ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Το όνομα Βαρούχ στην Εβραϊκή γλώσσα σημαίνει «ευλογημένος». Ήταν υιός του Νηρίου υιού του Μαασίου. Ανήκε σε οικογένεια ευγενών, διότι ο αδερφός του Σαραίας ήταν υπάλληλος της αυλής του βασιλέως των Ιουδαίων Σεδεκίου.
Για τον Βαρούχ μαθαίνουμε από το βιβλίο του Ιερεμία. Υπήρξε γραμματέας του Προφήτη, κατέγραψε τις προφητείες του και ήταν μαθητής και ακόλουθός του. Το βιβλίο του «Βαρούχ» το έγραψε πέντε χρόνια μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ, δηλαδή το 581 π.Χ. ύστερα δε από επτά έτη πέθανε στην Βαβυλώνα το έτος 574 π.Χ.
Σκοπός του βιβλίου που φέρει το όνομά του στην Παλαιά Διαθήκη, ήταν να φέρει σε συναίσθηση και μετάνοια του συμπατριώτες του. Χωρίζεται σε πέντε κεφάλαια, τα οποία και συνοπτικά θα εξετάσουμε παρακάτω παραθέτοντας ερμηνευτικά σχόλια.
Κεφάλαιο πρώτο
Ο Βαρούχ επέλεξε να διαβάσει το βιβλίο του πέντε χρόνια μετά την άλωση της Ιερουσαλήμ στους εξόριστους Ιουδαίους της Βαβυλώνας. Αφού τους συγκέντρωσε τους διάβασε το περιεχόμενο του βιβλίου. Οι ακροατές του έκλεγαν μετανοημένοι ακούγοντας τον Βαρούχ να μιλά:
«Αμαρτήσαμε εις Κύριον τον Θεόν μας και ο θυμός του Κυρίου και η οργή αυτού δεν απεστράφησαν αφ’ ημών μέχρι της σημερινής ημέρας… Εις Κύριον τον Θεόν ημών ανήκει η δικαιοσύνη, εις ημάς δε ανήκει η αισχύνη των προσώπων μας ως βλέπομεν σήμερον! Η αισχύνη αυτή ανήκει εις πάντα άνθρωπον της Ιουδαίας, εις τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ, εις τους βασιλείς μας, εις τους άρχοντές μας, εις τους ιερείς μας και εις τους πατέρες μας. Διότι ημαρτήσαμεν ενώπιον του Κυρίου και ηπειθήσαμεν εις Αυτόν, δεν υπακούσαμε εις την φωνήν Κυρίου του Θεού μας, διά να πορευθούμε εις τα προστάγματα του Κυρίου, τα οποία έδωκεν ενώπιόν μας. Από την ημέραν, που ο Κύριος έβγαλεν ελευθέρους τους πατέρας μας από την χώραν της Αιγύπτου μέχρι της ημέρας αυτής, υπήρξαμεν εν συνεχεία απειθείς προς Κυριον τον Θεόν μας, εσκεπτόμεθα και κατεστρώναμεν σχέδια, να μη υπακούσωμεν εις την φωνήν του Κυρίου. Εξ αιτίας αυτών εκολλήθησαν επάνω μας αι συμφοραί και η κατάρα, όπως είχεν ορίσει ο Κύριος στον δούλον του τον Μωϋσέα κατά την ημέραν, κατά την οποίαν έβγαλεν ελευθέρους τους πατέρας μας από την χώραν της Αιγύπτου, δια να δώση εις ημάς γην ρέουσαν γάλα και μέλι, όπως βλέπομεν κατά την ημέραν αυτήν. Δεν υπηκούσαμεν εις την εντολήν του Κυρίου και Θεού μας, σύμφωνα και με όλους τους λόγους των προφητών, τους οποίους εκείνος έστειλε προς ημάς. Απεμακρύνθημεν ο καθένας από τον Θεόν, σύμφωνα με τας πονηράς επιθυμίας της διεφθαρμένης του καρδίας, δια να λατρεύσωμεν ξένους θεούς και να διαπράξωμεν τα κακά ενώπιον των οφθαλμών Κυρίου του Θεού μας».
Κεφάλαιο δεύτερο
Ομολογούν οι προσευχόμενοι, ότι ο Θεός ενήργησε δικαίως, έστω κι αν η τιμωρία τους ήταν σκληρή. Ο Κύριος εξεπλήρωσε τις παλαιές απειλές, έκανε υποχείριους του ισραηλίτες στους Αιγύπτιους, στους Σύριους, στους Ασσύριους, στους Βαβυλώνιους, στους Φιλισταίους, στους Αμμωνίτες στους Ιδουμαίους κας σε άλλους. Τους είχε όμως προειδοποιήσει, αλλά αυτοί αντί να μαλακώσουν, σκλήρυναν κι άλλο, δεν έπραξαν τίποτα που να είναι άξιο της συγνώμης.
Παρόλα αυτά αυτός που ενδιαφέρεται και πάλι για την τύχη αυτού του δυσκολοκυβέρνητου έθνους είναι μόνον ο Θεός. Οι Ιουδαίοι αναγνωρίζουν εν τέλει ότι ο Θεός παρά την αυστηρή τιμωρία που τους επέβαλλε, στην ουσία τους ελέησε, διότι θα μπορούσε να επιφέρει ακόμη βαρύτερες τιμωρίες σ’ αυτούς, έως και αφανισμού της φυλής τους. Και γι’ αυτό ακόμη άξιοι ήταν εξαιτίας των πολλών αμαρτιών τους.
Ο Κύριος τελικά θα αποκαταστήσει το ισραηλιτικό έθνος, εν μέρει με την επιστροφή των ισραηλιτών από την Βαβυλώνα στην Ιουδαία και καθ’ ολοκληρίαν στα χρόνια του Μεσσία, όπου ο Κύριος Ιησούς Χριστός θα ιδρύσει την ακατάλυτη Βασιλεία Του και θα συνάψει την αιώνια Διαθήκη Του μαζί τους. (τους νέους ισραηλίτες, δηλαδή τους χριστιανούς).
Κεφάλαιο τρίτο
Οι εξόριστοι Ιουδαίοι, επαναλαμβάνουν την αίτηση της απελευθερώσεώς τους από την αιχμαλωσία των Βαβυλωνίων. Ο Θεός δεν θα αφανίσει τον ανυπεράσπιστο τον λαό Του, αν το έκανε, δεν θα φαινόταν η δόξα και η δύναμή Του στους εθνικούς. Ο Θεός είχε υποσχεθεί πως θα επαναφέρει τον λαό Του από την εξορία, αν αυτοί μετανοούσαν. Να τώρα η μετάνοια η οποία «δίνει την δυνατότητα» στον Θεό να εκπληρώσει την υπόσχεσή Του.
Ο Ισραήλ είναι δυστυχής, διότι άφησε τον νόμο του Θεού. Ο νόμος του Θεού είναι φρόνηση. Οι άνθρωποι δεν έχουν την δύναμη από μόνοι τους να βρουν την αληθινή σοφία. Ούτε οι άρχοντες των εθνών, ούτε οι θηριοδαμαστές, ούτε αυτοί που θησαυρίζουν, ούτε αυτοί που τους θαυμάζουν για τις κατασκευές τους είναι σε θέση να βρουν την σοφία. Η Θεία σοφία δεν παραχωρείται στους κοσμικούς ανθρώπους. Η σοφία δεν φιλοξενείται στο απέραντο διάστημα του ουρανού, ούτε στους παλαιούς γίγαντες. Και αν ακόμη υποθέσουμε ότι κάποιος μπορεί να ανεβεί στον ουρανό, είναι και πάλι αδύνατο να βρει αυτή την σοφία. Η σοφία υπάρχει μόνον μετά του Θεού. Ο Θεός είναι Παντογνώστης. Αυτός κατασκεύασε τα πάντα, ότι υπάρχει στον ουρανό και στην γη και στα καταχθόνια. Ο Θεός επέλεξε να μεταδώσει την σοφία Του στον εκλεκτό λαό Του τον Ισραήλ. Κανείς άλλος άνθρωπος ή λαός έχει παρόμοια σοφία. Όμως οι ισραηλίτες παρέβησαν τον νόμο και τιμωρήθηκαν με την αιχμαλωσία σε ξένους και απαίδευτους λαούς.
Στο πρόσωπο του Χριστού ενσαρκώνεται όλη η σοφία. Ο Χριστός έζησε μεταξύ των ανθρώπων «επί της γης ώφθη και εν τοις ανθρώποις συνανεστράφη» μας λέει ο Βαρούχ στο 3,38 κλείνοντας το κεφάλαιο αυτό με την Μεσσιανική αυτή προφητεία του.
Κεφάλαιο τέταρτο
Ο Ισραηλιτικός λαός προσκαλείται στον δρόμο της θεοσέβειας τον οποίο εγκατέλειψε, προσκαλείται να βαδίσει τον δρόμο της σοφίας, τον δρόμο του φωτός.
Ας μην αποθαρρυνθούν από την παρούσα δυστυχία οι Ιουδαίοι. Ο σκοπός της εξορίας τους δεν είναι για να εξοντωθούν, αλλά για να εξιλεωθούν. Οι γειτονικές χώρες είδαν μεν την δυστυχία του, αλλά σύντομα θα δουν και την ευτυχία τους. Αυτοί που χάρηκαν για το κατάντημα των ισραηλιτών, σύντομα θα αισθανθούν ζήλεια από την εντυπωσιακή απελευθέρωσή τους.
Κεφάλαιο πέμπτο
Η Ιερουσαλήμ αποκαθίσταται εις την πρότερη δόξα της, ως βασίλισσα κεκοσμημένη. Η ιερά Ιερουσαλήμ θα λάβει νέο όνομα: «ειρήνη δικαιοσύνης» θα λέγεται διότι θα γίνει η έδρα της δικαιοσύνης για τους ανθρώπους. Η πληρότητα αυτής της προφητείας βρίσκεται ασφαλώς στα Μεσσιανικά χρόνια με την ίδρυση της Εκκλησίας του Χριστού, τότε που ο Χριστός θα είναι η ενσάρκωση τους ελέους και της δικαιοσύνης του Θεού.