1781 μ.Χ Όσιος Άνθιμος ο τυφλός ο εν Κεφαλληνία

Γεννήθηκε το 1727 στο Ληξούρι της Κεφαλληνίας.  Οι γονείς του τον ονόμασαν Αθανάσιο. Όταν έγινε επτά ετών μια επιδημία ευλογιάς τον άφησε τυφλό. Η ευλαβής μητέρα του (Ατζουλέττα Κυρούκλη) μετά από θερμές προσευχές πέτυχε την θαυματουργική θεραπεία του δεξιού ματιού του παιδιού της.

Ο μικρός Αθανάσιος μεγάλωσε, έμαθε να διαβάζει έγινε ναυτικός, αλλά στα είκοσι δύο του εγκατέλειψε αυτό το επάγγελμα και εκάρη μοναχός με το όνομα Άνθιμος. Σύντομα έμεινε για δεύτερη φορά εξολοκλήρου τυφλός. Η Παναγία του αποκάλυψε πως αυτό ήταν το συμφέρον της ψυχής του και τον προίκισε με πνευματική διόραση και θαυματουργία.

Ως μοναχός έμεινε για ένα διάστημα στο Άγιον Όρος, όμως σύντομα ξεκίνησε αποστολικό έργο περιοδεύοντας στα νησιά Χίο, Σίφνο,Πάρο, Νάξο και Ίο.

Όταν κάποτε πέρασε από το Καστελλόριζο, το νησί εκεί μαστίζονταν από ανομβρία , με τις προσευχές του αγίου έβρεξε και οι κάτοικοι από ευγνωμοσύνη έκτισαν το μοναστήρι του αγίου Γεωργίου (1759).

Τον επόμενο χρόνο υπέδειξε στους κατοίκους της Αστυπάλαιας από πού μπορούσαν να πάρουν υλικά για να χτίσουν γυναικεία μονή την οποία αφιέρωσε στην Παναγία την Πορταῒτισσα. (1760).

Κατόπιν επέστρεψε στο Ληξούρι όπου με τη βοήθεια επτά αφοσιωμένων γυναικών ανοικοδόμησε τη Μονή της αγίας Παρασκευής Λεπέδων (1769). Στις επτά αυτές γυναίκες προστέθηκαν κι άλλες κι έτσι ο άγιος συγκρότησε εκεί μία κοινοβιακή γυναικεία αδελφότητα. Αυτός έμεινε για ένα διάστημα σε μια μικρή σπηλιά ζώντας ασκητικά, κοιμόταν πάνω σε σανίδες και φορούσε κρυφά σιδερένιες αλυσίδες.

Από τα Λέπεδα ταξίδεψε στα Σφακιά της Κρήτης όπου εκεί βοήθησε τους σκληροτράχηλους κατοίκους να απαλλαγούν από μαγικά φυλαχτά και δεισιδαιμονίες.  Θεράπευσε μια τυφλή γυναίκα και βοήθησε τους Σφακιώτες να χτίσουν τη μονή του αγίου Αντωνίου. (1770).

Στη συνέχεια κήρυξε στα Κήθυρα  όπου έχτισε τη την ανδρική μονή του Τιμίου Προδρόμου (1773) και δύο χρόνια αργότερα ίδρυσε την τελευταία του μονή στη Σίκινο την οποία αφιέρωσε στη Ζωοδόχο Πηγή (1775). Κατόπιν κήρυξε στην Πελοπόννησο. Επιστρέφοντας στα Λέπεδα έλαβε πρόσκληση από τους Μανιάτες να πάει να τους ειρηνεύσει. Κατά το ταξίδι το πλοίο εξαιτίας μιας τρικυμίας προσορμίστηκε στο χωριό Κελμπεσιό, όπου εκεί οι κάτοικοι ζούσαν με ληστείες  και φόνους. Δύο κάτοικοι του χωριού πήδηξαν μέσα στο πλοίο με σκοπό να σκοτώσουν τους επιβάτες, ο τυφλός όμως Άνθιμος τους κάλεσε με τα ονόματά τους, τους επέπληξε για τη ζωή τους και αυτοί συγκλονισμένοι μετανόησαν. Ο άγιος έλεγξε για την αμέλειά του και τον ιερέα του χωριού που είχε καταφθάσει ντυμένος λαϊκός. Αφού τους δίδαξε αναχώρησε συνεχίζοντας το ταξίδι του.

Δεν πήγε στη Μάνη, διότι ο Θεός του αποκάλυψε πως είχε φτάσει η ώρα της κοίμησής του. Έτσι επέστρεψε στα Λέπεδα, προσβλήθηκε από ίκτερο και στις 4 Σεπτεμβρίου 1781 εκοιμήθη εν ειρήνη σε ηλικία πενήντα πέντε ετών.

Λίγα μόλις τεμάχια από τα λείψανά του σώζονται σήμερα τα οποία φυλάσσονται στη Μονή της Πορταῒτισσας στην Αστυπάλαια.

H Εκκλησία μας εορτάζει τη μνήμη του στις 4 Σεπτεμβρίου.

© 2012 Όλα τα δικαιώματα κατοχυρωμένα

Φτιάξε δωρεάν ιστοσελίδαWebnode