίνονται τώρα θαύματα; Για να μην ελαττώνεται η θέση της πίστεως, για να μην εξαναγκάζεται στην πίστη κανένας. «Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες». Διότι όσο περισσότερο φανερωθεί το θαύμα , τόσο θα ελαττώνεται ο μισθός της πίστεως.

6 Σοφαν δ λαλομεν ν τος τελεοις, σοφαν δ ο το αἰῶνος τοτου, οδ τν ρχντων το αἰῶνος τοτου τν καταργουμνων· 7 λλ λαλομεν σοφαν Θεο ν μυστηρίῳ, τν ποκεκρυμμνην, ν προρισεν Θες πρ τν αἰώνων ες δξαν μν,  (Στους όριμους όμως πνευματικώς λαλούμε και σοφία, σοφία όμως όχι του κόσμου αυτού οι οποίοι καταργούνται· αλλά κηρύττουμε σοφία του Θεού, που είναι μυστηριώδης και κρυμμένη, την οποία προόρισε ο Θεός προ των αιώνων δια την δόξαν μας)

Το σκοτάδι θεωρείται ότι είναι καταλληλότερο  από το φως για όσους έχουν ασθενικούς οφθαλμούς. Τούτο ισχύει και για την πνευματική σοφία.

«Σοφία όμως όχι του κόσμου τούτου»: Διότι η του κόσμου σοφία δεν έχει πνεύμα και είναι άχρηστη γιατί σε τίποτα δεν μπορεί να ωφελήσει αυτούς που την κατέχουν.

Ποιος όμως ονομάζει ως «άρχοντες του αιώνος τούτου»; Δεν ονομάζει άρχοντες εδώ τους δαίμονες όπως ορισμένοι υποπτεύονται, αλλά αυτούς που έχουν αξιώματα, που έχουν εξουσία, δηλαδή τους φιλοσόφους και τους ρήτορες και τους λογογράφους, διότι αυτοί με τους λόγους τους παρέσερναν πολύ λαό.

«Των καταργουμένων»: Αυτό σημαίνει ότι αυτή η σοφία (των αρχόντων) θα καταργηθεί και δεν θα έχει καμία πλέον ισχύ.

«Αλλά κηρύττουμε σοφία Θεού μυστηριώδη»: Και την ονομάζει μυστήριον, επειδή ούτε άγγελος, ούτε αρχάγγελος ούτε κάποια άλλη κτιστή δύναμις το γνώριζε πριν να συμβεί. Δια τούτο λέγει: Δια να γνωρισθεί τώρα εις τας αρχάς και τας εξουσίας εις τα ουράνια δια της Εκκλησίας η πολυποίκιλος σοφία του Θεού».

Τούτο το έκανε ο Θεός τιμώντας εμάς, ώστε να μας , ώστε να μας ακούσουν τα μυστήρια. Κι μείς άλλωστε το ίδιο ισχυριζόμαστε, ότι απόδειξη της φιλίας μας προς όσους κάναμε φίλους μας είναι τούτο, το να μη πούμε μυστικά σε άλλον πριν από αυτούς.

«Κηρύττουμε σοφία μυστηριώδη και κρυμμένη, την οποία προόρισε ο Θεός προ των αιώνων δια την δόξαν μας»: «Κρυμμένη», δηλαδή ότι κανείς πριν από μας  δεν έμαθε για τις ουράνιες δυνάμεις, ούτε ο πολύς κόσμος τώρα γνωρίζει. Και τι θεωρεί ως «δόξα»; -Την δική μας σωτηρία. και λέγοντας «προόρισε», φανερώνει την φροντίδα του Θεού για μας.

8 ν οδες τν ρχντων το αἰῶνος τοτου γνωκεν· ε γρ γνωσαν, οκ ν τν Κριον τς δξης σταρωσαν·

Πως όμως λέει ο Χριστός «και εμέ γνωρίζετε, και επίσης γνωρίζετε από πού είμαι»; (Ιω. 7,28).Όμως εδώ το «δεν γνώρισαν» δεν αναφέρεται στο πρόσωπο του Χριστού, αλλά στην οικονομία του πράγματος, δηλαδή δεν γνώριζαν τι ήθελε ο θάνατος και ο σταυρός. Διότι και πάνω στον σταυρό ο Χριστός δεν είπε «δεν με γνωρίζουν», αλλά δεν γνωρίζουν τι κάνουν», δηλαδή αγνοούν το μυστήριο.

9 λλ καθς γγραπται, φθαλμς οκ εδε κα ος οκ κουσε κα π καρδαν νθρπου οκ νβη, τομασεν Θες τος γαπσιν ατν.

Και που έχουν γραφεί αυτά; Εννοεί ότι αυτά έχουν γραφεί σε βιβλία τα οποία χάθηκαν μέσα στον χρόνο (κυρίως κατά την περίοδο της αιχμαλωσίας των Εβραίων. Ας μην ξεχνάμε ότι το Δευτερονόμιο με δυσκολία βρέθηκε θαμμένο μέσα σε κοπριά). Ο Παύλος όμως ως νομομαθής και εν πνεύματι φωτιζόμενος δεν αγνοεί αυτά που εμείς αγνοούμε.

«Οφθαλμός δεν είδε»: Ναι, διότι ποιος από τους ανθ΄ρωπους είδε όσα η θεία οικονομία προορίζει για το μέλλον; Άρα λοιπόν ούτε ανθρώπινο αυτί άκουσε, ούτε συνέλαβε νους ανθρώπου. Τι λοιπόν; Οι προφήτες δεν είδαν ή δεν άκουσαν; Άκουσαν μεν, αλλά το αυτί των προφητών δεν ήταν αυτί ανθρώπου, διότι δεν άκουσαν ως άνθρωποι, αλλά ως προφήτες. Και ο νους τους δεν φωτίστηκε ανθρωπίνως αλλά εν Πνεύματι Αγίω.

 10 μν δ Θες πεκλυψε δι το Πνεματος ατο·

Όχι δια της σοφίας του κόσμου. Όσα λοιπόν δεν έμαθαν οι άγγελοι, αυτά μας τα δίδαξε η σοφία του Θεού.

 τ γρ Πνεμα πντα ρευν, κα τ βθη το Θεο.

Η έρευνα είναι ενδεικτική εδώ όχι άγνοιας, αλλά ακρινής γνώσεως.

11 τς γρ οδεν νθρπων τ το νθρπου ε μ τ πνεμα το νθρπου τ ν ατ; οτω κα τ το Θεο οδες οδεν ε μ τ Πνεμα το Θεο. 12 μες δ ο τ πνεμα το κσμου λβομεν, λλ τ Πνεμα τ κ το Θεο, να εδμεν τ π το Θεο χαρισθντα μν.

Εμείς δηλαδή είμαστε τόσο σοφότεροι από κείνους, όση απόσταση υπάρχει μεταξύ Πλάτωνος και Αγίου Πνεύματος

13 κα λαλομεν οκ ν διδακτος νθρωπνης σοφας λγοις, λλ᾿ ν διδακτος Πνεματος Αγου, πνευματικος πνευματικ συγκρνοντες. 14 ψυχικς δ νθρωπος ο δχεται τ το Πνεματος το Θεο·

Όπως δηλαδή κανείς με τους οφθαλμούς κανείς δεν θα μπορούσε να γνωρίσει τα του Πνεύματος. Και τι λέγω τα του ουρανού, ούτε τα της γης δεν θα μπορούσε να γνωρίσει.

 μωρα γρ ατ στι, κα ο δναται γνναι, τι πνευματικς νακρνεται.

Τούτο δεν οφείλεται στη φύση του πράγματος, αλλά στην αδυναμία αυτού που δεν μπόρεσε να αντιληφθεί το μέγεθος αυτών με τους οφθαλμούς της ψυχής. Κατόπιν προσθέτει και την αιτία λέγοντας:

 15 δ πνευματικς νακρνει μν πντα, ατς δ π᾿ οδενς νακρνεται.

Τα λεγόμενα χρειάζονται πίστη και δεν είναι δυνατόν να τα καταλάβει κανείς με λογικά επιχειρήματα, διότι το μέγεθος αυτών υπερβαίνει κατά πολύ την ευτέλεια της διάνοιάς μας. Και ο πνευματικός άνθρωπος μπορεί έτσι να διακρίνει  όσα δεν βλέπει ο τυφλός πνευματικά. Έτσι εμείς γνωρίζουμε ποια είναι η φύση των παρόντων πραγμάτων και ποια είναι η αξία των μελλόντων και τι θα πάθουν οι αμαρτωλοί, τι θα απολαύσουν οι δίκαιοι και ότι τα παρόντα πράγματα δεν έχουν καμιά αξία, διότι το κρίνουμε σημαίνει ότι ελέγχουμε.

 16 τς γρ γνω νον Κυρου, ς συμβιβσει ατν; μες δ νον Χριστο χομεν.

Δηλαδή όσα βρίσκονται στον νου του Χριστού, αυτά εμείς τα γνωρίζουμε και όσα αυτός θέλει και αποκάλυψε. Δεν εννοεί βέβαια εδώ ότι γνωρίζουμε τα πάντα όσα γνωρίζει ο Χριστός, αλλά ότι όσα γνωρίζουμε δεν είναι ανθρώπινα.

 

ΤΡΙΤΟ

 

1 Και γ, δελφο, οκ δυνθην μν λαλσαι ς πνευματικος, λλ᾿ ς σαρκικος, ς νηποις ν Χριστ.
2 γλα μς πτισα κα ο βρμα. οπω γρ δνασθε. λλ᾿ οτε τι νν δνασθε· τι γρ σαρκικο στε.

Εξουδετερώνει και πάλι την αλαζονεία τους αποδεικνύοντας ότι δεν γνωρίζουν την τελειότητα όχι για άλλο λόγο, αλλά εξαιτίας της τους αδιαφορίας και αλαζονείας. Το ότι δε δεν ανέβηκαν πνευματικά, δεν οφείλεται σε παράληψη του Πνεύματος αλλά στην ραθυμία τους.

Και δεν σας διδάσκω λέει αυτά που θέλω να σας πω, όχι γιατί δεν θέλω, αλλά γιατί εσείς δεν μπορείτε. Το ότι δεν μπορούσαν προέρχεται από το ότι δεν ήθελαν, πράγμα το οποίο επισύρει σ’ αυτούς βαριές κατηγορίες.

 3 που γρ ν μν ζλος κα ρις κα διχοστασαι, οχ σαρκικο στε κα κατ νθρωπον περιπατετε;

Και ενώ μπορούσε να τους κατηγορήσει για πορνεία και ασέλγεια, τονίζει περισσότερο εκείνο το αμάρτημα, το οποίο ήθελε να διορθώσει. Εάν λοιπόν η ζηλοτυπία κάνει τους ανθρώπους σαρκικούς, τότε λοιπόν είναι καιρός όλοι να θρηνήσουμε, διότι ποιος είναι καθαρός από το αυτό το πάθος;

 4 ταν γρ λγ τις, γ μν εμι Παλου, τερος δ γ ᾿Απολλ, οχ σαρκικο στε; 5 Τς ον στι Παλος, τς δ ᾿Απολλς λλ᾿ δικονοι δι᾿ ν πιστεσατε, κα κστ ς Κριος δωκεν;

Ναι, διότι ευεργέτης δεν είναι αυτός που διακονεί για τα αγαθά, αλλά αυτός που τα δίνει. Και δεν είναι αυτοί απλώς ευαγγελιστές, αλλά διάκονοι, πράγμα που είναι κάτι περισσότερο. Διότι ο ευαγγελισμός είναι μόνον λόγος, ενώ η διακονία είναι και έργο.

Δηλαδή θα πει κάποιος: «Δεν πρέπει να ευγνωμονούμε εκείνους που μας διακονούν»; -Ναι, αλλά μέχρι ενός σημείου, διότι η σωτηρία δεν προέρχεται απ’ αυτούς αλλά από τον Θεό.

 6 γ φτευσα, ᾿Απολλς πτισεν, λλ᾿ Θες ηξανεν·

Δηλαδή πρώτος έρριψα τον λόγο, και για να μη ξεραθούν οι σπόροι από τους πειρασμούς, ο Απολλώς προσέθεσε το δικό του έργο, αλλά το παν είναι έργο του Θεού.

7 στε οτε φυτεων στ τι οτε ποτζων, λλ᾿ αξνων Θες.

Ποιος λοιπόν είναι ο τάδε και ποιος ο τάδε; Και πρόσθεσε:

8 φυτεων δ κα ποτζων ν εσιν·

Κι έτσι διδάσκει ότι κανείς δεν πρέπει να υπερηφανεύεται εναντίον του άλλου. Διότι και ο εις και άλλος τίποτα δεν μπορούν να κάνουν χωρίς τον Θεό που αυξάνει το έργο.

 καστος δ τν διον μισθν λψεται κατ τν διον κπον.

Και τούτο το λέει για να μη γίνουν ραθυμότεροι λέγοντας, άρα όλοι το ίδιο είναι και εκείνοι που προσφέρουν λίγα και εκείνοι που προσφέρουν πολλά. Διότι εκείνο που είπε ότι όλοι είναι το ίδιο το είπε σε σύγκριση με τον Θεό. Αλλά όσον αφορά τους κόπου ς τους, όλοι δεν είναι το ίδιο, αλλά ο καθένας θα λάβει τον δικό του μισθό.

 9 Θεο γρ σμεν συνεργο· Θεο γεργιον, Θεο οκοδομ στε.

Κι έτσι τώρα ξεχωρίζει τους δασκάλους από τους μαθητές. Αλλά λέγοντας τις λέξεις γεώργιον, και οικοδομή υπενθυμίζει και πάλι τον ιδιοκτήτη που είναι ο Θεός. Και αν είστε οικοδομή, τότε δεν πρέπει να έχετε διάσπαση μεταξύ σας, αλλά να έχετε ομόνοια.

10 Κατ τν χριν το Θεο τν δοθεσν μοι ς σοφς ρχιτκτων θεμλιον τθεικα,

Σοφό αποκάλεσε εδώ τον εαυτό του, όχι από έπαρση, αλλά δίδοντας σ’ αυτούς πρότυπο δεικνύοντας ότι τούτο είναι χαρακτηριστικό του σοφού, το να θέτει ένα θεμέλιο. Και όλα αυτά δεν τα κάνει από την δική του σοφία, αλλά «κατά την χάριν του Θεού που του δόθηκε». Βλέπεις μετριοφροσύνη;

λλος δ ποικοδομε· καστος δ βλεπτω πς ποικοδομε·

Εδώ νομίζω εισαγάγει αυτούς στον αγώνα της πνευματικής ζωής.

 11 θεμλιον γρ λλον οδες δναται θεναι παρ τν κεμενον, ς στιν ᾿Ιησος Χριστς.

Ας μη δίνουμε λοιπόν προσοχή στις αιρέσεις. Ας οικοδομήσουμε λοιπόν πάνω σ’ αυτό το θεμέλιο, και ας είμαστε προσκολλημένοι σ’ αυτό το θεμέλιο και ας μην υπάρχει τίποτα μεταξύ ημών και του Χριστού.

 12 ε δ τις ποικοδομε π τν θεμλιον τοτον χρυσν, ργυρον, λθους τιμους, ξλα, χρτον, καλμην, 13 κστου τ ργον φανερν γενσεται· γρ μρα δηλσει· τι ν πυρ ποκαλπτεται· κα κστου τ ργον ποῖόν στι τ πρ δοκιμσει. 14 ε τινος τ ργον μενε πκοδμησε, μισθν λψεται· 15 ε τινος τ ργον κατακασεται, ζημιωθσεται, ατς δ σωθσεται, οτως δ ς δι πυρς.

Σκέψου πόσο χρόνο μένει το ανθρώπινο γένος στο θάνατο εξαιτίας μία αμαρτίας (του Αδάμ). Έχουν περάσει περισσότερα από πέντε χιλιάδες έτη, (εποχή Χρυσοστόμου-7.0000 έτη σήμερα) κι όμως ο θάνατος εξαιτίας μιας αμαρτίας δεν έχει ακόμη καταργηθεί. Και ούτε μπορούμε να πούμε ότι ο Αδάμ άκουσε προφήτες, ότι είδε άλλους να τιμωρούνται οπότε ήταν φυσικό να σωφρονιστεί από το παράδειγμα των άλλων. Εσύ όμως τίποτα δεν μπορείς να προβάλλεις  ως δικαιολογία, συ ο οποίος καταξιώθηκες τόσου Πνεύματος και όμως φέρεις μαζί σου όχι μία, ούτε δύο, ούτε τρεις, αλλά αμέτρητες αμαρτίες. Κι επειδή τα αμαρτήματα γίνονται μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, μη νομίζεις ότι και η κόλαση θα διαρκέσει για μία στιγμή.

Μα θα πει κάποιος, ο Θεός είναι φιλάνθρωπος. Άκουσε όμως τον Σειράχ που λέει (Σοφ. Σειράχ 16,12) «Συμφώνως προς την πολλή ευσπλαχνία του θα είναι αυστηρός και ο έλεγχός του». όταν λες ότι ο Θεός είναι φιλάνθρωπος, τότε είναι και σαν να λες ότι είναι μεγαλύτερη και η αιτία της τιμωρίας μας, διότι αμαρτάνουμε προς έναν τέτοιο Θεό.

Και αν συνεχίσεις να πιστεύει να αντίθετα θα σε ρωτήσω: Ποιος από τους ανθρώπους  δύναται να τιμωρήσει αυστηρώς, όσο τιμώρησε ο Θεός, με το να προκαλέσει κατακλυσμό και πανωλεθρία τόσο πολλών ανθρώπων και εν συνεχεία να βρέξει πυρ και να εξαφανίσει τους πάντες; Έχουν παρέλθει έξι χιλιάδες έτη, κι όμως η τιμωρία των Σοδομιτών εξακολουθεί  να ισχύει, όπως λοιπόν η φιλανθρωπία του είναι μεγάλη, έτσι είναι και η τιμωρία.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή:

«Αν κάποιου το έργο, που έκτισε μένει, θα λάβει μισθό, εάν κάποιου το έργου θα καεί, θα υποστεί ζημιές». Πρόσθεσε δε «ο ίδιος όμως θα σωθεί, άλλα έτσι όπως σώζεται κανείς από πυρ».

Τι σημαίνουν όλα αυτά και ποιο είναι το θεμέλιο, ποιοι οι πολύτιμοι λίθοι, ο χόρτος και η καλάμη;

-Το θεμέλιο είναι ο Χριστός, η οικοδομή είναι οι πράξεις. και διαχωρίζοντας σε χρυσό, άργυρο, πολύτιμους λίθους, ξύλα, χορτάρι, καλάμια, τα σφάλματα διαχωρίζει ανάλογα την βαρύτητα που έχει το καθένα.

Συνεπώς εάν κάποιος διάγει κακό βίο, αλλά έχει ορθή πίστη, δεν θα τον βοηθήσει η πίστη του να μη τιμωρηθεί, εφόσον το έργο κατακαίγεται. Αν λοιπόν κάποιος έχει χρυσάφι και διέλθει από ποτάμι φωτιάς, τότε θα εξέλθει λαμπρότερος. Αν όμως διαθέτει χορτάρι, τότε τι θα συμβεί;

Ο  ίδιος λέει θα σωθεί, αλλά όπως σώζεται κανείς από το πυρ. Δηλαδή δεν θα οδηγηθούν αυτοί στην ανυπαρξία. Να λοιπόν η εικόνα της κολάσεως δηλαδή της συνεχούς τιμωρίας.

Και λέγοντας αυτά προετοιμάζει τον λόγο του για τα επόμενα που ακολουθούν:

16 Οκ οδατε τι νας Θεο στε κα τ Πνεμα το Θεο οκε ν μν; 17 ε τις τν ναν το Θεο φθερει, φθερε τοτον Θες·

Και με τα λόγια αυτά φοβερίζει την ψυχή του πόρνου. Βλέπεις την σφοδρότητα του λόγου;  «Θα φθείρει λέει αυτόν ο Θεός». Δηλαδή θα τον καταστρέψει.

γρ νας το Θεο γις στιν, οτινς στε μες. 18 Μηδες αυτν ξαπαττω· ε τις δοκε σοφς εναι ν μν ν τ αἰῶνι τοτ, μωρς γενσθω, να γνηται σοφς.

Δηλαδή, αν κάποιος είναι πλούσιος, ή έχει ευγενική καταγωγή, δεν έχει καμία σημασία, διότι γίνεται ο ευτελέστερος όλως όταν κυριευθεί από την αμαρτία.

19 γρ σοφα το κσμου τοτου μωρα παρ τ Θε στι. γγραπται γρ· δρασσμενος τος σοφος ν τ πανουργίᾳ ατν. 20 κα πλιν· Κριος γινσκει τος διαλογισμος τν σοφν, τι εσ μταιοι.

Όταν η άπειρος σοφία έχει αυτή τη γνώμη γι’ αυτούς και τέτοιους τους αποκαλύπτει, ποια άλλη απόδειξη ζητάς για την τέλεια μωρία τους; Διότι οι κρίσεις των ανθρώπων σφάλλουν σε πολλά θέματα, η κρίση όμως του Θεού σε όλα τα θέματα είναι ακατάληπτος και αδέκαστος.

21 στε μηδες καυχσθω ν νθρποις· πντα γρ μν στιν,

Δεν πρέπει λοιπόν κανείς να μεγαλοφρονεί ούτε για τα πνευματικά, διότι πράγματι δεν έχουμε τίποτα από τους εαυτούς μας.

22 ετε Παλος ετε ᾿Απολλς ετε Κηφς ετε κσμος ετε ζω ετε θνατος ετε νεσττα ετε μλλοντα, πντα μν στιν, 23 μες δ Χριστο, Χριστς δ Θεο.

Τι σημαίνει «είτε θάνατος»; Ότι και αν ακόμη αποθνήσκουν οι διδάσκαλοι, αποθνήσκουν για χάρη σας, κινδυνεύοντας για τη σωτηρία σας. Κι έτσι ταπεινώνει το φρόνημα των μαθητών, υψώνοντας παράλληλα το φρόνημα των διδασκάλων.

«Σεις δε του  Χριστού, ο δε Χριστός του Θεού»: Υπό άλλη έννοια εμείς είμαστε του Χριστού, υπό άλλη έννοια ο Χριστός είναι του Θεού και υπό άλλη έννοια ο κόσμος είναι δικός μας. Δηλαδή εμείς είμαστε του Χριστού ως έργο, ο δε Χριστός του Θεού ως γέννημα γνήσιο, όχι ως έργο, όπως υπό την έννοια του έργου ούτε ο κόσμος είναι δικός μας. Συνεπώς ο κόσμος είναι δικός μας, διότι έγινε για μας. Ο δε Χριστός είναι του Θεού, διότι αυτόν έχει αίτιον της γεννήσεώς του, επειδή είναι Πατήρ του, εμείς δε είμεθα του Χριστού, διότι δημιουργηθήκαμε υπ’ αυτού.

 

ΤΕΤΑΡΤΟ

 

1 Ούτως μς λογιζσθω νθρωπος, ς πηρτας Χριστο κα οκονμους μυστηρων Θεο.

Τους ονόμασε οικονόμους, για να δείξει ότι το έργο αυτό δεν πρέπει να το αναθέτει κανείς σε όλους, αλλά σε όσους πρέπει και σ’ εκείνους που είναι άξιοι να είναι οικονόμοι.

2 δ λοιπν ζητεται ν τος οκονμοις, να πιστς τις ερεθ.

Δηλαδή να μη σφετερίζεται την εξουσία του Κυρίου του και να μη προβαίνει σε τιμωρία για την προσωπική του ικανοποίηση, σαν να είναι αυτός κύριος, αλλά σαν οικονόμος. Και έργο του οικονόμου είναι να διοικεί καλώς.

3 μο δ ες λχιστν στιν να φ᾿ μν νακριθ π νθρωπνης μρας· λλ᾿ οδ μαυτν νακρνω· 4 οδν γρ μαυτ σνοιδα· λλ᾿ οκ ν τοτ δεδικαωμαι· δ νακρνων με Κρις στιν.  (Δεν με πειράζει καθόλου να κριθώ από σας ή από ανθρώπινο δικαστήριο, αλλά ούτε εγώ κρίνω τον εαυτό μου, διότι δεν συναισθάνομαι τίποτε κατά του εαυτού μου, αλλά ούτε έτσι είμαι δικαιωμένος∙ εκείνος που με κρίνει είναι ο Κύριος.

Ότι συμβαίνει και σήμερα, το ίδιο γίνονταν και τότε στην Κόρινθο. Διακωμωδούσαν δηλαδή εξαιτίας της αμάθειάς τους ανθρώπους ευλαβείς και φιλοθέους, ενώ θεωρούσαν λόγω της ευγλωτίας τους ανθρώπους γεμάτους από μύρια κακά. Κατόπιν ως ανώτεροι δικαστές με αναίδεια έκρινα ως εξής: Ο τάδε είναι άξιος, ο τάδε είναι ανώτερος από το τάδε. Και αφού έπαψαν να πενθούν για τα δικά τους αμαρτήματα, έγιναν δικαστές των άλλων και με την τακτική αυτή προκάλεσαν θλιβερές διχόνοιες. Ο Παύλος λοιπόν προσπαθώντας να θεραπεύσει αυτό το νόσημα του είπε: «Δεν με πειράζει καθόλου να κριθώ από σας» φέρνοντας έτσι τον λόγο στο πρόσωπό του. Και όχι μόνο αυτό αλλά λέει «ή από ανθρώπινο δικαστήριο». Κανείς ας μην κατηγορήσει τον Παύλο για αναίδεια επειδή λέει ότι κανείς από τους ανθρώπους δεν είναι άξιος να τον κρίνει. Πρώτον διότι δεν τα λέει αυτά για τον εαυτό του, αλλά διότι θέλει άλλους να σώσει από την ενοχλητικότητα εκείνων. Και λέγοντας αυτά θεραπεύει με αυτό τον τρόπο και αυτούς που κρίνουν.

Και λέγοντας «ούτε και τον εαυτό μου κρίνω» δεν δεικνύει αλαζονεία, αλλά εννοεί ότι ούτε αυτός ο ίδιος δεν είναι ικανός για να κρίνει με ακρίβεια τον εαυτό του. Και γι’ αυτό προσθέτει «αλλά έτσι δεν είμαι δικαιωμένος».

«Διότι δεν συναισθάνομαι τίποτα κατά του εαυτού μου». Κι όμως πριν λέει ότι δεν είναι δικαιωμένος. Τι λοιπόν εννοεί εδώ; -Ότι θα συνέβαινε να έχει κάνει μερικά αμαρτήματα, χωρίς όμως να γνωρίζει αυτά. Από αυτό το παράδειγμα σκέψου πόση θα είναι η ακρίβεια της μελλούσης κρίσεως.

5 στε μ πρ καιρο τι κρνετε, ως ν λθ Κριος, ς κα φωτσει τ κρυπτ το σκτους κα φανερσει τς βουλς τν καρδιν, κα ττε παινος γενσεται κστ π το Θεο.

Τι λοιπόν; Ούτε οι διδάσκαλοι δεν πρέπει να κρίνουν; -Πρέπει να κρίνουν, αλλά στον κατάλληλο καιρό και να το κάνουν αυτό από θλίψη και πόνο και όχι από κενοδοξία και αλαζονεία όπως αυτοί έκαναν.

6 Τατα δ, δελφο, μετεσχημτισα ες μαυτν κα ᾿Απολλ δι᾿ μς, να ν μν μθητε τ μ πρ γγραπται φρονεν, (Αυτά δε, αδελφοί, τα εφήρμοσα εις τον εαυτό μου και εις τον Αππολώ προς χάριν σας. Για να μάθετε με το παράδειγμά μας να μη φρονείτε περισσότερο απ’ ότι είναι γραμμένο)

Όπως στην περίπτωση των ασθενών, όταν το άρρωστο παιδί κλωτσά και αποστρέφεται τις τροφές που του προσφέρουν οι γιατροί, έτσι και ο Παύλος επειδή πρόκειται να απευθύνει κατηγορίες προς υπεράσπιση άλλων, εκ των οποίων άλλοι μεν αδικούνταν, άλλοι δε ετιμώντο πέραν του μέτρου, τα ίδια μεν πρόσωπα δεν τα ανέφεραν, μετέφερε όμως τον λόγο προς το όνομα το δικό του και του Απολλώ, ώστε να δεχθούν τη θεραπεία από πολύ σεβασμό προς αυτούς.

Τι ήθελε να πει; -Ότι εσείς κρίνετε αγίους και θαυμαστούς άνδρες, αλλά δεν το είπε έτσι γιατί θα δυσανασχετούσαν και θα έφευγαν. Αλλά τι είπε; «Δεν με πειράζει καθόλου να κριθώ από σας», και επίσης «τι είναι ο Παύλος; Τι είναι ο Απολλώ»;  Γι’ αυτό λοιπόν λέει «αυτά εφάρμοσα στον εαυτό μου, για να μάθετε με το παράδειγμά μας να μη φρονήτε περισσότερο απ’ ότι είναι γραμμένο», για να δείξει ότι αν είχε κάνει λόγο για κείνους, δεν θα είχαν μάθει όσα έπρεπε να μάθουν. Τώρα όμως από σεβασμό προς τον Παύλο και τους συνοδούς του ευκόλως ανέχθηκαν την επιτίμηση.

Και τι σημαίνει «το να μη φρονείτε περισσότερο απ’ ότι είναι γραμμένο»; Τι είναι γραμμένο; «Μη κρίνετε για να μη κριθείτε», «εκείνος που ταπεινώνει τον εαυτό του θα υψωθεί», «εκείνος που θέλει να γίνει πρώτος ας γίνει υπηρέτης όλων». Αυτά είναι τα όσα έχουν γραφεί.

να μ ες πρ το νς φυσιοσθε κατ το τρου.

Διότι είναι αλαζονεία, το να υπερηφανεύεται κανείς για άλλον. Διότι δεν μας δόθηκαν οι δάσκαλοι  για να φατριάζουμε οι μεν εναντίον των δε, αλλά για να είμαστε όλοι στενώς συνδεδεμένοι. Καθόσον μάλιστα ο στρατηγός γι’ αυτό είναι αρχηγός του στρατού, για να καταστήσει τους διηρημένους ένα σώμα. Εάν όμως πρόκειται να διασπά τον στρατό, τότε έχει θέση εχθρού μάλλον παρά στρατηγού.

7 τς γρ σε διακρνει; τ δ χεις οκ λαβες;

Από πού φαίνεται ότι αξίζεις να επαινείσαι; Έχει γίνει η κρίση; Προχώρησε η εξέταση, η δοκιμασία, ο ακριβής έλεγχος;  Εάν λοιπόν οι άνθρωποι κρίνουν, η κρίση τους δεν είναι ορθή. Ας υποθέσουμε όμως ότι και επαίνους αξίζεις και ότι έχει όντως το χάρισμα και ότι δεν έσφαλε η κρίση των ανθρώπων, ούτε και τότε έπρεπε να υπερηφανεύεσαι, διότι δεν το έχεις με τις δικές σου ικανότητες, αλλά αφού το έλαβες από τον Θεό. Γιατί λοιπόν προσποιείσαι ότι έχεις κάτι, το οποίο δεν το έχεις; Δεν είναι λοιπόν αυτά δικά σου κατορθώματα, αλλά της χάριτος του Θεού.  Και αν αναφέρεις την πίστη, αυτήν την έχεις λόγω της κλήσεως.

 ε δ κα λαβες, τ καυχσαι ς μ λαβν;

Χρησιμοποιώντας συνεχείς ερωτήσεις, αποδεικνύει ότι αυτοί χρειάζονται ακόμη πολλά και τονίζει και ότι κι αν ακόμη είχατε λάβει τα πάντα, δεν έπρεπε να καυχάστε, διότι τίποτα δεν είναι δικό σας, τώρα όμως έχετε ακόμη πολλές ελλείψεις.

8 δη κεκορεσμνοι στ, δη πλουτσατε,

Δηλαδή δεν έχετε πλέον καμία έλλειψη, έχετε γίνει τέλειοι, κατέχετε την ίδια κορυφή, δεν έχετε πλέον την ανάγκη κανενός, ούτε αποστόλων, ούτε διδασκάλων.

«κορεσμένοι»=χορτασμένοι. Το να χορτάσει κάποιος με τα ολίγα είναι χαρακτηριστικό ασθενούς ψυχής. Το να νομίζει ότι με τα ολίγα γίνεται πλούσιος, δεικνύει ψυχή αηδιαστική και ταλαίπωρη. Διότι η ευλάβεια δεν χορταίνει. Είναι δε χαρακτηριστικό παιδικής διάνοιας το να νομίζουν ότι με την απόκτηση των πρώτων έχουν λάβει το παν, ενώ δεν βρίσκονται ακόμη ούτε καν στην αρχή.

χωρς μν βασιλεσατε· κα φελν γε βασιλεσατε, να κα μες μν συμβασιλεσωμεν.

Είναι πλήρης βαρύτητας ο λόγος. Ντροπιαστικός ο λόγος ικανός να συγκρατήσει την αναίσχυντη ψυχή.

«Χωρίς εμάς γίνατε βασιλείς»: Εδώ υπάρχει έμφαση και για διδασκάλους και για μαθητές. Αποδεικνύεται η ασυνειδησία και η μεγάλη ανοησία τους. Αυτό που λέει σημαίνει το εξής: Εις μεν τους κόπους είναι όλα κοινά και για μας και για σας, στα έπαθλα όμως και τους στεφάνους σεις είστε πρώτοι.

«Και είθε να είχατε γίνει βασιλείς»: Έπειτα για να μη φανεί ότι είναι κάποια ειρωνεία, προσέθεσε «για να είμαστε και εμείς βασιλείς μαζί σας».

 9 δοκ γρ τι Θες μς τος ποστλους σχτους πδειξεν, ς πιθανατους,

Δηλαδή εμάς, οι οποίοι υπομένουμε μύρια κακά, που σπείρουμε το κήρυγμα της ευσεβείας, που σας οδηγούμε σ’ αυτήν την φιλοσοφία, αυτούς τους παρουσίασε ως τελευταίους ανθρώπους, ως μελλοθάνατους, δηλαδή ως κατάδικους. Ενώ εσείς φαντάζεστε ήδη βασιλεία και τιμές και έπαθλα. Τι πιο ντροπιαστικό απ’ αυτό;

τι θατρον γενθημεν τ κσμ, κα γγλοις κα νθρποις.

Τι σημαίνει «γίναμε θέαμα στον κόσμο»; Δεν υποφέρουμε όλα αυτά σε μια γωνιά της γης, αλλά παντού και επί πάντων.

Τι σημαίνει «και εις τους αγγέλους»; Οι δικοί μας οι αγώνες είναι τέτοιοι ώστε αξίζουν να τους βλέπουν οι άγγελοι. Διότι οι πάλη του δεν είναι μόνο απέναντι προς τους ανθρώπους, αλλά και προς τις ασώματες δυνάμεις. Δια τούτο γίνεται μέγα θέμα.

10 μες μωρο δι Χριστν, μες δ φρνιμοι ν Χριστ·

Και αυτό πάλι το είπε για να προκαλέσει ντροπή, δείχνοντας ότι είναι αδύνατον αυτά να συμβούν.

 μες σθενες, μες δ σχυρο·

Δηλαδή, εμείς εκδιωκόμαστε, σεις όμως δεν φοβάστε τίποτα και σας περιποιούνται.

μες νδοξοι, μες δ τιμοι.

Εδώ απευθύνεται προς όσους έχουν ευγενική καταγωγή και υπερηφανεύονται για τα κοσμικά.

 11 χρι τς ρτι ρας κα πεινμεν κα διψμεν κα γυμνητεομεν κα κολαφιζμεθα κα στατομεν 12 κα κοπιμεν ργαζμενοι τας δαις χερσ·

Τούτο ανατρέπει τα πάντα, τούτο συγκλονίζει όλη την οικουμένη. Εμείς όμως απεναντίας αποβλέπουμε στην γνώμη των πολλών. Κι έτσι αποβλέπουμε ακριβώς στα αντίθετα, δηλαδή στον πλούτο και στην δόξα. Κι ενώ ο Θεός καθημερινά μας νουθετεί, κι όμως δεν εισακούεται, ο πολύς όμως όχλος ο άτακτος και τιποτένιος, δεν χρειάζεται καν να μας διατάσσει, αλλά αρκεί μόνον να μας δείξει ποια πράγματα του αρέσουν και αμέσως υπακούμε σε όλα.

Υποσημ. Για χάντρες και ματάκια: Τι να αναφέρει κανείς για τα φυλακτά, τις χάντρες και τα ματάκια και τα κόκκινα νήματα που κρεμούν πάνω στα βρέφη, ενώ δεν θα έπρεπε να θέτουν τίποτα άλλο στο παιδί παρά μόνο τον σταυρό για να το προστατεύει; Τώρα όμως περιφρονείται ο σταυρός, ο οποίος πέτυχε την επιστροφή όλης της οικουμένης και κατάφερε φοβερό πλήγμα κατά του διαβόλου και κατέστρεψε όλη τη δύναμή του και εμπιστεύονται την ασφάλεια του παιδιού (ή του αυτοκινήτου) σε κλωστές και νήματα και διαβολικές χάντρες και ματάκια. Να πω, τι άλλο είναι γελοιοδέστερον τούτου;

λοιδορομενοι ελογομεν, διωκμενοι νεχμεθα, 13 βλασφημομενοι παρακαλομεν· ς περικαθρματα το κσμου γενθημεν, πντων περψημα ως ρτι.

Δηλαδή γίναμε μωροί για τον Χριστό, διότι εκείνος που βλάπτεται και όμως ούτε εκδικείται ούτε θλίβεται, φαίνεται στους εκτός της πίστεως ότι είναι ανόητος και περιφρονημένος και αδύνατος. Και δεν γίναμε λέει παρικαθάρματα της πόλεώς σας, αλλά όλου του κόσμου. Και δεν γίναμε μόνο ακαθαρσία για σας, αλλά όλης της οικουμένης. Και με αυτόν τον λόγο έδωσε δυνατό κτύπημα τελειώνοντας τον λόγο του.

14 Οκ ντρπων μς γρφω τατα, λλ᾿ ς τκνα μου γαπητ νουθετ.

Δηλαδή, δεν τα λέω αυτά για να σας ντροπιάσω, αλλά για να σας συμβουλεύσω ως τέκνα μου αγαπητά, δηλαδή για να σας θεραπεύσω. Διότι το να μη μιλήσει βλέποντας αυτά δεν ήταν δυνατό για εκείνον διότι θα άφηνε ανίατη την πληγή.

15 ἐὰν γρ μυρους παιδαγωγος χητε ν Χριστ, λλ᾿ ο πολλος πατρας·

Εδώ δεν υποδηλώνει το αξίωμα, αλλά το υπερβολικό μέγεθος της αγάπης. Και λέει παρακάτω και την αιτία της τόσης αγάπης του:

ν γρ Χριστ ᾿Ιησο δι το εαγγελου γ μς γννησα.

Εν Χριστώ Ιησού, άρα δεν είναι έργο δικό μου. Και δεν είπε εγώ σας κήρυξα, αλλά εγώ σας γέννησα. Κι έτσι με αυτόν τον τρόπο αποκαλύπτει προς αυτούς την πατρική του αγάπη.

16 παρακαλ ον μς, μιμητα μου γνεσθε.

Κι τούτος βέβαια ο λόγος δεν ελέχθει από υπερηφάνεια, αλλά για να τους δείξει ότι είναι εύκολη η αρετή. Μη μου πεις λοιπόν, ότι δεν είναι εύκολο να σε μιμηθώ διότι εσύ είσαι μέγας διδάσκαλος. Η μεταξύ μας απόσταση δεν είναι τόσο μεγάλη όσον μεταξύ εμού και του Χριστού. Στην προς Εφεσίους είπε «Να γίνετε μιμηταί του Θεού» (Εφ. 5,1), εδώ όμως μπροστιάζει τον εαυτό του για να κάνει τον λόγο του ποιο προσιτό. Άλλωστε και εκείνος μιμητής του Χριστού είναι μιμούμενος το πρωτότυπο.

Ας δούμε την εικόνα του Παύλου, ας την φέρουμε εις το μέσον και θα δούμε γιατί είναι ωραία η εικόνα αυτή. Όχι γιατί το σώμα του υπερέχει από το σώμα άλλων ανθρώπων, αλλά για τα ποιηθέντα. Τα πόδια του βάδισαν όλη την γη «πόσο ωραία είναι τα πόδια αυτών που ευαγγελίζονται ειρήνη»  λέει ο Ησαΐας.

Θέλεις να δεις το στήθος; Ο Μωϋσής βάσταζε λίθινες πλάκες, αυτός όμως είχε μέσα του τον Χριστό. Από κει εξήρχετο φωνή ανώτερη από τα Χεραουβείμ , εκεί βρίσκονταν η ακτινοβόλος ψυχή του.

Δες και την κοιλιά του. Άκουσε τι λέγει: «Εάν το φαγητό μου σκανδαλίζει τον αδελφό μου, δεν θα φάγω κρέας ποτέ». Είχε λοιπόν διδαχθεί αυτή η κοιλιά να παραμένει ήρεμη, είχε διδαχθεί την σωφροσύνη.

Θέλεις να δεις τα χέρια του όπως είναι τώρα ή θέλεις κατ’ αρχήν να θαυμάσεις τα κακά έργα αυτών των χειρών στο παρελθόν, τότε που έσυρε άνδρες και γυναίκες, διότι είχε χέρια όχι ανθρώπου αλλά θηρίου. Στη συνέχεια όμως αυτά τα χέρια μεταποιήθηκαν σε χέρια πνευματικά που όχι πλέον δεν έπληξαν κανέναν, αλλά επλήγησαν μυριάκις.

Θέλεις να δεις και τα νώτα του που ομοιάζουν με τα υπόλοιπα μέλη; «Πέντε φορές εμαστιγώθην από τους Ιουδαίους με σαράντα κτυπήματα κάθε φορά, τρεις φορές εραπίσθην, μίαν φοράν ελιθοβολήθην, τρεις φορές εναυάγησα, επί εν εικοσιτετράωρον παρέμεινα εις το πέλαγος» (Β΄Κορ. 11,24-25).

Ας απολαύσουμε το κάλλος των ενδυμάτων του, το οποίο ακόμη και οι δαίμονες σεβάστηκαν, δια τούτου έφευγαν μακριά και νοσήματα θεραπεύονταν. Και όπου τυχόν εμφανιζόταν ο Παύλος τα πάντα υποχωρούσαν και τρέπονταν σε φυγή. Έτσι οι δαίμονες, ακόμη και την ζώνη του να έβλεπαν απομακρύνονταν. Που είναι τώρα οι πλούσιοι που υπερηφανεύονται για τα χρήματά τους και τα πολυτελή υφάσματα που φορούν;  Αυτό το στεφάνι ας ποθήσουμε κι εμείς αδελφοί, διότι αυτός ο άνδρας δεν ανεδείχθη λαμπρός μόνο από τους διωγμούς, καθόσον μάλιστα έλεγε: «Σκληραγωγώ το σώμα μου» το οποίο είναι δυνατόν να επιτευχθεί και χωρίς διωγμούς. Διότι πως αλλιώς θα νικήσουμε τις ασώματες δυνάμεις που μας πολεμούν; Με καλοπέραση; Με ποτά; Με πλούσια γεύματα; Και σε όλα αυτά μη νομίσει κανείς ότι του είναι εμπόδιο τα χρήματα. Όχι αυτά δεν είναι εμπόδιο αλλά η νοσηρή διάνοια. Διότι καλά είναι τα χρήματα όταν χρησιμοποιούμε για να ταΐσουμε φτωχούς, να ντύσουμε γυμνούς, να ξεδιψάσουμε διψασμένους.  

 17 Δι τοτο πεμψα μν Τιμθεον, ς στι τκνον μου γαπητν κα πιστν ν Κυρίῳ, ς μς ναμνσει τς δος μου τς ν Χριστ,

Βιάζονταν βέβαια να πάει ο ίδιος προς αυτούς, επειδή όμως αυτό δεν ήταν δυνατό αποστέλλει τον μαθητή του. Και δεν τον στέλνει έτσι απλά, αλλά τον συστήνει πρώτα προετοιμάζοντας έτσι αυτούς να τον δεχτούν με σεβασμό. Και με τα λόγια αυτά δείχνε επίσης την μεγάλη αγάπη του προς τον Τιμόθεο τον οποίο προτίμησε να αποχωριστεί για χάρη των Κορινθίων.

«Ο οποίος θα σας υπενθυμίσει»: Δεν είπε θα σας διδάξει, για να μη δυσανασχετήσουν. Και επειδή ο Τιμόθεος ήταν νέος, προσθέτει «τας οδούς μου», δηλαδή δεν θα υπενθυμίσει δικές του οδούς, αλλά του Παύλου. Και τι θα διδάξει;

καθς πανταχο ν πσ κκλησίᾳ διδσκω.

Δεν σας είπα τίποτα νέο, αυτά που σας είπα αυτά πιστεύουν από μένα και οι άλλες εκκλησίες.

18 Ως μ ρχομνου δ μου πρς μς φυσιθησν τινες· (μερικοί όμως υπερηφανεύθηκαν ωσάν να μη επρόκειτο να έλθω προς εσάς)

Εδώ δηλαδή κατηγορεί εκείνους και μερικούς άλλους για φιλαρχία, κάτι που δημιουργήθηκε από την απουσία του δασκάλου και έφθασε να γίνει υπεροψία. Και επειδή ήξερε ότι το νόσημα αυτό θεραπεύεται εύκολα με την παρουσία του δασκάλου προσθέτει:

 19 λεσομαι δ ταχως πρς μς, ἐὰν Κριος θελσ, κα γνσομαι ο τν λγον τν πεφυσιωμνων, λλ τν δναμιν·

Και θα γνωρίσω λέει όταν θα έρθω όχι τους λόγους των υπερηφάνων, αλλά τη δύναμή τους, διότι η αλαζονεία τους δεν προέρχονταν στα δικά τους κατορθώματα, αλλά όπως είπαμε στην φυσική απουσία δασκάλου. Αλλά επειδή δεν επρόκειτο να πάει σύντομα, δεν προσδιορίζει τον χρόνο της επισκέψεώς του, βάζοντάς τους έτσι σε αγωνία.

 20 ο γρ ν λγ βασιλεα το Θεο, λλ᾿ ν δυνμει. (Διότι η βασιλεία του Θεού δεν είναι ζήτημα ευγλωττίας, αλλά δυνάμεως)

Υπερισχύσαμε λέγει δια των θαυμάτων, όχι δια της ευγλωττίας, και διότι τα θαύματα τα οποία κάνουμε με την δύναμη του Αγίου Πνεύματος, τα παρουσιάζουμε ως μέγιστη απόδειξη του ότι η διδασκαλία μας είναι θεία και ότι κηρύττουμε την βασιλεία των ουρανών. Εάν λοιπόν θέλουν να είναι κάπως σπουδαίοι αυτοί που τώρα είναι γεμάτοι από αλαζονεία, όταν θα έλθω, ας δείξουν αν έχουν κάποια τέτοια δύναμη και ας μην μου προβάλλουν λόγους αλαζονικούς, διότι εκείνη η τέχνη δεν είναι τίποτα για μας.

 21 τ θλετε; ν ρβδ λθω πρς μς, ν γπ πνεματ τε πρᾳότητος;

Ο λόγος αυτός και φόβο προκαλεί και φιλόφρονα αισθήματα δεικνύει.

Τι σημαίνει με ράβδο; Με κολασμό με τιμωρία, αφανισμό, πράγμα που έκανε ο Πέτρος στην Σαπφείρα, και στον Ελυμά τον μάγο. Βλέπετε; Εδώ ο Παύλος δεν μιλά σαν να βρίσκεται στην ίδια θέση με κείνους, αλλά ως αυθέντης. Και γιατί μιλά με αυτόν τον τρόπο; Επειδή αγαπά πάρα πολύ και γι’ αυτό βρίσκεται σε ανάγκη να τιμωρήσει. Γι’ αυτό και ο Θεός αν και σε πολλές περιπτώσεις τιμωρεί είναι όμως και μακρόθυμος και πολυέλεος. Και με την ερώτηση «τι θέλετε»; Η εκλογή επαφίεται στη κρίση των Κορινθίων, διότι και το να πέσουμε στην κόλαση ή να επιτύχουμε τον παράδεισο από μας εξαρτάται.

Μα θα πει κάποιος και ποιος είναι τόσο ανόητος ώστε να μη θέλει. Δεν αρκεί όμως κάποιος να πει «θέλω», αλλά και οι πράξεις του να επαληθεύουν τα λεγόμενα. Πες μου λοιπόν, εκείνος που θέλει να νυμφευθεί γυναίκα, αρκείται στο να θέλει τούτο; Καθόλου, αλλά και προξενήτρα επιζητεί και από φίλους ζητά να ενδιαφερθούν νυχθημερόν και χρήματα συγκεντρώνει για τον σκοπό αυτό. Πως λοιπόν δεν είναι παράξενο για τα μεν γήινα να δείχνουμε τόσο ενδιαφέρον, ενώ όμως όταν επρόκειτο να κερδίσουμε τον ουρανό, να αρκούμαστε στο να «θέλουμε» απλά;

Πες μου σ ε παρακαλώ τι υπήρχε γλυκύτερο και ακοπώτερο από το να τρέφεται κανείς με το μάννα; Και όμως οι ιουδαίοι δυσανασχετούσαν, ενώ απολάμβαναν τέτοια τροφή. Τι ήταν πικρότερο από την πείνα και όλους τους κόπους, τους οποίου υπέμενε ο Παύλος; Και όμως εκείνος σκιρτούσε από χαρά και έλεγε: «Τώρα χαίρομαι για όσα υποφέρω». Ποια λοιπόν ήταν η αιτία; Η διαφορά στον τρόπο σκέψεως. Αν λοιπόν συνηθίσεις να σκέπτεσαι όπως πρέπει, τότε θα δεις την ευκολία της αρετής. Γιατί πες μου, τι είναι πιο εύκολο; Να επιθυμεί κανείς πολλά χρήματα ή να κατανικήσει αυτήν την επιθυμία; Σε μένα φαίνεται ότι είναι ευκολότερο το δεύτερο. Ή πες μου: ποιος είναι ανώτερος και σεμνότερος; Εκείνος που επιθυμεί πολλά ή εκείνος που δεν επιθυμεί τίποτα; Νομίζω πως όλοι ομολογούν ότι εκείνος που δεν επιθυμεί τίποτα υπερτερεί. Πες μου επίσης: Τι είναι γλυκύτερο; Το να χαίρεται κανείς με όσα έχει χωρίς φόβο ή ζώντας κάτω από τον ζυγό του πλούτου να μη τολμά να αγγίξει τίποτα από τα υπάρχοντά του; Νομίζω ότι το πράγμα ομοιάζει με το να έχουν κάποιοι άνδρες δύο γυναίκες και ενώ τις ποθούν πάρα πολύ, δεν έχουν την ίδια ελευθερία προς αυτές, αλλά σε κείνον που έχει μία γυναίκα του επιτρέπεται να την αγγίξει και να έχει σχέσεις με τη γυναίκα του.

Έτσι και ο φιλάργυρος, ποτέ δεν θα πάψει να επιθυμεί χρήματα, εκείνος όμως που καταφρονεί τα; Χρήματα, όλα πάντοτε θα τα θεωρεί περιττά.  Διότι τίποτα δεν βασανίζει τόσο πολύ την ψυχή, όσο η επιθυμία που παραμένει ανικανοποίητη και η οποία αποδεικνύει την διεστραμμένη διάνοια.

 

ΠΕΜΠΤΟ

 

1 Όλως κοεται ν μν πορνεα, κα τοιατη πορνεα, τις οδ ν τος θνεσιν νομζεται, στε γυνακ τινα το πατρς χειν. 2 κα μες πεφυσιωμνοι στ, κα οχ μλλον πενθσατε, να ξαρθ κ μσου μν τ ργον τοτο ποισας! (Ακούγεται γενικώς ότι υπάρχει μεταξύ σας πορνεία, και μάλιστα τέτοια πορνεία, που δεν υπάρχει ούτε μεταξύ των εθνικών, ώστε κάποιος να έχει γυναίκα, την γυναίκα του πατρός του. Και όμως σεις είστε φουσκωμένοι από υπερηφάνεια και δεν πενθήσατε μάλλον, για να εκδιωχθεί από την εκκλησία σας εκείνος που έκανε αυτήν την πράξη)

Αυτή τη φόρα βάζει στην άκρη την επιείκεια και κατευθείαν πλήττει την πράξη, τονίζει δε και την συμμετοχή όλων εις το όνειδος του εγκλήματος. Όλων, γιατί κανείς δεν θα πει ότι ο τάδε διέπραξε πορνεία, αλλά θα πει ότι στην εκκλησία των Κορινθίων συνέβη το αμάρτημα. Και απευθύνεται σε όλους διότι κανείς από δαύτους δεν τον πληροφόρησε για το αμάρτημα αυτό, αλλά από άλλους το έμαθε.

Και για να τους πλήξει ακόμη περισσότερο, δεν είπε «μητριά», αλλά την «γυναίκα του πατρός του».

«Και όμως εσείς είστε φουσκωμένοι από υπερηφάνεια»: Όχι για το αμάρτημα, διότι αυτό θα έδειχνε έλλειψη στοιχειώδους λογικής, αλλά για την διδασκαλία, την οποία παρέλαβαν από κείνον.

Και τι έπρεπε να κάνουν; Να πενθήσουν, και κατόπιν να εκδιώξουν τον αμαρτωλό αυτόν από την Εκκλησία.

3 γ μν γρ ς πν τ σματι, παρν δ τ πνεματι,

Κοίταξε τον θυμό, δεν επιτρέπει ούτε να αναμείνουν την παρουσία του, ούτε να δεχτούν αυτόν και τότε να δέσουν τον αμαρτήσαντα, αλλά επείγεται να αναχαιτίσει το κακό ωσάν να επρόκειτο να απομακρύνει κάποια επιδημία προτού διαδοθεί στο υπόλοιπο σώμα. «Έλαβα λοιπόν την απόφαση σαν να ήμουν παρόν», μη μου προβάλλεται λοιπόν δικαιολογίες και χρονοτριβές, δεν πρέπει να γίνει τίποτα άλλο.

 δη κκρικα ς παρν τν οτω τοτο κατεργασμενον, 4 ν τ νματι το Κυρου μν ᾿Ιησο Χριστο συναχθντων μν κα το μο πνεματος σν τ δυνμει το Κυρου μν ᾿Ιησο Χριστο 5 παραδοναι τν τοιοτον τ σαταν ες λεθρον τς σαρκς, να τ πνεμα σωθ ν τ μρ το Κυρου ᾿Ιησο.

«Εν τω ονόματι του Κυρίου συναχθέντων υμών» Δηλαδή, αφού σας συγκεντρώσει αυτό το όνομα, για το οποίο συγκεντρώνεστε «και το πνεύμα μου», θέτει εδώ επικεφαλή αυτών τον εαυτό του, να τον αποκόψουν τον αμαρτήσαντα και κανείς να μη τολμήσει να κρίνει αυτόν άξιο συγγνώμης, διότι θα γνωρίζει ότι ο Παύλος θα μάθει συμβάντα.

«Να παραδώσετε τον άνθρωπο αυτόν στον Σατανά προς καταστροφή της σαρκός του». Γιατί; Για να τιμωρηθεί με βασανιστική πληγή, ή άλλη νόσο και να παύσουν έτσι τα αμαρτήματα. Και τον παραδίδει στον Σατανά, διότι θέλει να τον στιγματίσει.

«Δια να σωθεί το πνεύμα του», δηλαδή η ψυχή, όχι ότι αυτή μόνον σώζεται, αλλά ότι αυτή θα γίνει η αιτία του να σωθεί κατόπιν και το σώμα μετέχοντας στη σωτηρία της ψυχής. Άρα και εδώ το κέρδος της τιμωρίας, είναι ασύγκριτα μεγαλύτερο από την τιμωρία. Η τιμωρία λοιπόν εδώ, ουσιαστικά δεν είναι τιμωρία, αλλά πατρική φροντίδα.

 6 Ο καλν τ καχημα μν. οκ οδατε τι μικρ ζμη λον τ φραμα ζυμο;

Και εδώ δείχνει, ότι αυτοί στην ουσία δεν τον άφησαν τον αμαρτήσαντα να μετανοήσει με την αμέλειά τους. Και τώρα με την τιμωρία του, ταχέως και άλλοι που κάνουν τις ίδιες αμαρτίες θα συνετιστούν.

7 κκαθρατε ον τν παλαιν ζμην, να τε νον φραμα, καθς στε ζυμοι. κα γρ τ πσχα μν πρ μν τθη Χριστς·

Και παλαιά ζύμη, δεν είναι μόνο η πορνεία, αλλά κάθε αμαρτία. Και δεν είπε «καθαρίστε», αλλά «καθαρίστε εντελώς». Έτσι και ο Χριστός, ζύμη ονόμασε την διδασκαλία Του.

8 στε ορτζωμεν μ ν ζμ παλαι, μηδ ν ζμ κακας κα πονηρας, λλ᾿ ν ζμοις ελικρινεας κα ληθεας.

«Εορτάζωμεν»: Δεν το είπε αυτό διότι πλησίαζε το Πάσχα ή κάποια άλλη εορτή, αλλά δείχνοντας ότι όλος ο χρόνος για τους χριστιανούς είναι καιρός εορτής, λόγο της αφθονίας των αγαθών που τους δόθηκαν.


9 Εγραψα μν ν τ πιστολ μ συναναμγνυσθαι πρνοις, 10 κα ο πντως τος πρνοις το κσμου τοτου τος πλεονκταις ρπαξιν εδωλολτραις· πε φελετε ρα κ το κσμου ξελθεν· 11 νν δ γραψα μν μ συναμγνυσθαι ἐάν τις δελφς νομαζμενος πρνος πλεονκτης εδωλολτρης λοδορος μθυσος ρπαξ, τ τοιοτ μηδ συνεσθειν. (Σας έγραψα στην επιστολή να μην έχετε σχέσεις με πόρνους, και δεν εννοούσα γενικώς να μην έχετε σχέσεις με τους πόρνους του  κόσμου τούτου, ή τους άρπαγες ή τους ειδωλολάτρες, διότι τότε, θα έπρεπε βεβαίως να φύγετε από τον κόσμο. Τώρα όμως σας έγραψα να μην έχετε σχέσεις με κάποιον, ο οποίος ονομάζεται αδελφός και είναι πόρνος ή πλεονέκτης ή ειδωλολάτρης ή μέθυσος ή υβριστής ή άρπαξ∙ με τέτοιον αδελφό ούτε να τρώτε μαζί)

Για να μη νομίσουν ότι δήθεν ως τέλειοι αυτοί θα πρέπει να μην συναναστρέφονται του πόρνους και επειδή αυτό ήταν αδύνατο να συμβεί ακόμη κι αν πάρα πολύ θα το ήθελαν, διότι θα έπρεπε να επιζητήσουν άλλη οικουμένη γι’ αυτό οριοθέτησε το πράγμα λέγοντας: «εάν κάποιος αδελφός είναι τέτοιος» οριοθετώντας το πράγμα στους χριστιανούς.

12 τ γρ μοι κα τος ξω κρνειν; (Διότι ποια εξουσία έχω να κρίνω και τους έξω της πίστεως;)

Τι λοιπόν; Ο Παύλος δεν ενδιαφέρεται για τους εκτός της πίστεως; Ενδιαφέρεται μεν, αλλά έθετε νόμους σ’ αυτούς τότε μόνο, αφού δέχονταν το κήρυγμα και τους έκανε υπεύθυνους έναντι της διδασκαλίας του Χριστού. Όσο χρόνο λοιπόν αυτοί καταφρονούσαν την πίστη, ήταν περιττό να αναφέρει τις εντολές του Χριστού σε ανθρώπους οι οποίοι δεν γνώριζαν τον ίδιο τον Χριστό.

 οχ τος σω μες κρνετε; 13 τος δ ξω Θες κρνει. κα ξαρετε τν πονηρν ξ μν ατν.

Και επειδή είπε ότι δεν έχει εξουσία να κρίνει τους έξω της πίστεως, για να μη νομίσει κανείς ότι αυτούς τους αφήνει ατιμώρητους, προσδιορίζει άλλο δικαστήριο ακόμη πιο φοβερό.

 

ΕΚΤΟ

 

Εδ1. Τολμᾷ τις ὑμῶν, πρᾶγμα ἔχων πρὸς τὸν ἕτερον, κρίνεσθαι ἐπὶ τῶν ἀδίκων καὶ οὐχὶ ἐπὶ τῶν ἁγίων;

Και τούτο είναι ανομία. Ναι πρέπει να καταφύγετε σε δικαστήριο. Αλλά όχι σε δικαστήριο εθνικών. Αν και γενικώς το καλύτερο είναι να μην καταφεύγετε σε δικαστήρια. Αλλά αυτό θα το πει αργότερα. Προς το παρόν ότι τουλάχιστον δεν πρέπει να καταφεύγετε δικαστήρια εθνικών. Δεν είπε σε διακστήρια απίστων, αλλά σε δικαστήρια εθνικών.

Που πηγαίνεις; Τι κάνεις άνθρωπε; Αναθέτεις στους άδικους την απονομή δικαιοσύνης;

6,2  οὐκ οἴδατε ὅτι οἱ ἅγιοι τὸν κόσμον κρινοῦσι; 

Συ λοιπόν που επρόκειτο μετά από λίγο να κρίνεις εκείνους, πως ανέχεσαι τώρα να κρίνεσαι απ' αυτούς; 

καὶ εἰ ἐν ὑμῖν κρίνεται ὁ κόσμος, ἀνάξιοί ἐστε κριτηρίων ἐλαχίστων;

Δεν είπε από σας, αλλά με κριτήριο εσάς.

6,3          οὐκ οἴδατε ὅτι ἀγγέλους κρινοῦμεν; μήτι γε βιωτικά;

Με το "αγγέλους" εννοεί τους δαίμονες.

6,4          βιωτικὰ μὲν οὖν κριτήρια ἐὰν ἔχητε, τοὺς ἐξουθενημένους ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ τούτους καθίζετε.

Κι αν όλοι είναι είναι μη σοφοί για να κρίνουν τις υποθέσεις σας, δεν πειράζει, αναθέστε αυτό στους πιο τιποτένιους. Είναι καλύτερο αυτό από τους εθνικούς. 

6,5          πρὸς ἐντροπὴν ὑμῖν λέγω. οὕτως οὐκ ἔνι ἐν ὑμῖν σοφὸς οὐδὲ εἷς ὃς δυνήσεται διακρῖναι ἀνὰ μέσον τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ,

Και είναι ντροπή σας που δεν υπάρχει ούτε ένας άξιος άνδρας ανάμεσά σας που να μπορεί να λύσει τις διαφορές σας.  Γιατί αυτό δεν εναί καθόλου δύσκολο λόγο της συγγένειας της πίστεώς σας. Πράγμα που συμβάλλει πολύ προς τη λύση της φιλονεικίας. 

6,6          ἀλλὰ ἀδελφὸς μετὰ ἀδελφοῦ κρίνεται, καὶ τοῦτο ἐπὶ ἀπίστων;

Είδες; Στην αρχή μεν τους είπε άδικου, ενώ  τώρα άπιστους. Γιατί; Για να τους κάνει να ντρέπονται για την καταφυγή τους σ' αυτούς. Καλύτερα λοιπόν σε ασύνετους να αναθέτουν τις υποθέσεις τους, παρά σε άπιστους. Διότι πως όταν μέσα στο σπίτι του ο καθένας λύνει τις οικογενειακές του υποθέσεις κατ' οίκον και δεν φωνάζει ξένους, έτσι είναι ντροπή και στους χριστιανούς να φωνάζουν εθνικούς  για κρίνουν τις υποθέσεις τους. 

6,7          ἤδη μὲν οὖν ὅλως ἥττημα ὑμῖν ἐστιν ὅτι κρίματα ἔχετε μεθ᾿ ἑαυτῶν. διατί οὐχὶ μᾶλλον ἀδικεῖσθε; διατί οὐχὶ μᾶλλον ἀποστερεῖσθε;6,8          ἀλλὰ ὑμεῖς ἀδικεῖτε καὶ ἀποστερεῖτε, καὶ ταῦτα ἀδελφούς;

κατ' αρχήν το ίδιο το γεγονός, ότι έχετε υποθέσεις μεταξύ σας, αποτελεί επιβαρυντικό στοιχείο και για τους δύο. Μη λέγεις λοιπόν ποιος σε αδίκησε, διότι σε καυακρίνω ήδη επειδή κατέφυγες στη δικαιοσύνη. Διότι αν είναι κατακριταίο το να μην υπομένεις την αδικία, πόσο μάλλον όταν εσύ αδικείς τους άλλους. 

6,9          ἢ οὐκ οἴδατε ὅτι ἄδικοι βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσι; μὴ πλανᾶσθε· οὔτε πόρνοι οὔτε εἰδωλολάτραι οὔτε μοιχοὶ οὔτε μαλακοὶ οὔτε ἀρσενοκοῖται 6,10        οὔτε πλεονέκται οὔτε κλέπται οὔτε μέθυσοι, οὐ λοίδοροι, οὐχ ἅρπαγες βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσι.

Το "μη πλανάσθε" αναφέρεται σε εκείνους που νομίζουν ότι ο Θεός δεν θα τιμωρήσει ποτέ κανέναν και τίποτα επειδή είναι φιλέσπλαχνος. Πως όμως τοποθετεί μαζί τον μέθυσο και τον κακολόγο με τους πόρνους και μοιχούς και τους θηλυπρεπείς; Τι θα απαντήσουμε; Ότι δεν είναι καθόλου μικρό το αμάρτημα της μέθης και της κακολογίας διότι και ο Χριστός καταδίκασε εκείνον που είπε τον αδελφό του "μωρό". Αλλά και οι Ιουδαίοι εξαιτίας της μέθης διέπραξαν άλλοτε τα μεγαλύτερα αμαρτήματα. Το αν τώρα θα έχουν διαφορά στο επίπεδο της κόλασης, αυτό δεν είναι της παρούσης. Πάντως όλοι αυτοί εκπίπτουν εκ της Βασιλείας του Θεού. 

Α Κορ. 6,11        καὶ ταῦτά τινες ἦτε· ἀλλὰ ἀπελούσασθε, ἀλλὰ ἡγιάσθητε, ἀλλὰ ἐδικαιώθητε ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ καὶ ἐν τῷ Πνεύματι τοῦ Θεοῦ ἡμῶν.

Και είναι ντροπή μας διότι ο Θεός όχι μόνο μας συγχώρεσε, αλλά μας καθάρισε και μας αγίασε.Και όλο αυτό έγινε στο όνομα του Κυρίου Ιησού, και στο Πνεύμα του Θεού μας. Βλέπετε το μέγεθος της ευεργεσίας; Τι λοιπόν, θα συνεχίσουμε μετά απ' αυτά να καταφεύγουμε στα δικαστήρια των εθνικών; 

Ναι, αλλά θα έλεγε κανείς και τι γίνεται αν ένας χριστιανός διν κρίνει σωστά; -Υπό ποίους νόμους κρίνει ο χριστιανός; Υπό ποίος νόμους κρίνει ο εθνικός; Ο χριστιανός κατά τους νόμους του Θεού, ο εθνικός κατά τους νόμους των ανθρώπων. 

Άλλωστε αν προτιμήσεις να αδικηθείς, τότε μόνον νίκησες. Διότι πες μου. Ποιος τελικά νίκησε; Ο Ιώβ που τα έχασε όλα, ή ο διάβολος που τα αφαίρεσε όλα; 

Αλλά αυτός τελικά ήταν ο νικητής. Αυτός που τα έχασε όλα. 

Και πως θα μπορέσω να υπομείνω τόση αδικία θα πει κάποιος. -Αναβλέποντας στον ουρανό.Κι αφού το κάνεις αυτό, τότε έγινες όμοιος με Εκείνον που κάθεται στον ουρανό. Γιατί κι Εκείνος υβρίστηκε και χλευάστηκε και σταυρώθηκε. Αλλά τίποτα δεν ανταπόδωσε. 

Μα θα πει κάποιος "θα πεινάσω" αν χάσω τα πάντα. -Μη φοβάσαι την πείνα. Διότι τότε θα ομοιάσεις με τον Παύλο που πείνασε και δίψασε και είχε έλλειψη ρούχων. Κι εκείνος έπασχε για τον Θεό. Τότε κι εσύ να πάσχεις για τον Θεό. Γιατί Εκείνος που υποσχέθηκε την Βασιλεία των ουρανών, δεν θα μας αποστερήσει των βιοτικών αναγκών.

Δάκρυσε όχι γι' αυτόν που έχασε τα πάντα, αλλά γι' αυτόν που τα πήρε όλα. Γιατί ενώ αυτός έλαβε αγαθά, στέρησε τον εαυτό του από απερίγραπτα αγαθά.

Μην υποφέρεις με δυσφορία, αλλά να έυχεσαι υπέρ αυτού που σε αδίκησε.

12.Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ πάντα συμφέρει· πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐκ ἐγὼ ἐξουσιασθήσομαι ὑπό τινος.

Εδώ δεν υπαισίσσεται του λαίμαργους, αλλά καταδικάζει με σφοδρότητα το πάθος της πορνείας γιατί αυτή προέρχεται από την κοιλιοδουλεία. Τι λέει λοιπόν; Μου επιτρέπεται να τρώω και να πίνω, αλλά δεν με συμφέρει να το κάνω αυτό με ασωτία.  Άρα, ναι μεν φάε, αλλά μείνε κύριος και όχι δούλος του φαγητού. 

  13.τὰ βρώματα τῇ κοιλίᾳ καὶ ἡ κοιλία τοῖς βρώμασιν· ὁ δὲ Θεὸς καὶ ταύτην καὶ ταῦτα καταργήσει. τὸ δὲ σῶμα οὐ τῇ πορνείᾳ, ἀλλὰ τῷ Κυρίῳ, καὶ ὁ Κύριος τῷ σώματι·

Με την λέξη κοιλιά, εδώ εννοεί τη λαιμαργία. Το δε σώμα δεν είναι για την πορνεία, αλλά για τον Κύριο. Βεβαίως και η κοιλιά είναι σώμα, αλλά εδώ ο Παύλος χώρισε δύο ζεύγη, τα φαγητά και τη λαιμαργία, τα οποία ονόμασε κοιλιά και τον Χριστό και το σώμα. Τα φαγητά λοιπόν που εδώ σημαίνουν λαιμαργία δεν μας οδηγούν στον Χριστό, αλλά μας έλκουν προς αυτά. Αποτελούν λοιπόν θηριώδες πάθος και κάνουν τους ανθρώπους δούλους τους. 

Βέβαια, σε καμία περίπτωση δεν φταίει σε κάτι το σώμα. Γιατί το σώμα κατασκευάστηκε όχι για πορνεία, ουτε η κοιλιά για την λαιμαργία, αλλά για να ακολουθούν τον Κύριο. Ωστε ο Κύριος ως κεφαλή να οδηγεί αυτά.

14. ὁ δὲ Θεὸς καὶ τὸν Κύριον ἤγειρε καὶ ἡμᾶς ἐξεγερεῖ διὰ τῆς δυνάμεως αὐτοῦ.

Ο Θεός όμως θα καταργήσει τελικά και αυτήν (δεν εννοεί την κοιλιά αλλά την γαστριμαργία) και αυτά (δεν εννοεί τα φαγητά αλλά την γαστριμαργία)

Εάν λοιπόν το σώμα μας είναι μέλος του Χριστού και ο Χριστός αναστήθηκε, τότε το σώμα μας οποσδήποτε θα ακολουθήσει την Κεφαλή που είναι ο Χριστός.

Και αν ακούς ότι ο Πατέρας ανάεστησε τον Χριστό, μη θορυβείσαι, διότι ότι και όσα κάνει ο Πατέρας και ο Υιός τα κάνει.

Καν απιστείς για την ανάσταση των σωμάτων και λες, πως την ύλη που έλιωσε και έγινε στάχτη θα αναστήσει ο Θεός; Σκέψου κι όμως η ύλη είναι ορατή και την βλέπει ο ακοίμητος οφθαλμός του Θεού, βλέπει όμως και τα αόρατα, βλέπει και τις σκέψεις μας. Πως λοιπόν αν βλέπει και γνωρίζει πολύ καλά τα αόρατα δεν θα δει τα ορατά; Μη λοιπόν απιστείς για την ανάσταση διότι η σκέψη αυτή είναι διαβολική. Και είναι διαβολική διότι αυτός που δεν ενδιαφέρεται για την ανάσταση καταργεί τα έργα της αρετής, ενώ αντιθέτως αυτός που νοιάζεται για την ανάσταση, αυτός ευθύς εξ' αρχής για τα έργα της αρετής θα δείξει πολύ ενδιαφέρον.

Μη πλανάσθε. Δεν θα είχε δημιουργήσει τόσα πολλά ο Θεός, ενά δεν επρόκειτο να μας αναστήσει, δεν θα είχε εκτείνει τόσο πολύ τον ουρανό δεν θα είχε φτιάξει εδώ κάτω τη γη και αν αυτά έφτιαξε για τη παρούσα ζωή, φαντάσου τι θα κάνει για την μέλλουσα.

Σκέψου, οι ελέφαντες, τα δέντρα, τα ποτάμια κ.α χαίρονται την παρούσα ζωή για περισσότερο χρόνο. Ενώ ο δικός μας βίος είναι πολύ συντομότερος. Δηλαδή τι θα σκεφτείς; Οτι ο δούλος είναι ανώτερος από τον αφέντη; Όχι βέβαια, αλλά σκέψου πως ο Θεός από την αρχή θέλησε να σε κάνει αθάντο, αλλά εσύ δε θέλησες.Ο Αδάμ δεν είχε ανάγκη ούτε από ενδύματα, ούτε από στέγη, ούτε κανενός άλλου πράγματος, αλλά ομοίαζε με τους αγγέλους και ήταν πλήρης σοφίας. Αλλά ο Αδάμ δεν παρέμεινε σ' αυτήν την τιμιτική κατάσταση.

Και θα πει κάποιος. Τι; Επειδή εκείνος αμάρτησε εγώ θα τιμωρηθώ; Ναι μεν εξαιτίας εκείνου, αλλά κι εσύ αμάρτησες. Δεν διέπραξες μεν την ίδια αμαρτία μ' εκείνον, αλλά οπωσδήποτε διέπραξες άλλη. Και θα πεις ναι, όμως εκείνος δεν είχε θνητό σώμα, ενώ εγώ έχω. Ναι, αλλά εκείνος είχε αθάνατο σώμα και διέπραξε αμαρτία λαβάνοντας τον θάνατο ως τιμωρία. Άρα το θνητό σώμα δεν αποτελεί εμπόδιο για την αρετή. Και είναι σαφώς προτιμότερο που τώρα έχεις θνητό σώμα, διότι αυτό πλέον διαλύεται ώστε αυτό από μόνο του ως γεγονός να  σε οδηγήσει σε σωφροσύνη, ενώ αν είχες αθάνατο σώμα, τότε τα αμαρτήματα θα γίνονταν ίσως μονιμότερα (δίχως μετάνοια). 

Η θνητότητα λοιπόν δεν είναι αιτία της αμαρτίας, αλλά η ρίζα των κακών είναι η πονηρή προαίρεση. Άλλωστε το ότι οι δαίμονες δεν έχουν σώμα δεν ωφελήθηκαν καθόλου απ' αυτό. 

Αν θέλουμε λοιπόν, το σώμα μας είναι άριστος χαλινός που συγκρατεί τα σκιρτήματα της ψυχής και εμποδίζει την αλαζονεία.

15.οὐκ οἴδατε ὅτι τὰ σώματα ὑμῶν μέλη Χριστοῦ ἐστιν; ἄρας οὖν τὰ μέλη τοῦ Χριστοῦ ποιήσω πόρνης μέλη; μὴ γένοιτο. 

Εδώ απευθύνεται όχι προς τον πόρνο, αλλά προς τους άλλους που δεν έχουν πορνεύσει. Και αναφερόμενος σ' αυτούς κάνοντας αναφορά τον πόρνο, προσπαθεί να τους συγκρατήσει από την πτώση.

Δηλαδή τι να κάνω; Να πάρω τα μέλη του Χριστού και να τα κάνει μέλη πόρνης; Και δεν είπε θα τα συνδέσω με την πόρνη, αλλά θα τα κάνω μέλη πόρνης, πράγμα που είναι φρικαλέο. 

16. ἢ οὐκ οἴδατε ὅτι ὁ κολλώμενος τῇ πόρνῃ ἓν σῶμά ἐστιν; ἔσονται γάρ, φησίν, οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν· 

Και από που φαίνεται αυτό; Από το γεγονός ότι η συνουσία τους κάνει ένα σώμα. Κάθε άλλο αμάρτημα που θα κάνει ο άνθρωπος είναι έξω από το σώμα του. Ενώ η πορνεία γίνεται στο ίδιο το σώμα του. Ο δολοφόνος δεν μολύνει το χέρι του; Το ίδιο και άρπαγας; Ο πόρνος όμως μολύνει όλο το σώμα του.

17,18,19,20. ὁ δὲ κολλώμενος τῷ Κυρίῳ ἓν πνεῦμά ἐστι.φεύγετε τὴν πορνείαν. πᾶν ἁμάρτημα ὃ ἐὰν ποιήσῃ ἄνθρωπος ἐκτὸς τοῦ σώματός ἐστιν, ὁ δὲ πορνεύων εἰς τὸ ἴδιον σῶμα ἁμαρτάνει.ἢ οὐκ οἴδατε ὅτι τὸ σῶμα ὑμῶν ναὸς τοῦ ἐν ὑμῖν Ἁγίου Πνεύματός ἐστιν, οὗ ἔχετε ἀπὸ Θεοῦ, καὶ οὐκ ἐστὲ ἑαυτῶν; ἠγοράσθητε γὰρ τιμῆς· δοξάσατε δὴ τὸν Θεὸν ἐν τῷ σώματι ὑμῶν καὶ ἐν τῷ πνεύματι ὑμῶν, ἅτινά ἐστι τοῦ Θεοῦ.

Όλα μας λοιπόν ανήκουν στον Κύριο και το σώμα, και η ψυχή και το πνεύμα. Και δεν είναι όλα του Θεού επειδή μόνο τα δημιούργησε, αλλά επειδή όταν τα απωλέσαμε, πάλι για δεύτερη φορά Εκείνος τα κέρδισε ως τίμημα το Αίμα του Υιού Του. Αν λοιπόν το σώμα σας είναι ξένο και δεν σαν ανήκει, τότε δεν έχετε εξουσία να προσβάλλετε ξένο σώμα, όταν μάλιστα αυτό ανήκει στον Κύριο. Να σέβεσαι λοιπόν Αυτόν που κατοικεί εντός σου δηλ. τον Παράκλητο. Κι ενώ προηγουμένως τα μέλη σου είχαν καταντήσει μέλη πόρνης, τώρα είναι μέλη του Χριστού, οπότε είσαι δούλος Αυτού που σε ελευθέρωσε. 

 

ΕΒΔΟΜΟ

 

1. Περὶ δὲ ὧν ἐγράψατέ μοι, καλὸν ἀνθρώπῳ γυναικὸς μὴ ἅπτεσθαι· 2. διὰ δὲ τὰς πορνείας ἕκαστος τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα ἐχέτω, καὶ ἑκάστη τὸν ἴδιον ἄνδρα ἐχέτω.

Κάποιο λοιπόν του γράψανε ρωτώντας γι' αυτά τα θέματα κι εκείνο τώρα απαντά. Καλό είναι λέει να μην αγγίζει κανείς γυναίκα, αλλά αν έχεις σφοδρή επιθυμία για γυναίκα τότε να νυμφεύεσαι. Τα λόγια αυτά δεν έγραψε μόνο για τους ιερείς όπως πολλοί ισχυρίζονται, αλλά για όλους διότι ο λόγος του  είναι γενικός. 

3.  τῇ γυναικὶ ὁ ἀνὴρ τὴν ὀφειλομένην εὔνοιαν ἀποδιδότω, ὁμοίως δὲ καὶ ἡ γυνὴ τῷ ἀνδρί.

Τι είναι αυτή η οφειλόμενη τιμή; 

4. ἡ γυνὴ τοῦ ἰδίου σώματος οὐκ ἐξουσιάζει, ἀλλ᾿ ὁ ἀνήρ· ὁμοίως δὲ καὶ ὁ ἀνὴρ τοῦ ἰδίου σώματος οὐκ ἐξουσιάζει, ἀλλ᾿ ἡ γυνή.

Η γυναίκα λέει, δεν εξουσιάζει το δικό της σώμα, αλλά είναι δούλη και κυρία του ανδρός. Και αν αποδεσμευτείς από συζυγική δουλεία, τότε προσκρούεις στο θέλημα του Θεού. Όταν λοιπόν δεις πόρνη να θέλει να σε συμπαρασύρει στην ακολασία, τότε πες, το σώμα μου δεν είναι δικό μου, αλλά της γυναίκας μου. Τα ίδια θα πει και η γυναίκα σ' αυτούς που θέλουν να καταστρέψουν τη σωφροσύνη της. Το ίδιο ισχύει και για τα χρήματα. 

Κι ενώ στην Παλαιά Διαθήκη ο Θεός δίνει προβάδισμα στον άνδρα λέγοντας: "Η επιθυμία σουν να κατευθύνεται προς τον άνδρα σου και αυτός θα σε εξουσιάζει" (Γεν. 3,1), τώρα ο Παύλος αδιαφορεί για όλα αυτά και γράφει διαφοροποιώντας τα πράγματα χωρίς να δίνει προβάδισμα σε κανέναν από τους δύο. Πολλή η ισοτιμία και και καμία ανωτερότητα σε κανέναν δεν προσδίδει. 

5. μὴ ἀποστερεῖτε ἀλλήλους, εἰ μή τι ἂν ἐκ συμφώνου πρὸς καιρόν, ἵνα σχολάζητε τῇ νηστείᾳ καὶ τῇ προσευχῇ καὶ πάλιν ἐπὶ τὸ αὐτὸ συνέρχησθε, ἵνα μὴ πειράζῃ ὑμᾶς ὁ σατανᾶς διὰ τὴν ἀκρασίαν ὑμῶν. 6. τοῦτο δὲ λέγω κατὰ συγγνώμην, οὐ κατ᾿ ἐπιταγήν.

Η γυναίκα λέει, να μην εγκρατεύεται χωρίς τη θέληση του ανδρός της, ούτε ο άνδρας χωρίς τη θέληση της γυναικός του. Και για ποιο λόγο; Για να μην προκύψουν από την στε΄ρηση, πορνείες, μοιχείες, αναστατώσεις οίκων απ' αυτήν την εγκράτεια. Και ονομάζει αυτήν την εγκράτεια αποστέρηση. Διότι γίνεται χωρίς αμοιβαία συμφωνία. Και πράγματι, ποιο το κέρδος από την εγκράτεια, αν αυτή γίνει αιτία να χαθεί η αγάπη; Και δεν είναι βέβαια μόνο ο διάβολος που πολεμεί την εγκράτεια, αλλά αυτή η ίδια η ακράτειά σας ευθύνεται περισσότερο απ' όλα. 

7. θέλω γὰρ πάντας ἀνθρώπους εἶναι ὡς καὶ ἐμαυτόν· ἀλλ᾿ ἕκαστος ἴδιον χάρισμα ἔχει ἐκ Θεοῦ, ὃς μὲν οὕτως, ὃς δὲ οὕτως.

Και βάζει τον ευατό του ως παράδειγμα. Χωρίς όμως να πιέζει προς αυτήν την καεύθυνση. Διότι αυτό είναι χάρισμα που δίδεται από τον Θεό. 

8. Λέγω δὲ τοῖς ἀγάμοις καὶ ταῖς χήραις, καλὸν αὐτοῖς ἐστιν ἐὰν μείνωσιν ὡς κἀγώ. 9.  εἰ δὲ οὐκ ἐγκρατεύονται, γαμησάτωσαν· κρεῖσσον γάρ ἐστι γαμῆσαι ἢ πυροῦσθαι.

Αν όμως υφίστασαι πολλή σφοδρή επιθυμία σαρκός, ας νυμφεύεσαι καλύτερα για να μην παρεκτραπείς. 

 9. τοῖς δὲ γεγαμηκόσι παραγγέλλω, οὐκ ἐγώ, ἀλλ᾿ ὁ Κύριος, γυναῖκα ἀπὸ ἀνδρὸς μὴ χωρισθῆναι·

Κι επειδή τώρα πρόκειται να νομοθετήσει, γι' αυτό λέει όχι εγώ αλλά ο Κύριος: Δεν υπάρχει καμία αιτία που να μπορεί να χωρίσει τον άνδρα από την γυναίκα του και το αντίθετο, εκτός από την πορνεία. 

10.  ἐὰν δὲ καὶ χωρισθῇ, μενέτω ἄγαμος ἢ τῷ ἀνδρὶ καταλλαγήτω· καὶ ἄνδρα γυναῖκα μὴ ἀφιέναι. 11. ἐὰν δὲ καὶ χωρισθῇ, μενέτω ἄγαμος ἢ τῷ ἀνδρὶ καταλλαγήτω· καὶ ἄνδρα γυναῖκα μὴ ἀφιέναι.

Εάν όμως αυτό συμβεί, είναι καλύτερο η γυναίκα να παραμένει να ζει με τον άνδρα της και αν όχι για να έχουν σχέσεις μεταξύ τους, αλλά τουλάχιστον για να μη συνάψει η γυναίκα σχέσεις με άλλον άνδρα. 

 12. τοῖς δὲ λοιποῖς ἐγὼ λέγω, οὐχ ὁ Κύριος· εἴ τις ἀδελφὸς γυναῖκα ἔχει ἄπιστον, καὶ αὐτὴ συνευδοκεῖ οἰκεῖν μετ᾿ αὐτοῦ, μὴ ἀφιέτω αὐτήν·13. καὶ γυνὴ εἴ τις ἔχει ἄνδρα ἄπιστον, καὶ αὐτὸς συνευδοκεῖ οἰκεῖν μετ᾿ αὐτῆς, μὴ ἀφιέτω αὐτόν.

Τι; Δηλαδή αν είναι άπιστος ας μένει με την γυναίκα του, αν όμως είναι πόρνος να μην μένει; Δύσκολο αυτό να το καταλάβουμε, αλλά παρακάτω το εξηγεί: 

 14. ἡγίασται γὰρ ὁ ἀνὴρ ὁ ἄπιστος ἐν τῇ γυναικί, καὶ ἡγίασται ἡ γυνὴ ἡ ἄπιστος ἐν τῷ ἀνδρί· ἐπεὶ ἄρα τὰ τέκνα ὑμῶν ἀκάθαρτά ἐστι, νῦν δὲ ἅγιά ἐστιν.

Η καθαρότητα λοιπόν του ανδρός ή της γυναικός νικά την ακαθαρσία του άλλου. (του απίστου). Τότε γιατί αλλού δεν κατηγορείται ο άνδρας αν διώξει την γυναίκα του που πόρνευσε; Διότι εδώ υπάρχει ακόμη ελπίδα να σωθεί ο γάμος. Ενώ σ' εκείνη την περίπτωση ο γάμος ήδη διαλύθηκε. (γιατί εκεί μιλάμε όχι για απιστία, αλλά για πορνεία). Διότι η απιστία δεν είναι πορνεία. 

 15.  εἰ δὲ ὁ ἄπιστος χωρίζεται, χωριζέσθω. οὐ δεδούλωται ὁ ἀδελφὸς ἢ ἡ ἀδελφὴ ἐν τοῖς τοιούτοις. ἐν δὲ εἰρήνῃ κέκληκεν ἡμᾶς ὁ Θεός.

Τι σημαίνει αυτό; Ότι αν ο άπιστος ζητά από σένα να γίνεις κι εσύ ασεβής, τότε προτιμότερο είναι να προκύψει χωρισμός και διάλυση του γάμου. 

16. τί γὰρ οἶδας, γύναι, εἰ τὸν ἄνδρα σώσεις; ἢ τί οἶδας, ἄνερ, εἰ τὴν γυναῖκα σώσεις;

Εαν δηλαδή δεν επαναστατεί στην πίστη σου, τότε ας μην διαλύεται ο γάμος. Διότι υπάρχει ελπίδα ο ευσεβής να προσελκύσει στην πίστη τον άπιστο. 

17.  εἰ μὴ ἑκάστῳ ὡς ἐμέρισεν ὁ Θεός, ἕκαστον ὡς κέκληκεν ὁ Κύριος, οὕτω περιπατείτω. καὶ οὕτως ἐν ταῖς ἐκκλησίαις πάσαις διατάσσομαι. 18. περιτετμημένος τις ἐκλήθη; μὴ ἐπισπάσθω. ἐν ἀκροβυστίᾳ τις ἐκλήθη; μὴ περιτεμνέσθω.  19.  ἡ περιτομὴ οὐδέν ἐστι, καὶ ἡ ἀκροβυστία οὐδέν ἐστιν, ἀλλὰ τήρησις ἐντολῶν Θεοῦ. 20.   ἕκαστος ἐν τῇ κλήσει ᾗ ἐκλήθη, ἐν ταύτῃ μενέτω.

Η περιτομή τίποτα δεν είναι. Το να είσαι απερίτμητος πάλι τίποτα δεν είναι. Αλλά η αξία έγγυται στην τήρη των εντολών του Θεού. Ο καθένας λοιπόν ας μείνει στην κατάσταση που ήταν όταν εκκλήθη στην πίστη. Κλήθηκες λοιπόν στην πίστη έχοντας άπιστη γυναίκα; Μη σε νοιάζει. Να παραμείνεις ως έχεις. Έχε την λοιπόν μην την χωρίζεις. 

21. δοῦλος ἐκλήθης; μή σοι μελέτω· ἀλλ᾿ εἰ καὶ δύνασαι ἐλεύθερος γενέσθαι, μᾶλλον χρῆσαι.

Δηλαδή να είσαι περισσότερο δούλος γιατί καθόλου δεν σε βλάπτει η δουλεία, αλλά αντιθέτως ωφελεί. Γιατί τίποτα δεν κερδίζει περισσότερο αυτός που μπορεί να ελευθερωθεί ή ελευθερώθηκε. Μάλιστα,ακόμα κι αν μπορείς να ελευθερωθείς, εσύ μείνε καλύτερα δούλος. 

22. ὁ γὰρ ἐν Κυρίῳ κληθεὶς δοῦλος ἀπελεύθερος Κυρίου ἐστίν· ὁμοίως καὶ ὁ ἐλεύθερος κληθεὶς δοῦλός ἐστι Χριστοῦ.

Και το εξηγεί. Διότι λέει στην πραγματικότητα και οι δύο και εσύ και ο αφέντης δούλοι είστε. Εσύ  και αυτός είστε όμοια δούλοι του Κυρίου. 

23. τιμῆς ἠγοράσθητε· μὴ γίνεσθε δοῦλοι ἀνθρώπων.

Ο λόγος αυτός δεν ελέχθη μόνο για τους δούλους, αλλά και για τους ελεύθερους. Γιατί ο δούλος τελικά δεν είναι δούλος, όταν όλα τα κάνει για τον Θεό. Και ένας ελεύθερος τελικά γίνεται δούλος όταν υπηρετεί τα πάθη του. 

 24. ἕκαστος ἐν ᾧ ἐκλήθη, ἀδελφοί, ἐν τούτῳ μενέτω παρὰ τῷ Θεῷ.

Όσοι λοιπόν είναι δούλοι, ας θεωρούν τους κυρίους τους άξιους πάσης τιμής.Είναι φανερό λοιπόν πως ο Παύλος δεν καταδικάζει τη δουλεία, αλλά την κακή δουλεία στην οποία περιππίπτουν και οι ελεύθεροι. Γιατί πραγματικά ελεύθερος είναι εκείνος που ακόμα και ως δούλος διαλάμπει. 

25.Περὶ δὲ τῶν παρθένων ἐπιταγὴν Κυρίου οὐχ ἔχω, γνώμην δὲ δίδωμι ὡς ἠλεημένος ὑπὸ Κυρίου πιστὸς εἶναι. 26. νομίζω οὖν τοῦτο καλὸν ὑπάρχειν διὰ τὴν ἐνεστῶσαν ἀνάγκην, ὅτι καλὸν ἀνθρώπῳ τὸ οὕτως εἶναι.

Αν κάποιος επιλέξει την παρθενία στη ζωή του. Αυτό καλό είναι. Και χωρίς να υπάρξει κάποια ανάγκη ας παραμένει ως έχει. 

27. δέδεσαι γυναικί; μὴ ζήτει λύσιν· λέλυσαι ἀπὸ γυναικός; μὴ ζήτει γυναῖκα· 28. ἐὰν δὲ καὶ γήμῃς, οὐχ ἥμαρτες· καὶ ἐὰν γήμῃ ἡ παρθένος, οὐχ ἥμαρτε· θλῖψιν δὲ τῇ σαρκὶ ἕξουσιν οἱ τοιοῦτοι· ἐγὼ δὲ ὑμῶν φείδομαι.  29. τοῦτο δέ φημι, ἀδελφοί, ὁ καιρὸς συνεσταλμένος τὸ λοιπόν ἐστιν, ἵνα καὶ οἱ ἔχοντες γυναῖκας ὡς μὴ ἔχοντες ὦσι, 30. καὶ οἱ κλαίοντες ὡς μὴ κλαίοντες, καὶ οἱ χαίροντες ὡς μὴ χαίροντες, καὶ οἱ ἀγοράζοντες ὡς μὴ κατέχοντες, 31.  καὶ οἱ χρώμενοι τῷ κόσμῳ τούτῳ ὡς μὴ καταχρώμενοι· παράγει γὰρ τὸ σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου. 32.  θέλω δὲ ὑμᾶς ἀμερίμνους εἶναι. ὁ ἄγαμος μεριμνᾷ τὰ τοῦ Κυρίου, πῶς ἀρέσει τῷ Κυρίῳ· 33.  ὁ δὲ γαμήσας μεριμνᾷ τὰ τοῦ κόσμου, πῶς ἀρέσει τῇ γυναικί. 34.  μεμέρισται καὶ ἡ γυνὴ καὶ ἡ παρθένος. ἡ ἄγαμος μεριμνᾷ τὰ τοῦ Κυρίου, ἵνα ᾖ ἁγία καὶ σώματι καὶ πνεύματι· ἡ δὲ γαμήσασα μεριμνᾷ τὰ τοῦ κόσμου, πῶς ἀρέσει τῷ ἀνδρί. 35. τοῦτο δὲ πρὸς τὸ ὑμῶν αὐτῶν συμφέρον λέγω, οὐχ ἵνα βρόχον ὑμῖν ἐπιβάλω, ἀλλὰ πρὸς τὸ εὔσχημον καὶ εὐπάρεδρον τῷ Κυρίῳ ἀπερισπάστως. 

Ας ακούσουν οι παρθένοι. Ότι η παρθενία δεν ορίζεται με αυτήν ως κριτήριο. Εκείνος δηλ. που μεριμνά για κοσμικά πράγματα δεν μπορεί να ορίζεται ως παρθένος. Γιατί ο γάμος και η παρθενία δεν κάνουν αυτή καθ' αυτή την πνευματική διαφορά. Αλλά η ουσία έγκειται στην ησυχία ή στην πολυπραγμωσύνη. Διότι το κακό δεν είναι η σαρκική ένωση αλλά η διάσπαση του νου στα κοσμικά. 

36. Εἰ δέ τις ἀσχημονεῖν ἐπὶ τὴν παρθένον αὐτοῦ νομίζει, ἐὰν ᾖ ὑπέρακμος, καὶ οὕτως ὀφείλει γίνεσθαι ὃ θέλει ποιείτω· οὐχ ἁμαρτάνει· γαμείτωσαν.  37. ὃς δὲ ἕστηκεν ἑδραῖος ἐν τῇ καρδίᾳ, μὴ ἔχων ἀνάγκην, ἐξουσίαν δὲ ἔχει περὶ τοῦ ἰδίου θελήματος, καὶ τοῦτο κέκρικεν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ, τοῦ τηρεῖν τὴν ἑαυτοῦ παρθένον, καλῶς ποιεῖ. 38. ὥστε καὶ ὁ ἐκγαμίζων καλῶς ποιεῖ, ὁ δὲ μὴ ἐκγαμίζων κρεῖσσον ποιεῖ. 39. Γυνὴ δέδεται νόμῳ ἐφ᾿ ὅσον χρόνον ζῇ ὁ ἀνὴρ αὐτῆς· ἐὰν δὲ κοιμηθῇ ὁ ἀνὴρ αὐτῆς, ἐλευθέρα ἐστὶν ᾧ θέλει γαμηθῆναι, μόνον ἐν Κυρίῳ. 40. μακαριωτέρα δέ ἐστιν ἐὰν οὕτω μείνῃ, κατὰ τὴν ἐμὴν γνώμην· δοκῶ δὲ κἀγὼ Πνεῦμα Θεοῦ ἔχειν.

Εδώ φαίνεται πως μιλά υπέρ του γάμου. Στην πραγματικότητα όμως μιλά για την παρθενία. Το χωρίο αυτό περί παρθενίας θα το δούμε αναλυτικά εν καιρώ.

 

ΟΓΔΟΟ

 

 1. Περὶ δὲ τῶν εἰδωλοθύτων, οἴδαμεν ὅτι πάντες γνῶσιν ἔχομεν. 2.  ἡ γνῶσις φυσιοῖ, ἡ δὲ ἀγάπη οἰκοδομεῖ. εἰ δέ τις δοκεῖ εἰδέναι τι, οὐδέπω οὐδὲν ἔγνωκε καθὼς δεῖ γνῶναι·

Για πιο πράγμα κατηγορεί εδώ ο Παύλος τους Κορινθίους; Για μεγάλο έγκλημα και μάλιστα αίτιο πολλών κακών. Οι Κορίνθιοι συμμετείχαν σε τράπεζες με ειδωλόθυτα συμμετέχοντας έτσι στο έγκλημα της ειδωλολατρίας, πιστεύονταν πως αυτό δεν μπορούσε να τους βλάψει. Το ότι όλοι όμως γμωρίζουμε αυτό δεν ωφελεί. Διότι η γνώση λέει μας γεμίζει υπερηφάνεια. Η αγάπη είναι αυτή που οικοδομεί. Ώστε όταν η γνώση δεν εμπεριέχει αγάπη, τότε είναι γεμάτη αλαζονεία. Αλλά ούτε η αγάπη χωρίς γνώση έχει ωφέλεια. Όμως εκείνος που έχει αγάπη θα εισπράξει σταδιακά και τη γνώση επειδή εφαρμόζει το σημαντικότερο. 

 3.   εἰ δέ τις ἀγαπᾷ τὸν Θεόν, οὗτος ἔγνωσται ὑπ᾿ αὐτοῦ.

Έτσι είναι. Διότι δεν είμαστε εμείς αυτοί που γνωρίσαμε τον Θεό, αλλά Αυτός μας γνώρισε. Γι' αυτό έλεγε: "Δεν διαλέξατε εσείς εμένα, αλλά εγώ σας εξέλεξα". 

(Ιω 15,16)

4. Περὶ τῆς βρώσεως οὖν τῶν εἰδωλοθύτων οἴδαμεν ὅτι οὐδὲν εἴδωλον ἐν κόσμῳ, καὶ ὅτι οὐδεὶς Θεὸς ἕτερος εἰ μὴ εἷς.

Δύο πράγματα ο Παύλος προσπαθεί εδώ να πετύχει. Και να μην μετέχουν σε τράπεζες ειδωλόθυτων οι Κορίνθιοι και να πεισθούν ότι αυτά (τα ειδολόθυτα) δεν έχουν την δύναμη να τους βλάψουν. και πως το πετυχαίνει αυτό; Λέγοντας τα παρακάτω:

5. αὶ γὰρ εἴπερ εἰσὶ λεγόμενοι θεοὶ εἴτε ἐν οὐρανῷ εἴτε ἐπὶ τῆς γῆς, ὥσπερ εἰσὶ θεοὶ πολλοὶ καὶ κύριοι πολλοί,6. ἀλλ᾿ ἡμῖν εἷς Θεὸς ὁ πατήρ, ἐξ οὗ τὰ πάντα καὶ ἡμεῖς εἰς αὐτόν, καὶ εἷς Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, δι᾿ οὗ τὰ πάντα καὶ ἡμεῖς δι᾿ αὐτοῦ.

Άρα αφού τα πάντα προέρχοται από τον Θεό Πατέρα, τότε δεν υπάρχουν άλλοι θεοί. 

7. Ἀλλ᾿ οὐκ ἐν πᾶσιν ἡ γνῶσις· τινὲς δὲ τῇ συνειδήσει τοῦ εἰδώλου ἕως ἄρτι ὡς εἰδωλόθυτον ἐσθίουσι, καὶ ἡ συνείδησις αὐτῶν ἀσθενὴς οὖσα μολύνεται.

Ποια γνώση δεν έχουν όλοι; Ή εδώ μιλά για τους εθνικούς που πιστεύουν στα είδωλα και δεν γνώριζαν τον αληθινό Θεό, ή μιλά προς τους ασθενέστερους στην πίστη χριστιανούς τους εξ εθνών που δεν γνώριζαν πως πρέπει να φυλάγονται απ' τα ειδωλόθυτα. Κι επειδή δεν έχουν στερεωθεί ακόμη στην πίστη, τρώγοντας απ' αυτά προσδίδουν σ΄αυτά κάποια αξία. 

8. βρῶμα δὲ ἡμᾶς οὐ παρίστησι τῷ Θεῷ· οὔτε γὰρ ἐὰν φάγωμεν περισσεύωμεν, οὔτε ἐὰν μὴ φάγωμεν ὑστερούμεθα.

Όλη αυτή λοιπόν η ενέργεια είναι περιττή. Διότι τίποτα απ' αυτά δεν έχει την δύναμη ούτε να μας βλάψει, αλλά ούτε να μας ωφελήσει. Μπορεί όμως να σκανδαλίσει τον ασθενή στην πίστη αδελφό:

9.  βλέπετε δὲ μήπως ἡ ἐξουσία ὑμῶν αὕτη πρόσκομμα γένηται τοῖς ἀσθενοῦσιν.

Και πρέπει κανείς να προσέξει διπλά. Διότι δεν πρόκειται μόνον περί ασθενούς στην πίστη, αλλά και περί αδελφού. 

10.ἐὰν γάρ τις ἴδῃ σε, τὸν ἔχοντα γνῶσιν, ἐν εἰδωλείῳ κατακείμενον, οὐχὶ ἡ συνείδησις αὐτοῦ ἀσθενοῦς ὄντος οἰκοδομηθήσεται εἰς τὸ τὰ εἰδωλόθυτα ἐσθίειν; 11. καὶ ἀπολεῖται ὁ ἀσθενῶν ἀδελφὸς ἐπὶ τῇ σῇ γνώσει, δι᾿ ὃν Χριστὸς ἀπέθανεν.

Και αφού ο Χριστός για χάρη αυτού του ασθενούς αδελφού πέθανε, συ πως ανέχεσαι να τον σκανδαλίζεις; Και χάρη του φαγητού δέχεσαι να τον θαναντώνεις αυτόν πνευματικά; 

 12. οὕτω δὲ ἁμαρτάνοντες εἰς τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τύπτοντες αὐτῶν τὴν συνείδησιν ἀσθενοῦσαν εἰς Χριστὸν ἁμαρτάνετε.

Και ολίγον προς ολίγον ανήγαγε τούτο το αμάρτημα στην κορυφή των αμαρτημάτων. Και δεν είπε τώρα εδώ "σκανδαλίζοντας", αλλά "πληγώνοντας" ώστε με την έμφαση της λέξεως να δείξει την ωμότητα. 

13. διόπερ εἰ βρῶμα σκανδαλίζει τὸν ἀδελφόν μου, οὐ μὴ φάγω κρέα εἰς τὸν αἰῶνα, ἵνα μὴ τὸν ἀδελφόν μου σκανδαλίσω.

Και αυτό είναι χαρακτηριστικό άριστου διδασκάλου. Και δεν θα αποφύγω μόνο τα ειδωλόθυτα, αλλά ακόμη και το επιτρεπτό, αν αυτό σκανδαλίζει τον αδελφό μου. Και δεν θα το αποφύγω για μία ή δύο μέρες, αλλά για όλη μου τη ζωή. 

Πως λοιπόν θα πούμε εμείς "εμένα τι με μέλει αν ο άλλος σκανδαλίζεται"; 

 

ΕΝΑΤΟ

 

Κ 1. Οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος; οὐκ εἰμὶ ἐλεύθερος; οὐχὶ Ἰησοῦν Χριστὸν τὸν Κύριον ἡμῶν ἑώρακα; οὐ τὸ ἔργον μου ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ;

Εγκωμιάζει εδώ τον εαυτό του διότι έτσι μόνο μπορούσαν να διορθωθούν οι Κορίνθιοι. Και δεν επαινεί τον εαυτό του αλόγιστα, αλλά μόνο όσο έπρεπε. Ενώ λοιπόν θα μπορούσε να πει: "εγώ προπάντων απ' όλους έπρεπε να λαμβάνω; Αλλά δεν λέει αυτό, αλλά τι; "Μήπως δεν εξουσιάζω τον εαυτό μου ως Απόστολος και ως ελεύθερος που είμαι; Ποιος μπορεί να με εμποδίσει να λάβω; Και το ότι είμαι Απόστολος και ως εκ τούτου διακαιούμαι απολαβών το αποδεικνύει ότι εσείς είστε δικό μου έργο εν Κυρίω. Προσοχή όμως, του Κυρίου και όχι δικό μου είναι αυτό το έργο.

 2. εἰ ἄλλοις οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος, ἀλλά γε ὑμῖν εἰμι· ἡ γὰρ σφραγὶς τῆς ἐμῆς ἀποστολῆς ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ.

Εσείς είστε η σφραγίδα της αποστολής μου. Εσείς είστε η απόδειξη ότι είμαι Απόστολος, ακόμα κι αν για άλους δεν είμαι. Και αν κάποιος θέλει να μάθει το γιατί είμαι απόστολος, εγώ τότε προβάλλω εσάς. 

3.  ἡ ἐμὴ ἀπολογία τοῖς ἐμὲ ἀνακρίνουσιν αὕτη ἐστί.

Και όταν εγώ απέχω ακόμη και απο τα επιτρεπόμενα, κανείς δεν είναι δίκαιο να με υποπτέυεται ως απατεώνα ή ότι εργάζομαι για τα χρήματα. Και εφόσον απέχω ακόμη και από τα επιτρεπόμενα που θα μπορούσα να λάβω, εγώ εντούτοις εθελουσίως απέχω. 

4. Μὴ οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν φαγεῖν καὶ πιεῖν; 5. μὴ οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν ἀδελφὴν γυναῖκα περιάγειν, ὡς καὶ οἱ λοιποὶ ἀπόστολοι καὶ οἱ ἀδελφοὶ τοῦ Κυρίου καὶ Κηφᾶς;

Τι εννοεί εδώ; Όχι ότι δεν τρώει και δεν πίνει, αλλά δεν λαμβάνει φαγητά από τους μαθητές, αν και είχε δικαίωμα αυτό να το κάνει. Και αν ζητάς και κατώτερους και ανώτερους, υπάρχουν παραδείγματα για να δώσω. Οι αδελφοί του Κυρίου και ο Κηφάς είναι το παράδειγμα. Διότι και αυτοί ελάμβαναν τροφή από τους μαθητές τους.

 6. ἢ μόνος ἐγὼ καὶ Βαρνάβας οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν τοῦ μὴ ἐργάζεσθαι; 7. τίς στρατεύεται ἰδίοις ὀψωνίοις ποτέ; τίς φυτεύει ἀμπελῶνα καὶ ἐκ τοῦ καρποῦ αὐτοῦ οὐκ ἐσθίει; ἢ τίς ποιμαίνει ποίμνην καὶ ἐκ τοῦ γάλακτος τῆς ποίμνης οὐκ ἐσθίει;

Και εκείνοι ήταν απόστολοι όπως και εμείς, άρα και εμείς όπως και αυτοί έχουμε δικαίωμα να μην εργαζόμαστε και να λαμβάνουμε από τους μαθητές μας. 

Ποιος υπηρετεί στον στρατό με δικά του έξοδα; Και εκείνος μάχονταν, όχι απλώς απέναντι σε ανθρώπους, αλλά απέναντι και σε δαίμονες. Και οι απόστολοι δεν είναι απλώς μόνο στρατιώτες, αλλά και γεωργοί και ποιμένες και ως εκ τούτου όπως οι γεωργοί και οι ποιμένες, έτσι κι αυτοί έχουν δικαίωμα να τραφούν εκ του κόπου της ευθύνης τους. Και δεν είπε: "ποιος υπηρετεί στον στρατό και δεν πλουτίζει" και "ποιος είναι ποιμένας και δεν εμπορεύεται τα αρνιά" ή "και ποιος καλλιεργεί αμπελώνα και δεν συνάζει καρπό", αλλά έμεινε στα πολύ αναγκαία. Έτσι πρέπει να είναι και ο ιερεύς. Να αρκείται στα αναγκαία και μόνο. 

8.. Μὴ κατὰ ἄνθρωπον ταῦτα λαλῶ; ἢ οὐχὶ καὶ ὁ νόμος ταῦτα λέγει;

Και δεν τα λέω αυτά ανθρωπίνως σκεπτόμενος, αλλά μπορώ να σας αποδείξω ότι αυτή είναι η γνώμη του Θεού. 

9. ἐν γὰρ τῷ Μωϋσέως νόμῳ γέγραπται· οὐ φιμώσεις βοῦν ἀλοῶντα. μὴ τῶν βοῶν μέλει τῷ Θεῷ; 10. ἢ δι᾿ ἡμᾶς πάντως λέγει; δι᾿ ἡμᾶς γὰρ ἐγράφη, ὅτι ἐπ᾿ ἐλπίδι ὀφείλει ὁ ἀροτριῶν ἀροτριᾶν, καὶ ὁ ἀλοῶν τῆς ἐλπίδος αὐτοῦ μετέχειν ἐπ᾿ ἐλπίδι.

Τι θέλει να πει εδώ; - Ότι όσα λέγονται στην Παλαιά Διαθήκη για τα ζώα, κυρίως συντελλούν στην διδασκαλία των ανθρώπων. Και γι' αυτό για να μη φανεί ότι μιλά για τα βόδια προσθέτει: Και αυτό που οργώνει με ελπίδα οργώνει. Δηλαδή ο διδάσκαλος οφείλει να έχει αμοιβές για τον κόπο του. Και αυτός που αλωνίζει, δικαιούται να λάβει αμοιβή από τον αλωνισμό. Το "επ' ελπίδι" σημαίνει το μέλλον. 

11. Εἰ ἡμεῖς ὑμῖν τὰ πνευματικὰ ἐσπείραμεν, μέγα εἰ ἡμεῖς ὑμῶν τὰ σαρκικὰ θερίσομεν;

Οι πιστοί λοιπόν πρέπει να παρέχουν στους διδασκάλους υλικά πράγματα για τις υπηρεσίες τους τα οποία είναι αναγκαί για τη συντήρησή τους. Και δεν είναι ίσης αξίας, το να δίνει κανείς πνεύμα και να λαμβάνει σάρκα. (δηλ. ύλη) 

12. εἰ ἄλλοι τῆς ἐξουσίας ὑμῶν μετέχουσιν, οὐ μᾶλλον ἡμεῖς; ἀλλ᾿ οὐκ ἐχρησάμεθα τῇ ἐξουσίᾳ ταύτῃ, ἀλλὰ πάντα στέγομεν, ἵνα μὴ ἐγκοπήν τινα δῶμεν τῷ εὐαγγελίῳ τοῦ Χριστοῦ.

Δηλ. Αν άλλοι εξασκούν τα δικαιώματά τους προς εσάς , εμείς δεν δικαιούμαστε περισσότερο; Κι όμως αυτοί τυραννικά σας εκμεταλλεύονται και σας εξουσιάζουν, σας συμπεριφέρονται σαν δούλους, τότε εμείς δεν εν συγκρίσει μ' αυτούς δεν δικαιούμαστε περισσότερο; Αλλά φυσικά δεν χρησιμοποιήσαμε αυτό το δικαίωμά μας. Δηλ. τελικά δεν λάβαμε. Και δεν τα λέω όλα αυτά για να καρπωθώ εγώ κάτι. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχουμε ανάγκη. Έχουμε και μάλιστα μεγάλη, αλλά όλα και τα πάντα υπομένουμε χάριν του Ευαγγελίου του Χριστού. (δηλ. για την κατήχησή σας) ώστε να μην σα φέρουμε κανένα εμπόδιο. Αν λοιπόν εμείς επιδείξαμε τόση φροντίδα για σας, πόσο μάλλον εσείς πρέπει να απέχετε από τα ειδωλόθυτα ώστε να μην σκανδαλίζετε τους αδυνάτους στην πίστη. 

Σημείωση προς ωφέλεια: Λέει κάποιος: Να δώσει η εκκλησία στους φτωχούς. Ωραία. Κι αν δώσει η εκκλησία εσύ απαλλάσεσαι; Τι σχέση έχει αυτό με σένα; 

Δηλαδή επειδή προσεύχονται οι ιερείς, εσύ απαλάσσεσαι της προσευχής; Επειδή άλλου νηστεύουν, εσύ συνεχώς θα μεθάς; Το να κάνεις ελεημοσύνη ή να νηστέψεις ή να προσευχηθείς, εσένα ωφελεί. Και αν κάποιος συκοφαντεί τους ιερείς, ο πόνος και είναι για τους ιερείς, αλλά για τους συκοφάντες. Πως παλαιότερα όλα και τα πάντα οι χριστιανοί τα θεωρούσαν κοινά; Ποια ομοιότητα υπάρχει σήμερα με αυτούς; Και αν εσύ υποπτεύεσαι ορισμένους ιερείς που πιθανόν δεν κάνουν σωστά το έργο της διακονίας τους, εσένα αυτό σε τι σε ωφελεί; Σε τι σε απαλλάσσει; Και να θέλεις να δεις το μέγεθος της περιουσίας της εκκλησίας, τότε να είσαι πρόθυμος να δεις και το πλήθος των πενήτων που βοηθιούνται καθημερινώς απ΄αυτήν. Μήπως τελικά αντιληφθείς πως το μέγεθος της περιουσίας φτάνει ίσα-ίσα ίσως δε και να μην φτάνει προς το μέγεθος των αναγκών των πτωχών; Και αν εξακολουθείς να βλέπεις τριγύρω σου διεφθαρμένους ιερείς, σκέψου πως αυτό δεν θα σε σώσει, διότι δεν θα κριθείς βάση των ενεργειών των διδασκάλων, αλλά βάση της δικής σου συμπεριφοράς. Και κανείς δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει ως αιτία της προσωπικής του κατάπτωσης τον Ιούδα. Αλλά μάλλον δε όποιος τον μιμηθεί όχι μόνο δεν απαλλάσσεται των κατηγοριών, αλλά κατηγορείται ακόμη περισσότερο γιατί βλέποντας αυτήν την αθλιότητα δεν σωφρονίστηκε. 

13. οὐκ οἴδατε ὅτι οἱ τὰ ἱερὰ ἐργαζόμενοι ἐκ τοῦ ἱεροῦ ἐσθίουσιν, οἱ τῷ θυσιαστηρίῳ προσεδρεύοντες τῷ θυσιαστηρίῳ συμμερίζονται;  14. οὕτω καὶ ὁ Κύριος διέταξε τοῖς τὸ εὐαγγέλιον καταγγέλλουσιν ἐκ τοῦ εὐαγγελίου ζῆν. 

Πολλή φροντίδα καταλαμβάνει για να πείσει τους ακροατές ότι κανείς δεν εμποδίζεται να λαμβάνει χρήματα από το κήρυγμα. Και δεν είπε γι' αυτούς που τελούν τις θυσίες ή τα μυστήρια, αλλά τι είπε; Να τρέφονται από τον ναό. 'Ωστε ούτε αυτοί που λαμβάνουν από τους προσφέροντες να κατηγορούνται, ούτε αυτοί που δίδουν να υπερηφανεύονται. Ώστε αυτά που προσφέρθηκαν δεν ανήκουν πλέον στους προσφέροντες αλλά στον ναό. Δεν είπε όμως "λαμβάνουν τα προσφερόμενα" αλλά να τρέφονται από τα προσφερόμενα. Για να δείξει το μέτρο και όχι τον πλουτισμό. 

15.ἐγὼ δὲ οὐδενὶ ἐχρησάμην τούτων. Οὐκ ἔγραψα δὲ ταῦτα ἵνα οὕτω γένηται ἐν ἐμοί· καλὸν γάρ μοι μᾶλλον ἀποθανεῖν ἢ τὸ καύχημά μου ἵνα τις κενώσῃ. 

Και γιατί ο Παύλος δεν έλαβε; Τότε γιατί μας τα ανέφερε όλα τα παραπάνω; Μήπως Παύλε επιθυμείς να τα λάβεις στο μέλλον; -Μακριά από τέτοια σκέψη. Άλλωστε το επισημαίνει ότι δεν τα λέει αυτά για να λάβει. (Οὐκ ἔγραψα δὲ ταῦτα ἵνα οὕτω γένηται ἐν ἐμοί). Και τί λέει; -Καλύτερα να πεθάνω, παρά να ακυρώσει κανείς το καύχημά μου που είναι το ευαγγέλιο. 

16. ἐὰν γὰρ εὐαγγελίζωμαι, οὐκ ἔστι μοι καύχημα· ἀνάγκη γάρ μοι ἐπίκειται· οὐαὶ δὲ μοί ἐστιν ἐὰν μὴ εὐαγγελίζωμαι· 17. εἰ γὰρ ἑκὼν τοῦτο πράσσω, μισθὸν ἔχω· εἰ δὲ ἄκων, οἰκονομίαν πεπίστευμαι. 18. τίς οὖν μοί ἐστιν ὁ μισθός; ἵνα εὐαγγελιζόμενος ἀδάπανον θήσω τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ, εἰς τὸ μὴ καταχρήσασθαι τῇ ἐξουσίᾳ μου ἐν τῷ εὐαγγελίῳ. 

Αλλά το να κηρύττω δεν μου είναι καύχημα, αλλά ανάγκη. Διότι αλοίμονό μου αν δεν κηρύττω. Και το κηρύττω δωρεάν διότι αυτό ξεπερνά την φιλοτιμία. Να ένα κατόρθωμα. Και ποιος τελικά είναι ο μισθός του Παύλου; -Το να κηρύττει αδάπανα το Ευαγγέλιο.

19. Ἐλεύθερος γὰρ ὢν ἐκ πάντων πᾶσιν ἐμαυτὸν ἐδούλωσα, ἵνα τοὺς πλείονας κερδήσω·

Άλλο πάλι εδώ κατόρθωμα παρουσιάζει. Όχι μόνο δεν έλαβα, αλλά και υποδούλωσα τον εαυτό μου ποικιλόμορφα. Έτσι ώστε όχι μόνο χρήματα δεν έλαβα, αλλά υποδουλώθηκα σε όλη την οικουμένη αφού εντολή έλάβα να κηρύξω σε όλους. Κι έτσι υπερέβαλλα και έπραξα πάνω από τα διετατεταγμένα. και τι έκανε;

  20. καὶ ἐγενόμην τοῖς Ἰουδαίοις ὡς Ἰουδαῖος, ἵνα Ἰουδαίους κερδήσω· τοῖς ὑπὸ νόμον ὡς ὑπὸ νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον κερδήσω· 

Και πως έγινε αυτό; Όταν περιέτεμε για να καταργήσει την περιτομή. Και αυτό ήταν οικονομία. Και το κατέβασμά του αυτό ήταν τελικά ανάβαση. 

21. τοῖς ἀνόμοις ὡς ἄνομος, μὴ ὢν ἄνομος Θεῷ, ἀλλ᾿ ἔννομος Χριστῷ, ἵνα κερδήσω ἀνόμους· 22ἐγενόμην τοῖς ἀσθενέσιν ὡς ἀσθενής, ἵνα τοὺς ἀσθενεῖς κερδήσω· τοῖς πᾶσι γέγονα τὰ πάντα, ἵνα πάντως τινὰς σώσω. 

Αυτό είναι επεξήγηση του προηγουμένου. Ή ομιλεί και για τους νέους χριστιανούς που ήταν όμως προσκολλημένοι ακόμα στον Ιουδαϊκό νόμο. Και πως το έκανε αυτό; Όταν ξυρίζονταν, όταν θυσίαζε για να δείξει έτσι συγκατάβαση και όπως είπαμε την οικονομία. 

Ποιοι ήταν όμως οι εκτός νόμου; π.χ ο Κορνήλιος και άλλοι σαν αυτόν. Ίσως να υποννοεί και την ομιλία του στην Αθήνα. Και τελικά για να μην καθυστερεί με παραδείγματα λέγει: Για τους πάντες έγινα τα πάντα, χωρίς όμως να έχω προσδοκία ότι θα σώσω τους πάντες, αλλά για νασώσω τουλάχιστον λίγους. 

23.Τοῦτο δὲ ποιῶ διὰ τὸ εὐαγγέλιον, ἵνα συγκοινωνὸς αὐτοῦ γένωμαι. 

Και όλα αυτά τα κάνω για να συμμετέχω κι εγώ σ' αυτά που υπόσχεται το Ευαγγέλιο στους πιστούς. Είδες ταπεινοφροσύνη; Πως τοποθετεί τον εαυτό ως έναν από τους πολλούς; Και δεν τα λέει αυτά για κανέναν άλλο λόγο παρά για να προσελκύσει τους ακροατές στον αγώνα. 

24.οὐκ οἴδατε ὅτι οἱ ἐν σταδίῳ τρέχοντες πάντες μὲν τρέχουσιν, εἷς δὲ λαμβάνει τὸ βραβεῖον; οὕτω τρέχετε, ἵνα καταλάβητε. 

Δεν το λέει αυτό για να πει ότι ένας μόνο απ' αυτούς θα σωθεί, αλλά για να επισημάνει ότι πρέπει να καταβάλουμε μεγάλη προσπάθεια. Ακόμη δηλαδή κι αν νομίζεις ότι είσαι τέλειο ως προς τη γνώση, δεν έχεις όμως πετύχει κάθε αρετή.

25.πᾶς δὲ ὁ ἀγωνιζόμενος πάντα ἐγκρατεύεται, ἐκεῖνοι μὲν οὖν ἵνα φθαρτὸν στέφανον λάβωσιν, ἡμεῖς δὲ ἄφθαρτον. 

Κι έτσι είναι δεν αρκεί ο αγωνιζόμενος σε κάτι μόνο να εγκρατεύεται, αλλά σε όλα για να νικήσει. Και στη γαστριμαργία και στη λαγνεία και στη μέθη και σε όλα γενικώς τα πάθη. Γιατί εδώ δεν θα πάρεις μόνο ένα στεφάνι, αλλά βραβεία που υπερβαίνουν ασύγκρητα όλους τους τους κόπους σου. Γιατί το στεφάνι που θα λάβεις δεν είναι φθαρτό αλλά άφθαρτο. 

26. ἐγὼ τοίνυν οὕτω τρέχω, ὡς οὐκ ἀδήλως, οὕτω πυκτεύω, ὡς οὐκ ἀέρα δέρων, 

Όπως έγω δεν τρέχω δίχως σκοπό όπως εσείς κάνετε, διότι εσείς εισέρχεστε και σε ειδωλολατρικούς ναούς μη γνώρίζοντες το τι κάνετε και τι τι πράττετε. Και ότι κάνω για να παραδειγματιστήτε εσεί το κάνω. Και αν ακόμη πέφτω χαμηλά με το να περιτέμνομαι ή να ξυρίζομαι για να μη σκανδαλισθήτε εσείς το κάνω. Αυτό σημαίνει το "αδήλως". Και δεν πυγμαχώ χτυπώντας στο αέρα αλλά τον διάβολο. Ενώ εσύ προς ταπου γρονθοκοπείς; 

27. ἀλλ᾿ ὑποπιάζω μου τὸ σῶμα καὶ δουλαγωγῶ, μήπως ἄλλοις κηρύξας αὐτὸς ἀδόκιμος γένωμαι.

Και δεν είπε αφανίζει, αλλά σκληραγωγεί το σώμα του, διότι η σάρκα δεν είναι εχθρός του ανθρώπου ώστε να την αφανίσουμε. Και τα κάνω όλα αυτά γιατί φοβάμαι! Τι φοβάσαι Παύλε; Κι αν εσύ ο άγγελος, ο προστάτης της οικουμένης φοβάσαι μήπως αποτύχεις πνευματικά, εμείς τι να πούμε; 

 

ΔΕΚΑΤΟ

 

1. Οὐ θέλω δὲ ὑμᾶς ἀγνοεῖν, ἀδελφοί, ὅτι οἱ πατέρες ἡμῶν πάντες ὑπὸ τὴν νεφέλην ἦσαν, καὶ πάντες διὰ τῆς θαλάσσης διῆλθον,2. καὶ πάντες εἰς τὸν Μωϋσῆν ἐβαπτίσαντο ἐν τῇ νεφέλῃ καὶ ἐν τῇ θαλάσσῃ, 3. καὶ πάντες τὸ αὐτὸ βρῶμα πνευματικὸν ἔφαγον, 4.  καὶ πάντες τὸ αὐτὸ πόμα πνευματικὸν ἔπιον· ἔπινον γὰρ ἐκ πνευματικῆς ἀκολουθούσης πέτρας, ἡ δὲ πέτρα ἦν ὁ Χριστός. 

Και πράγματι όλα αυτά τα αγνοούσαν οι Κορίνθιοι. Και τι πρέπει να μάθουν; Οτι ενώ οι πατέρες ήταν όλοι κάτω από την νεφέλη και ότι όλοι πέρασαν την θάλασσα πεζοί, και όλοι από τον Μωυσή ετράφησαν πνευματική τροφή κι όμως με όλους δεν ευαρεστήθηκε ο Θεός και οι περισσότεροι απ' αυτούς χάθηκαν.

Ή μάλλος τους απέκρυψε ότι όλοι χάθηκαν. Και γιατί δεν τους το' πε; Για να μη δώσει την εντύπωση ότι προφητεύει και γι' αυτούς τέτοιου είδους πανωλεθρία. 

  Τι σημαίνει ότι από τον Μωυσή βαπτίστηκαν; Ότι απ' αυτό έλαβαν πνευματική δύναμη και θάρρος. Κι έτσι περπάτησαν εν μέσω της θαλάσσης. Κι όπως αυτοί ετράφησαν με το μάννα εσύ τρέφεσαι τώρα με τη Θεία Κοινωνία, κι όπως εκείνοι ήπιαν νερό από την πέτρα, εσύ πίνεις το Αίμα το Ζωοδότου η δε πέτρα είναι ο Χριστός. Γιατί δεν είναι η φύση της πέτρας που έφερε έκανε το νερό να τρέξει, αλλά ο Χριστός.

5. ἀλλ᾿ οὐκ ἐν τοῖς πλείοσιν αὐτῶν εὐδόκησεν ὁ Θεός· κατεστρώθησαν γὰρ ἐν τῇ ἐρήμῳ. 

Κι αν λοιπόν άπειρες φορές τους ευεργέτησε, κι αν τους έβγαλε από την δουλεία της Αιγύπτου με άπειρα θαύματα, εν τούτοις στην έρημο άπαντες έπεσαν νεκροί. Κι αυτό για να τους δείξει ότι θα έπρεπε και αυτοί να αποδειχθούν άξιοι των δωρεών του Θεού. Και τι μας αφορούν εμάς όλα αυτά; Και βέβαια έχουν σχέση με μας, γι' αυτό και παρακάτω λέει:

6. Ταῦτα δὲ τύποι ἡμῶν ἐγενήθησαν, εἰς τὸ μὴ εἶναι ἡμᾶς ἐπιθυμητὰς κακῶν, καθὼς κἀκεῖνοι ἐπεθύμησαν. 

Διότι δεν υπάρχουν μόνο τύποι και προτυπώσεις δωρεών αλλά και τύποι και προτυπώσεις τιμωριών. 

 7. μηδὲ εἰδωλολάτραι γίνεσθε, καθώς τινες αὐτῶν, ὡς γέγραπται· ἐκάθισεν ὁ λαὸς φαγεῖν καὶ πιεῖν, καὶ ἀνέστησαν παίζειν.

Είδες πως τους ονομάζει ειδωλολάτρες; Και η αιτία της ειδωλολατρίας τους ήταν η γαστριμαργία. Ας προσέχουμε λοιπόν πολύ την γαστριμαργία μήπως κι εμείς απο κει πέσουμε. 

8. μηδὲ πορνεύωμεν, καθώς τινες αὐτῶν ἐπόρνευσαν καὶ ἔπεσον ἐν μιᾷ ἡμέρᾳ εἰκοσιτρεῖς χιλιάδες. 

Και γιατί μας αναφέρει μόνο την τιμωρία από την πορνεία και όχι από την ειδωλολατρία; Ίσως γιατί το μεγάλο ζήτημα των Κορινθίων ήταν η γαστριμαργία που γέννησε την πορνεία και  η οποία τους οδήγησε σε ειδωλολατρικές συνήθειες.

 9.  μηδὲ ἐκπειράζωμεν τὸν Χριστόν, καθὼς καί τινες αὐτῶν ἐπείρασαν καὶ ὑπὸ τῶν ὄφεων ἀπώλοντο.

Με αυτό πάλι υπαινίσσεται άλλο έγκλημα. Ότι για αξιώματα αγωνίζονταν και για έπαθλα και για ανθρώπινες δόξες.

 10.   μηδὲ γογγύζετε, καθὼς καί τινες αὐτῶν ἐγόγγυσαν καὶ ἀπώλοντο ὑπὸ τοῦ ὀλοθρευτοῦ. 

Διότι αυτό που θέλει από μας ο Θεός δεν είναι μόνο το να πάσχουμε για Κείνον, αλλά και το να υπομέννουμε με γενναιότητα όλα όσα δεινά έρχονται εναντίον μας και μάλιστα με κάθε ευχαρίστηση.

 11. ταῦτα δὲ πάντα τύποι συνέβαινον ἐκείνοις, ἐγράφη δὲ πρὸς νουθεσίαν ἡμῶν, εἰς οὓς τὰ τέλη τῶν αἰώνων κατήντησεν.

Πάλι τους φοβίζει με το να ομιλεί για το τέλος και τους προετοιμάζει ώστε να περιμένουν μεγαλύτερα απ' αυτά που ήδη έγιναν. Και θα κριθούμε αυστηρότερα, διότι απολαύσαμε περισσότερα. Και είναι δίκαιο αυτό, διότι επειδή πλέον υπάρχει υπεροχή στις δωρεές και η κρίση θα είναι αυστηρότερη. 

12. Ὥστε ὁ δοκῶν ἑστάναι βλεπέτω μὴ πέσῃ.

Πάλι ταπείνωσε αυτούς που νομίζουν ότι γνωρίζουν πολλά και έχουν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους. Αυτός λοιπόν που έχει πεποίθηση στον εαυτό του δεν έχει ούτε καν σταθεροποιηθεί. Μη λοιπόν υπερηφανεύεσαι αν παροδικά στέκεσαι πνευματικά, αλλά να φυλάσσεσαι από την πτώση. Αλλά εμείς ούτε καν στεκόμαστε, αλλά είμαστε ήδη σε συνεχή πτώση και βρισκόμαστε μόνιμα κάτω από τη γη. 

13.πειρασμὸς ὑμᾶς οὐκ εἴληφεν εἰ μὴ ἀνθρώπινος· πιστὸς δὲ ὁ Θεός, ὃς οὐκ ἐάσει ὑμᾶς πειρασθῆναι ὑπὲρ ὃ δύνασθε, ἀλλὰ ποιήσει σὺν τῷ πειρασμῷ καὶ τὴν ἔκβασιν τοῦ δύνασθαι ὑμᾶς ὑπενεγκεῖν.

Επειδή τους φόβισε παραπάνω αρκετά, τώρα τους παρακινεί λέγοντάς τους ότι δεν εδόθη δοκιμασία μεγαλύτερη απ' ότι εδόθη σε άλλους ανθρώπους. Υπάρχουν όμως πειρασμοί που υπερβαίνουν το ανθρώπινον. Ποιοι είναι αυτοί; -Όλοι αν ο Θεός δεν βοηθήσει. ΄Και το αν βοηθήσει ή  όχι ο Θεός έγκειται στη δική μας διάθεση. Γι' αυτό λοιπόν ο Θεός μαζί με τη δοκιμασία δίδει και το τέλος αυτής, διότι χωρίς Εκείνον ούτε τα πλέον βατά δεν μπορούμε από μόνοι μας να διαβούμε.

14. Διόπερ, ἀγαπητοί μου, φεύγετε ἀπὸ τῆς εἰδωλολατρείας.15. ὡς φρονίμοις λέγω· κρίνατε ὑμεῖς ὅ φημι.

Και τους παραχωρεί τώρα την κρίση και τους καθίζει τώρα σε θέση δικαστή και τους κάνει από κατηγορούμενους κριτές; Γιατί; Για να τους ενθαρύνει. 

16.  τὸ ποτήριον τῆς εὐλογίας ὃ εὐλογοῦμεν, οὐχὶ κοινωνία τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ ἐστι; τὸν ἄρτον ὃν κλῶμεν, οὐχὶ κοινωνία τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ ἐστιν;

Όταν λέγει "Ευλογία" εννοεί ευχαριστία και όταν λέμε ευχαριστία, εννοούμε τον θησαυρό της  ευεργεσίας του Θεού. Και γιατί μας το αναφέρει; Για να μας δείξει ότι ενώ είχαμε ως ανθρώπινο γένος απομακρυνθεί, μας έφερε πλησίον Του, και όχι μόνο πλησίον Του, αλλά αδελφούς και συγκληρονόμους. Και κοιτάξτε με πόσο απόλυτο τρόπο βεβαιώνει και πιστοποιεί ότι το ποτήριο της ευλογίας είναι Αίμα του Χριστού. Και έχυσε το Αίμα Του ο Χριστός για να μη μείνουμε στην πλάνη αλλά με περίσσια φιλοστοργία να μπολιαστούμε στο δικό Του Αίμα. Και δεν είπε "μετέχουμε" του σώματος του Χριστού, αλλά "κοινωνούμε" για να φανερώσει την πολύ στενή συνάφεια. Και λέει τον "άρτο που κόπτουμε". Γιατί;  Διότι αυτό θα το δούμε να συμβαίνει μόνο στη Θεία Ευχαριστία, ενώ αντίθετα πάνω στον Σταυρό το αντίθετο συνέβη, διότι λέγει "οστούν από αυτόν δε θα συντριβή". Αλλά αυτό που δεν έπαθε πάνω στο Σταυρό, αυτό πάσχει στην προσφορά για σένα και ανέχεται και κατακόπτεται για να μας γεμίσει όλους. 

17. ὅτι εἷς ἄρτος, ἓν σῶμα οἱ πολλοί ἐσμεν· οἱ γὰρ πάντες ἐκ τοῦ ἑνὸς ἄρτου μετέχομεν.

Και πιο βαθιά ακόμη προχωρεί, λέγοντας διότι δεν λέει απλώς "κοινωνούμε", αλλά "αυτό το ίδιο το σώμα του Χριστού" γινόμαστε. Διότι τί είναι ο άρτος; -Σώμα Χριστού. Και τι γινόμαστε όταν μεταλαμβάνουμε; -Σώμα Χριστού. Και όχι πολλά σώματα, αλλά ένα σώμα. Εφόσον όμως όλοι τρεφόμαστε από τον ίδιο άρτο και το ίδιο γινόμαστε όλοι, γιατί δεν επιδεικνύουμε όλοι την ίδια αγάπη προς όλους; 

18. βλέπετε τὸν Ἰσραὴλ κατὰ σάρκα· οὐχὶ οἱ ἐσθίοντες τὰς θυσίας κοινωνοὶ τοῦ θυσιαστηρίου εἰσί;

Αυτό που θέλει να πεί είναι το εξής: -"Διδαχθείτε τουλάχιστον από τα χονδροειδέστερα, ότι δηλαδή αυτοί που έτρωγαν από τις θυσίες, ήταν  κοινωνοί του θυσιαστηρίου". Αλλά αυτοί δεν είχαν την τέλεια γνώση, έτσι και οποιοσδήποτε που δεν έχει την τέλεια γνώση μπορεί να γίνει κοινωνός και δαιμονικών συμποσίων αν συμεετέχει σ' αυτά. Πρόσεχε όμως, ότι για τους Ιουδαίους δεν είπε ότι κοινωνούσαν τον Θεό, αλλά ότι ήταν κοινωνοί του θυσιαστηρίου. 

19.  τί οὖν φημί; ὅτι εἴδωλόν τί ἐστιν; ἢ ὅτι εἰδωλόθυτόν τί ἐστιν;

Όχι ότι τα είδωλα έχουν δύναμη να κάνουν κάτι, αλλά εσείς πρέπει να τα περιφρονείτε. Και αφού πρέπει να τα περιφρονούμε, γιατί μας τα αναφέρει και μας απομακρύνεις με τόσο ζήλο απ' αυτά; - Διότι δεν σε οδηγούν στον  Θεό. 

 20. ἀλλ᾿ ὅτι ἃ θύει τὰ ἔθνη, δαιμονίοις θύει καὶ οὐ Θεῷ· οὐ θέλω δὲ ὑμᾶς κοινωνοὺς τῶν δαιμονίων γίνεσθαι.

Μην τρέχετε λοιπόν στα αντίθετα. Μην καταντροπιάζετε την βασιλική σας καταγωγή μετέχοντας σε συμπόσια δαιμόνων. Δεν θέλω λέει, να έχετε επικοινωνία με τα δαιμόνια. και κατόπιν νομοθετεί: 

21. οὐ δύνασθε ποτήριον Κυρίου πίνειν καὶ ποτήριον δαιμονίων· οὐ δύνασθε τραπέζης Κυρίου μετέχειν καὶ τραπέζης δαιμονίων.

Και για να τους απομακρύνει στη συνέχεια τους κάνει να ντραπούν:

22.ἢ παραζηλοῦμεν τὸν Κύριον; μὴ ἰσχυρότεροι αὐτοῦ ἐσμεν;

Δηλαδή, πειράζουμε τον Θεό, αν  δύναται να μας τιμωρήσει και τον ερεθίζουμε με το να αποχωρούμε στου εχθρούς και να τασσώμαστε με τους αντιπάλους του. 

23.Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ πάντα συμφέρει. πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ πάντα οἰκοδομεῖ.

Μήπως λοιπόν αυτοκαταστρέφεσαι; Διότι αν και έχεις την εξουσία να κάνεις ό,τι θέλεις, δεν σε συμφέρουν όλα. Και το "δεν συμφέρει" εννοεί την απώλεια εκείνου που πράττει αυτά, ενώ το "δεν είναι εποικοδομητικά" υπαινίσσεται τον σκανδαλισμό των άλλων. Και γι' αυτό πρόσθεσε: 

 24. μηδεὶς τὸ ἑαυτοῦ ζητείτω, ἀλλὰ τὸ τοῦ ἑτέρου ἕκαστος.

Και δεν το αναπτύσσει περισσότερο αυτό, διότι παντού και με κάθε τρόπο έχει αποδείξει ότι και αυτός πουθενά δεν επιζητεί το δικό του συμφέρον. 

25. Πᾶν τὸ ἐν μακέλλῳ πωλούμενον ἐσθίετε μηδὲν ἀνακρίνοντες διὰ τὴν συνείδησιν·

Τώρα τους απελευθερώνει από περιττό άγχος, λέγοντας ό, τι πωλείται στο κρεοπωλείο άφοβα να το τρώτε. 'Ωστε να μη φοβούνται μήπως από άγνοια φάγουν κάτι που δεν πρέπει. Και για να μην φτάσουν στην υπερβολή. Και αν ακόμη κάποιος από άγνοια φάγει ειδωλόθυτα, αυτά δεν πρόκειται να τον βλάψουν, διότι η φύση τους δεν εμπεριέχει τίποτα το κακό. 

26. τοῦ γὰρ Κυρίου ἡ γῆ καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς.

Η γη και οι καρποί και τα ζώα, όλα είναι του Κυρίου και τίποτα των δαιμόνων. Συνεπώς τίποτα δεν είναι ακάθαρτο, αλλά απεναντίας είναι ευλογημένο. Η διάθεση και η παρακοή κάνει αυτά ακάθαρτα και όχι αυτά από την φύση τους. 

 27. εἰ δέ τις καλεῖ ὑμᾶς τῶν ἀπίστων καὶ θέλετε πορεύεσθαι, πᾶν τὸ παρατιθέμενον ὑμῖν ἐσθίετε μηδὲν ἀνακρίνοντες διὰ τὴν συνείδησιν.

Και αυτό να το κάνουν ώστε να μη φαίνονται δειλοί και φοβισμένοι. 

28.  ἐὰν δέ τις ὑμῖν εἴπῃ, τοῦτο εἰδωλόθυτόν ἐστι, μὴ ἐσθίετε δι᾿ ἐκεῖνον τὸν μηνύσαντα καὶ τὴν συνείδησιν· τοῦ γὰρ Κυρίου ἡ γῆ καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς.

Και αυτό όχι γιατί τα ειδολόθυτα έχουν κάποια δύναμη, αλλά επειδή είναι σιχαμερά. Και μη φάγεις λέει για την συνείδηση. ποιανού συνείδηση; Όχι τη δική σου, αλλά εκείνου που σου το είπε. 

29. συνείδησιν δὲ λέγω οὐχὶ τὴν ἑαυτοῦ, ἀλλὰ τὴν τοῦ ἑτέρου. ἱνατί γὰρ ἡ ἐλευθερία μου κρίνεται ὑπὸ ἄλλης συνειδήσεως;

  30. εἰ ἐγὼ χάριτι μετέχω, τί βλασφημοῦμαι ὑπὲρ οὗ ἐγὼ εὐχαριστῷ;

Και πάλι για να μην σκανδαλιστεί ο άπιστος και πει: "Αν απολαμβάνουν όλα όσα τους προσφέρονται τότε γαστρίμαργοι είναι οι χριστιανοί, γιατί αποστρέφονται μεν τους δαίμονες, τρώγουν όμως όλα όσα προσφέρθηκαν σ' αυτούς. Μη του δώσει λοιπόν την αφορμή του σκανδαλισμού. 

31. Εἴτε οὖν ἐσθίετε εἴτε πίνετε εἴτε τι ποιεῖτε, πάντα εἰς δόξαν Θεοῦ ποιεῖτε.

Δηλαδή μη δίδετε καμμία αφορμή σε κανέναν. Διότι τελικά πρέπει να φωτίζουμε όχι να σκοτίζουμε. 

32.ἀπρόσκοπτοι γίνεσθε καὶ Ἰουδαίοις καὶ Ἕλλησι καὶ τῇ ἐκκλησίᾳ τοῦ Θεοῦ,

Είμαστε για όλους αυτούς υπεύθυνοι να τους φωτίσουμε να μην τους σκανδαλίσουμε. 

33. καθὼς κἀγὼ πάντα πᾶσιν ἀρέσκω, μὴ ζητῶν τὸ ἐμαυτοῦ συμφέρον, ἀλλὰ τὸ τῶν πολλῶν, ἵνα σωθῶσι.

 

 

 

 

11.1 Μιμηταί μου γίνεσθε, καθὼς κἀγὼ Χριστοῦ. 11.2 ἐπαινῶ δὲ ὑμᾶς ὅτι πάντα μου μέμνησθε καὶ καθὼς παρέδωκα ὑμῖν τὰς παραδόσεις κατέχετε.

Αφού λοιπόν τους δίδαξε και στα πιο σημαντικά και στα δευτερεύοντα, τώρα τους τονώνει το ηθικό και τους επαινεί με σκοπό αφού τους ενισχύσει να συνεχίσει την διδαχή (η οποία ήταν συνάμα και κατηγορία γιατί σίγουρα δεν τηρούσαν όλοι τις παραδόσεις παρά ορισμένοι απ' αυτούς). Ο Παύλος δεν παρέδωκε μόνο γραπτώς διδασκαλία, αλλά αγράφως.

11.3 θέλω δὲ ὑμᾶς εἰδέναι ὅτι παντὸς ἀνδρὸς ἡ κεφαλὴ ὁ Χριστός ἐστιν, κεφαλὴ δὲ γυναικὸς ὁ ἀνήρ, κεφαλὴ δὲ τοῦ Χριστοῦ ὁ θεός.

Δεν εννοεί ότι είναι κεφαλή κάθε ανδρός ο Χριστός, αλλά μόνο των πιστών. Διότι το κεφάλι έχει σώμα και το σώμα είναι οι πιστοί.

Παρακάτω λέει πως κεφαλή της γυναίκας είναι ο άνδρας και κεφαλή του Χριστού ο Θεός. Κι εδώ οι αιρετικοί μας επιτίθενται λέγοντας ότι από δω αποδεικνύεται η κατωτερότητα του Υιού. Αλλά αντιφάσκουν. Διότι αν κεφαλή της γυναικός είναι ο άνδρας και η κεφαλή είναι ομοούσιος με το σώμα, άρα ομοούσιος είναι ο Υιός με τον Πατέρα.

Μην εννοήσεις τώρα ότι υπαινίσσεται ο Παύλος  εξουσία  του ανδρός πάνω στη γυναίκα και υποταγή αυτής. Η γυναίκα βέβαια πρώτη αυτή έφαγε τον καρπό της παρακοής και γι' αυτό υποτάχθηκε τελικά. Αλλά εξ' αρχής δεν συνέβη έτσι. Δεν πλάστηκε κατ' αυτόν τον τρόπο η γυναίκα. Η κατάσταση αυτή λοιπόν αποτελεί μεταπτωτικό φαινόμενο.

Κι επειδή ο άνδρας θα μπορούσε να φανεί άσπλαχνος πλέον προς το ίδιο του το μέλος (γυναίκα) τότε ως τείχος προστασίας εδόθη η υποταγή της γυναικός.

Και όταν λέει υποταγή μην εννοήσει κανείς την σκλαβιά διότι  τότε θα παρουσίαζε κύριο και δούλο και όχι άνδρα με γυναίκα. Άλλωστε και ο Υιός που έγινε υπήκοος προς τον Πατέρα, έγινε ως  Θεός χωρίς καθόλου να εκπέσει από την θεότητα.

 11.4 πᾶς ἀνὴρ προσευχόμενος ἢ προφητεύων κατὰ κεφαλῆς ἔχων καταισχύνει τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ· 11.5 πᾶσα δὲ γυνὴ προσευχομένη ἢ προφητεύουσα ἀκατακαλύπτῳ τῇ κεφαλῇ καταισχύνει τὴν κεφαλὴν αὐτῆς· ἓν γάρ ἐστιν καὶ τὸ αὐτὸ τῇ ἐξυρημένῃ.

Ας μην τα παρακάμπτει κανείς ευκόλως αυτά. Διότι η ουσία του πράγματος είναι εδώ η υπακοή. Η σεμνότητα, ο διαχωρισμός των δύο φύλων ο οποίος γίνεται φανερός και από την ενδυμασία.

 11.6 εἰ γὰρ οὐ κατακαλύπτεται γυνή, καὶ κειράσθω· εἰ δὲ αἰσχρὸν γυναικὶ τὸ κείρασθαι ἢ ξυρᾶσθαι, κατακαλυπτέσθω. 11.7 ἀνὴρ μὲν γὰρ οὐκ ὀφείλει κατακαλύπτεσθαι τὴν κεφαλήν, εἰκὼν καὶ δόξα θεοῦ ὑπάρχων· ἡ γυνὴ δὲ δόξα ἀνδρός ἐστιν. 11.8 οὐ γάρ ἐστιν ἀνὴρ ἐκ γυναικός, ἀλλὰ γυνὴ ἐξ ἀνδρός· 11.9 καὶ γὰρ οὐκ ἐκτίσθη ἀνὴρ διὰ τὴν γυναῖκα, ἀλλὰ γυνὴ διὰ τὸν ἄνδρα. 11.10 διὰ τοῦτο ὀφείλει ἡ γυνὴ ἐξουσίαν ἔχειν ἐπὶ τῆς κεφαλῆς διὰ τοὺς ἀγγέλους.

Και δεν αρκέστηκε μόνο στην ενδυμασία, αλλά πρόσθεσε πως η γυναίκα θα πρέπει να έχει στην κεφαλή της σημάδι ότι τελεί ως απόδειξη ότι τελεί υπό εξουσία. Και τούτο από ντροπή προς τους αγγέλους. Και ποιο είναι αυτό το σημάδι; Το κάλυμμα.

Και αν εσύ γυναίκα ρίπτεις το κάλυμμα που σου δόθηκε από τον Θεό, τότε κόψε και τα μαλλιά σου που σου δόθηκαν από την φύση. Το ίδιο και ο άνδρας, αν μακραίνει τα μαλλιά του που κάτι που δεν του χρειάζεται, τότε ας βάλλει και κάλυμμα που είναι πράγμα γυναικείο.

Ο καθένας λοιπόν έχει τα όριά του και δεν είναι πρέπον ο άνδρας να υπεισέρχεται στα της γυναικός και η γυναίκα στα του ανδρός. Διότι είναι τιμή το να παραμένει κανείς στα δικά του όρια. Και τα όριά του αυτά αποτελούν και το στέμμα του καθενός!

Η γυναίκα λέει είναι δόξα του ανδρός. Άρα είναι φυσική η εξουσία του ανδρός. Γιατί;  Διότι η γυναίκα δημιουργήθηκε από τον άνδρα και όχι ο άνδρας από τη γυναίκα. Και δημιουργήθηκε για τον άνδρα.

 11.11 πλὴν οὔτε γυνὴ χωρὶς ἀνδρὸς οὔτε ἀνὴρ χωρὶς γυναικὸς ἐν κυρίῳ·

Μην εξετάζεις όμως μόνο τα της δημιουργίας, αλλά και τα μετά απ' αυτήν. Και δεν πως ο ένας είναι αίτιος της υπάρξεως του άλλου.

11.12 ὥσπερ γὰρ ἡ γυνὴ ἐκ τοῦ ἀνδρός, οὕτως καὶ ὁ ἀνὴρ διὰ τῆς γυναικός· τὰ δὲ πάντα ἐκ τοῦ θεοῦ.

Ναι αλλά όλα εκ του Θεού τελικά είναι και σ' Αυτόν οφείλονται. Τότε λοιπόν μην αντιλέγεις.

 11.13 ἐν ὑμῖν αὐτοῖς κρίνατε· πρέπον ἐστὶν γυναῖκα ἀκατακάλυπτον τῷ θεῷ προσεύχεσθαι;

Κρίνατε μόνοι σας! Θέτει αυτούς τώρα ως κριτές.

11.14 οὐδὲ ἡ φύσις αὐτὴ διδάσκει ὑμᾶς ὅτι ἀνὴρ μὲν ἐὰν κομᾷ ἀτιμία αὐτῷ ἐστιν, 11.15 γυνὴ δὲ ἐὰν κομᾷ δόξα αὐτῇ ἐστιν; ὅτι ἡ κόμη ἀντὶ περιβολαίου δέδοται [αὐτῇ].

Αυτά που είναι αυτονόητα και τα διδάσκει  η φύση, έπρεπε να τα κατανοούμε από μόνοι μας γι' αυτό και λέει από μόνοι σας κρίνετε. Διότι όλα αυτά δεν ήταν άγνωστα ούτε στους βάρβαρους.

11.16 Εἰ δέ τις δοκεῖ φιλόνεικος εἶναι, ἡμεῖς τοιαύτην συνήθειαν οὐκ ἔχομεν, οὐδὲ αἱ ἐκκλησίαι τοῦ θεοῦ.

Η  φιλονικία είναι καινοτομία. Ξένη προς την υπακοή της Εκκλησίας γι΄αυτό λοιπόν

11.17 Τοῦτο δὲ παραγγέλλων οὐκ ἐπαινῶ ὅτι οὐκ εἰς τὸ κρεῖσσον ἀλλὰ εἰς τὸ ἧσσον συνέρχεσθε.

Η κατηγορία αυτή του Παύλου έχει να κάνει με τις έριδες που αναπτύχθηκαν μεταξύ των Κορινθίων. Είχαν δημιουργηθεί πνευματικές "κλίκες" με αποτέλεσμα να λένε "εγώ μεν είμαι του Παύλου, εσύ του Απολλώ κ.α". Και δεν σας επαινώ διότι με αναγκάζετε να σας δώσω νέα συμβουλή.

 11.18 πρῶτον μὲν γὰρ συνερχομένων ὑμῶν ἐν ἐκκλησίᾳ ἀκούω σχίσματα ἐν ὑμῖν ὑπάρχειν, καὶ μέρος τι πιστεύω.

Και δεν λέει ότι "δεν ακούω να συγκεντρώνεστε από κοινού", αλλά αναφέρει την αιτία που είναι το σχίσμα. Και το επιβεβαιώνει αυτό λέγοντας ότι "εν μέρει το πιστεύω αυτό". Και το λέει αυτό για να τους προκαλέσει αγωνία και τελικά μετάνοια και επιστροφή.

 11.19 δεῖ γὰρ καὶ αἱρέσεις ἐν ὑμῖν εἶναι, ἵνα [καὶ] οἱ δόκιμοι φανεροὶ γένωνται ἐν ὑμῖν.

Δεν εννοεί εδώ αιρέσεις επί των δογμάτων, αλλά διαφωνίες για να φανερωθούν οι γνήσιοι τηρητές της αγάπης απ' αυτούς που προκαλούν σκάνδαλα. Και ποια ήταν τελικά αυτά τα σχίσματα;

11.20 Συνερχομένων οὖν ὑμῶν ἐπὶ τὸ αὐτὸ οὐκ ἔστιν κυριακὸν δεῖπνον φαγεῖν, 11.21 ἕκαστος γὰρ τὸ ἴδιον δεῖπνον προλαμβάνει ἐν τῷ φαγεῖν, καὶ ὃς μὲν πεινᾷ, ὃς δὲ μεθύει. 11.22 μὴ γὰρ οἰκίας οὐκ ἔχετε εἰς τὸ ἐσθίειν καὶ πίνειν; ἢ τῆς ἐκκλησίας τοῦ θεοῦ καταφρονεῖτε, καὶ καταισχύνετε τοὺς μὴ ἔχοντας; τί εἴπω ὑμῖν; ἐπαινέσω ὑμᾶς; ἐν τούτῳ οὐκ ἐπαινῶ.

Αν τα σχίσματα αυτά προέρχονταν από δογματικές διαφορές οπωσδήποτε η αντίδραση του Παύλου θα 'ήταν σφοδρότερη. Τώρα είναι μεν ηπιότερος, αλλά και πάλι σφυροκοπά για να διορθώσει τα του εγωισμού  παθήματα.

Και εξηγεί λέγοντας ότι η συγκέντρωση στο Κυριακό δείπνο αποτελεί σχήμα της Θείας Ευχαριστίας, σχήμα αγάπης και ευχαριστίας.

Αν και βέβαια η απόσταση μεταξύ πλουσίων και φτωχών εν συγκρίσει με την απόσταση του Δεσπότου Χριστού από  τους μαθητές και ιδιαίτερα βέβαια από τον προδότη είναι άμετρη.

Αλλά καταργήσατε λέγει το Κυριακό δείπνο και ο καθένας από σας σπεύδει να προλάβει. Δηλαδή όχι απλώς τρώει μόνος, αλλά "σπεύδει". Τους κατηγορεί τώρα για λαιμαργία. Και άλλος  λέει μεθάει. Απόδειξη ότι δεν υπήρχε κανένα μέτρο στη λαιμαργία τους.

Και  συνεχίζει την κατηγορία λέγοντας: "Ή καταφρονείτε την Εκκλησία του Χριστού και ντροπιάζετε εκείνους που δεν 'έχουν φαγητά"; Και με αυτό τον τρόπο λέει ότι όχι μόνο οι φτωχοί αλλά η ίδια η Εκκλησία καταφρονείται απ' αυτούς!

"Και ντροπιάζετε αυτούς που δεν έχουν φαγητά". Και δεν είπε τους καταδικάζετε να πεθάνουν απ' την πείνα, αλλά τους ντροπιάζετε, πράγμα που το θεωρεί πολύ χειρότερο απ' το πρώτο.

 11.23 ᾽Εγὼ γὰρ παρέλαβον ἀπὸ τοῦ κυρίου, ὃ καὶ παρέδωκα ὑμῖν, ὅτι ὁ κύριος ᾽Ιησοῦς ἐν τῇ νυκτὶ ᾗ παρεδίδετο ἔλαβεν ἄρτον

Γιατί μας το αναφέρει αυτό; Για να γεμίσει κι εκείνους κι εμάς με ντροπή. Διότι ενώ ο Κύριος παρέδωσε τον εαυτό Του για χάρη σου, εσύ ούτε ψωμί δεν δίνεις στον αδελφό σου. Και τούτο πάλι για σένα έπρεπε να το κάνεις.

Και μετά την παράδοση τούτου του Μυστηρίου τίποτε άλλο δεν παρέδωσε στους μαθητές ο Κύριος αφήνοντας αυτό για το τέλος.

11.24 καὶ εὐχαριστήσας ἔκλασεν καὶ εἶπεν, 11.24 Τοῦτό μού ἐστιν τὸ σῶμα τὸ ὑπὲρ ὑμῶν· τοῦτο ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν. 11.25 ὡσαύτως καὶ τὸ ποτήριον μετὰ τὸ δειπνῆσαι, λέγων, Τοῦτο τὸ ποτήριον ἡ καινὴ διαθήκη ἐστὶν ἐν τῷ ἐμῷ αἵματι· τοῦτο ποιεῖτε, ὁσάκις ἐὰν πίνητε, εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν. 11.26 ὁσάκις γὰρ ἐὰν ἐσθίητε τὸν ἄρτον τοῦτον καὶ τὸ ποτήριον πίνητε, τὸν θάνατον τοῦ κυρίου καταγγέλλετε, ἄχρις οὗ ἔλθῃ.

Και έδωσε σε όλους εξ' ίσου και το Σώμα και το Αίμα Του. Κι ενώ λοιπόν τελούμε αυτά στην μνήμη του Χριστού, παραλείπουμε τους φτωχούς; Και δεν φρίττεις λέει ο Παύλος μ' αυτό;

Και τι σημαίνει εκείνο που λέει, "τούτο το ποτήριον η καινή διαθήκη εστί". Δηλαδή υπήρχε  και ποτήριο της Παλαιάς Διαθήκης; -Ναι, οι θυσίες και το αίμα των ζώων.

Και μέχρι πότε πρέπει να τελούμε την Θεία Λειτουργία; "έως ότου έλθει". Δηλαδή μέχρι τη συντέλεια του κόσμου.

 11.27 Ὥστε ὃς ἂν ἐσθίῃ τὸν ἄρτον ἢ πίνῃ τὸ ποτήριον τοῦ κυρίου ἀναξίως,  ἔνοχος ἔσται τοῦ σώματος καὶ τοῦ αἵματος τοῦ κυρίου.

Γιατί; Διότι αυτό προήλθε από σφαγή όχι από θυσία. Όπως δηλαδή εκείνοι που κέντησαν το Σώμα του Κυρίου, δεν το κέντησαν για να πιουν το Αίμα αλλά για  να το χύσουν, έτσι κι αυτό που μετέχει αναξίως, πράττει αναλόγως.

Διότι πως δεν κοινωνεί αναξίως όταν παραμελεί εκείνον που πεινά;

Κάποια στιγμή απότομα ο Παύλος σταματά να τους επιπλήττει για να τους δώσει χώρο να αναπνεύσουν, λέει ο Χρυσόστομος.

11.28 δοκιμαζέτω δὲ ἄνθρωπος ἑαυτόν, καὶ οὕτως ἐκ τοῦ ἄρτου ἐσθιέτω καὶ ἐκ τοῦ ποτηρίου πινέτω·

Άλλο θέμα τώρα θίγει ο Παύλος. Εξετάζετε λέει τον εαυτό σας και μετά να προσέρχεστε στην Θεία Κοινωνία. Εμείς το κάνουμε αυτό; Ή προσερχόμαστε μόνο στις εορτές μαζί με τους πολλούς γιατί έτσι έχουμε συνηθίσει; Ποιος όμως είναι κατάλληλος ο καιρός για να προσέλθει κανείς στο Άγιο Ποτήριο; -Όταν έχει καθαρή συνείδηση. Και δεν λέει να εξετάζει ο ένας τον άλλο, αλλά ο καθένας τον εαυτό του.

11.29 ὁ γὰρ ἐσθίων καὶ πίνων κρίμα ἑαυτῷ ἐσθίει καὶ πίνει μὴ διακρίνων τὸ σῶμα.

Η τράπεζα που αναβλύζει ζωή και είναι αιτία ζωής, γίνεται τώρα καταδίκη; - Όχι από τη φύση της, αλλά από την προαίρεση του προσερχόμενου.

Και τι σημαίνει το «δεν διακρίνει το σώμα του Κυρίου»; - Ότι δεν εξετάζει και δεν αντιλαμβάνεται την αξία της δωρεάς.

 11.30 διὰ τοῦτο ἐν ὑμῖν πολλοὶ ἀσθενεῖς καὶ ἄρρωστοι καὶ κοιμῶνται ἱκανοί.

Και γίνεται εδώ ξεκάθαρος λέγοντας ότι πολλές μακροχρόνιες ασθένειες και θάνατοι μεταξύ των Κορινθίων οφείλονταν στις αμαρτίες τους. Τι; Δηλαδή αυτοί που αμαρτάνουν και φτάνουν σε μακροζωία δεν τιμωρούνται τελικά; -Ασφαλώς θα τιμωρηθούν εκεί ακόμη αυστηρότερα.

11.31 εἰ δὲ ἑαυτοὺς διεκρίνομεν, οὐκ ἂν ἐκρινόμεθα·

Αν όμως από τώρα τους εαυτούς μας κρίνουμε, τότε μπορούμε να μην καταδικαστούμε ούτε εδώ, ούτε εκεί. Δηλαδή τι πρέπει να κάνουμε; -Να έχουμε επίγνωση των αμαρτημάτων μας. Εάν καταδικάζαμε τον εαυτό μας και για τα αμαρτήματα και τα πλημμελήματα θα σωζόμασταν. Διότι αυτός που κατακρίνει τον εαυτό του με διπλό τρόπο εξιλεώνει τον Θεό. Και με το ότι έχει επίγνωση των αμαρτημάτων του και με το ότι γίνεται περισσότερο δυσκίνητος στο μέλλον.

Επειδή όμως ούτε αυτό κάνουμε και επειδή ο Θεός δεν θέλει να μας καταδικάσει μαζί με τους άπιστους μας τιμωρεί από τώρα με πρόσκαιρη τιμωρία κάτι που ισοδυναμεί με απαλλαγή αμαρτημάτων.

 11.32 κρινόμενοι δὲ ὑπὸ [τοῦ] κυρίου παιδευόμεθα, ἵνα μὴ σὺν τῷ κόσμῳ κατακριθῶμεν.

Δεν είπε κολαζόμαστε, αλλά παιδαγωγούμαστε. Διότι όλα αυτά συμβαίνουν ως ιατρική θεραπεία για μας. ‘Ώστε λέει να μην κατακριθούμε μαζί με τον κόσμο.

11.33 ὥστε, ἀδελφοί μου, συνερχόμενοι εἰς τὸ φαγεῖν ἀλλήλους ἐκδέχεσθε.

‘Ώστε αδελφοί μου όταν συγκεντρώνεστε για φαγητό, περιμένετε ο ένας τον άλλον. Κι ενώ ο φόβος της κολάσεως που τους γέννησε με τους παραπάνω λόγους βρίσκονταν στην ακμή του, λέει τώρα για την κοινή τράπεζα. Γιατί εξαιτίας των φτωχών είπε όλα τα ανωτέρω. Και δεν είπε δίδετε φαγητό στους φτωχούς, αλλά να τους περιμένετε, πράγμα που είναι πολύ ανώτερο.

11.34 εἴ τις πεινᾷ, ἐν οἴκῳ ἐσθιέτω, ἵνα μὴ εἰς κρίμα συνέρχησθε. Τὰ δὲ λοιπὰ ὡς ἂν ἔλθω διατάξομαι.

Και στο τέλος ντροπιάζει πολύ τους λαίμαργους, λέγοντας, αν κάποιος πεινά ας φάει στην οικία του. Και δεν είπε αν κάποιος παραβλέπει τους φτωχούς, αλλά σαν να μιλά προς παιδιά ανυπόμονα, είπε αν κάποιος πεινά. Και καταλήγει λέγονταν, για να μην καταλήξει η συγκέντρωσή σας σε καταδίκη.

«Τα υπόλοιπα θα τα κανονίσω όταν έλθω». Και πάλι εδώ προκαλεί φόβο, ώστε να προκαλέσει εγρήγορση.

 

 

Κεφάλαιο 12

12.1 Περὶ δὲ τῶν πνευματικῶν, ἀδελφοί, οὐ θέλω ὑμᾶς ἀγνοεῖν. 12.2 Οἴδατε ὅτι ὅτε ἔθνη ἦτε πρὸς τὰ εἴδωλα τὰ ἄφωνα ὡς ἂν ἤγεσθε ἀπαγόμενοι.

Τι δεν θέλει να αγνοούν οι Κορίνθιοι; Αυτά που τότε συνέβαιναν. Την γλωσσολαλία, τα θαύματα. Και τι είναι πνευματικό; - Ό,τι προέρχεται από το Άγιο Πνεύμα. Η ανθρώπινη δύναμη από μόνη της δεν ενέχει τίποτα το πνευματικό. Γι’ αυτό λοιπόν τόσο καιρό που ακολουθούσατε τα είδωλα ήσασταν εκτός εαυτού και συρόσασταν απ’ την ειδωλολατρία σαν μανιακοί.

Δες τώρα τι έλεγε ο Πλάτωνας για τους μάντεις και το πώς αυτοί ήταν εκτός εαυτού: «Όπως αυτοί που δίδουν χρησμούς και οι μάντεις λέγουν μεν πολλά και καλά, αλλά δεν γνωρίζουν τίποτα απ’ όσα λέγουν».

Και πως έδιδαν χρησμούς τα άφωνα και άψυχα ξόανα; -Δια των δαιμόνων. Γι’ αυτό και λέει ότι τους έσερναν τα είδωλα.

Αντιθέτως προφήτες, παρότρυναν δεν σκότιζαν και φώτιζαν χωρίς να επιβάλλουν τίποτα σε κανέναν.

 12.3 διὸ γνωρίζω ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς ἐν πνεύματι θεοῦ λαλῶν λέγει, ᾽Ανάθεμα ᾽Ιησοῦς, καὶ οὐδεὶς δύναται εἰπεῖν, Κύριος ᾽Ιησοῦς, εἰ μὴ ἐν πνεύματι ἁγίῳ.

Όταν λοιπόν δεις κάποιον που δεν λέει το όνομα του Ιησού  ή ακόμα χειρότερα τον αναθεματίζει, γνώριζε ότι είναι μάντης.

 12.4 Διαιρέσεις δὲ χαρισμάτων εἰσίν, τὸ δὲ αὐτὸ πνεῦμα·

Υπάρχουν βέβαια ποικιλίες χαρισμάτων, αλλά το Πνεύμα είναι το ίδιο. Και δεν είπε ποικιλίες θαυμάτων, αλλά χαρισμάτων. Και σε σένα και στον άλλον και στον Παύλο το Άγιο Πνεύμα δώρισε. Άρα δεν υπάρχει διαφορά στη δωρεά διότι το Πνεύμα είναι το ίδιο. Ώστε λοιπόν αν υπάρχει διαφορά στη δωρεά, δεν υπάρχει όμως διαφορά στον δωρητή.

12.5 καὶ διαιρέσεις διακονιῶν εἰσιν, καὶ ὁ αὐτὸς κύριος·

Και αναφέρει τώρα και τον Κύριο, για να αυξήσει ακόμη περισσότερο τη δωρεά. Και όταν  λέει υπάρχουν διάφορες υπηρεσίες παρηγορεί ακόμη περισσότερο τον ακροατή διότι τώρα μιλά για υπηρεσίες και όχι για χαρίσματα. Γιατί η λέξη «υπηρεσία» δεικνύει κόπο και προσπάθεια. Άρα γιατί θλίβεσαι; Μήπως γιατί διέταξε κάποιον να κοπιάσει περισσότερο.

12.6 καὶ διαιρέσεις ἐνεργημάτων εἰσίν, ὁ δὲ αὐτὸς θεός, ὁ ἐνεργῶν τὰ πάντα ἐν πᾶσιν.

Και τι είναι χάρισμα; Τι είναι ενέργεια; Διαφορά λέξεων μόνο, η ουσία παραμένει η ίδια.

 12.7 ἑκάστῳ δὲ δίδοται ἡ φανέρωσις τοῦ πνεύματος πρὸς τὸ συμφέρον.

Φανέρωση Πνεύματος, εννοεί τα θαύματα, τα σημεία. Και στον μεν πιστό φανέρωση Αγίου Πνεύματος, είναι το βάπτισμα που φέρει ο χριστιανός, ενώ στον άπιστο τα σημεία.

12.8 ᾧ μὲν γὰρ διὰ τοῦ πνεύματος δίδοται λόγος σοφίας, ἄλλῳ δὲ λόγος γνώσεως κατὰ τὸ αὐτὸ πνεῦμα, 12.9 ἑτέρῳ πίστις ἐν τῷ αὐτῷ πνεύματι, ἄλλῳ δὲ χαρίσματα ἰαμάτων ἐν τῷ ἑνὶ πνεύματι, 12.10 ἄλλῳ δὲ ἐνεργήματα δυνάμεων, ἄλλῳ [δὲ] προφητεία, ἄλλῳ [δὲ] διακρίσεις πνευμάτων, ἑτέρῳ γένη γλωσσῶν, ἄλλῳ δὲ ἑρμηνεία γλωσσῶν· 12.11 πάντα δὲ ταῦτα ἐνεργεῖ τὸ ἓν καὶ τὸ αὐτὸ πνεῦμα, διαιροῦν ἰδίᾳ ἑκάστῳ καθὼς βούλεται.

Βλέπεις πως παντού προσθέτει «το αυτό Πνεύμα»; Από την ίδια ρίζα, από την ίδια πηγή λαμβάνουν όλοι. Και έτσι εξομαλύνει αυτό που νομίζονταν ως ανωμαλία. Τι σημαίνει όμως αυτό που λέει, «να διακρίνει τα πνεύματα»; -Το να γνωρίζει κανείς ποιος είναι πνευματικός και ποιος δεν είναι πνευματικός, ποιος ο προφήτης και ποιος ο απατεώνας.

Αλλά εσύ να αρκείσαι και να χαίρεσαι για όσα έλαβες και να μη λυπάσαι για όσα δεν έλαβες. Διότι τα πάντα εναπόκεινται στην πρόνοια του Θεού. Και επιπλέον να ευγνωμονείς γιατί δεν έλβες περισσότερα από τη δύναμή σου.

12.12 Καθάπερ γὰρ τὸ σῶμα ἕν ἐστιν καὶ μέλη πολλὰ ἔχει, πάντα δὲ τὰ μέλη τοῦ σώματος πολλὰ ὄντα ἕν ἐστιν σῶμα, οὕτως καὶ ὁ Χριστός·

Κι έτσι δείχνει ότι το ίδιο πράγμα είναι με ένα, αλλά ταυτόχρονα είναι και πολλά. Και δεν είπε το αντίθετο, ότι είναι μεν πολλά, αλλά είναι ένα. Και το είπε αυτό διότι το κάθε μέλος ξεχωριστά δεν μπορεί από μόνο του να κάνει ένα σώμα. Έτσι απαιτείται η συνένωση όλων. Και δεν τα ξεχώρισε τα μέλη σε ανώτερα και κατώτερα.

12.13 καὶ γὰρ ἐν ἑνὶ πνεύματι ἡμεῖς πάντες εἰς ἓν σῶμα ἐβαπτίσθημεν, εἴτε ᾽Ιουδαῖοι εἴτε Ἕλληνες, εἴτε δοῦλοι εἴτε ἐλεύθεροι, καὶ πάντες ἓν πνεῦμα ἐποτίσθημεν.

Και εδώ μιλά για τελειότητα της ένωσης, διότι σ’ αυτήν συμπεριέλαβε ακόμα και τους ειδωλολάτρες, αφού και σ’ αυτούς αξίωσε τις ίδιες δωρεές

12.14 καὶ γὰρ τὸ σῶμα οὐκ ἔστιν ἓν μέλος ἀλλὰ πολλά.

Και πως ποτιστήκαμε από το Άγιο Πνεύμα; -Δια του Αγίου Βαπτίσματος. Το ίδιο λοιπόν Πνεύμα έχουμε πιει όλοι.

 12.15 ἐὰν εἴπῃ ὁ πούς, Ὅτι οὐκ εἰμὶ χείρ, οὐκ εἰμὶ ἐκ τοῦ σώματος, οὐ παρὰ τοῦτο οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ σώματος· 12.16 καὶ ἐὰν εἴπῃ τὸ οὖς, Ὅτι οὐκ εἰμὶ ὀφθαλμός, οὐκ εἰμὶ ἐκ τοῦ σώματος, οὐ παρὰ τοῦτο οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ σώματος·

Και τα λέει αυτά για να καταλάβουμε ότι αν κάποιο μέλος υστερεί σε σχέση με κάποιο άλλο, αυτό δεν σημαίνει ότι παύει να είναι μέλος του σώματος. Μη λοιπόν πεις ότι εσύ δεν είσαι μέλος του σώματος γιατί είσαι κατώτερος. Διότι το κριτήριο για το αν ανήκει στο σώμα ή όχι είναι το αν παραμένει ενωμένο με τα άλλα μέλη του σώματος ή έχει αποκολληθεί.

12.17 εἰ ὅλον τὸ σῶμα ὀφθαλμός, ποῦ ἡ ἀκοή; εἰ ὅλον ἀκοή, ποῦ ἡ ὄσφρησις;

Και για να βγάλει από το μυαλό τους την έννοια της ανωτερότητας και κατωτερότητας, αναφέρει αυτό, για να αποδείξει ότι έτσι συνέφερε να γίνει. Διότι αυτή η διαφορετικότητα κάνει το σώμα.

12.18 νυνὶ δὲ ὁ θεὸς ἔθετο τὰ μέλη, ἓν ἕκαστον αὐτῶν, ἐν τῷ σώματι καθὼς ἠθέλησεν. 12.19 εἰ δὲ ἦν τὰ πάντα ἓν μέλος, ποῦ τὸ σῶμα;

Μην εξετάζεις την αιτία εσύ, ο Θεός προσδιόρισε τον καθένα όπως Εκείνος ήθελε. Διότι όπως συμφέρει, έτσι θέλει. Και εάν σε αυτό το σώμα δεν περιεργαζόμαστε την αξία κάθε μέλους, πολύ περισσότερο δεν πρέπει να το κάνουμε αυτό με τα μέλη της εκκλησίας.

 12.20 νῦν δὲ πολλὰ μὲν μέλη, ἓν δὲ σῶμα.

Κι έτσι εκβάλλει από πάνω τους τον ανταγωνισμό, αποδεικνύοντας έτσι την ισοτιμία των μελών.

(Φτωχός δεν είναι αυτός που δεν έχει, αλλά αυτός που τρέμει την φτώχεια –Χρυσόστομος-)

 12.21 οὐ δύναται δὲ ὁ ὀφθαλμὸς εἰπεῖν τῇ χειρί, Χρείαν σου οὐκ ἔχω, ἢ πάλιν ἡ κεφαλὴ τοῖς ποσίν, Χρείαν ὑμῶν οὐκ ἔχω·

Και το μικρό χάρισμα δεν είναι καθόλου ασήμαντο, μάλλον δε πολύτιμο για την εκκλησία. Και δεν λέει «δεν λέει», αλλά «δεν μπορεί να πει».

 12.22 ἀλλὰ πολλῷ μᾶλλον τὰ δοκοῦντα μέλη τοῦ σώματος ἀσθενέστερα ὑπάρχειν ἀναγκαῖά ἐστιν, 12.23 καὶ ἃ δοκοῦμεν ἀτιμότερα εἶναι τοῦ σώματος, τούτοις τιμὴν περισσοτέραν περιτίθεμεν, καὶ τὰ ἀσχήμονα ἡμῶν εὐσχημοσύνην περισσοτέραν ἔχει,

Και καλώς είπε «αυτά που φαίνονται», δηλαδή αυτά που η θεωρεί η κοινή γνώμη, διότι δεν υπάρχει τίποτα άτιμο σε μας καθόσον είναι έργο του Θεού. Διότι τι μας φαίνεται ότι είναι λιγότερο άξιο τιμής από τα γεννητικά όργανα; Κι όμως τελικά αυτά απολαμβάνουν περισσότερης τιμής απ’ όλα, διότι κανείς δεν ανέχεται να τα δείξει γυμνά. Άλλωστε αυτά είναι απαραίτητα για την τεκνογονία.

12.24 τὰ δὲ εὐσχήμονα ἡμῶν οὐ χρείαν ἔχει. ἀλλὰ ὁ θεὸς συνεκέρασεν τὸ σῶμα, τῷ ὑστερουμένῳ περισσοτέραν δοὺς τιμήν, 12.25 ἵνα μὴ ᾖ σχίσμα ἐν τῷ σώματι, ἀλλὰ τὸ αὐτὸ ὑπὲρ ἀλλήλων μεριμνῶσιν τὰ μέλη.

Και με ποιο τρόπο υστερεί ένα μέλος; -Κατά φύσιν. Και γιατί; -Για να μην υπάρχει διαίρεση στο σώμα. Ώστε να μην υπάρχει διαίρεση, όχι στα μέλη, αλλά στο σώμα.

 12.26 καὶ εἴτε πάσχει ἓν μέλος, συμπάσχει πάντα τὰ μέλη· εἴτε δοξάζεται ἓν μέλος, συγχαίρει πάντα τὰ μέλη.

Μέσα στην τόση διαφορά μεταξύ των μελών, υπάρχει ένωση, στενή σύνδεση και κοινωνία. «Διότι και στην πτέρνα, αν συμβεί και μπει κάποιο αγκάθι, όλο το σώμα πονά και φροντίζει, και η ράχη λυγίζει, και η κοιλιά και οι μηροί συστέλλονται, και τα χέρα ωσάν ακόλουθοι και υπηρέτες, αφού πλησιάσουν βγάζουν το αγκάθι και η κεφαλή σκύπτει, και οι οφθαλμοί βλέπουν με πολλή φροντίδα.

Και πως χαίρονται όλα μαζί; -Στεφανώνεται η κεφαλή; Δοξάζεται όλος ο άνθρωπος. Ομιλεί το στόμα; -Γελούν και ευφραίνονται οι οφθαλμοί.

Έτσι γίνεται και στην εκκλησία. Αν υπάρχουν κάποιοι που τιμούνται, όλοι ωφελούνται από την καλή φήμη, διότι οι εχθροί δεν κάνουν διάκριση στους επαίνους, αλλά τους συνδέουν με όλους.

Εάν παρόλα αυτά θέλεις κι εσύ να γίνεις σαν κι αυτόν που τιμάται, δεν σε εμποδίζω το να γίνεις εφάμιλλος με εκείνον, όχι να καταβιβάσεις αυτόν για να αναβιβάσεις τον εαυτό σου. Αυτό είναι ζήλος καλός, το να μιμείσαι και να μη πολεμείς. Διότι ακόμη και ο δαίμονας δεν φθονεί τους άλλους δαίμονες, αλλά τους ανθρώπους.

Διότι πες μου: -Γιατί φθονείς; Επειδή έλαβε ο αδελφός σου πολλή χάρη; Από ποιον έλαβε; Δεν έλαβε από τον Θεό; Λοιπόν προς Εκείνον μεταβαίνει η έχθρα σου.

 12.27 ῾Υμεῖς δέ ἐστε σῶμα Χριστοῦ καὶ μέλη ἐκ μέρους.

Αφού λοιπόν ούτε καν το δικό μας σώμα δεν πρέπει να επαναστατεί, πόσο μάλλον το σώμα του Χριστού. Τι σημαίνει το «εκ μέρους»; -Αυτό που ανήκει σε σας και όσο είναι δυνατόν να οικοδομηθεί από σας.

Στην προκειμένη περίπτωση σώμα δεν είναι μόνον η εκκλησία της Κορίνθου, αλλά κάθε εκκλησία σε όλη την οικουμένη. Και σ’ αυτή την περίπτωση ταιριάζει το «εκ μέρους».

12.28 καὶ οὓς μὲν ἔθετο ὁ θεὸς ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ πρῶτον ἀποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους, ἔπειτα δυνάμεις, ἔπειτα χαρίσματα ἰαμάτων, ἀντιλήμψεις, κυβερνήσεις, γένη γλωσσῶν.

Και αυτό που θεωρούσαν όλοι ως το σπουδαιότερο (το να μιλούν γλώσσες), αυτό τώρα τοποθετεί τελευταίο. Τι έθεσε πρώτο; -Τους Αποστόλους οι οποίοι διέθεταν όλα τα χαρίσματα.

Δεύτερον προφήτες: Διότι προφήτευαν. Ο Χριστός όμως είπε: «Όλοι οι προφήτες και ο νόμος, μέχρι του Ιωάννου προφήτευσαν». Εκεί ομιλεί για τους προφήτες που μίλησαν για Κείνον.

Τρίτον διδασκάλους: Και τους τοποθετεί μετά αυτούς, διότι οι διδάσκαλοι ομιλούν και δικά τους, ενώ οι προφήτες τα λένε όλα φωτιζόμενοι από το Άγιο Πνεύμα.

Έπειτα διακρίνει τα θαυματουργικά χαρίσματα από τις θαυματουργικές δυνάμεις. Η θαυματουργική δύναμη, είναι ανώτερη από το θαυματουργικό χάρισμα. Διότι αυτός που έχει δύναμη και τιμωρεί και θεραπεύει.

Τι είναι οι αντιλήψεις; -Το να βοηθά κανείς τους ασθενείς. Αυτό είναι χάρισμα; -Ναι και μάλιστα πολύ σπουδαίο.

12.29 μὴ πάντες ἀπόστολοι; μὴ πάντες προφῆται; μὴ πάντες διδάσκαλοι; μὴ πάντες δυνάμεις; 12.30 μὴ πάντες χαρίσματα ἔχουσιν ἰαμάτων; μὴ πάντες γλώσσαις λαλοῦσιν; μὴ πάντες διερμηνεύουσιν; 12.31 ζηλοῦτε δὲ τὰ χαρίσματα τὰ μείζονα. Καὶ ἔτι καθ᾽ ὑπερβολὴν ὁδὸν ὑμῖν δείκνυμι.

Έτσι δεν μπορούν όλοι να είναι όλα. Διότι αν ήταν όλοι ένα μέλος, πως θα υπήρχε σώμα; Κι έτσι δείχνει ότι και τα κατώτερα είναι πολύ επιθυμητά.

Να έχετε ζήλο προς τα ωφελιμότερα χαρίσματα. Και σας δεικνύω μία οδό υπέροχη με την οποία κατακτώνται όλα αυτά. Κι εδώ υπαινίχθηκε ότι αυτοί είναι υπαίτιοι που λαμβάνουν κατώτερα χαρίσματα και ότι έχουν την δυνατότητα να θέλουν να λάβουν ανώτερα.

Κι εδώ ανακόπτει απότομα τον λόγο, και δεν λέει ότι αυτή η οδός είναι η αγάπη για να αυξήσει την επιθυμία των ακροατών να ακούσουν περισσότερα.

Κεφάλαιο 13

13.1 ᾽Εὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον.

Τι σημαίνει των ανθρώπων; -Των γλωσσών της οικουμένης. Και ούτε σ’ αυτήν την υπερβολή αρκέστηκε αλλά και θέτει και άλλη πολύ μεγαλύτερη, καθώς συνεχίζει και λέγει και των αγγέλων.

Τι σημαίνει χαλκός ηχών; - Ότι δεν είπε απλώς δεν είμαι τίποτα αλλά είμαι ήχος από άψυχο αντικείμενο. Και αυτός ο ήχος δεν χρησιμεύει σε τίποτα, αντιθέτως δε γίνεται και ενοχλητικός και βαρετός στους πολλούς. Βλέπεις πως αυτός που δεν έχει αγάπη ομοιάζει με αναίσθητο και άψυχο πράγμα;

Γλώσσα αγγέλων λέει όχι γιατί θεωρεί ότι οι άγγελοι έχουν σώμα, αλλά που λέει σημαίνει το εξής: Ότι ο νόμος των αγγέλων σημαίνει και επιτάσσει την μεταξύ τους αγάπη.

13.2 καὶ ἐὰν ἔχω προφητείαν καὶ εἰδῶ τὰ μυστήρια πάντα καὶ πᾶσαν τὴν γνῶσιν, κἂν ἔχω πᾶσαν τὴν πίστιν ὥστε ὄρη μεθιστάναι, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐθέν εἰμι.

Κι εδώ παρουσιάζει το χάρισμα της προφητείας και πάλι με υπερβολή λέγοντας, κι αν κατέχω πάσα τη γνώση. Ακολούθως παρουσιάζει την μητέρα όλων των χαρισμάτων που είναι η πίστη. Και δεν αρκέστηκε απλώς να την αναφέρει αλλά πρόσθεσε και αυτό που είπε ο Χριστός «ώστε να μετακινώ όρη»

 13.3 κἂν ψωμίσω πάντα τὰ ὑπάρχοντά μου, καὶ ἐὰν παραδῶ τὸ σῶμά μου ἵνα καυχήσωμαι, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδὲν ὠφελοῦμαι.

Πω ,πω τι υπερβολή! Γιατί δεν είπε «και αν δώσω στους πτωχούς» ένα μέρος της περιουσίας μου, αλλά όλη την περιουσία. Και δεν είπε «αν πεθάνω», αλλά αν «καώ» και μάλιστα ζωντανός. Και πάλι όμως χωρίς αγάπη τίποτα δεν ωφελούμαι.

Και γιατί απορείς για την μη αξία των χαρισμάτων έναντι της αγάπης; Μήπως και ο Ιούδας θαύματα δεν έκανε; Τι ωφελήθηκε απ’ αυτό;

13.4 ῾Η ἀγάπη μακροθυμεῖ, χρηστεύεται ἡ ἀγάπη, οὐ ζηλοῖ, οὐ περπερεύεται, οὐ φυσιοῦται,

Τι θέτει ως πρώτο συστατικό ο ζωγράφος της αγάπης; -Την μακροθυμία. Αυτή είναι η ρίζα όλης της ευσέβειας. Γι’ αυτό κάποιος σοφός έλεγε: «Ο μακρόθυμος άνθρωπος είναι πολύ συνετός, ενώ ο ολιγόψυχος πολύ ανόητος». Και λέγεται μακρόθυμος γιατί έχει μακριά μεγάλη ψυχή. Καθότι το μακρό λέγεται και μεγάλο.

Υπάρχουν όμως και πολλοί που χρησιμοποιούν την μακροθυμία προς το κακό. Γι’ αυτό και ο Παύλος τονίζει ότι αυτοί που έχουν αγάπη είναι «γεμάτοι από καλοσύνη». ‘Ετσι ώστε αυτοί που χρησιμοποιούν την μακροθυμία το κάνουν για να σβήσου τελείως κάθε οργή.

Αυτός που έχει αγάπη δεν είναι ζηλότυπος. Διότι είναι δυνατόν να είναι κανείς και μακρόθυμος και ζηλότυπος.

«Δεν καυχάται». Δηλαδή δεν είναι αυθάδης διότι καθιστά συνετό αυτόν που αγαπά και σοβαρό και ανώτερο άνθρωπο. Διότι όταν δεν υπάρχει θυμός στην ψυχή έχει εκριζωθεί κάθε αυθάδεια και αλαζονεία.

«Δεν είναι υπερήφανος». Διότι βλέπουμε πολλούς που να είναι υπερήφανοι όταν κατορθώνουν όλα τα ανωτέρω. Όταν δηλαδή δεν είναι ζηλότυποι, αυθάδεις, πονηροί, μικρόψυχοι.

Πρόσεχε όμως διότι ο μακρόθυμος δεν είναι πάντα ευμενής προς τους άλλους. Ή άλλοτε πάλι ο ευμενής και περιποιητικός προς τους άλλους το κάνει αυτό για να κερδίσει φήμη. Αλλά και αυτό το διορθώνει η αγάπη.

 13.5 οὐκ ἀσχημονεῖ, δηλαδή υπομένει με γενναιότητα την ντροπή αφού φυσικά ο  ίδιος αδυνατεί στο να ασχημονήσει ο ίδιος. Άλλωστε και ο Κύριος όσα ντροπιαστικά πράγματα και εξευτελισμούς υπέφερε, δεν τα θεώρησε όλα αυτά ντροπή αλλά δόξα.

 οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς,

Αφού λοιπόν είπε ότι δεν διαπράττει ασχήμιες, τώρα λέει και τον τρόπο .Ότι δεν ζητεί το συμφέρον της. Μη ζητάς λοιπόν το συμφέρον σου για να βρεις το συμφέρον σου. Διότι το συμφέρον του καθενός βρίσκεται στο συμφέρον του άλλου.

Και δες τώρα τα αγαθά που γεννιούνται απ’ αυτό: οὐ παροξύνεται, οὐ λογίζεται τὸ κακόν, και δεν είπε οργίζεται αλλά τελικά κυριαρχεί, αλλά ούτε καν το σκέφτεται. Κι αφού λοιπόν ούτε καν σκέφτεται το κακό, πως θα το διαπράξει;

13.6 οὐ χαίρει ἐπὶ τῇ ἀδικίᾳ, Δηλαδή δεν ευχαριστιέται μ’ αυτούς που υποφέρουν και όχι μόνο αυτό αλλά και πολύ μεγαλύτερο: συγχαίρει δὲ τῇ ἀληθείᾳ· συνευχαριστιέται λέει μ’ αυτούς που ευημερούν.

13.7 πάντα στέγει, όλα τα ανέχεται. Ακόμη και ατιμώσεις, ακόμη και αυτόν τον θάνατο.

 πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει. Τι σημαίνει «όλα τα πιστεύει»; Δηλαδή όχι μόνο ελπίζει αλλά και πιστεύει από την πολλή αγάπη. Αλλά κι αν δεν συμβούν αυτά όπως τα ελπίζει, πάντα λέει υπομένει.

 13.8 ῾Η ἀγάπη οὐδέποτε πίπτει. Δεν καταλύεται με κανέναν τρόπο η αγάπη ούτε καταργείται καθόσον υπομένει τα πάντα.

 εἴτε δὲ προφητεῖαι, καταργηθήσονται· εἴτε γλῶσσαι, παύσονται· εἴτε γνῶσις, καταργηθήσεται.

Αυτός που έχει κυριευθεί μία φορά από την αγάπη, έχει παραιτηθεί από την φιλονικία. Και θα παύσουν οι προφητείες και τα χαρίσματα διότι αυτά δόθηκαν για την εξάώση της πίστης και όχι για να φιλονικούμε.

Εκείνο που μας κάνει εντύπωση είναι αυτό που λέει: «και η γνώση θα καταργηθεί». Δηλαδή θα ζούμε στην άγνοια; -Κάθε άλλο. Διάβασε τώρα και παρακάτω:

 13.9 ἐκ μέρους γὰρ γινώσκομεν καὶ ἐκ μέρους προφητεύομεν·

Άρα δεν καταργείται η γνώση, αλλά η μερική γνώση.

13.10 ὅταν δὲ ἔλθῃ τὸ τέλειον, τὸ ἐκ μέρους καταργηθήσεται. 13.11 ὅτε ἤμην νήπιος, ἐλάλουν ὡς νήπιος, ἐφρόνουν ὡς νήπιος, ἐλογιζόμην ὡς νήπιος· ὅτε γέγονα ἀνήρ, κατήργηκα τὰ τοῦ νηπίου. 13.12 βλέπομεν γὰρ ἄρτι δι᾽ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι, τότε δὲ πρόσωπον πρὸς πρόσωπον· ἄρτι γινώσκω ἐκ μέρους, τότε δὲ ἐπιγνώσομαι καθὼς καὶ ἐπεγνώσθην.

Άλλωστε και αυτή την μερική γνώση που τώρα έχεις, ο Θεός σου την έδωσε. Εάν λοιπόν ο Παύλος θεωρεί νήπιο στην γνώση του Θεού τον εαυτό του, πόσο μάλλον εμείς.

 13.13 νυνὶ δὲ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τὰ τρία ταῦτα· μείζων δὲ τούτων ἡ ἀγάπη.

Διότι η πίστη και η ελπίδα όταν πραγματοποιηθούν αυτά που πιστεύθηκαν και ηλπίστηκαν παύουν, η αγάπη όμως παραμένει.

Κεφάλαιο 14

14.1 Διώκετε τὴν ἀγάπην, ζηλοῦτε δὲ τὰ πνευματικά, μᾶλλον δὲ ἵνα προφητεύητε. 14.2 ὁ γὰρ λαλῶν γλώσσῃ οὐκ ἀνθρώποις λαλεῖ ἀλλὰ θεῷ, οὐδεὶς γὰρ ἀκούει, πνεύματι δὲ λαλεῖ μυστήρια·

Γρονθοκοπεί εδώ το χάρισμα της γλωσσολαλίας διότι οι Κορίνθιοι το υπερκτιμούσαν μειώνοντας τα υπόλοιπα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Και τιμούσαν τόσο πολύ τη γλωσσολαλία διότι αυτό σαν χάρισμα δόθηκε πρώτο στους αποστόλους. Αλλά δόθηκε για συγκεκριμένο λόγο. Διότι οι Απόστολοι θα κήρυτταν παντού.

14.3 ὁ δὲ προφητεύων ἀνθρώποις λαλεῖ οἰκοδομὴν καὶ παράκλησιν καὶ παραμυθίαν. 14.4 ὁ λαλῶν γλώσσῃ ἑαυτὸν οἰκοδομεῖ· ὁ δὲ προφητεύων ἐκκλησίαν οἰκοδομεῖ. 14.5 θέλω δὲ πάντας ὑμᾶς λαλεῖν γλώσσαις, μᾶλλον δὲ ἵνα προφητεύητε· μείζων δὲ ὁ προφητεύων ἢ ὁ λαλῶν γλώσσαις, ἐκτὸς εἰ μὴ διερμηνεύῃ, ἵνα ἡ ἐκκλησία οἰκοδομὴν λάβῃ. 14.6 Νῦν δέ, ἀδελφοί, ἐὰν ἔλθω πρὸς ὑμᾶς γλώσσαις λαλῶν, τί ὑμᾶς ὠφελήσω, ἐὰν μὴ ὑμῖν λαλήσω ἢ ἐν ἀποκαλύψει ἢ ἐν γνώσει ἢ ἐν προφητείᾳ ἢ ἐν διδαχῇ;

Ακόμη λοιπόν κι αν ο ίδιος ο Παύλος ομιλούσε γλώσσες, επειδή αυτοί δεν θα καταλάβαιναν τα λόγια του δεν θα προέκυπτε καμία ωφέλεια. Η πίστη μας είναι λογική. Πρέπει λοιπόν να καταλαβαίνουμε τα λεγόμενα. Η πίστη δεν είναι θέαμα.

 14.7 ὅμως τὰ ἄψυχα φωνὴν διδόντα, εἴτε αὐλὸς εἴτε κιθάρα, ἐὰν διαστολὴν τοῖς φθόγγοις μὴ δῷ, πῶς γνωσθήσεται τὸ αὐλούμενον ἢ τὸ κιθαριζόμενον; 14.8 καὶ γὰρ ἐὰν ἄδηλον σάλπιγξ φωνὴν δῷ, τίς παρασκευάσεται εἰς πόλεμον; 14.9 οὕτως καὶ ὑμεῖς διὰ τῆς γλώσσης ἐὰν μὴ εὔσημον λόγον δῶτε, πῶς γνωσθήσεται τὸ λαλούμενον; ἔσεσθε γὰρ εἰς ἀέρα λαλοῦντες.

Είναι λοιπόν καλό και αναγκαίο το χάρισμα, αλλά θα πρέπει αυτό να συνδυάζεται με την σαφήνεια των πραγμάτων.

 14.10 τοσαῦτα εἰ τύχοι γένη φωνῶν εἰσιν ἐν κόσμῳ, καὶ οὐδὲν ἄφωνον·

Υπάρχουν τόσα είδη γλωσσών και τόσοι διάλλεκτοι, αν λοιπόν δεν γνωρίζω την γλώσσα δεν κατανοώ και το κήρυγμα.

14.11 ἐὰν οὖν μὴ εἰδῶ τὴν δύναμιν τῆς φωνῆς, ἔσομαι τῷ λαλοῦντι βάρβαρος καὶ ὁ λαλῶν ἐν ἐμοὶ βάρβαρος.

Εφόσον λοιπόν δεν μπορούμε να συννενοηθούμε παραμένουμε ξένοι ο ένας προς τον άλλον. Αλλά όχι εξαιτίας της φύσεως της γλώσσας, αλλά εξαιτίας της δικής μου άγνοιας.

14.12 οὕτως καὶ ὑμεῖς, ἐπεὶ ζηλωταί ἐστε πνευμάτων, πρὸς τὴν οἰκοδομὴν τῆς ἐκκλησίας ζητεῖτε ἵνα περισσεύητε.

Είδες τον σκοπό; «Προς οικοδομή της Εκκλησίας».Και δεν είπε «για να αποκτήσετε χαρίσματα, αλλά να σας τα δώσε ο Θεός περίσσια., δηλαδή να τα έχετε αυτά καθ’ υπερβολήν.

 14.13 διὸ ὁ λαλῶν γλώσσῃ προσευχέσθω ἵνα διερμηνεύῃ. 14.14 ἐὰν [γὰρ] προσεύχωμαι γλώσσῃ, τὸ πνεῦμά μου προσεύχεται, ὁ δὲ νοῦς μου ἄκαρπός ἐστιν.

Αυτό ακριβώς επεξηγεί εδώ. Δηλαδή ας μην είναι αρκετό μόνο σε κάποιον να μιλά γλώσσες αλλά και να τις επεξηγεί. Διότι έτσι δεν θα μένει ο νους άκαρπος.

14.15 τί οὖν ἐστιν; προσεύξομαι τῷ πνεύματι, προσεύξομαι δὲ καὶ τῷ νοΐ· ψαλῶ τῷ πνεύματι, ψαλῶ δὲ καὶ τῷ νοΐ.

Το ίδιο πάλι λέει εδώ.Να προσέυχομαι και να ψάλλω όχι μόνο με το πνεύμα μου, αλλά και με τον νου μου. Διότι αν δεν γίνει αυτό, θα προκληθεί σύγχυση.

 14.16 ἐπεὶ ἐὰν εὐλογῇς ἐν πνεύματι, ὁ ἀναπληρῶν τὸν τόπον τοῦ ἰδιώτου πῶς ἐρεῖ τὸ ᾽Αμήν ἐπὶ τῇ σῇ εὐχαριστίᾳ, ἐπειδὴ τί λέγεις οὐκ οἶδεν;

Πως λοιπόν θα πει ο απλοϊκός το «Αμην», αν δεν καταλαβαίνει τα λόγια της προσευχής; Και αυτό δεν είναι μικρή ζημιά. Διότι η λατρεία είναι λογική.

 14.17 σὺ μὲν γὰρ καλῶς εὐχαριστεῖς, ἀλλ᾽ ὁ ἕτερος οὐκ οἰκοδομεῖται

Και γιατί δεν οικομείται;- Γιατί δεν καταλαβαίνει τα λόγια.

. 14.18 εὐχαριστῶ τῷ θεῷ, πάντων ὑμῶν μᾶλλον γλώσσαις λαλῶ·

Και γιατί μας το λέει αυτό;- Για να δείξει ότι δεν περιφρονεί αυτούς κατέχουν το χάρισμα της γλωσσολαλίας. Μην υψηλοφρονείτε λοιπόν εσείς που έχετε αυτό το χάρισμα. Αφού κι εγώ το έχω και μάλιστα περισσότερο από σας.

14.19 ἀλλὰ ἐν ἐκκλησίᾳ θέλω πέντε λόγους τῷ νοΐ μου λαλῆσαι, ἵνα καὶ ἄλλους κατηχήσω, ἢ μυρίους λόγους ἐν γλώσσῃ. 14.20 ᾽Αδελφοί, μὴ παιδία γίνεσθε ταῖς φρεσίν, ἀλλὰ τῇ κακίᾳ νηπιάζετε, ταῖς δὲ φρεσὶν τέλειοι γίνεσθε.

Μη γίνεσθε ανόητοι. Τα χαρίσματα δεν είναι το παν. Να είστε νήπια εις την κακίαν, δηλαδή, να μην γνωρίζετε καν τι είναι η κακία.

 14.21 ἐν τῷ νόμῳ γέγραπται ὅτι ᾽Εν ἑτερογλώσσοις καὶ ἐν χείλεσιν ἑτέρων λαλήσω τῷ λαῷ τούτῳ, καὶ οὐδ᾽ οὕτως εἰσακούσονταί μου, λέγει κύριος.

Αν και βέβαια πουθενά δεν αναγράφεται αυτό στον νόμο. Το ότι αυτοί δεν πείστηκαν, δεν αποτελεί ευθύνη του Θεού, αλλά βέβαια είναι δικό τους έγκλημα. Παρόλα αυτά ο Θεός πράττει όσα πρέπει να πράξει.

14.22 ὥστε αἱ γλῶσσαι εἰς σημεῖόν εἰσιν οὐ τοῖς πιστεύουσιν ἀλλὰ τοῖς ἀπίστοις, ἡ δὲ προφητεία οὐ τοῖς ἀπίστοις ἀλλὰ τοῖς πιστεύουσιν.14.23 ᾽Εὰν οὖν συνέλθῃ ἡ ἐκκλησία ὅλη ἐπὶ τὸ αὐτὸ καὶ πάντες λαλῶσιν γλώσσαις, εἰσέλθωσιν δὲ ἰδιῶται ἢ ἄπιστοι, οὐκ ἐροῦσιν ὅτι μαίνεσθε; 14.24 ἐὰν δὲ πάντες προφητεύωσιν, εἰσέλθῃ δέ τις ἄπιστος ἢ ἰδιώτης, ἐλέγχεται ὑπὸ πάντων, ἀνακρίνεται ὑπὸ πάντων, 14.25 τὰ κρυπτὰ τῆς καρδίας αὐτοῦ φανερὰ γίνεται, καὶ οὕτως πεσὼν ἐπὶ πρόσωπον προσκυνήσει τῷ θεῷ, ἀπαγγέλλων ὅτι ῎Οντως ὁ θεὸς ἐν ὑμῖν ἐστιν.

Η μεν προφητεία λοιπόν είναι χρήσιμη και στον πιστό και στον άπιστο, ενώ η γλωσσολαλία όχι. Διότι η γλωσσολαλία αποτελεί σημείο προς έκπληξη των βλεπόντων, όχι προς κατήχηση. Ο πιστός όμως δεν έχει ανάγκη από σημείο αλλά από διδασκαλία. Πρόσεξε: δεν είπε ότι η προφητεία δεν είναι χρήσιμη στους άπιστους, αλλά την συγκρίνει με τον θόρυβο και τον εντυπωσιασμό που προκαλεί η γλωσσολαλία.

14.26 Τί οὖν ἐστιν, ἀδελφοί; ὅταν συνέρχησθε, ἕκαστος ψαλμὸν ἔχει, διδαχὴν ἔχει, ἀποκάλυψιν ἔχει, γλῶσσαν ἔχει, ἑρμηνείαν ἔχει· πάντα πρὸς οἰκοδομὴν γινέσθω.

Να λοιπόν ο χρυσός κανόνας που απαλάσσει από την κενοδοξία. Διότι αν δεν ήλθες να οικομήσεις τον αδελφό σου, τότε για ποιο λόγο ήρθες; Δεν με ενδιαφέρει λοιπόν το χάρισμά σου, αν αυτό δεν χρησιμοποιείται προς οικοδομή των πιστών.

 14.27 εἴτε γλώσσῃ τις λαλεῖ, κατὰ δύο ἢ τὸ πλεῖστον τρεῖς, καὶ ἀνὰ μέρος, καὶ εἷς διερμηνευέτω· 14.28 ἐὰν δὲ μὴ ᾖ διερμηνευτής, σιγάτω ἐν ἐκκλησίᾳ, ἑαυτῷ δὲ λαλείτω καὶ τῷ θεῷ.

Αν δεν υπάρχει λέει διερμηνέας, αυτός που ομιλεί γλώσσες ας σιωπά. Κι αν δεν μπορεί να σιωπήσει; -Αν δεν υπομένει να σιωπά και είναι τόσο φιλόδοξος αυτός που μιλά γλώσσες, τότε ας μιλά στον ευατό του και στο Θεό. Ώστε εδώ κι αν φαίνεται ότι επιτρέπει στην ουσία εμποδίζει προκαλώντας μεγάλη ντροπή.

 14.29 προφῆται δὲ δύο ἢ τρεῖς λαλείτωσαν, καὶ οἱ ἄλλοι διακρινέτωσαν·

Στον προφήτη δεν λέει να σιωπήσει. Αλλά θέτει ως όρο να υπάρχουν και άλλοι που θα κρίνουν, γιατί; Για να μην εισέλθει ύπουλα μεταξύ του προφήτη και των ακροατών δολοπλόκος μάντης, που θα παρερμηνεύσει τα λεγόμενα.

 14.30 ἐὰν δὲ ἄλλῳ ἀποκαλυφθῇ καθημένῳ, ὁ πρῶτος σιγάτω. 14.31 δύνασθε γὰρ καθ᾽ ἕνα πάντες προφητεύειν, ἵνα πάντες μανθάνωσιν καὶ πάντες παρακαλῶνται,

Να υπάρχει μεν σειρά, αλλά με αξιοπρέπεια και τρόπο.Και η σειρά μπορεί να αλλάξει, αλλά αν υπάρχει λόγος. Και σίγουρα θα υπάρχει λόγος εφόσον το Πνεύμα παρακίνησε τον προφήτη να μιλήσει στην κατάλληλη ώρα.

 14.32 καὶ πνεύματα προφητῶν προφήταις ὑποτάσσεται·

Γιατί το λέει αυτό; Για να παρακινήσει αυτόν που ήδη μιλούσε να σταματήσει ώστε να μην προκαλείται σύγχυση. Αυτό ακριβώς εξηγεί και παρακάτω λέγοντας: 14.33 οὐ γάρ ἐστιν ἀκαταστασίας ὁ θεὸς ἀλλὰ εἰρήνης.

14.34 ῾Ως ἐν πάσαις ταῖς ἐκκλησίαις τῶν ἁγίων, αἱ γυναῖκες ἐν ταῖς ἐκκλησίαις σιγάτωσαν, οὐ γὰρ ἐπιτρέπεται αὐταῖς λαλεῖν· ἀλλὰ ὑποτασσέσθωσαν, καθὼς καὶ ὁ νόμος λέγει.

Και πολύ σωστά. Διότι αν αυτοί που έχουν χαρίσματα πρέπει να σιωπούν και να μην δημιουργούν ταραχή, πόσο μάλλον οι γυναίκες. Και που  το λέει αυτό ο νόμος; -Εκεί που  λέει πως θα είσαι εξαρτημένη από τον άνδρα σου. Και αυτός θα είναι ο κύριός σου. Αν λοιπόν αυτό ισχύει προς τους άνδρες, τότε αυτό ισχύει πολύ περισσότερο ως προς τους διδασκάλους της εκκλησίας.

14.35 εἰ δέ τι μαθεῖν θέλουσιν, ἐν οἴκῳ τοὺς ἰδίους ἄνδρας ἐπερωτάτωσαν, αἰσχρὸν γάρ ἐστιν γυναικὶ λαλεῖν ἐν ἐκκλησίᾳ.

Όχι μόνο λοιπόν δεν πρέπει να μιλούν μέσα στην εκκλησία, αλλά ούτε και να ρωτούν. Και γιατί έθεσε τόση υποταγή; Δίότι είναι κάπως ασθενέστερη η γυναίκα και πιο «ελαφρυά» απ’ ότι ο άνδρας.

14.36 ἢ ἀφ᾽ ὑμῶν ὁ λόγος τοῦ θεοῦ ἐξῆλθεν, ἢ εἰς ὑμᾶς μόνους κατήντησεν;

Και παρουσίασε εδώ και άλλες εκκλησίες οι οποίες ήδη τηρούν αυτόν τον νόμο.

14.37 Εἴ τις δοκεῖ προφήτης εἶναι ἢ πνευματικός, ἐπιγινωσκέτω ἃ γράφω ὑμῖν ὅτι κυρίου ἐστὶν ἐντολή· 14.38 εἰ δέ τις ἀγνοεῖ, ἀγνοεῖται.

Και το λέει αυτό, για να δείξει ότι δεν αναγκάζει, αλλά αποσκοπεί στο συμφέρον τους.

14.39 ὥστε, ἀδελφοί [μου], ζηλοῦτε τὸ προφητεύειν, καὶ τὸ λαλεῖν μὴ κωλύετε γλώσσαις·

Και επανήλθε και πάλι στα προηγούμενα, για να μη νομίζει κανείς ότι ξέφυγε από το θέμα.

14.40 πάντα δὲ εὐσχημόνως καὶ κατὰ τάξιν γινέσθω.

Και εν τέλει κτυπά και πάλι αυτούς που θέλουν να προκαλούν αταξία στην εκκλησία.

*Γι’ αυτούς που λένε ότι δεν προσέχουν στην εκκλησία διότι δεν καταλαβαίνουν: Γι’ αυτό πρέπει να προσέχεις διότι αν αυτό που σου είναι ασαφές δεν σου ξυπνά τη ψυχή, πολύ περισσότερο δεν θα πρόσεχες αν σου ήταν όλα σαφή. Διότι γι’ αυτό δεν είναι όλα σαφή, για να μη πέσεις σε αμέλεια και οκνηρία, ούτε είναι όλα ασαφή για να μη κυριευθείς από απόγνωση. Δεν γνωρίζεις αυτά που λέγονται; Προσευχήσου για να μάθεις.

Κεφάλαιο 15

15.1 Γνωρίζω δὲ ὑμῖν, ἀδελφοί, τὸ εὐαγγέλιον ὃ εὐηγγελισάμην ὑμῖν, ὃ καὶ παρελάβετε, ἐν ᾧ καὶ ἑστήκατε, δι᾽ οὗ καὶ σῴζεσθε,

Δεν σας διδάσκω τίποτα το νέο ή καινοτόμο. Αλλά το Ευαγγέλιο που αφορά την Ανάσταση του Χριστού άρα και την δική σας! Και τους ονομάζει «αδελφούς» διότι αδελφοί γίναμε επειδή έχουμε κοινό πατέρα τον Θεό και είμαστε εν Χριστώ αδελφοί.

15.2 τίνι λόγῳ εὐηγγελισάμην ὑμῖν εἰ κατέχετε, ἐκτὸς εἰ μὴ εἰκῇ ἐπιστεύσατε.

Και δεν το παραλάβατε το Ευαγγέλιο αυτό μόνο με λόγια, αλλά με τέρατα και σημεία. Γι’ αυτό και λέει ότι δεν τους διδάσκει, αλλά τους υπενθυμίζει.

 15.3 παρέδωκα γὰρ ὑμῖν ἐν πρώτοις, ὃ καὶ παρέλαβον, ὅτι Χριστὸς ἀπέθανεν ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν κατὰ τὰς γραφάς,

Δεν σας διδάσκω λοιπόν καινούρια πράγματα δικά μου, αλλά ότι κι εγώ παρέλαβα. Και τι παρέλαβες Παύλε; - Ότι ο Χριστός, λέει πέθανε για τις αμαρτίες μας. Δεν είπε αμέσως για Ανάσταση, αλλά αυτό πρώτα. Και γιατί πέθανε για τις αμαρτίες μας. Γιατί Αυτός είναι αναμάρτητος. Γιατί αν δεν είναι δεν μπορει να πέθανε για τις δικές μας αμαρτίες. Τωρα όμως ως αναμάρτητος δεν πέθανε θάνατο αμαρτίας, αλλά σώματος. Και αφού έφερε σώμα άρα και εν Σώματι ανέστη! Και πρόσθεσε «σώμφωνα με τις γραφές» κάνοντας έτσι αξιόπιστο το λόγο.

15.4 καὶ ὅτι ἐτάφη, καὶ ὅτι ἐγήγερται τῇ ἡμέρᾳ τῇ τρίτῃ κατὰ τὰς γραφάς,

Και ναι μεν απέθανε, αλλά όχι μόνιμα. Διότι Ανέστη. Και όλα αυτά δεν έγιναν τυχαία, αλλά σύμφωνα με τις Γραφές.

15.5 καὶ ὅτι ὤφθη Κηφᾷ, εἶτα τοῖς δώδεκα·

Και αμέσως αναφέρει αυτόν που ήταν πιο αξιόπιστος απ’ όλους. Κι όμως το Ευαγγέλιο λέει ότι πρώτα παρουσιάστηκε στη Μαρία. Ναι, αλλά πρώτα απ’ όλους τους άνδρες στον Πέτρο.

 15.6 ἔπειτα ὤφθη ἐπάνω πεντακοσίοις ἀδελφοῖς ἐφάπαξ, ἐξ ὧν οἱ πλείονες μένουσιν ἕως ἄρτι, τινὲς δὲ ἐκοιμήθησαν· 15.7 ἔπειτα ὤφθη ᾽Ιακώβῳ, εἶτα τοῖς ἀποστόλοις πᾶσιν· 15.8 ἔσχατον δὲ πάντων ὡσπερεὶ τῷ ἐκτρώματι ὤφθη κἀμοί.

Και ευθέως παρουσίαζει κι άλλους μάρτυρες της αναστάσεως. Και όταν λέει «πάνω από πεντακόσιους αδελφούς, εννοεί, ότι δεν εμφανίστηκε βαδίζοντας στη γη αλλά από ύψος, φανερώνοντας έτσι την Ανάσταση και την Ανάληψη.

Και βέβαια ονομάζει τον εαυτό του έκτρωμα, φανερώνοντας κι εδώ μετριοφροσύνη.

15.9 ᾽Εγὼ γάρ εἰμι ὁ ἐλάχιστος τῶν ἀποστόλων, ὃς οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς καλεῖσθαι ἀπόστολος, διότι ἐδίωξα τὴν ἐκκλησίαν τοῦ θεοῦ·

Κι όμως, παρότι όλα όσα έκανε συγχωρήθηκαν, εν τούτοις ποτέ δεν τα λησμόνησε, δείχνοντας έτσι το μέγεθος της χάριτος.

 15.10 χάριτι δὲ θεοῦ εἰμι ὅ εἰμι, καὶ ἡ χάρις αὐτοῦ ἡ εἰς ἐμὲ οὐ κενὴ ἐγενήθη, ἀλλὰ περισσότερον αὐτῶν πάντων ἐκοπίασα, οὐκ ἐγὼ δὲ ἀλλὰ ἡ χάρις τοῦ θεοῦ [ἡ] σὺν ἐμοί.

Και παρότι όπως ομολογεί, περισσότερο απ’ όλους εκοπίασε, (και το λέει αυτό όχι για να υπερηφανευθεί, αλλά για να συγκαταλέξει τον εαυτό του στη χορεία των μαρτύρων και των αποστόλων) εν τούτοις όλα και πάλι τα αποδίδει στη Θεία Χάρη, εξαφανίζοντας με αυτό τον τρόπο τον εαυτό του.

15.11 εἴτε οὖν ἐγὼ εἴτε ἐκεῖνοι, οὕτως κηρύσσομεν καὶ οὕτως ἐπιστεύσατε.

Κι αφού πρώτα εξύψωσε τον εαυτό του κι αφού μετά τον ταπείνωσε, τώρα τον εξισώνει για να είναι αξιόπιστος ο λόγος του. Απ’ όποιον λοιπόν θέλετε διδαχθείτε. Δεν με ενδιαφέρει αυτό. Συνεπώς όμως η αξιοπιστία του Παύλου καθόλου δεν μειωνεκτεί έναντι των άλλων Αποστόλων.

 15.12 Εἰ δὲ Χριστὸς κηρύσσεται ὅτι ἐκ νεκρῶν ἐγήγερται, πῶς λέγουσιν ἐν ὑμῖν τινες ὅτι ἀνάστασις νεκρῶν οὐκ ἔστιν;

Θράσος λοιπόν έχουν αυτοί που αντιλέγουν ότι ο Χριστός αναστήθηκε. Άρα και από μόνη της αυτήν η αμφισβήτηση ορισμένων είναι ικανή να τους αποκόψει από το Σώμα της Εκκλησίας και να τους αποδυναμώσει.

15.13 εἰ δὲ ἀνάστασις νεκρῶν οὐκ ἔστιν, οὐδὲ Χριστὸς ἐγήγερται·

Δηλαδή το αν δεν αναστήθηκαν άλλοι, αυτό αποτελεί πειστήριο ότι δεν αναστήθηκε ο Χριστός; -Όχι, αλλά ο λόγος είναι φοβερός και εξαιρερικά πειστικός. Γιατί τότε γιατί απέθανε ο Χριστός, γιατί αναστήθηκε αν όχι για μας; Δεν προσέλαβε μάταια ο Χριστός σάρκα. Δεν σταυρώθηκε μάταια, αν δεν θα σήκωνε πάνω στον Σταυρό Του τιςς δικές μας αμαρτίες…

15.14 εἰ δὲ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, κενὸν ἄρα [καὶ] τὸ κήρυγμα ἡμῶν, κενὴ καὶ ἡ πίστις ὑμῶν, 15.15 εὑρισκόμεθα δὲ καὶ ψευδομάρτυρες τοῦ θεοῦ, ὅτι ἐμαρτυρήσαμεν κατὰ τοῦ θεοῦ ὅτι ἤγειρεν τὸν Χριστόν, ὃν οὐκ ἤγειρεν εἴπερ ἄρα νεκροὶ οὐκ ἐγείρονται.

Αν όμως είναι άτοπο όλο αυτό το σκεπτικό, τότε όλες οι υπόλοιπες διδασκαλίες είναι εκ του πονηρού.

 15.16 εἰ γὰρ νεκροὶ οὐκ ἐγείρονται, οὐδὲ Χριστὸς ἐγήγερται·

Προβάλλει συνεχώς, αυτό που είναι σαφές και κοινώς ομολογούμενο, ώστε να φανεί πόσο ασθενές είναι το αντίθετο σκεπτικό.

15.17 εἰ δὲ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, ματαία ἡ πίστις ὑμῶν, ἔτι ἐστὲ ἐν ταῖς ἁμαρτίαις ὑμῶν. 15.18 ἄρα καὶ οἱ κοιμηθέντες ἐν Χριστῷ ἀπώλοντο. 15.19 εἰ ἐν τῇ ζωῇ ταύτῃ ἐν Χριστῷ ἠλπικότες ἐσμὲν μόνον, ἐλεεινότεροι πάντων ἀνθρώπων ἐσμέν. 15.20 Νυνὶ δὲ Χριστὸς ἐγήγερται ἐκ νεκρῶν, ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων.

Κι έτσι καταλύεται η διδασκαλία των Μανιχαίων και όσων άλλων πιστεύουν και διδάσκουν τα αντίθετα με την Ορθόδοξη διδασκαλία. Και οι Κορίνθιοι αμφέβαλλαν , όχι για την ανάσταση του Χριστού, αλλά για την ανάσταση των σωμάτων. Και εφόσον ο Χριστός έγινε απαρχή των κεκοιμημένων, άρα πρέπει να αναστήσει κι αυτούς.

 15.21 ἐπειδὴ γὰρ δι᾽ ἀνθρώπου θάνατος, καὶ δι᾽ ἀνθρώπου ἀνάστασις νεκρῶν·

Εάν δε δια μέσου ανθρώπου, τότε οπωσδήποτε με σώμα.

 15.22 ὥσπερ γὰρ ἐν τῷ ᾽Αδὰμ πάντες ἀποθνῄσκουσιν, οὕτως καὶ ἐν τῷ Χριστῷ πάντες ζῳοποιηθήσονται.

Αν όμως όλοι απέθαναν θάνατο αμαρτίας, τότε πως ο Νώε αποδείχθηκε δίκαιος; Πως ο Αβραάμ; Πως ο Ιώβ; -Γι’ αυτό και πρόσθεσε:15.23 ἕκαστος δὲ ἐν τῷ ἰδίῳ τάγματι· ἀπαρχὴ Χριστός, ἔπειτα οἱ τοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ παρουσίᾳ αὐτοῦ·

Επειδή λοιπόν άκουσε ανάσταση, δε σημαίνει αυτό ότι όλοι θα απολαύσουν τα ίδια. Υπάρχει μεγάλη απόσταση μεταξύ δικαίων και αμαρτωλών.

 15.24 εἶτα τὸ τέλος, ὅταν παραδιδῷ τὴν βασιλείαν τῷ θεῷ καὶ πατρί, ὅταν καταργήσῃ πᾶσαν ἀρχὴν καὶ πᾶσαν ἐξουσίαν καὶ δύναμιν.

Αυτό βέβαια μη το εννοήσετε ανθρωπίνως, γιατί αλλιώς θα καταλάβουμε ότι μετά την παράδοση της βασιλείας στον Πατέρα, δεν θα υπάρχει πλέον βασιλεία. Όχι βέβαια! Άλλη αρχή θα καταργήσει, Αυτή της αμαρτίας και του σκότους.

 15.25 δεῖ γὰρ αὐτὸν βασιλεύειν ἄχρι οὗ θῇ πάντας τοὺς ἐχθροὺς ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ. 15.26 ἔσχατος ἐχθρὸς καταργεῖται ὁ θάνατος· 15.27 πάντα γὰρ ὑπέταξεν ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ. ὅταν δὲ εἴπῃ ὅτι πάντα ὑποτέτακται, δῆλον ὅτι ἐκτὸς τοῦ ὑποτάξαντος αὐτῷ τὰ πάντα. 15.28 ὅταν δὲ ταγῇ αὐτῷ τὰ πάντα, τότε [καὶ] αὐτὸς ὁ υἱὸς ὑποταγήσεται τῷ ὑποτάξαντι αὐτῷ τὰ πάντα, ἵνα ᾖ ὁ θεὸς [τὰ] πάντα ἐν πᾶσιν.

Όλα τα παραπάνω να τα δεχτεί ωσάν οικονομία του Θεού για να μην μπερδευτείς. Άλλωστε ο λόγος του Παύλου αφορά την ανάσταση των σωμάτων την οποία αμφισβητούσαν οι Κορίνθιοι. Συνεπώς αφού καταλυθεί το σκότος, ο διάβολος και οι δαίμονες, αυτό δε σημαίνει πως ο Χριστός έπειτα δεν θα βασιλεύει. Συνεπώς αυτό το «εως» είναι άτοπο. Το «άχρις» λοιπόν δεν σημαίνει «τέλος». Και φυσικά δεν ατονεί ο Υιός έναντι του Πατέρα, άλλά όλα τα παραπάνω λέχθηκαν για να αποφευχθεί ο κίνδυνος να υπερυψώσουν ορισμένοι τον Πατέρα πάνω από τον Υιό.

 15.29 ᾽Επεὶ τί ποιήσουσιν οἱ βαπτιζόμενοι ὑπὲρ τῶν νεκρῶν; εἰ ὅλως νεκροὶ οὐκ ἐγείρονται, τί καὶ βαπτίζονται ὑπὲρ αὐτῶν;

Ο Παύλος ονομάζει τάφο το βάπτισμα. Και με την ανάδυση από το νερό της κολυμβήθρας έχουμε και συγχώρηση αμαρτιών, πράγμα ανώτερο και από την ανάσταση των σωμάτων. Διότι όλα αυτά έχουν ως κοινό προορισμό την ανάσταση. Διότι αν βγάλουμε την ανάσταση τότε δεν υπάρχει ανάγκη του βαπτίσματος και της συγχώρησης των αμαρτιών.

15.30 τί καὶ ἡμεῖς κινδυνεύομεν πᾶσαν ὥραν; 15.31 καθ᾽ ἡμέραν ἀποθνῄσκω, νὴ τὴν ὑμετέραν καύχησιν, [ἀδελφοί,] ἣν ἔχω ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ τῷ κυρίῳ ἡμῶν.

Μιλά στον πληθυντικό για να δείξει την θυσία όλων των αποστόλων θπέρ των πιστών. Ως καύχηση παρουσιάζει εδώ την πνευματική προκοπή του ποιμνίου. Και γιατί μας λέει ότι αποθνήσκει κάθε μέρα; - Για να αποδείξει και πάλι την ύπαρξη της αναστάσεως.

 15.32 εἰ κατὰ ἄνθρωπον ἐθηριομάχησα ἐν ᾽Εφέσῳ, τί μοι τὸ ὄφελος;

Τι σημαίνει «ει κατά άνθρωπον»; Όσο είναι δυνατό σε ανθρώπους. Και γιατί θριομάχησε; Για να λάβει αμοιβή. Ποια αμοιβή; Του αρκούσε το να πράτει το θέλημα του Θεού.

εἰ νεκροὶ οὐκ ἐγείρονται, Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν. 15.33 μὴ πλανᾶσθε· Φθείρουσιν ἤθη χρηστὰ ὁμιλίαι κακαί.

Ως «καλά ήθη» εδώ ονομάζει τα κατ΄ ευφημισμό όχι τα όντως καλά ήθη. Αλλά εκείνα που παρασύρονται εύκολα κι έτσι διακωμοδώντας τους καλεί εδώ σε μετάνοια.

15.34 ἐκνήψατε δικαίως καὶ μὴ ἁμαρτάνετε,

Σαν να ομιλεί σε μεθυσμένους ή τρελλούς

 ἀγνωσίαν γὰρ θεοῦ τινες ἔχουσιν· πρὸς ἐντροπὴν ὑμῖν λαλῶ.

Δεν είπε «έχετε άγνοια», αλλά μερικοί από αυτούς έχουν άγνοια του Θεού, μεταθέτοντας έτσι αλλού την ευθύνη. Προς ντροπή σας λέει το λέω αυτό δηλαδή για να διορθωθείτε.

 15.35 ᾽Αλλὰ ἐρεῖ τις, Πῶς ἐγείρονται οἱ νεκροί; ποίῳ δὲ σώματι ἔρχονται;

 

 15.36 ἄφρων, σὺ ὃ σπείρεις οὐ ζῳοποιεῖται ἐὰν μὴ ἀποθάνῃ·

Δηλαδή, ανόητε αγνοείς αυτά που γίνονται από σένα στην καθημερινή ζωή. Γι’ αυτό σε λέω ανόητο. Κι ενώ εσύ είσαι δημιουργός αναστάσεως αμφιβάλλεις εάν είναι ο Θεός.

15.37 καὶ ὃ σπείρεις, οὐ τὸ σῶμα τὸ γενησόμενον σπείρεις ἀλλὰ γυμνὸν κόκκον εἰ τύχοι σίτου ἤ τινος τῶν λοιπῶν·

Και αυτό δίδεται ως απάντηση με ποιο σώμα θα επανέλθουν οι νεκροί.και το σώμα που πρόκειται να αναστηθεί θα είναι σαφώς καλύτερο και λαμπρότερο. Αλλά ας προσέξουμε δεν θα αναστηθεί άλλο σώμα απ’ αυτό που πέθανε, αλλά το ίδιο όπως ακριβώς συνέβη και στην Ανάσταση του Χριστού. Η ουσία λοιπόν του σώματος θα είναι η ίδια, αλλά το σώμα που θα αναστηθεί θα είναι λαμπρότερο. Όπως ακριβώς συμβαίνει με τον σπόρο που φυτρώνει στη γη.

15.38 ὁ δὲ θεὸς δίδωσιν αὐτῷ σῶμα καθὼς ἠθέλησεν, καὶ ἑκάστῳ τῶν σπερμάτων ἴδιον σῶμα. 15.39 οὐ πᾶσα σὰρξ ἡ αὐτὴ σάρξ, ἀλλὰ ἄλλη μὲν ἀνθρώπων, ἄλλη δὲ σὰρξ κτηνῶν, ἄλλη δὲ σὰρξ πτηνῶν, ἄλλη δὲ ἰχθύων.15.40 καὶ σώματα ἐπουράνια, καὶ σώματα ἐπίγεια· ἀλλὰ ἑτέρα μὲν ἡ τῶν ἐπουρανίων δόξα, ἑτέρα δὲ ἡ τῶν ἐπιγείων. 15.41 ἄλλη δόξα ἡλίου, καὶ ἄλλη δόξα σελήνης, καὶ ἄλλη δόξα ἀστέρων· ἀστὴρ γὰρ ἀστέρος διαφέρει ἐν δόξῃ.

Και τι θέλει να πει με όλα αυτά; Ότι δεν θα αξιωθούν όλοι τα ίδια. Διότι υπάρχουν δίκαιοι και αμαρτωλοί, αλλά και δίκαιοι από δικαίους πάλι υπάρχει διαφορά. Όπως και αμαρτωλοί από αμαρτωλούς. Δεν θα κολασθούν όλοι το ίδιο. Δεν είναι όλοι ίσης αξίας. Και γι΄αυτό θα διαφέρει και η λαμπρότητα του καθενός.

 15.42 Οὕτως καὶ ἡ ἀνάστασις τῶν νεκρῶν. σπείρεται ἐν φθορᾷ, ἐγείρεται ἐν ἀφθαρσίᾳ· 15.43 σπείρεται ἐν ἀτιμίᾳ, ἐγείρεται ἐν δόξῃ· σπείρεται ἐν ἀσθενείᾳ, ἐγείρεται ἐν δυνάμει· 15.44 σπείρεται σῶμα ψυχικόν, ἐγείρεται σῶμα πνευματικόν. εἰ ἔστιν σῶμα ψυχικόν, ἔστιν καὶ πνευματικόν.

Δηλαδή αυτό το σώμα που έχουμε τώρα δεν είναι πνευματικό; Είναι μεν πνευματικό αλλά εκείνο το άφθαρτο θα είναι πνευματικότερο. Διότι τώρα λόγω των αμαρτιών η χάρις του Αγίου Πνεύματος αναχωρεί κι έτσι πολλές φορές η ψυχή μένει κενή δίχως Άγιο Πνεύμα. Τότε όμως δεν θα είναι έτσι, αλλά το Άγιο Πνεύμα θα παραμένει μόνιμα στα σώματα των δικαίων.

 15.45 οὕτως καὶ γέγραπται, ᾽Εγένετο ὁ πρῶτος ἄνθρωπος ᾽Αδὰμ εἰς ψυχὴν ζῶσαν· ὁ ἔσχατος ᾽Αδὰμ εἰς πνεῦμα ζῳοποιοῦν.

Και είναι αλήθεια πως αυτό δεν είναι πουθενά γραμμένο. Ψεύδεται εδώ ο Παύλος; Όχι αλλά όπως και ο προφήτης είπε ότι η Ιερουσαλήμ θα ονομασθεί πόλις δικαιοσύνης και δεν ονομάσθηκε ποτέ έτσι, όπως ειπώθηκε ότι ο Χριστός θα ονομασθεί Εμμανουήλ και δεν ονομάσθηκε έτσι κι εδώ περιγράφει τις εκβάσεις τα γεγονότα. Η αρχή λοιπόν έχει γίνει και η ρίζα έχει πλέον φανεί. Άρα δεν πρέπει να αμφιβάλλουμε και για τους καρπούς.

15.46 ἀλλ᾽ οὐ πρῶτον τὸ πνευματικὸν ἀλλὰ τὸ ψυχικόν, ἔπειτα τὸ πνευματικόν.

Άρα υπάρχει πρόοδος και εξέλιξη. Το φυσικό και φθαρτό γίνεται άφθαρτο και αιώνιο.

(έχεις χάσει παιδί; Δεν το έχασες. Μη λες έτσι. Ύπνος είναι αυτό, όχι θάνατος, μετατόπιση, όχι απώλεια, ταξίδι από τα κατώτερα στα καλύτερα. Μη παροργίζεις λοιπόν τον Θεό, αλλά κάνε τον ευμενή απέναντί σου. Διότι αν υπομείνεις με γενναιότητα κι εσύ και ο νεκρός θα εισπράξετε παρηγορία. Αν όμως κάνεις το αντίθετο,  εξάπτει περισσότερο την οργή του Θεού. Σκέψου πως άλλοι που ευαρεστούν τον Θεό περισσότερο από σένα δεν απόκτησαν καθόλου παιδιά, ούτε ονομάστηκαν πατέρες. Ο Κύριος έδωσε ο Κύριο και τα πήρε έτσι πρέπει να πεις όπως είπε και ο Ιώβ. Κατά τον ίδιο τρόπο να σκέφτεσαι και για την γυναίκα αν σου την πάρει ο Θεός. Μπορεί να θέλει να σε οδηγήσει στην εγκράτεια, ίσως σε καλεί σε μεγαλύτερους αγώνες).

 15.47 ὁ πρῶτος ἄνθρωπος ἐκ γῆς χοϊκός, ὁ δεύτερος ἄνθρωπος ἐξ οὐρανοῦ. 15.48 οἷος ὁ χοϊκός, τοιοῦτοι καὶ οἱ χοϊκοί, καὶ οἷος ὁ ἐπουράνιος, τοιοῦτοι καὶ οἱ ἐπουράνιοι· 15.49 καὶ καθὼς ἐφορέσαμεν τὴν εἰκόνα τοῦ χοϊκοῦ, φορέσομεν καὶ τὴν εἰκόνα τοῦ ἐπουρανίου.

Και ονομάζει και τον πρώτο και τον δεύτερο άνθρωπο, ώστε να καταλάβουμε ότι μεν ως γήινοι θα υποστούμε θάνατο, αλλά όπως ο επουράνιος έτσι κι εμείς αθάνατοι θα είμαστε. Κάτι σαν συγκοινωνούντα δοχεία. 

 15.50 Τοῦτο δέ φημι, ἀδελφοί, ὅτι σὰρξ καὶ αἷμα βασιλείαν θεοῦ κληρονομῆσαι οὐ δύναται, οὐδὲ ἡ φθορὰ τὴν ἀφθαρσίαν κληρονομεῖ.

Σάρκα εδώ ονομάζει τις πονηρές πράξεις. Και ως φθορά εννοεί την κακία η οποία δεν μπορεί να γίνει αιτία απολαύσεων των επουρανίων αγαθών αλλά το αντίθετο.

 15.51 ἰδοὺ μυστήριον ὑμῖν λέγω· πάντες οὐ κοιμηθησόμεθα, πάντες δὲ ἀλλαγησόμεθα,

Δηλαδή δεν θα πεθάνουμε όλοι, αλλά όλοι θα αλλάξουμε σώμα.

15.52 ἐν ἀτόμῳ, ἐν ῥιπῇ ὀφθαλμοῦ, ἐν τῇ ἐσχάτῃ σάλπιγγι· σαλπίσει γάρ, καὶ οἱ νεκροὶ ἐγερθήσονται ἄφθαρτοι, καὶ ἡμεῖς ἀλλαγησόμεθα.

Και όλα αυτά τα θαυμαστά θα γίνουν σε μία στιγμή. Πολύ γρήγορα. Ακαριάια. Το «εμείς» εδώ δεν το λέει για τον εαυτό του αλλά για όσους θα ζουν τότε.

15.53 δεῖ γὰρ τὸ φθαρτὸν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀφθαρσίαν καὶ τὸ θνητὸν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀθανασίαν.

Φθαρτό και θνητό εννοεί το σώμα. Το σώμα λοιπόν μένει και γι’ αυτό ενδύεται αφθαρσία, η θνητότης όμως κταργείται.

 15.54 ὅταν δὲ τὸ φθαρτὸν τοῦτο ἐνδύσηται ἀφθαρσίαν καὶ τὸ θνητὸν τοῦτο ἐνδύσηται ἀθανασίαν, τότε γενήσεται ὁ λόγος ὁ γεγραμμένος, Κατεπόθη ὁ θάνατος εἰς νῖκος.

Ούτε ίχνος δεν θα μείνει από τον θάνατο, ούτε ελπίδα επιστροφής.

 15.55 ποῦ σου, θάνατε, τὸ νῖκος; ποῦ σου, θάνατε, τὸ κέντρον;

Πανηγυρίζει ο Παύλος ωσάν να έχουν όλα ήδη συμβεί. Ναι διότι το κεντρί του θανάτου είναι η αμαρτία. Το δε κέντρο του ο νόμος.

 15.56 τὸ δὲ κέντρον τοῦ θανάτου ἡ ἁμαρτία, ἡ δὲ δύναμις τῆς ἁμαρτίας ὁ νόμος·

Αλλα πως η δύναμη της αμαρτίας είναι ο νόμος; Διότι ο νόμος έκανε φανερή την αμαρτία και γνωστή. Άρα αύξησε την κόλαση. Βέβαια ο νόμος εδόθη από τον Θεό ως φάρμακο. Η λάθος χρήση του φαρμάκου δεν είναι ευθύνη του ιατρού αλλά του ασθενούς. Άλλωστε ο Χριστός εκπλήρωσε όλο τον νόμο δίχως να αμαρτήσει. Έτσι ο Χριστός κατέλυσε την αμαρτία και μας απάλλαξε απ αυτήν μέσω του βαπτίσματος, ενώ παράλληλα κατέπαυσε και την ισχύ του νόμου αφού τον εκπλήρωσε ολόκληρο και πάνω στην παράβαση του νόμου συνίστατο η αμαρτία.

 15.57 τῷ δὲ θεῷ χάρις τῷ διδόντι ἡμῖν τὸ νῖκος διὰ τοῦ κυρίου ἡμῶν ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ.

Ναι, διότι το τρόπαιο της νίκης ο Χριστός μας το έδωσε. Κι εκείνος το έστεισε. Και μας έκανε κοινωνούς στην απόλαυση των στεφάνων.

15.58 Ὥστε, ἀδελφοί μου ἀγαπητοί, ἑδραῖοι γίνεσθε, ἀμετακίνητοι, περισσεύοντες ἐν τῷ ἔργῳ τοῦ κυρίου πάντοτε, εἰδότες ὅτι ὁ κόπος ὑμῶν οὐκ ἔστιν κενὸς ἐν κυρίῳ.

Τίποτα δεν κλονίζει κάποιον περισσότερο, όσο το να νομίζει ότι κοπιάζει μάταια. Η παραίνεση λοιπόν εδώ από τον Παύλο είναι πολύ ορθή. Και ποιο είναι το έργο που ζητεί ο Κύριος; Η καθαρή ζωή. Και αυτό πρέπει να το κάνουμε με πολύ ζήλο εγαζόμενοι όλο και περισότερο. Γνωρίζοντας ότι ο κόπος που καταβάλλετε για τον Κύριο δεν είναι μάταιος.

Κεφάλαιο 16

16.1 Περὶ δὲ τῆς λογείας τῆς εἰς τοὺς ἁγίους, ὥσπερ διέταξα ταῖς ἐκκλησίαις τῆς Γαλατίας, οὕτως καὶ ὑμεῖς ποιήσατε.

Και τους βαζει σε μέτρο σύγκρισης όχι με μια πόλη, αλλά με ολόκληρο έθνος για να τους κινητοποιήσει ώστε να μη φανούν κατώτεροι από τους Γαλάτες. Τι όρισε λοιπόν σ’ εκείνους ώστε να το μιμηθούν και οι κορίνθιοι;

 16.2 κατὰ μίαν σαββάτου ἕκαστος ὑμῶν παρ᾽ ἑαυτῷ τιθέτω θησαυρίζων ὅ τι ἐὰν εὐοδῶται, ἵνα μὴ ὅταν ἔλθω τότε λογεῖαι γίνωνται.

Επειδη το Σάββατο ήταν η μέρα του Κυρίου, ήταν λοιπόν μία καλή ευκαιρία για να παρακινηθεί κανείς στην ελεημοσύνη. Άλλωστε ήταν και αργία κάτι που ευνοούσε την πνευματική εργασία. Και λέει «ο καθένας από σας» ώστε να μη διαχωρίζει στην ελεημοσύνη πλούσιους και φτωχούς, αλλά όλοι να πράττουν αυτήν την αρετή. Και δεν είπε ας τα φέρετε στην εκκλησία, για να μη ντρέπονται αυτοί που έβαλαν λιγότερα. Αλλά όταν συγκεντρωθούν όλα μαζί να τα φέρουν στην εκκλησία όταν εκείνος θα τους επισκέπτονταν. Και δεν είπε να βάζει κανείς κάτι στην άκρη απ’ όσα τουπερισσεύουν, αλλά ανάλογα με το πόσα του έδωσε ο Θεός.

Και γιατί τους παρακινεί να τα μαζεύουν τα χρήματα λίγα λιγα; - Για να μη γίνονται λέει έρανοι όταν έλθω.

16.3 ὅταν δὲ παραγένωμαι, οὓς ἐὰν δοκιμάσητε, δι᾽ ἐπιστολῶν τούτους πέμψω ἀπενεγκεῖν τὴν χάριν ὑμῶν εἰς ᾽Ιερουσαλήμ·

Δεν είπε ο δείνα και ο δείνα, αλλά αυτούς που εσείς θα εκλέξετε κι αυτό για να απαλλάξει το έργο από κάθε υποψία.

16.4 ἐὰν δὲ ἄξιον ᾖ τοῦ κἀμὲ πορεύεσθαι, σὺν ἐμοὶ πορεύσονται.

Και εδώ τους παρακινεί στην γενναιοδωρία. Εάν δηλαδή είναι τόσο το ποσό ώστε να χρειάζεται και η δική μου παρουσία, τότε θα είμαι παρόν.

 16.5 ᾽Ελεύσομαι δὲ πρὸς ὑμᾶς ὅταν Μακεδονίαν διέλθω, Μακεδονίαν γὰρ διέρχομαι·

Το είχε ξαναπει αυτό, αλλά τότε με θυμό. Τώρα με επιείκια ώστε να να ποθήσου την εκεί παρουσία του.

16.6 πρὸς ὑμᾶς δὲ τυχὸν παραμενῶ ἢ καὶ παραχειμάσω, ἵνα ὑμεῖς με προπέμψητε οὗ ἐὰν πορεύωμαι. 16.7 οὐ θέλω γὰρ ὑμᾶς ἄρτι ἐν παρόδῳ ἰδεῖν, ἐλπίζω γὰρ χρόνον τινὰ ἐπιμεῖναι πρὸς ὑμᾶς, ἐὰν ὁ κύριος ἐπιτρέψῃ.

Δεν είναι για μένα αγγαρία να έρθω να σας δω. Ουτε θα έρθω σαν περαστικός, αλλά θα έρθω σε σας για να καθίσω όλο το καλοκαίρι μαζί σας. Την επιστολή αυτήν την έγραψε στην Έφεσο περίοδο χειμώνος.

 16.8 ἐπιμενῶ δὲ ἐν ᾽Εφέσῳ ἕως τῆς πεντηκοστῆς·

Και τους δίνει ακριβή αναφορά για το που βρίσκεται και μέχρι πότε θα παραμείνει εκεί για να τους δείξει ότι τους μιλά σαν φίλος. 

 16.9 θύρα γάρ μοι ἀνέῳγεν μεγάλη καὶ ἐνεργής, καὶ ἀντικείμενοι πολλοί.

Αφού όμως είναι μεγάλη η θύρα, πως υπάρχουν εκεί τόσο πολλοί εχθροί; Γι’ αυτό ακριβώς. Επειδή είναι μεγάλη η πίστη. Τι σημαίνει μεγάλη θύρα; -πολλοί άνθρωποι που ήταν έτοιμοι να πιστέψουν. Γι’ αυτό και ο διάβολος επιτίθονταν έντονα.

 16.10 ᾽Εὰν δὲ ἔλθῃ Τιμόθεος, βλέπετε ἵνα ἀφόβως γένηται πρὸς ὑμᾶς, τὸ γὰρ ἔργον κυρίου ἐργάζεται ὡς κἀγώ·

Μάλλον επρόκειτο ο Τιμόθεος να τους επιπλήξει για όσα και ο Παύλος τους έγραφε. Αλλά εκείνοι βλέποντας την καταγωγή του και τη χαμηλή του μόρφωση ήταν πιθανόν να τον περιφρονήσουν. Γι’ αυτό τους λέει «το έργο του Κυρίου κατεργάζεται». Αλλά τι τους είπε να κάνουν; 16.11 μή τις οὖν αὐτὸν ἐξουθενήσῃ. προπέμψατε δὲ αὐτὸν ἐν εἰρήνῃ, ἵνα ἔλθῃ πρός με, ἐκδέχομαι γὰρ αὐτὸν μετὰ τῶν ἀδελφῶν.

Τον περιμένω τους λέει, ώστε προσέξτε καλά γιατί θα μάθω το πώς θα του συμπεριφερθείτε.

 16.12 Περὶ δὲ ᾽Απολλῶ τοῦ ἀδελφοῦ, πολλὰ παρεκάλεσα αὐτὸν ἵνα ἔλθῃ πρὸς ὑμᾶς μετὰ τῶν ἀδελφῶν· καὶ πάντως οὐκ ἦν θέλημα ἵνα νῦν ἔλθῃ, ἐλεύσεται δὲ ὅταν εὐκαιρήσῃ.

Ο Απολλώ μάλλον ήταν και πιο μορφωμένος και μεγαλύτερος σε ηλικία από τον Τιμόθεο. Δεν ήθελε λέει αυτός να έλθει τώρα όχι για άλλο λόγο, αλλά γιατί δεν ευκαιρούσε.

 16.13 Γρηγορεῖτε, στήκετε ἐν τῇ πίστει, ἀνδρίζεσθε, κραταιοῦσθε·

Καλοί και χρήσιμοι είναι οι δάσκαλοι, αλλά δεν αρκούν αν εμείς είμαστε ράθυμοι. Γι’ αυτό εδώ δευκύει το φρόνημα που πρέπει να έχουν οι χριστιανοί.

 16.14 πάντα ὑμῶν ἐν ἀγάπῃ γινέσθω.

Και πράγματι, αν υπήρχε η αγάπη μεταξύ των κορινθίων, δεν θα είχαν φτάσει σε όλες αυτές τις έχθρες. Δεν θα είχαν χωριστεί σε «στρατόπεδα» εγώ του Παύλου εσύ του Απολλώ. Δεν θα κατέφευγαν σε κοσμικά δικαστήρια για λύσουν τις διαφορές τους, δεν θα υπήρχε ματαιοδοξία και τόσα άλλα…

 16.15 Παρακαλῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί· οἴδατε τὴν οἰκίαν Στεφανᾶ, ὅτι ἐστὶν ἀπαρχὴ τῆς ᾽Αχαΐας καὶ εἰς διακονίαν τοῖς ἁγίοις ἔταξαν ἑαυτούς·

Δεν είναι μικρός έπαινος να έρθει κανείς πρώτος στον Χριστό, όπως εδώ έκανε ο Στεφανάς και η οικογένειά του.

16.16 ἵνα καὶ ὑμεῖς ὑποτάσσησθε τοῖς τοιούτοις καὶ παντὶ τῷ συνεργοῦντι καὶ κοπιῶντι.

Και παροτρύνει τους κορινθίους να γίνουν συνεργοί στο έργο αυτής της οικογένειας. Όχι μόνο να τους ακούν και να τους εμπιστεύονται, αλλά και να συνδράμουν σ’ αυτούς οικονομικά προς το κοινό καλό. Και όχι μόνο ασφαλώς στην οικογένεια του Στεφανά, αλλά και σε όσους είναι τέτοιοι.

16.17 χαίρω δὲ ἐπὶ τῇ παρουσίᾳ Στεφανᾶ καὶ Φορτουνάτου καὶ ᾽Αχαϊκοῦ, ὅτι τὸ ὑμέτερον ὑστέρημα οὗτοι ἀνεπλήρωσαν, 16.18 ἀνέπαυσαν γὰρ τὸ ἐμὸν πνεῦμα καὶ τὸ ὑμῶν. ἐπιγινώσκετε οὖν τοὺς τοιούτους.

Απ΄αυτούς ενημερώθηκε για τις πνευματικές πτώσεις των κορινθίων. Αλλά αυτοί ενήργησαν ως πνευματικοί πατέρες από ενδιαφέρον και όχι από άλλη διάθεση.

 16.19 ᾽Ασπάζονται ὑμᾶς αἱ ἐκκλησίαι τῆς ᾽Ασίας.

Πάντοτε συγκεντρώνει και συνενώνει τα μέλη της εκκλησίας διά του ασπασμού.

ἀσπάζεται ὑμᾶς ἐν κυρίῳ πολλὰ ᾽Ακύλας καὶ Πρίσκα σὺν τῇ κατ᾽ οἶκον αὐτῶν ἐκκλησίᾳ.

Επειδή σ’ αυτούς έμεινε ως σκηνοποιός.

 16.20 ἀσπάζονται ὑμᾶς οἱ ἀδελφοὶ πάντες. ᾽Ασπάσασθε ἀλλήλους ἐν φιλήματι ἁγίῳ.

Αυτή την προτροπή για το άγιο φίλημα μόνο σε αυτήν την επιστολή φέρει. Γιατί; -Διότι είχαν έρθει μεταξύ τους μεγάλη διάσταση οι χριστιανοί.

 16.21 ῾Ο ἀσπασμὸς τῇ ἐμῇ χειρὶ Παύλου.

Δείχνει με αυτή τη φράση την επιμέλεια και το ενδιαφέρον με το οποίο εγράφη αυτή η επιστολή.

16.22 εἴ τις οὐ φιλεῖ τὸν κύριον, ἤτω ἀνάθεμα. Μαραν αθα.

Με αυτό το λόγο τους φόβησε που κάνουν το σώμα τους μέλη πόρνης.

Τι σημαίνει μαραν αθά; Και γιατί στην Εβραϊκή; -Επειδή αιτία όλων των κακών είναι η υπερηφάνεια, αυτήν την υπερηφάνεια την προκαλούσε η κοσμική σοφία και αυτή ήταν η κορωνίδα των κακών. Για να ταπεινώσει αυτή δεν χρησιμοποιεί την ελληνική αλλά την εβραϊκή γλώσσα. Μαραναθά σημαίνει ο Κύριός μας ήρθε. Και το λέει αυτό για να βεβαιώσει το κήρυγμα και για να τους ντροπιάσει. Δηλαδή ο Κύριος κατέβηκε τόσο για μας κι εσείς στέκεστε ακόμα στα ίδια;

 16.23 ἡ χάρις τοῦ κυρίου ᾽Ιησοῦ μεθ᾽ ὑμῶν. 16.24 ἡ ἀγάπη μου μετὰ πάντων ὑμῶν ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ.

Ο δάσκαλος δεν διδάσκει μόνο, αλλά και εύχεται. Τα λόγια λοιπόν που σας είπα δεν είναι λόγια θυμού και οργής αλλά πατρικού ενδιαφέροντος.

 

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β ΕΠΙΣΤΟΛΗ

Κεφάλαιο 1

1.1 Παῦλος, ἀπόστολος ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ διὰ θελήματος Θεοῦ καὶ Τιμόθεος ὁ ἀδελφός, τῇ ἐκκλησίᾳ τοῦ Θεοῦ τῇ οὔσῃ ἐν Κορίνθῳ σὺν τοῖς ἁγίοις πᾶσι τοῖς οὖσιν ἐν ὅλῃ τῇ ᾿Αχαΐᾳ· 1.2 χάρις ὑμῖν καὶ εἰρήνη ἀπὸ Θεοῦ πατρὸς ἡμῶν καὶ Κυρίου ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. 1.3 Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς καὶ πατὴρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, ὁ πατὴρ τῶν οἰκτιρμῶν καὶ Θεὸς πάσης παρακλήσεως, 1.4 ὁ παρακαλῶν ἡμᾶς ἐν πάσῃ τῇ θλίψει ἡμῶν, εἰς τὸ δύνασθαι ἡμᾶς παρακαλεῖν τοὺς ἐν πάσῃ θλίψει διὰ τῆς παρακλήσεως ἧς παρακαλούμεθα αὐτοὶ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ· 1.5 ὅτι καθὼς περισσεύει τὰ παθήματα  τοῦ Χριστοῦ εἰς ἡμᾶς, οὕτω διὰ Χριστοῦ περισσεύει καὶ ἡ παράκλησις ἡμῶν. 1.6 εἴτε δὲ θλιβόμεθα, ὑπὲρ τῆς ὑμῶν παρακλήσεως καὶ σωτηρίας τῆς ἐνεργουμένης ἐν ὑπομονῇ τῶν αὐτῶν παθημάτων ὧν καὶ ἡμεῖς πάσχομεν, εἴτε παρακαλούμεθα, ὑπὲρ τῆς ὑμῶν παρακλήσεως καὶ σωτηρίας, 1.7 καὶ ἡ ἐλπὶς ἡμῶν βεβαία ὑπὲρ ὑμῶν·εἰδότες ὅτι ὥσπερ κοινωνοί ἐστε τῶν παθημάτων, οὕτω καὶ τῆς παρακλήσεως. 1.8 Οὐ γὰρ θέλομεν ὑμᾶς ἀγνοεῖν, ἀδελφοί, ὑπὲρ τῆς θλίψεως ἡμῶν τῆς γενομένης ἡμῖν ἐν τῇ ᾿Ασίᾳ, ὅτι καθ᾿ ὑπερβολὴν ἐβαρήθημεν ὑπὲρ δύναμιν, ὥστε ἐξαπορηθῆναι ἡμᾶς καὶ τοῦ ζῆν· 1.9 ἀλλὰ αὐτοὶ ἐν ἑαυτοῖς τὸ ἀπόκριμα τοῦ θανάτου ἐσχήκαμεν, ἵνα μὴ πεποιθότες ὦμεν ἐφ᾿ ἑαυτοῖς, ἀλλ᾿ ἐπὶ τῷ Θεῷ τῷ ἐγείροντι τοὺς νεκρούς· 1.10 ὃς ἐκ τηλικούτου θανάτου ἐρρύσατο ἡμᾶς καὶ ῥύεται, εἰς ὃν ἠλπίκαμεν ὅτι καὶ ἔτι ῥύσεται, 1.11 συνυπουργούντων καὶ ὑμῶν ὑπὲρ ἡμῶν τῇ δεήσει, ἵνα ἐκ πολλῶν προσώπων τὸ εἰς ἡμᾶς χάρισμα διὰ πολλῶν εὐχαριστηθῇ ὑπὲρ ἡμῶν. 1.12 ῾Η γὰρ καύχησις ἡμῶν αὕτη ἐστί, τὸ μαρτύριον τῆς συνειδήσεως ἡμῶν, ὅτι ἐν ἁπλότητι καὶ εἰλικρινείᾳ Θεοῦ, οὐκ ἐν σοφίᾳ σαρκικῇ, ἀλλ᾿ ἐν χάριτι Θεοῦ ἀνεστράφημεν ἐν τῷ κόσμῳ, περισσοτέρως δὲ πρὸς ὑμᾶς. 1.13 οὐ γὰρ ἄλλα γράφομεν ὑμῖν, ἀλλ᾿ ἢ ἃ ἀναγινώσκετε ἢ καὶ ἐπιγινώσκετε, ἐλπίζω δὲ ὅτι καὶ ἕως τέλους ἐπιγνώσεσθε, 1.14 καθὼς καὶ ἐπέγνωτε ἡμᾶς ἀπὸ μέρους, ὅτι καύχημα ὑμῶν ἐσμεν, καθάπερ καὶ ὑμεῖς ἡμῶν, ἐν τῇ ἡμέρᾳ τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ. 1.15  Καὶ ταύτῃ τῇ πεποιθήσει ἐβουλόμην πρὸς ὑμᾶς ἐλθεῖν πρότερον, ἵνα δευτέραν χάριν ἔχητε, 1.16 καὶ δι᾿ ὑμῶν διελθεῖν εἰς Μακεδονίαν, καὶ πάλιν ἀπὸ Μακεδονίας ἐλθεῖν πρὸς ὑμᾶς καὶ ὑφ᾿ ὑμῶν προπεμφθῆναι εἰς τὴν ᾿Ιουδαίαν. 1.17 τοῦτο οὖν βουλόμενος μήτι ἄρα τῇ ἐλαφρίᾳ ἐχρησάμην; ἢ ἃ βουλεύομαι, κατὰ σάρκα βουλεύομαι, ἵνα ἦ παρ᾿ ἐμοὶ τὸ ναὶ  ναὶ καὶ τὸ οὒ οὔ; 1.18 πιστὸς δὲ ὁ Θεὸς ὅτι ὁ λόγος ἡμῶν ὁ πρὸς ὑμᾶς οὐκ ἐγένετο ναὶ καὶ οὔ. 1.19 ὁ γὰρ τοῦ Θεοῦ υἱὸς ᾿Ιησοῦς Χριστὸς ὁ ἐν ὑμῖν δι᾿ ἡμῶν κηρυχθείς, δι᾿ ἐμοῦ καὶ Σιλουανοῦ καὶ Τιμοθέου, οὐκ ἐγένετο ναὶ  καὶ οὔ, ἀλλὰ ναὶ ἐν αὐτῷ γέγονεν· 1.20 ὅσαι γὰρ ἐπαγγελίαι Θεοῦ, ἐν αὐτῷ τὸ ναὶ καὶ ἐν αὐτῷ τὸ ἀμήν, τῷ Θεῷ πρὸς δόξον δι᾿ ἡμῶν. 1.21 ὁ δὲ βεβαιῶν ἡμᾶς σὺν ὑμῖν εἰς Χριστὸν καὶ χρίσας ἡμᾶς Θεός, 1.22 ὁ καί σφραγισάμενος ἡμᾶς καὶ δοὺς τὸν ἀρραβῶνα τοῦ Πνεύματος ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν. 1.23 ᾿Εγὼ δὲ μάρτυρα τὸν Θεὸν ἐπικαλοῦμαι ἐπὶ τὴν ἐμὴν ψυχήν, ὅτι φειδόμενος ὑμῶν οὐκέτι ἦλθον εἰς Κόρινθον. 1.24 οὐχ ὅτι κυριεύομεν ὑμῶν τῆς πίστεως, ἀλλὰ συνεργοί ἐσμεν τῆς χαρᾶς ὑμῶν· τῇ γὰρ πίστει ἑστήκατε.

Κεφάλαιο 2

2.1 ῎Εκρινα δὲ ἑμαυτῷ τοῦτο, τὸ μὴ πάλιν ἐν λύπῃ ἐλθεῖν πρὸς ὑμᾶς. 2.2 εἰ γὰρ ἐγὼ λυπῶ ὑμᾶς, καὶ τίς ἐστιν ὁ εὐφραίνων με εἰ μὴ ὁ λυπούμενος ἐξ ἐμοῦ; 2.3 καὶ ἔγραψα ὑμῖν τοῦτο αὐτό, ἵνα μὴ ἐλθὼν λύπην ἔχω ἀφ᾿ ὧν ἔδει με χαίρειν, πεποιθὼς ἐπὶ πάντας ὑμᾶς ὅτι ἡ ἐμὴ χαρὰ πάντων ὑμῶν ἐστιν. 2.4 ἐκ γὰρ πολλῆς θλίψεως καὶ συνοχῆς καρδίας ἔγραψα ὑμῖν διὰ πολλῶν δακρύων, οὐχ ἵνα λυπηθῆτε, ἀλλὰ τὴν ἀγάπην ἵνα γνῶτε ἣν ἔχω περισσοτέρως εἰς ὑμᾶς. 2.5 Εἰ δέ τις λελύπηκεν, οὐκ ἐμὲ λελύπηκεν, ἀλλά, ἀπὸ μέρους ἵνα μὴ ἐπιβαρῶ, πάντας ὑμᾶς. 2.6 ἱκανὸν τῷ τοιούτῳ ἡ ἐπιτιμία αὕτη ἡ ὑπὸ τῶν πλειόνων 2.7 ὥστε τοὐναντίον μᾶλλον ὑμᾶς χαρίσασθαι καὶ παρακαλέσαι, μήπως τῇ περισσοτέρᾳ λύπῃ καταποθῇ ὁ τοιοῦτος. 2.8 διὸ παρακαλῶ ὑμᾶς κυρῶσαι εἰς αὐτὸν ἀγάπην. 2.9 εἰς τοῦτο γὰρ καὶ ἔγραψα, ἵνα γνῶ τὴν δοκιμὴν ὑμῶν, εἰ εἰς πάντα ὑπήκοοί ἐστε. 2.10 ᾧ δέ τι χαρίζεσθε, καὶ ἐγώ· καὶ γὰρ ἐγὼ εἴ τι κεχάρισμαι ᾧ κεχάρισμαι, δι᾿ ὑμᾶς ἐν προσώπῳ Χριστοῦ, 2.11 ἵνα μὴ πλεονεκτηθῶμεν ὑπὸ τοῦ σατανᾶ· οὐ γὰρ αὐτοῦ τὰ νοήματα ἀγνοοῦμεν 2.12 ᾿Ελθὼν δὲ εἰς τὴν Τρῳάδα εἰς τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ, καὶ θύρας μοι ἀνεῳγμένης ἐν Κυρίῳ, 2.13 οὐκ ἔσχηκα ἄνεσιν τῷ πνεύματί μου τῷ μὴ εὑρεῖν με Τίτον τὸν ἀδελφόν μου, ἀλλὰ ἀποταξάμενος αὐτοῖς ἐξῆλθον εἰς Μακεδονίαν. 2.14 Τῷ δὲ Θεῷ χάρις τῷ πάντοτε θριαμβεύοντι ἡμᾶς ἐν τῷ Χριστῷ καὶ τὴν ὀσμὴν τῆς γνώσεως αὐτοῦ φανεροῦντι δι᾿ ἡμῶν ἐν παντὶ τόπῳ· 2.15 ὅτι Χριστοῦ εὐωδία ἐσμέν τῷ Θεῷ ἐν τοῖς σῳζομένοις καὶ ἐν τοῖς ἀπολλυμένοις, 2.16 οἷς μὲν ὀσμὴ θανάτου εἰς θάνατον, οἷς δὲ ὀσμὴ ζωῆς εἰς ζωήν. καὶ πρὸς ταῦτα τίς ἱκανός; 2.17 οὐ γάρ ἐσμεν ὡς οἱ λοιποὶ καπηλεύοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, ἀλλ᾿ ὡς ἐξ εἰλικρινείας, ἀλλ᾿ ὡς ἐκ Θεοῦ κατενώπιον τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ λαλοῦμεν.

Κεφάλαιο 3

3.1 ᾿Αρχόμεθα πάλιν ἑαυτοὺς συνιστάνειν; εἰ μὴ χρῄζομεν ὥς τινες συστατικῶν ἐπιστολῶν πρὸς ὑμᾶς ἢ ἐξ ὑμῶν συστατικῶν; 3.2  ἡ ἐπιστολὴ ἡμῶν ὑμεῖς ἐστε, ἐγγεγραμμένη ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν, γινωσκομένη καὶ ἀναγινωσκομένη ὑπὸ πάντων ἀνθρώπων, 3.3 φανερούμενοι ὅτι ἐστὲ ἐπιστολὴ Χριστοῦ διακονηθεῖσα ὑφ᾿ ἡμῶν, ἐγγεγραμμένη οὐ μέλανι, ἀλλὰ Πνεύματι Θεοῦ ζῶντος, οὐκ ἐν πλαξὶ λιθίναις, ἀλλὰ ἐν πλαξὶ καρδίαις σαρκίναις. 3.4 Πεποίθησιν δὲ τοιαύτην ἔχομεν διὰ τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸν Θεόν. 3.5 οὐχ ὅτι ἱκανοί ἐσμεν ἀφ᾿ ἑαυτῶν λογίσασθαί τι ὡς ἐξ ἑαυτῶν, ἀλλ᾿ ἡ ἱκανότης ἡμῶν ἐκ τοῦ Θεοῦ, 3.6 ὃς καὶ ἱκάνωσεν ἡμᾶς διακόνους καινῆς διαθήκης, οὐ γράμματος, ἀλλὰ πνεύματος· τὸ γὰρ γράμμα ἀποκτέννει, τὸ δὲ πνεῦμα ζωοποιεῖ. 3.7 Εἰ δὲ ἡ διακονία τοῦ θανάτου ἐν γράμμασιν ἐντετυπωμένη ἐν λίθοις ἐγενήθη ἐν δόξῃ, ὥστε μὴ δύνασθαι ἀτενίσαι τοὺς υἱοὺς ᾿Ισραὴλ εἰς τὸ πρόσωπον Μωῡσέως διὰ τὴν δόξαν τοῦ προσώπου αὐτοῦ τὴν καταργουμένην, 3.8 πῶς οὐχὶ μᾶλλον ἡ διακονία τοῦ πνεύματος ἔσται ἐν δόξῃ; 3.9 εἰ γὰρ ἡ διακονία τῆς κατακρίσεως δόξα, πολλῷ μᾶλλον περισσεύει ἡ διακονία τῆς δικαιοσύνης ἐν δόξῃ. 3.10 καὶ γὰρ οὐδὲ δεδόξασται τὸ δεδοξασμένον ἐν τούτῳ τῷ μέρει ἕνεκεν τῆς ὑπερβαλλούσης δόξης. 3.11 εἰ γὰρ τὸ καταργούμενον διὰ δόξης, πολλῷ μᾶλλον τὸ μένον ἐν δόξῃ. 3.12 ῎Εχοντες οὖν τοιαύτην ἐλπίδα πολλῇ παρρησίᾳ χρώμεθα, 3.13 καὶ οὐ καθάπερ Μωῡσῆς ἐτίθει κάλυμμα ἐπὶ τὸ πρόσωπον ἑαυτοῦ πρὸς τὸ μὴ ἀτενίσαι τοὺς υἱοὺς ᾿Ισραὴλ εἰς τὸ τέλος τοῦ καταργουμένου. 3.14 ἀλλ᾿ ἐπωρώθη τὰ νοήματα αὐτῶν. ἄχρι γὰρ τῆς σήμερον τὸ αὐτὸ κάλυμμα ἐπὶ τῇ ἀναγνώσει τῆς παλαιᾶς διαθήκης μένει, μὴ ἀνακαλυπτόμενον ὅτι ἐν Χριστῷ καταργεῖται, 3.15 ἀλλ᾿ ἕως σήμερον, ἡνίκα ἀναγινώσκεται Μωῡσῆς, κάλυμμα ἐπὶ τὴν καρδίαν αὐτῶν κεῖται· 3.16 ἡνίκα δ᾿ ἂν ἐπιστρέψῃ πρὸς Κύριον,  περιαιρεῖται τὸ κάλυμμα. 3.17 ὁ δὲ Κύριος τὸ Πνεῦμά ἐστιν· οὗ δὲ τὸ Πνεῦμα Κυρίου, ἐκεῖ ἐλευθερία. 3.18 ἡμεῖς δὲ πάντες ἀνακεκαλυμμένῳ προσώπῳ τὴν δόξαν Κυρίου κατοπτριζόμενοι τὴν αὐτὴν εὶκόνα μεταμορφούμεθα ἀπὸ δόξης εἰς δόξαν, καθάπερ ἀπὸ Κυρίου Πνεύματος.

Κεφάλαιο 4

4.1 Διὰ τοῦτο͵ ἔχοντες τὴν διακονίαν ταύτην͵ καθὼς ἠλεήθημεν͵ οὐκ ἐγκακοῦμεν͵ 4.2 ἀλλὰ ἀπειπάμεθα τὰ κρυπτὰ τῆς αἰσχύνης͵ μὴ περιπατοῦντες ἐν πανουργίᾳ μηδὲ δολοῦντες τὸν λόγον τοῦ θεοῦ͵ ἀλλὰ τῇ φανερώσει τῆς ἀληθείας συνιστάνοντες ἑαυτοὺς πρὸς πᾶσαν συνείδησιν ἀνθρώπων ἐνώπιον τοῦ θεοῦ. 4.3 εἰ δὲ καὶ ἔστιν κεκαλυμμένον τὸ εὐαγγέλιον ἡμῶν͵ ἐν τοῖς ἀπολλυμένοις ἐστὶν κεκαλυμμένον͵ 4.4 ἐν οἷς ὁ θεὸς τοῦ αἰῶνος τούτου ἐτύφλωσεν τὰ νοήματα τῶν ἀπίστων εἰς τὸ μὴ αὐγάσαι τὸν φωτισμὸν τοῦ εὐαγγελίου τῆς δόξης τοῦ Χριστοῦ͵ ὅς ἐστιν εἰκὼν τοῦ θεοῦ. 4.5 οὐ γὰρ ἑαυτοὺς κηρύσσομεν ἀλλὰ Ἰησοῦν Χριστὸν κύριον͵ ἑαυτοὺς δὲ δούλους ὑμῶν διὰ Ἰησοῦν. 4.6 ὅτι ὁ θεὸς ὁ εἰπών͵ Ἐκ σκότους φῶς λάμψει͵ ὃς ἔλαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν πρὸς φωτισμὸν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ θεοῦ ἐν προσώπῳ Χριστοῦ. 4.7 Ἔχομεν δὲ τὸν θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν͵ ἵνα ἡ ὑπερβολὴ τῆς δυνάμεως ᾖ τοῦ θεοῦ καὶ μὴ ἐξ ἡμῶν· 4.8 ἐν παντὶ θλιβόμενοι ἀλλ΄ οὐ στενοχωρούμενοι͵ ἀπορούμενοι ἀλλ΄ οὐκ ἐξαπορούμενοι͵ 4.9 διωκόμενοι ἀλλ΄ οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι͵ καταβαλλόμενοι ἀλλ΄ οὐκ ἀπολλύμενοι͵ 4.10 πάντοτε τὴν νέκρωσιν τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι περιφέροντες͵ ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ. 4.11 ἀεὶ γὰρ ἡμεῖς οἱ ζῶντες εἰς θάνατον παραδιδόμεθα διὰ Ἰησοῦν͵ ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ φανερωθῇ ἐν τῇ θνητῇ σαρκὶ ἡμῶν. 4.12 ὥστε ὁ θάνατος ἐν ἡμῖν ἐνεργεῖται͵ ἡ δὲ ζωὴ ἐν ὑμῖν. 4.13 ἔχοντες δὲ τὸ αὐτὸ πνεῦμα τῆς πίστεως͵ κατὰ τὸ γεγραμμένον͵ Ἐπίστευσα͵ διὸ ἐλάλησα͵ καὶ ἡμεῖς πιστεύομεν͵ διὸ καὶ λαλοῦμεν͵ 4.14 εἰδότες ὅτι ὁ ἐγείρας τὸν κύριον Ἰησοῦν καὶ ἡμᾶς σὺν Ἰησοῦ ἐγερεῖ καὶ παραστήσει σὺν ὑμῖν. 4.15 τὰ γὰρ πάντα δι΄ ὑμᾶς͵ ἵνα ἡ χάρις πλεονάσασα διὰ τῶν πλειόνων τὴν εὐχαριστίαν περισσεύσῃ εἰς τὴν δόξαν τοῦ θεοῦ. 4.16 Διὸ οὐκ ἐγκακοῦμεν͵ ἀλλ΄ εἰ καὶ ὁ ἔξω ἡμῶν ἄνθρωπος διαφθείρεται͵ ἀλλ΄ ὁ ἔσω ἡμῶν ἀνακαινοῦται ἡμέρᾳ καὶ ἡμέρᾳ. 4.17 τὸ γὰρ παραυτίκα ἐλαφρὸν τῆς θλίψεως ἡμῶν καθ΄ ὑπερβολὴν εἰς ὑπερβολὴν αἰώνιον βάρος δόξης κατεργάζεται ἡμῖν͵ 4.18 μὴ σκοπούντων ἡμῶν τὰ βλεπόμενα ἀλλὰ τὰ μὴ βλεπόμενα· τὰ γὰρ βλεπόμενα πρόσκαιρα͵ τὰ δὲ μὴ βλεπόμενα αἰώνια.

Κεφάλαιο 5

5.1 οἴδαμεν γὰρ ὅτι ἐὰν ἡ ἐπίγειος ἡμῶν οἰκία τοῦ σκήνους καταλυθῇ, οἰκοδομὴν ἐκ Θεοῦ ἔχομεν, οἰκίαν ἀχειροποίητον αἰώνιον ἐν τοῖς οὐρανοῖς. 5.2 καὶ γὰρ ἐν τούτῳ στενάζομεν, τὸ οἰκητήριον ἡμῶν τὸ ἐξ οὐρανοῦ ἐπενδύσασθαι ἐπιποθοῦντες, 5.3 εἴ γε καὶ ἐνδυσόμενοι οὐ γυμνοὶ εὑρεθησόμεθα. 5.4 καὶ γὰρ οἱ ὄντες ἐν τῷ σκήνει στενάζομεν βαρούμενοι ἐφ᾿ ᾧ οὐ θέλομεν ἐκδύσασθαι, ἀλλ᾿ ἐπενδύσασθαι, ἵνα καταποθῇ τὸ θνητὸν ὑπὸ τῆς ζωῆς. 5.5 ὁ δὲ κατεργασάμενος ἡμᾶς εἰς αὐτὸ τοῦτο Θεός, ὁ καὶ δοὺς ἡμῖν τὸν ἀρραβῶνα τοῦ Πνεύματος. 5.6 Θαρροῦντες οὖν πάντοτε καὶ εἰδότες ὅτι ἐνδημοῦντες ἐν τῷ σώματι ἐκδημοῦμεν ἀπὸ τοῦ Κυρίου· 5.7 διὰ πίστεως γὰρ περιπατοῦμεν, οὐ διὰ εἴδους· - 5.8 θαρροῦμεν δὲ καὶ εὐδοκοῦμεν μᾶλλον ἐκδημῆσαι ἐκ τοῦ σώματος καὶ ἐνδημῆσαι πρὸς τὸν Κύριον. 5.9 διὸ καὶ φιλοτιμούμεθα, εἴτε ἐνδημοῦντες εἴτε ἐκδημοῦντες, εὐάρεστοι αὐτῷ εἶναι. 5.10 τοὺς γὰρ πάντας ἡμᾶς φανερωθῆναι δεῖ ἔμπροσθεν τοῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ, ἵνα κομίσηται ἕκαστος τὰ διὰ τοῦ σώματος πρὸς ἃ ἔπραξεν, εἴτε ἀγαθὸν εἴτε κακόν 5.11 Εἰδότες οὖν τὸν φόβον τοῦ Κυρίου ἀνθρώπους πείθομεν, Θεῷ δὲ πεφανερώμεθα, ἐλπίζω δὲ καὶ ἐν ταῖς συνειδήσεσιν ὑμῶν πεφανερῶσθαι. 5.12 οὐ γὰρ πάλιν ἑαυτοὺς συνιστάνομεν ὑμῖν, ἀλλὰ ἀφορμὴν διδόντες ὑμῖν καυχήματος ὑπὲρ ἡμῶν, ἵνα ἔχητε πρὸς τοὺς ἐν προσώπῳ καυχωμένους καὶ οὐ καρδίᾳ. 5.13 εἴτε γὰρ ἐξέστημεν, Θεῷ, εἴτε σωφρονοῦμεν, ὑμῖν. 5.14 ἡ γὰρ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ συνέχει ἡμᾶς, κρίναντας τοῦτο, ὅτι εἰ εἷς ὑπὲρ πάντων ἀπέθανεν, ἄρα οἱ πάντες ἀπέθανον· 5.15 καί ὑπὲρ πάντων ἀπέθανεν, ἵνα οἱ ζῶντες μηκέτι ἑαυτοῖς ζῶσιν, ἀλλὰ τῷ ὑπὲρ αὐτῶν ἀποθανόντι καὶ ἐγερθέντι. 5.16 ῞Ωστε ἡμεῖς ἀπὸ τοῦ νῦν οὐδένα οἴδαμεν κατὰ σάρκα· εἰ δὲ καὶ ἐγνώκαμεν κατὰ σάρκα Χριστόν, ἀλλὰ νῦν οὐκέτι γινώσκομεν. 5.17 ὥστε εἴ τις ἐν Χριστῷ, καινὴ κτίσις· τὰ ἀρχαῖα παρῆλθεν, ἰδοὺ γέγονε καινὰ τὰ πάντα. 5.18 τὰ δὲ πάντα ἐκ τοῦ Θεοῦ τοῦ καταλλάξαντος ἡμᾶς ἑαυτῷ διὰ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ καὶ δόντος ἡμῖν τὴν διακονίαν τῆς καταλλαγῆς, 5.19 ὡς ὅτι Θεὸς ἦν ἐν Χριστῷ κόσμον καταλλάσσων ἑαυτῷ, μὴ λογιζόμενος αὐτοῖς τὰ παραπτώματα αὐτῶν, καὶ θέμενος ἐν ἡμῖν τὸν λόγον τῆς καταλλαγῆς. 5.20 ῾Υπὲρ Χριστοῦ οὖν πρεσβεύομεν ὡς τοῦ Θεοῦ παρακαλοῦντος δι᾿ ἡμῶν· δεόμεθα ὑπὲρ Χριστοῦ, καταλλάγητε τῷ Θεῷ· 5.21 τὸν γὰρ μὴ γνόντα ἁμαρτίαν ὑπὲρ ἡμῶν ἁμαρτίαν ἐποίησεν, ἵνα ἡμεῖς γενώμεθα δικαιοσύνη Θεοῦ ἐν αὐτῷ.

Κεφάλαιο 6

6.1 Συνεργοῦντες δὲ καὶ παρακαλοῦμεν μὴ εἰς κενὸν τὴν χάριν τοῦ θεοῦ δέξασθαι ὑμᾶς- 6.2 λέγει γάρ, Καιρῷ δεκτῷ ἐπήκουσά σου καὶ ἐν ἡμέρᾳ σωτηρίας ἐβοήθησά σοι· ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας- 6.3 μηδεμίαν ἐν μηδενὶ διδόντες προσκοπήν, ἵνα μὴ μωμηθῇ ἡ διακονία, 6.4 ἀλλ᾽ ἐν παντὶ συνιστάνοντες ἑαυτοὺς ὡς θεοῦ διάκονοι, ἐν ὑπομονῇ πολλῇ, ἐν θλίψεσιν, ἐν ἀνάγκαις, ἐν στενοχωρίαις, 6.5 ἐν πληγαῖς, ἐν φυλακαῖς, ἐν ἀκαταστασίαις, ἐν κόποις, ἐν ἀγρυπνίαις, ἐν νηστείαις, 6.6 ἐν ἁγνότητι, ἐν γνώσει, ἐν μακροθυμίᾳ, ἐν χρηστότητι, ἐν πνεύματι ἁγίῳ, ἐν ἀγάπῃ ἀνυποκρίτῳ, 6.7 ἐν λόγῳ ἀληθείας, ἐν δυνάμει θεοῦ· διὰ τῶν ὅπλων τῆς δικαιοσύνης τῶν δεξιῶν καὶ ἀριστερῶν, 6.8 διὰ δόξης καὶ ἀτιμίας, διὰ δυσφημίας καὶ εὐφημίας· ὡς πλάνοι καὶ ἀληθεῖς, 6.9 ὡς ἀγνοούμενοι καὶ ἐπιγινωσκόμενοι, ὡς ἀποθνῄσκοντες καὶ ἰδοὺ ζῶμεν, ὡς παιδευόμενοι καὶ μὴ θανατούμενοι, 6.10 ὡς λυπούμενοι ἀεὶ δὲ χαίροντες, ὡς πτωχοὶ πολλοὺς δὲ πλουτίζοντες, ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ πάντα κατέχοντες. 6.11 Τὸ στόμα ἡμῶν ἀνέῳγεν πρὸς ὑμᾶς, Κορίνθιοι, ἡ καρδία ἡμῶν πεπλάτυνται· 6.12 οὐ στενοχωρεῖσθε ἐν ἡμῖν, στενοχωρεῖσθε δὲ ἐν τοῖς σπλάγχνοις ὑμῶν· 6.13 τὴν δὲ αὐτὴν ἀντιμισθίαν, ὡς τέκνοις λέγω, πλατύνθητε καὶ ὑμεῖς. 6.14 Μὴ γίνεσθε ἑτεροζυγοῦντες ἀπίστοις· τίς γὰρ μετοχὴ δικαιοσύνῃ καὶ ἀνομίᾳ; ἢ τίς κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος; 6.15 τίς δὲ συμφώνησις Χριστοῦ πρὸς Βελιάρ, ἢ τίς μερὶς πιστῷ μετὰ ἀπίστου; 6.16 τίς δὲ συγκατάθεσις ναῷ θεοῦ μετὰ εἰδώλων; ἡμεῖς γὰρ ναὸς θεοῦ ἐσμεν ζῶντος· καθὼς εἶπεν ὁ θεὸς ὅτι ᾽Ενοικήσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω, καὶ ἔσομαι αὐτῶν θεός, καὶ αὐτοὶ ἔσονταί μου λαός. 6.17 διὸ ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε, λέγει κύριος, καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε· κἀγὼ εἰσδέξομαι ὑμᾶς, 6.18 καὶ ἔσομαι ὑμῖν εἰς πατέρα, καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ μοι εἰς υἱοὺς καὶ θυγατέρας, λέγει κύριος παντοκράτωρ.

Κεφάλαιο 7

7.1 ταύτας οὖν ἔχοντες τὰς ἐπαγγελίας, ἀγαπητοί, καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ θεοῦ. 7.2 Χωρήσατε ἡμᾶς· οὐδένα ἠδικήσαμεν, οὐδένα ἐφθείραμεν, οὐδένα ἐπλεονεκτήσαμεν. 7.3 πρὸς κατάκρισιν οὐ λέγω, προείρηκα γὰρ ὅτι ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν ἐστε εἰς τὸ συναποθανεῖν καὶ συζῆν. 7.4 πολλή μοι παρρησία πρὸς ὑμᾶς, πολλή μοι καύχησις ὑπὲρ ὑμῶν· πεπλήρωμαι τῇ παρακλήσει, ὑπερπερισσεύομαι τῇ χαρᾷ ἐπὶ πάσῃ τῇ θλίψει ἡμῶν. 7.5 Καὶ γὰρ ἐλθόντων ἡμῶν εἰς Μακεδονίαν οὐδεμίαν ἔσχηκεν ἄνεσιν ἡ σὰρξ ἡμῶν, ἀλλ᾽ ἐν παντὶ θλιβόμενοι- ἔξωθεν μάχαι, ἔσωθεν φόβοι. 7.6 ἀλλ᾽ ὁ παρακαλῶν τοὺς ταπεινοὺς παρεκάλεσεν ἡμᾶς ὁ θεὸς ἐν τῇ παρουσίᾳ Τίτου· 7.7 οὐ μόνον δὲ ἐν τῇ παρουσίᾳ αὐτοῦ ἀλλὰ καὶ ἐν τῇ παρακλήσει ᾗ παρεκλήθη ἐφ᾽ ὑμῖν, ἀναγγέλλων ἡμῖν τὴν ὑμῶν ἐπιπόθησιν, τὸν ὑμῶν ὀδυρμόν, τὸν ὑμῶν ζῆλον ὑπὲρ ἐμοῦ, ὥστε με μᾶλλον χαρῆναι. 7.8 ὅτι εἰ καὶ ἐλύπησα ὑμᾶς ἐν τῇ ἐπιστολῇ, οὐ μεταμέλομαι· εἰ καὶ μετεμελόμην (βλέπω ὅτι ἡ ἐπιστολὴ ἐκείνη εἰ καὶ πρὸς ὥραν ἐλύπησεν ὑμᾶς), 7.9 νῦν χαίρω, οὐχ ὅτι ἐλυπήθητε, ἀλλ᾽ ὅτι ἐλυπήθητε εἰς μετάνοιαν· ἐλυπήθητε γὰρ κατὰ θεόν, ἵνα ἐν μηδενὶ ζημιωθῆτε ἐξ ἡμῶν. 7.10 ἡ γὰρ κατὰ θεὸν λύπη μετάνοιαν εἰς σωτηρίαν ἀμεταμέλητον ἐργάζεται· ἡ δὲ τοῦ κόσμου λύπη θάνατον κατεργάζεται. 7.11 ἰδοὺ γὰρ αὐτὸ τοῦτο τὸ κατὰ θεὸν λυπηθῆναι πόσην κατειργάσατο ὑμῖν σπουδήν, ἀλλὰ ἀπολογίαν, ἀλλὰ ἀγανάκτησιν, ἀλλὰ φόβον, ἀλλὰ ἐπιπόθησιν, ἀλλὰ ζῆλον, ἀλλὰ ἐκδίκησιν· ἐν παντὶ συνεστήσατε ἑαυτοὺς ἁγνοὺς εἶναι τῷ πράγματι. 7.12 ἄρα εἰ καὶ ἔγραψα ὑμῖν, οὐχ ἕνεκεν τοῦ ἀδικήσαντος, οὐδὲ ἕνεκεν τοῦ ἀδικηθέντος, ἀλλ᾽ ἕνεκεν τοῦ φανερωθῆναι τὴν σπουδὴν ὑμῶν τὴν ὑπὲρ ἡμῶν πρὸς ὑμᾶς ἐνώπιον τοῦ θεοῦ. 7.13 διὰ τοῦτο παρακεκλήμεθα. ᾽Επὶ δὲ τῇ παρακλήσει ἡμῶν περισσοτέρως μᾶλλον ἐχάρημεν ἐπὶ τῇ χαρᾷ Τίτου, ὅτι ἀναπέπαυται τὸ πνεῦμα αὐτοῦ ἀπὸ πάντων ὑμῶν· 7.14 ὅτι εἴ τι αὐτῷ ὑπὲρ ὑμῶν κεκαύχημαι οὐ κατῃσχύνθην, ἀλλ᾽ ὡς πάντα ἐν ἀληθείᾳ ἐλαλήσαμεν ὑμῖν, οὕτως καὶ ἡ καύχησις ἡμῶν ἡ ἐπὶ Τίτου ἀλήθεια ἐγενήθη. 7.15 καὶ τὰ σπλάγχνα αὐτοῦ περισσοτέρως εἰς ὑμᾶς ἐστιν ἀναμιμνῃσκομένου τὴν πάντων ὑμῶν ὑπακοήν, ὡς μετὰ φόβου καὶ τρόμου ἐδέξασθε αὐτόν. 7.16 χαίρω ὅτι ἐν παντὶ θαρρῶ ἐν ὑμῖν.

Κεφάλαιο 8

8.1 Γνωρίζω δὲ ὑμῖν, ἀδελφοί, τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ τὴν δεδομένην ἐν ταῖς ἐκκλησίαις τῆς Μακεδονίας, 8.2 ὅτι ἐν πολλῇ δοκιμῇ θλίψεως ἡ περισσεία τῆς χαρᾶς αὐτῶν καὶ ἡ κατὰ βάθους πτωχεία αὐτῶν ἐπερίσσευσεν εἰς τὸν πλοῦτον τῆς ἁπλότητος αὐτῶν· 8.3 ὅτι κατὰ δύναμιν μαρτυρῶ, καὶ ὑπὲρ δύναμιν, αὐθαίρετοι, 8.4 μετὰ πολλῆς παρακλήσεως δεόμενοι ἡμῶν τὴν χάριν καὶ τὴν κοινωνίαν τῆς διακονίας τῆς εἰς τοὺς ἁγίους, 8.5 καὶ οὐ καθὼς ἠλπίσαμεν, ἀλλ᾿ ἑαυτοὺς ἔδωκαν πρῶτον τῷ Κυρίῳ καὶ ἡμῖν διὰ θελήματος Θεοῦ, 8.6 εἰς τὸ παρακαλέσαι ἡμᾶς Τίτον, ἵνα καθὼς προενήρξατο οὕτω καὶ ἐπιτελέσῃ εἰς ὑμᾶς καὶ τὴν χάριν ταύτην. 8.7 ἀλλ᾿ ὥσπερ ἐν παντὶ περισσεύετε, πίστει καὶ λόγῳ καὶ γνώσει καὶ πάσῃ σπουδῇ καὶ τῇ ἐξ ὑμῶν ἐν ἡμῖν ἀγάπῃ, ἵνα καὶ ἐν ταύτῃ τῇ χάριτι περισσεύητε. 8.8 οὐ κατ᾿ ἐπιταγὴν λέγω, ἀλλὰ διὰ τῆς ἑτέρων σπουδῆς καὶ τὸ τῆς ὑμετέρας ἀγάπης γνήσιον δοκιμάζων· 8.9 γινώσκετε γὰρ τὴν χάριν τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, ὅτι δι᾿ ὑμᾶς ἐπτώχευσε πλούσιος ὅν, ἵνα ὑμεῖς τῇ ἐκείνου πτωχείᾳ πλουτήσητε. 8.10 καὶ γνώμην ἐν τούτῳ δίδωμι· τοῦτο γὰρ ὑμῖν συμφέρει, οἵτινες οὐ μόνον τὸ ποιῆσαι, ἀλλὰ καὶ τὸ θέλειν προενήρξασθε ἀπὸ πέρυσι· 8.11 νυνὶ δὲ καὶ τὸ ποιῆσαι ἐπιτελέσατε, ὅπως καθάπερ ἡ προθυμία τοῦ θέλειν, οὕτω καὶ τὸ ἐπιτελέσαι ἐκ τοῦ ἔχειν, 8.12 εἰ γὰρ ἡ προθυμία πρόκειται, καθὸ ἐὰν ἔχῃ τις εὐπρόσδεκτος, οὐ καθὸ οὐκ ἔχει. 8.13 οὐ γὰρ ἵνα ἄλλοις ἄνεσις, ὑμῖν δὲ θλῖψις, ἀλλ᾿ ἐξ ἰσότητος ἐν τῷ νῦν καιρῷ τὸ ὑμῶν περίσσευμα εἰς τὸ ἐκείνων ὑστέρημα, 8.14 ἵνα καὶ τὸ ἐκείνων περίσσευμα γένηται εἰς τὸ ὑμῶν ὑστέρημα, ὅπως γένηται  ἰσότης, 8.15 καθὼς γέγραπται· ὁ τὸ πολὺ οὐκ ἐπλεόνασε, καὶ ὁ τὸ ὀλίγον οὐκ ἠλαττόνησε. 8.16 Χάρις δὲ τῷ Θεῷ τῷ διδόντι τὴν αὐτὴν σπουδὴν ὑπὲρ ὑμῶν ἐν τῇ καρδίᾳ Τίτου, 8.17 ὅτι τὴν μὲν παράκλησιν ἐδέξατο, σπουδαιότερος δὲ ὑπάρχων αὐθαίρετος ἐξῆλθε πρὸς ὑμᾶς. 8.18 συνεπέμψαμεν δὲ μετ᾿ αὐτοῦ τὸν ἀδελφὸν οὗ ὁ ἔπαινος ἐν τῷ εὐαγγελίῳ διὰ πασῶν τῶν ἐκκλησιῶν· - 8.19 οὐ μόνον δέ, ἀλλὰ καὶ χειροτονηθεὶς ὑπὸ τῶν ἐκκλησιῶν συνέκδημος ἡμῶν σὺν τῇ χάριτι ταύτῃ τῇ διακονουμένῃ ὑφ᾿ ἡμῶν πρὸς τὴν αὐτοῦ τοῦ Κυρίου δόξαν καὶ προθυμίαν ἡμῶν· 8.20 -στελλόμενοι τοῦτο, μή τις ἡμᾶς μωμήσηται ἐν τῇ ἁδρότητι ταύτῃ τῇ διακονουμένῃ ὑφ᾿ ἡμῶν, 8.21 προνοούμενοι καλὰ οὐ μόνον ἐνώπιον Κυρίου, ἀλλὰ καὶ ἐνώπιον ἀνθρώπων. 8.22 συνεπέμψαμεν δὲ αὐτοῖς τὸν ἀδελφὸν ἡμῶν, ὃν ἐδοκιμάσαμεν ἐν πολλοῖς πολλάκις σπουδαῖον ὄντα, νυνὶ δὲ πολὺ σπουδαιότερον πεποιθήσει πολλῇ τῇ εἰς ὑμᾶς. 8.23 εἴτε ὑπὲρ Τίτου, κοινωνὸς ἐμὸς καὶ εἰς ὑμᾶς συνεργός· εἴτε ἀδελφοὶ ἡμῶν, ἀπόστολοι ἐκκλησιῶν, δόξα Χριστοῦ. 8.24 Τὴν οὖν ἔνδειξιν τῆς ἀγάπης ὑμῶν καὶ ἡμῶν καυχήσεως ὑπὲρ ὑμῶν εἰς αὐτοὺς ἐνδείξασθε εἰς πρόσωπον τῶν ἐκκλησιῶν.

Κεφάλαιο 9

9.1 Περὶ μὲν γὰρ τῆς διακονίας τῆς εἰς τοὺς ἁγίους περισσόν μοί ἐστιν τὸ γράφειν ὑμῖν, 9.2 οἶδα γὰρ τὴν προθυμίαν ὑμῶν ἣν ὑπὲρ ὑμῶν καυχῶμαι Μακεδόσιν ὅτι ᾽Αχαΐα παρεσκεύασται ἀπὸ πέρυσι, καὶ τὸ ὑμῶν ζῆλος ἠρέθισεν τοὺς πλείονας. 9.3 ἔπεμψα δὲ τοὺς ἀδελφούς, ἵνα μὴ τὸ καύχημα ἡμῶν τὸ ὑπὲρ ὑμῶν κενωθῇ ἐν τῷ μέρει τούτῳ, ἵνα καθὼς ἔλεγον παρεσκευασμένοι ἦτε, 9.4 μή πως ἐὰν ἔλθωσιν σὺν ἐμοὶ Μακεδόνες καὶ εὕρωσιν ὑμᾶς ἀπαρασκευάστους καταισχυνθῶμεν ἡμεῖς, ἵνα μὴ λέγω ὑμεῖς, ἐν τῇ ὑποστάσει ταύτῃ. 9.5 ἀναγκαῖον οὖν ἡγησάμην παρακαλέσαι τοὺς ἀδελφοὺς ἵνα προέλθωσιν εἰς ὑμᾶς καὶ προκαταρτίσωσιν τὴν προεπηγγελμένην εὐλογίαν ὑμῶν, ταύτην ἑτοίμην εἶναι οὕτως ὡς εὐλογίαν καὶ μὴ ὡς πλεονεξίαν. 9.6 Τοῦτο δέ, ὁ σπείρων φειδομένως φειδομένως καὶ θερίσει, καὶ ὁ σπείρων ἐπ᾽ εὐλογίαις ἐπ᾽ εὐλογίαις καὶ θερίσει. 9.7 ἕκαστος καθὼς προῄρηται τῇ καρδίᾳ, μὴ ἐκ λύπης ἢ ἐξ ἀνάγκης, ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾷ ὁ θεός. 9.8 δυνατεῖ δὲ ὁ θεὸς πᾶσαν χάριν περισσεῦσαι εἰς ὑμᾶς, ἵνα ἐν παντὶ πάντοτε πᾶσαν αὐτάρκειαν ἔχοντες περισσεύητε εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθόν, 9.9 καθὼς γέγραπται, ᾽Εσκόρπισεν, ἔδωκεν τοῖς πένησιν, ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ μένει εἰς τὸν αἰῶνα. 9.10 ὁ δὲ ἐπιχορηγῶν σπέρμα τῷ σπείροντι καὶ ἄρτον εἰς βρῶσιν χορηγήσει καὶ πληθυνεῖ τὸν σπόρον ὑμῶν καὶ αὐξήσει τὰ γενήματα τῆς δικαιοσύνης ὑμῶν· 9.11 ἐν παντὶ πλουτιζόμενοι εἰς πᾶσαν ἁπλότητα, ἥτις κατεργάζεται δι᾽ ἡμῶν εὐχαριστίαν τῷ θεῷ 9.12 ὅτι ἡ διακονία τῆς λειτουργίας ταύτης οὐ μόνον ἐστὶν προσαναπληροῦσα τὰ ὑστερήματα τῶν ἁγίων, ἀλλὰ καὶ περισσεύουσα διὰ πολλῶν εὐχαριστιῶν τῷ θεῷ 9.13 διὰ τῆς δοκιμῆς τῆς διακονίας ταύτης δοξάζοντες τὸν θεὸν ἐπὶ τῇ ὑποταγῇ τῆς ὁμολογίας ὑμῶν εἰς τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ καὶ ἁπλότητι τῆς κοινωνίας εἰς αὐτοὺς καὶ εἰς πάντας, 9.14 καὶ αὐτῶν δεήσει ὑπὲρ ὑμῶν ἐπιποθούντων ὑμᾶς διὰ τὴν ὑπερβάλλουσαν χάριν τοῦ θεοῦ ἐφ᾽ ὑμῖν. 9.15 χάρις τῷ θεῷ ἐπὶ τῇ ἀνεκδιηγήτῳ αὐτοῦ δωρεᾷ.

Κεφάλαιο 10

10.1 Αὐτὸς δὲ ἐγὼ Παῦλος παρακαλῶ ὑμᾶς διὰ τῆς πρᾳότητος καὶ ἐπιεικείας τοῦ Χριστοῦ, ὃς κατὰ πρόσωπον μὲν ταπεινὸς ἐν ὑμῖν, ἀπὼν δὲ θαρρῶ εἰς ὑμᾶς· 10.2 δέομαι δὲ τὸ μὴ παρὼν θαρρῆσαι τῇ πεποιθήσει ἢ λογίζομαι τολμῆσαι ἐπί τινας τοὺς λογιζομένους ἡμᾶς ὡς κατὰ σάρκα περιπατοῦντας. 10.3 ᾿Εν σαρκὶ γὰρ περιπατοῦντες οὐ κατὰ σάρκα στρατευόμεθα· 10.4 τὰ γὰρ ὅπλα τῆς στρατείας ἡμῶν οὐ σαρκικά, ἀλλὰ δυνατὰ τῷ Θεῷ πρὸς καθαίρεσιν ὀχυρωμάτων· - 10.5 λογισμοὺς καθαιροῦντες καὶ πᾶν ὕψωμα ἐπαιρόμενον κατὰ τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ, καὶ αἰχμαλωτίζοντες πᾶν νόημα εἰς τὴν ὑπακοὴν τοῦ Χριστοῦ, 10.6 καὶ ἐν ἑτοίμῳ ἔχοντες ἐκδικῆσαι πᾶσαν παρακοήν, ὅταν πληρωθῇ ὑμῶν ἡ ὑπακοή. 10.7 Τὰ κατὰ πρόσωπον βλέπετε! εἴ τις πέποιθεν ἑαυτῷ Χριστοῦ εἶναι, τοῦτο λογιζέσθω πάλιν ἀφ᾿ ἑαυτοῦ, ὅτι καθὼς αὐτὸς Χριστοῦ, οὕτω καὶ ἡμεῖς Χριστοῦ. 10.8 ἐάν τε γὰρ καὶ περισσότερόν τι καυχήσωμαι περὶ τῆς ἐξουσίας ἡμῶν, ἧς ἔδωκεν ὁ Κύριος ἡμῖν εἰς οἰκοδομὴν καὶ οὐκ εἰς καθαίρεσιν ὑμῶν, οὐκ αἰσχυνθήσομαι, 10.9 ἵνα μὴ δόξω ὡς ἂν ἐκφοβεῖν ὑμᾶς διὰ τῶν ἐπιστολῶν. 10.10 ὅτι αἱ μὲν ἐπιστολαί, φησί, βαρεῖαι καὶ ἰσχυραί, ἡ δὲ παρουσία τοῦ σώματος ἀσθενὴς καὶ ὁ λόγος ἐξουθενημένος. 10.11 τοῦτο λογιζέσθω ὁ τοιοῦτος, ὅτι οἷοί ἐσμεν τῷ λόγῳ δι᾿ ἐπιστολῶν ἀπόντες, τοιοῦτοι καὶ παρόντες τῷ ἔργῳ. 10.12 Οὐ γὰρ τολμῶμεν ἐγκρῖναι ἢ συγκρῖναι ἑαυτούς τισι τῶν ἑαυτοὺς συνιστανόντων· ἀλλὰ αὐτοὶ ἐν ἑαυτοῖς ἑαυτοὺς μετροῦντες καὶ συγκρίνοντες ἑαυτοὺς ἑαυτοῖς οὐ συνιοῦσιν. 10.13 ἡμεῖς δὲ οὐχὶ εἰς τὰ ἄμετρα καυχησόμεθα, ἀλλὰ κατὰ τὸ μέτρον τοῦ κανόνος οὗ ἐμέρισεν ἡμῖν ὁ Θεὸς μέτρου, ἐφικέσθαι ἄχρι καὶ ὑμῶν. 10.14 οὐ γὰρ ὡς μὴ ἐφικνούμενοι εἰς ὑμᾶς ὑπερεκτείνομεν ἑαυτούς· ἄχρι γὰρ καὶ ὑμῶν ἐφθάσαμεν ἐν τῷ εὐαγγελίῳ τοῦ Χριστοῦ, 10.15 οὐκ εἰς τὰ ἄμετρα καυχώμενοι ἐν ἀλλοτρίοις κόποις, ἐλπίδα δὲ ἔχοντες, αὐξανομένης τῆς πίστεως ὑμῶν, ἐν ὑμῖν μεγαλυνθῆναι κατὰ τὸν κανόνα ἡμῶν εἰς περισσείαν, 10.16 εἰς τὰ ὑπερέκεινα ὑμῶν εὐαγγελίσασθαι, οὐκ ἐν ἀλλοτρίῳ κανόνι εἰς τὰ ἕτοιμα καυχήσασθαι. 10.17 ῾Ο δὲ καυχώμενος ἐν Κυρίῳ καυχάσθω· 10.18 οὐ γὰρ ὁ ἑαυτὸν συνιστῶν, ἐκεῖνός ἐστι δόκιμος, ἀλλ᾿ ὃν ὁ Κύριος συνίστησιν.

Κεφάλαιο 11

11.1 ῎Οφελον ἀνείχεσθέ μου μικρόν τι ἀφροσύνης· ἀλλὰ καὶ ἀνέχεσθέ μου. 11.2 ζηλῶ γὰρ ὑμᾶς θεοῦ ζήλῳ, ἡρμοσάμην γὰρ ὑμᾶς ἑνὶ ἀνδρὶ παρθένον ἁγνὴν παραστῆσαι τῷ Χριστῷ· 11.3 φοβοῦμαι δὲ μή πως, ὡς ὁ ὄφις ἐξηπάτησεν Εὕαν ἐν τῇ πανουργίᾳ αὐτοῦ, φθαρῇ τὰ νοήματα ὑμῶν ἀπὸ τῆς ἁπλότητος [καὶ τῆς ἁγνότητος] τῆς εἰς τὸν Χριστόν. 11.4 εἰ μὲν γὰρ ὁ ἐρχόμενος ἄλλον ᾽Ιησοῦν κηρύσσει ὃν οὐκ ἐκηρύξαμεν, ἢ πνεῦμα ἕτερον λαμβάνετε ὃ οὐκ ἐλάβετε, ἢ εὐαγγέλιον ἕτερον ὃ οὐκ ἐδέξασθε, καλῶς ἀνέχεσθε. 11.5 λογίζομαι γὰρ μηδὲν ὑστερηκέναι τῶν ὑπερλίαν ἀποστόλων· 11.6 εἰ δὲ καὶ ἰδιώτης τῷ λόγῳ, ἀλλ᾽ οὐ τῇ γνώσει, ἀλλ᾽ ἐν παντὶ φανερώσαντες ἐν πᾶσιν εἰς ὑμᾶς. 11.7 Ἢ ἁμαρτίαν ἐποίησα ἐμαυτὸν ταπεινῶν ἵνα ὑμεῖς ὑψωθῆτε, ὅτι δωρεὰν τὸ τοῦ θεοῦ εὐαγγέλιον εὐηγγελισάμην ὑμῖν; 11.8 ἄλλας ἐκκλησίας ἐσύλησα λαβὼν ὀψώνιον πρὸς τὴν ὑμῶν διακονίαν, 11.9 καὶ παρὼν πρὸς ὑμᾶς καὶ ὑστερηθεὶς οὐ κατενάρκησα οὐθενός· τὸ γὰρ ὑστέρημά μου προσανεπλήρωσαν οἱ ἀδελφοὶ ἐλθόντες ἀπὸ Μακεδονίας· καὶ ἐν παντὶ ἀβαρῆ ἐμαυτὸν ὑμῖν ἐτήρησα καὶ τηρήσω. 11.10 ἔστιν ἀλήθεια Χριστοῦ ἐν ἐμοὶ ὅτι ἡ καύχησις αὕτη οὐ φραγήσεται εἰς ἐμὲ ἐν τοῖς κλίμασιν τῆς ᾽Αχαΐας. 11.11 διὰ τί; ὅτι οὐκ ἀγαπῶ ὑμᾶς; ὁ θεὸς οἶδεν. 11.12 ἃ δὲ ποιῶ καὶ ποιήσω, ἵνα ἐκκόψω τὴν ἀφορμὴν τῶν θελόντων ἀφορμήν, ἵνα ἐν ᾧ καυχῶνται εὑρεθῶσιν καθὼς καὶ ἡμεῖς. 11.13 οἱ γὰρ τοιοῦτοι ψευδαπόστολοι, ἐργάται δόλιοι, μετασχηματιζόμενοι εἰς ἀποστόλους Χριστοῦ. 11.14 καὶ οὐ θαῦμα, αὐτὸς γὰρ ὁ Σατανᾶς μετασχηματίζεται εἰς ἄγγελον φωτός· 11.15 οὐ μέγα οὖν εἰ καὶ οἱ διάκονοι αὐτοῦ μετασχηματίζονται ὡς διάκονοι δικαιοσύνης, ὧν τὸ τέλος ἔσται κατὰ τὰ ἔργα αὐτῶν. 11.16 Πάλιν λέγω, μή τίς με δόξῃ ἄφρονα εἶναι· εἰ δὲ μήγε, κἂν ὡς ἄφρονα δέξασθέ με, ἵνα κἀγὼ μικρόν τι καυχήσωμαι. 11.17 ὃ λαλῶ οὐ κατὰ κύριον λαλῶ, ἀλλ᾽ ὡς ἐν ἀφροσύνῃ, ἐν ταύτῃ τῇ ὑποστάσει τῆς καυχήσεως. 11.18 ἐπεὶ πολλοὶ καυχῶνται κατὰ σάρκα, κἀγὼ καυχήσομαι. 11.19 ἡδέως γὰρ ἀνέχεσθε τῶν ἀφρόνων φρόνιμοι ὄντες· 11.20 ἀνέχεσθε γὰρ εἴ τις ὑμᾶς καταδουλοῖ, εἴ τις κατεσθίει, εἴ τις λαμβάνει, εἴ τις ἐπαίρεται, εἴ τις εἰς πρόσωπον ὑμᾶς δέρει. 11.21 κατὰ ἀτιμίαν λέγω, ὡς ὅτι ἡμεῖς ἠσθενήκαμεν· ἐν ᾧ δ᾽ ἄν τις τολμᾷ, ἐν ἀφροσύνῃ λέγω, τολμῶ κἀγώ. 11.22 Ἑβραῖοί εἰσιν; κἀγώ. ᾽Ισραηλῖταί εἰσιν; κἀγώ. σπέρμα ᾽Αβραάμ εἰσιν; κἀγώ. 11.23 διάκονοι Χριστοῦ εἰσιν; παραφρονῶν λαλῶ, ὑπὲρ ἐγώ· ἐν κόποις περισσοτέρως, ἐν φυλακαῖς περισσοτέρως, ἐν πληγαῖς ὑπερβαλλόντως, ἐν θανάτοις πολλάκις· 11.24 ὑπὸ ᾽Ιουδαίων πεντάκις τεσσαράκοντα παρὰ μίαν ἔλαβον, 11.25 τρὶς ἐραβδίσθην, ἅπαξ ἐλιθάσθην, τρὶς ἐναυάγησα, νυχθήμερον ἐν τῷ βυθῷ πεποίηκα· 11.26 ὁδοιπορίαις πολλάκις, κινδύνοις ποταμῶν, κινδύνοις λῃστῶν, κινδύνοις ἐκ γένους, κινδύνοις ἐξ ἐθνῶν, κινδύνοις ἐν πόλει, κινδύνοις ἐν ἐρημίᾳ, κινδύνοις ἐν θαλάσσῃ, κινδύνοις ἐν ψευδαδέλφοις, 11.27 κόπῳ καὶ μόχθῳ, ἐν ἀγρυπνίαις πολλάκις, ἐν λιμῷ καὶ δίψει, ἐν νηστείαις πολλάκις, ἐν ψύχει καὶ γυμνότητι· 11.28 χωρὶς τῶν παρεκτὸς ἡ ἐπίστασίς μοι ἡ καθ᾽ ἡμέραν, ἡ μέριμνα πασῶν τῶν ἐκκλησιῶν. 11.29 τίς ἀσθενεῖ, καὶ οὐκ ἀσθενῶ; τίς σκανδαλίζεται, καὶ οὐκ ἐγὼ πυροῦμαι; 11.30 Εἰ καυχᾶσθαι δεῖ, τὰ τῆς ἀσθενείας μου καυχήσομαι. 11.31 ὁ θεὸς καὶ πατὴρ τοῦ κυρίου ᾽Ιησοῦ οἶδεν, ὁ ὢν εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας, ὅτι οὐ ψεύδομαι. 11.32 ἐν Δαμασκῷ ὁ ἐθνάρχης ῾Αρέτα τοῦ βασιλέως ἐφρούρει τὴν πόλιν Δαμασκηνῶν πιάσαι με, 11.33 καὶ διὰ θυρίδος ἐν σαργάνῃ ἐχαλάσθην διὰ τοῦ τείχους καὶ ἐξέφυγον τὰς χεῖρας αὐτοῦ.

Κεφάλαιο 12

12.1 Καυχᾶσθαι δεῖ· οὐ συμφέρον μέν, ἐλεύσομαι δὲ εἰς ὀπτασίας καὶ ἀποκαλύψεις κυρίου. 12.2 οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ πρὸ ἐτῶν δεκατεσσάρων -εἴτε ἐν σώματι οὐκ οἶδα, εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ θεὸς οἶδεν- ἁρπαγέντα τὸν τοιοῦτον ἕως τρίτου οὐρανοῦ. 12.3 καὶ οἶδα τὸν τοιοῦτον ἄνθρωπον -εἴτε ἐν σώματι εἴτε χωρὶς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ θεὸς οἶδεν- 12.4 ὅτι ἡρπάγη εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἤκουσεν ἄρρητα ῥήματα ἃ οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι. 12.5 ὑπὲρ τοῦ τοιούτου καυχήσομαι, ὑπὲρ δὲ ἐμαυτοῦ οὐ καυχήσομαι εἰ μὴ ἐν ταῖς ἀσθενείαις [μου]. 12.6 ἐὰν γὰρ θελήσω καυχήσασθαι, οὐκ ἔσομαι ἄφρων, ἀλήθειαν γὰρ ἐρῶ· φείδομαι δέ, μή τις εἰς ἐμὲ λογίσηται ὑπὲρ ὃ βλέπει με ἢ ἀκούει [τι] ἐξ ἐμοῦ καὶ τῇ ὑπερβολῇ τῶν ἀποκαλύψεων. 12.7 διό, ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι, ἐδόθη μοι σκόλοψ τῇ σαρκί, ἄγγελος Σατανᾶ, ἵνα με κολαφίζῃ, ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι. 12.8 ὑπὲρ τούτου τρὶς τὸν κύριον παρεκάλεσα ἵνα ἀποστῇ ἀπ᾽ ἐμοῦ· 12.9 καὶ εἴρηκέν μοι, ᾽Αρκεῖ σοι ἡ χάρις μου· ἡ γὰρ δύναμις ἐν ἀσθενείᾳ τελεῖται. ἥδιστα οὖν μᾶλλον καυχήσομαι ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου, ἵνα ἐπισκηνώσῃ ἐπ᾽ ἐμὲ ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ. 12.10 διὸ εὐδοκῶ ἐν ἀσθενείαις, ἐν ὕβρεσιν, ἐν ἀνάγκαις, ἐν διωγμοῖς καὶ στενοχωρίαις, ὑπὲρ Χριστοῦ· ὅταν γὰρ ἀσθενῶ, τότε δυνατός εἰμι. 12.11 Γέγονα ἄφρων· ὑμεῖς με ἠναγκάσατε· ἐγὼ γὰρ ὤφειλον ὑφ᾽ ὑμῶν συνίστασθαι. οὐδὲν γὰρ ὑστέρησα τῶν ὑπερλίαν ἀποστόλων, εἰ καὶ οὐδέν εἰμι· 12.12 τὰ μὲν σημεῖα τοῦ ἀποστόλου κατειργάσθη ἐν ὑμῖν ἐν πάσῃ ὑπομονῇ, σημείοις τε καὶ τέρασιν καὶ δυνάμεσιν. 12.13 τί γάρ ἐστιν ὃ ἡσσώθητε ὑπὲρ τὰς λοιπὰς ἐκκλησίας, εἰ μὴ ὅτι αὐτὸς ἐγὼ οὐ κατενάρκησα ὑμῶν; χαρίσασθέ μοι τὴν ἀδικίαν ταύτην. 12.14 ᾽Ιδοὺ τρίτον τοῦτο ἑτοίμως ἔχω ἐλθεῖν πρὸς ὑμᾶς, καὶ οὐ καταναρκήσω· οὐ γὰρ ζητῶ τὰ ὑμῶν ἀλλὰ ὑμᾶς, οὐ γὰρ ὀφείλει τὰ τέκνα τοῖς γονεῦσιν θησαυρίζειν, ἀλλὰ οἱ γονεῖς τοῖς τέκνοις. 12.15 ἐγὼ δὲ ἥδιστα δαπανήσω καὶ ἐκδαπανηθήσομαι ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν. εἰ περισσοτέρως ὑμᾶς ἀγαπῶ, ἦσσον ἀγαπῶμαι; 12.16 ἔστω δέ, ἐγὼ οὐ κατεβάρησα ὑμᾶς· ἀλλὰ ὑπάρχων πανοῦργος δόλῳ ὑμᾶς ἔλαβον. 12.17 μή τινα ὧν ἀπέσταλκα πρὸς ὑμᾶς, δι᾽ αὐτοῦ ἐπλεονέκτησα ὑμᾶς; 12.18 παρεκάλεσα Τίτον καὶ συναπέστειλα τὸν ἀδελφόν· μήτι ἐπλεονέκτησεν ὑμᾶς Τίτος; οὐ τῷ αὐτῷ πνεύματι περιεπατήσαμεν; οὐ τοῖς αὐτοῖς ἴχνεσιν; 12.19 Πάλαι δοκεῖτε ὅτι ὑμῖν ἀπολογούμεθα; κατέναντι θεοῦ ἐν Χριστῷ λαλοῦμεν· τὰ δὲ πάντα, ἀγαπητοί, ὑπὲρ τῆς ὑμῶν οἰκοδομῆς. 12.20 φοβοῦμαι γὰρ μή πως ἐλθὼν οὐχ οἵους θέλω εὕρω ὑμᾶς, κἀγὼ εὑρεθῶ ὑμῖν οἷον οὐ θέλετε, μή πως ἔρις, ζῆλος, θυμοί, ἐριθείαι, καταλαλιαί, ψιθυρισμοί, φυσιώσεις, ἀκαταστασίαι· 12.21 μὴ πάλιν ἐλθόντος μου ταπεινώσῃ με ὁ θεός μου πρὸς ὑμᾶς, καὶ πενθήσω πολλοὺς τῶν προημαρτηκότων καὶ μὴ μετανοησάντων ἐπὶ τῇ ἀκαθαρσίᾳ καὶ πορνείᾳ καὶ ἀσελγείᾳ ᾗ ἔπραξαν.

Κεφάλαιο 13

13.1 Τρίτον τοῦτο ἔρχομαι πρὸς ὑμᾶς· ἐπὶ στόματος δύο μαρτύρων καὶ τριῶν σταθήσεται πᾶν ρῆμα. 13.2 προείρηκα καὶ προλέγω, ὡς παρὼν δεύτερον, καὶ ἀπὼν νῦν γράφω τοῖς προημαρτηκόσι καὶ τοῖς λοιποῖς πᾶσιν, ὅτι ἐὰν ἔλθω εἰς τὸ πάλιν οὐ φείσομαι, 13.3 ἐπεὶ δοκιμὴν ζητεῖτε τοῦ ἐν ἐμοὶ λαλοῦντος Χριστοῦ, ὃς εἰς ὑμᾶς οὐκ ἀσθενεῖ, ἀλλὰ δυνατεῖ ἐν ὑμῖν. 13.4 καὶ γὰρ εἰ ἐσταυρώθη  ἐξ ἀσθενείας, ἀλλὰ ζῇ ἐκ δυνάμεως Θεοῦ· καὶ γὰρ ἡμεῖς ἀσθενοῦμεν ἐν αὐτῷ, ἀλλὰ ζησόμεθα σὺν αὐτῷ ἐκ δυνάμεως Θεοῦ εἰς ὑμᾶς. 13.5 ῾Εαυτοὺς πειράζετε εἰ ἐστὲ ἐν τῇ πίστει, ἑαυτοὺς δοκιμάζετε. ἢ οὐκ ἐπιγινώσκετε ἑαυτοὺς ὅτι ᾿Ιησοῦς Χριστὸς ἐν ὑμῖν ἐστιν; εἰ μή τι ἀδόκιμοί ἐστε. 13.6 ἐλπίζω δὲ ὅτι γνώσεσθε ὅτι ἡμεῖς οὐκ ἐσμὲν ἀδόκιμοι. εὔχομαι δὲ πρὸς τὸν Θεὸν μὴ ποιῆσαι ὑμᾶς κακὸν μηδέν, οὐχ ἵνα ἡμεῖς δόκιμοι φανῶμεν, ἀλλ᾿ ἵνα ὑμεῖς τὸ καλὸν ποιῆτε, ἡμεῖς δὲ ὡς ἀδόκιμοι ὦμεν. 13.7 οὐ γὰρ δυνάμεθά τε κατὰ τῆς ἀληθείας, ἀλλ᾿ ὑπὲρ τῆς ἀληθείας. 13.8 χαίρομεν γὰρ ὅταν ἡμεῖς ἀσθενῶμεν, ὑμεῖς δὲ δυνατοὶ ἦτε· τοῦτο δὲ καί εὐχόμεθα, τὴν ὑμῶν κατάρτισιν. 13.9 Διὰ τοῦτο ταῦτα ἀπὼν γράφω, ἵνα παρὼν μὴ ἀποτόμως χρήσωμαι κατὰ τὴν ἐξουσίαν ἣν ἔδωκέ μοι ὁ Κύριος εἰς οἰκοδομὴν καὶ οὐκ εἰς καθαίρεσιν. 13.10 Λοιπόν, ἀδελφοί, χαίρετε, καταρτίζεσθε, παρακαλεῖσθε, τὸ αὐτὸ φρονεῖτε, εἰρηνεύετε, καὶ ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ εἰρήνης ἔσται μεθ᾿ ὑμῶν. 13.11 ᾿Ασπάσασθε ἀλλήλους ἐν ἁγίῳ φιλήματι. ἀσπάζονται ὑμᾶς οἱ ἅγιοι πάντες. 13.12 ῾Η χάρις τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ κοινωνία τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν.

 

 

 

 

 

© 2012 Όλα τα δικαιώματα κατοχυρωμένα

Φτιάξε δωρεάν ιστοσελίδαWebnode