310 μ.Χ άγιες παρθενομάρτυρες Μηνοδώρα, Μητροδώρα και Νυμφοδώρα

 

    Οι μακάριες αυτές απαρθενομάρτυρες, αδελφές κατά σάρκα, ζούσαν στην Βιθυνία την εποχή του αυτοκράτορος Γαλερίου Μαξιμιανού (305-311) και διέλαμπαν με την ευγένεια της ψυχής και το κάλλος του σώματος.

    Φλεγόμενες από την αγάπη του Χριστού, εγκατέλειψαν την πατρίδα τους και κατοίκησαν σε κάποιο λόφο, κοντά στις θερμές ιαματικές πηγές, τις λεγόμενες «Πύθεια θερμά». (σημερινά Λουτρά Κουρί, κοντά στην Γιάλοβα). Εκεί ζούσαν με σωφροσύνη και εξασκούσαν με φιλοπονία κάθε αρετή. Τα πολλά χαρίσματα που έλαβαν από τον Θεό γρήγορα τις έκαναν γνωστές και πολλοί συνέρρεαν προς αυτές, για να θεραπευτούν από διάφορες ψυχικές και σωματικές ασθένειες.

    Η φήμη τους έφτασε και στον Φρόντωνα, τον ηγεμόνα της περιοχής, ο οποίος έστειλε άνδρες να τις συλλάβουν και να τις οδηγήσουν ενώπιόν του για ανάκριση.

    Η παρρησία των απαντήσεων των τριών αυταδέλφων και η κοσμιότητα των τρόπων τους σταδιακά εξαγρίωσε τον Φρόντων, ο οποίος διέταξε γυμνώσουν την Μηνοδώρα και να της καταξεσκίσουν το σώμα. Επί δύο ώρες η αγία υπέμεινε το μαρτύριο με πολλή γενναιότητα, χωρίς να στενάξει ή να αλλοιωθεί η ιλαρότητα του προσώπου της.

    Ο ηγεμών νομίζοντας ότι υπέκυψε, την παρακαλούσε να θυσιάσει στα είδωλα. Η Μηνοδώρα όμως του είπε: «Δεν βλέπεις ότι όλον  μου τον εαυτό τον έχω προσφέρει θυσία στον Θεό μου;» Οργισμένος ο Φρόντων πρόσταξε και της συντρίψουν τα οστά με ράβδους. Η μάρτυς αναβόησε: «Κύριε Ιησού Χριστέ, το αγαλλίαμά μου, δέξου εν ειρήνη το πνεύμα μου!».

    Μετά από τέσσερις ημέρες ο τύραννος κάλεσε την Μητροδώρα και την Νυμφοδώρα και μπροστά στα πόδια τους έριξε το σώμα της  Μηνοδώρας γυμνό, χωρίς καμία περιβολή, όλο πρησμένο και μωλωπισμένο. Οι δύο αδελφές, με φαιδρή και λαμπρή όψη μακάριζαν την αδελφή τους και βιάζονταν να την φθάσουν.

    Βλέποντας ο Φρόντων ότι μάταια επιχειρεί, πρόσταξε να κρεμάσουν σε ξύλο την Μητροδώρα και να κατακαίνε με αναμμένες λαμπάδες κάθε μέλος του σώματός της. Η μάρτυς υπέμεινε την οδυνηρή βάσανο επικαλούμενη την εξ ύψους βοήθεια. Έπειτα συνέτριψαν το σώμα της με σιδερένιους μοχλούς και η ψυχή της απελευθερωμένη απήλθε προς τον Κύριο.

    Έχοντας στηρίξει όλες του τις ελπίδες στην Νυμφοδώρα, ο παράνομος τύραννος μεθοδεύθηκε κάθε τρόπο για να την πείσει να θυσιάσει στα είδωλα. Όταν όμως βεβαιώθηκε για την σταθερή της γνώμη, πρόσταξε να κρεμασθεί και αυτή σε ξύλο και να ξεσχίσουν τις σάρκες της με σιδερένια νύχια. Ενώ η μάρτυς υπέφερε είχε προσηλωμένους τους οφθαλμούς της στα ουράνια σκηνώματα και δεν άφησε να της ξεφύγει ούτε ένας στεναγμός. Τότε ο Φρόντων την παρέδωσε στου δημίους να της συντρίψουν το σώμα με σιδερένιους μοχλούς. Έτσι απέθεσε την ψυχή της στους κόλπους του θείου Νυμφίου της.

    Μετά την τελείωσή τους ο Φρόντων άναψε δυνατή φωτιά μέσα στην οποία πέταξε τα μαρτυρικά του σώματα. Ξέσπασε όμως δυνατή βροχή και οι μεν κεραυνοί κατέκαυσαν τον δικαστή και τους υπηρέτες του σβήνοντας παράλληλα η βροχή την κάμινο. Με την ευκαιρία αυτή οι χριστιανοί έλαβαν τα παρθενικά λείψανα και τα έθαψαν δίπλα στις θέρμες, στον ίδιο τάφο.

Η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη τους στις 10 Σεπτεμβρίου.

© 2012 Όλα τα δικαιώματα κατοχυρωμένα

Φτιάξε δωρεάν ιστοσελίδαWebnode