Διχασμός, η αγάπη πληγώθηκε και το φανατισμένο μίσος σαν σκοτάδι παχύ απλώθηκε παντού…
Κανείς δεν παραμέρισε τίποτα, κανείς δεν άφησε μια χαραμάδα να αντιφεγγίσει και να φωτίσει λίγο τις ψυχές μας.
Έξω από τα τείχη μαζεύτηκαν οι μαύροι, οι σκοτεινοί, οι αιμοδιψείς δίχως οίκτο.
Επτά χιλιάδες ήρωες, κι απ’ αυτούς οι πιο γενναίοι ήταν ξένοι… Που είναι οι άλλοι; Που είναι τα αδέρφια μας;
Άνοιξε στο τέλος η μάνα την αγκαλιά της για να κρύψει εκείνους που της γύρισαν την πλάτη.
Μην κλαις μανούλα, να , δες, ήμαστε πάλι εδώ μαζί σου, για να δούμε μαζί το φινάλε... (Μ.Σ)