Στο Βυζάντιο υφίστατο "ο Καισαροπαπισμός". Δηλαδή η εκκλησία ήταν υποταγμένη στον αυτοκράτορα. Ο αυτοκράτορας συγκαλούσε οικουμενικές συνόδους, διηύθηνε δι' αντιπροσώπων τις συνόδους και ενίοτε όριζε κατά τις προσωπικές του αντιλήψεις το ποια άποψη θα επικρατούσε στις εκάστοτε συνόδους. Έτσι για παράδειγμα ο Κωνστάντιος και ο Ουάλης επέβαλαν τον αρειανισμό, ο Μέγας Θεοδόσιος την Ορθοδοξία, ο Βασιλίσκος τον μονοφυσιτισμό, ο Ζήνων παραμέρισε την Δ΄ οικουμενική σύνοδο, ο Ιουστινιανός όρισε την πίστη των υπηκόων του, ο Ηράκλειος τον Μονοθελητισμό, ο Λέων Ίσαυρος την εικονομαχία.
Ο Αυτοκράτορας συνεπώς είχε ιερατικό χαρακτήρα. Ο πρώτος χριστιανός αυτοκράτορας ήταν ο Μ. Κωνσταντίνος ο οποίος είχε πει για τον εαυτό του: "Εγώ δε των εκτός υπό του Θεού καθεστάμενος επίσκοπος αν ειην". Στις συνόδους τον επευφημούσαν ως αρχιερέα: "πολλά τα έτη τω αρχιερεί βασιλεί".
Ο Μάξιμος ο Ομολογητής διερωτήθηκε: "Είναι πας χριστιανός αυτοκράτωρ και ιερεύς";
Η εικονομαχική σύνοδος του 754 απεφάνθη ότι οι αυτοκράτορες εκηρύχθησαν ισαπόστολοι και θεόπνευστοι. Από τους αυτοκράτορες χρησιμοποιήθηκε γι' αυτούς το επίθετο "άγιος", το οποίο παρέλαβαν έως σήμερα οι αρχιερείς.
Ο Αχρίδων Δημήτριος Χωματηνός μία μόνο διαφορά ξεχώρισε μεταξύ αυτοκρατόρων και αρχιερέων. Ότι οι πρώτοι δεν μπορούν να ιερουργήσουν. Όμως ο αυτοκράτορας κατ' αυτόν είναι ανώτατος διοικητικός άρχων της εκκλησίας και ηδύνατο να εκτελεί όλα τα μη ιερουργικά έργα των επισκόπων.