Ο άγιος Σωφρόνιος γεννήθηκε το 1738 στην Χαλδία του Πόντου. Ήταν παιδί πολύτεκνης ιερατικής οικογένειας. Από μικρός μετέβη στην Παναγία Σουμελά και στην συνέχεια στην Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Βαζελώνος όπου εκάρη μοναχός μετονομασθείς από Συμεών σε Σωφρόνιος. Αφού χειροτονήθηκε ιερεύς εστάλη στην Γεωργία ως εφημέριος των ελλήνων μεταλλουργών της Αχταλείας. Αφοσιώθηκε τόσο πολύ στο έργο του ώστε οι κάτοικοι της περιοχής τον αγάπησαν και ο τοπικός άρχοντας τον εξανάγκασε να δεχτεί το επισκοπικό αξίωμα.
Ως έδρα της επισκοπής του καθιέρωσε την εκεί μονή της Θεοτόκου. Λίγο αργότερα Λεσγοί του Ταγιστάν επέδραμαν στην περιοχή και την λεηλάτησαν, εισέβαλαν στην μονή κατά την ώρα της Θείας Λειτουργίας και έσφαξαν τους περισσότερους εκ των πιστών. Τον επίσκοπο Σωφρόνιο και άλλους που διέφυγαν της σφαγής τους πούλησαν σκλάβους σε διάφορες πόλεις του Καυκάσου.
Κατά Θεία οικονομία ο επίσκοπος εξαγοράστηκε από μία ευσεβή γυναίκα και έτσι επέστρεψε στην Τραπεζούντα, όπου εξελέγη μητροπολίτης του εκεί χηρεύοντος θρόνου. Για άγνωστους λόγους μετά από λίγο επέστρεψε στην μονή του Βαζελώνος. Ο ζήλος του και η αγιότητά του έφερε την αγάπη των συμμοναστών του, αλλά παράλληλα τον φθόνο και την ζήλεια του ηγουμένου, ο οποίος άρχισε να τον καταδιώκει, μέχρις ότου κατάφερε τον εκδιώξει από την μονή. Επέστρεψε ο άγιος στην πατρίδα όπου έζησε ειρηνικά το υπόλοιπο της ζωής του. Ο ηγούμενος που τον καταδίωκε είχε τραγικό τέλος, αφού ο Θεός επέτρεψε να καταληφθεί από νευρική κρίση. Το 1824 έγινε η εκταφή του αγίου, όπου τα λείψανά του ευωδίαζαν και επιτελούσαν πολλές θεραπείες.
Η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη του στις 8 Σεπτεμβρίου.