ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

2020-02-14 15:15

1 Τον δὲ ἀσθενοῦντα τῇ πίστει προσλαμβάνεσθε, μὴ εἰς διακρίσεις διαλογισμῶν. 2 ὃς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, ὁ δὲ ἀσθενῶν λάχανα ἐσθίει. (Εκείνον που είναι αδύνατος στην πίστη, να τον δέχεστε, αλλά όχι για συζητήσεις ιδεών. Ο ένας πιστεύει ότι επιτρέπεται να φάει όλα τα φαγητά, ενώ ο αδύνατος στην πίστη τρώει λάχανα)

Γωνρίζω ότι αυτό που λέχθηκε είναι ακατανόητο στους πολλούς. Γι’ αυτό πρέπει πρώτα απ’ όλα να πω την υπόθεση όλου του χωρίου και τι θέλοντας να διορθώσει τα γράφει αυτά. Τι λοιπόν θέλει να διορθώσει; Υπήρχαν πολλοί από τους πιστούς που προέρχονταν από τους Ιουδαίους, οι οποίοι προσκολλημένοι στη συνείδηση του νόμου και ύστερα από την πίστη φύλαγαν ακόμη τη διάκριση των φαγητών, χωρίς να τολμούν ακόμη να απομακρυνθούν από το νόμο. Έπειτα για να μη γίνουν αντιληπτοί, απφεύγοντας μόνο το χοιρινό κρέας, αποφεύγοντας μόνο το χοιρινό κρέας, απέφευγαν στο εξής όλα τα κρέατα και έτρωγαν μόνο άχανα, ώστε να φανεί αυτό που γίνονταν ότι είναι μάλλον νηστεία, αλλά όχι τήρηση του νόμου. Άλλοι πάλι ήταν τελιότεροι, χωρίς να κάνουν κάποια παρόμοια διάκριση, οι οποίοι  γίνονταν ενοχλητικοί και δυσάρεστοι σ’ εκείνυος που τηρούσαν αυτά, επιτιμώντας, κατηγορώντας, προκαλώντας στενοχώρια.

Φοβούμενος λοιπόν ο μακάριος Παύλος, μήπως θέλοντας να κατορθώσουν κάτι μικρό, ανατρέψουν το παν, και προσπαθώντας να τους οδηγήσουν στην αδιαφορία των φαγητών, τους κάνουν να χάσουν την πίστη και σπεύδοντας να διορθώσουν το παν πριν από τον κατάλληλο καιρό, προκαλέσουν ζημία στα καίρια, κλονόζοντας αυτούς από την ομολογία στο Χριστό με το να τους επιτιμούν συνέχεια, και μείνουν έτσι αδιόρθωτοι και στα δύο με τη συνηθισμένη σ’ αυτόν σοφία.

Και φαίνεται ότι επιτιμάει τους πιο δυνατούς πνευματικά, αλλά όμως το παν του λόγου του προς αυτούς το στρέφει προς εκείνους. Και έτσι χωρίς να γίνει αντιληπτό ρίχνει το φάρμακο της διορθώσεως.   

3 ὁ ἐσθίων τὸν μὴ ἐσθίοντα μὴ ἐξουθενείτω, καὶ ὁ μὴ ἐσθίων τὸν ἐσθίοντα μὴ κρινέτω·

Δεν είπε «ας αφήνει», δεν είπε «ας μη κατηγοερεί», δεν είπε «ας μη διορθώνει», αλλά «ας μην τον περιπαίζει» . «ας μην τον περιφρονεί», για να δείξει ότι έκαναν πράγμα άξιο γέλωτος. Σ’ αυτόν όμως δεν λέγει έτσι αλλά πως;  Εκείνος που δεν τρώει ας μην κατακρίνει εκείνον που τρώει». Γιατί όπως ακριβώς οι πιο τέλειοι στην πίστη τους υποτιμούσαν σαν ολιγόπιστους και ύπουλους και νόθους και ιουδαῒζοντες ακόμη, έτσι εκείνοι έκριναν  αυτούς σαν παράνομους ή σαν λαίμαργους . Απ’ αυτούς  πολλοί ήταν φυσικό να είναι από τους εθνικούς. Γι’ αυτό και πρόσθεσε:

 ὁ Θεὸς γὰρ αὐτὸν προσελάβετο. Σ’ εκείνον όμως δεν το είπε αυτό. Αν και βέβαια ήταν λαίμαργος, ενώ η κατάκριση σ’ εκείνον που δεν έτρωγε, επειδή ήταν ολιγόπιστος.Αλλά αντάλλαξε αυτά, για να δείξει ότι ίχι μόνο δεν είναι άξιος περιφρονήσεως, αλλά και μπορεί να κατηγορεί. Αλλά, λέγει, και εγώ τον κατακρίνω; Καθόλου. Γιατί γι’ αυτό πρόσθεσε, ότι «ο Θεός τον δέχθηκε».

Γιατί λοιπόν κατακρίνεις αυτόν για το νόμο ότι τάχα τον παραβαίνει; «Γιατί ο Θεός τον δέχθηκε». Δηλαδή, έδειξε γι’ αυτόν την απερίγραπτη χάρη του και τον απάλλαξε απ’ όλες τις κατηγορίες. Έπειτα πάλι προς τον ισχυρό λέγει:

 4 σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην;

Επομένως είναι φανερό πως κι εκείνοι τους κατέκριναν, και όχι μόνο τους περιφρονούσαν. Αλλά του λέει ποιος είσαι που κατακρίνεις ξένο υπηρέτη; Κι εδώ πάλι τον επιτιμά κρυφά. Όχι γιατί κάνει πράγματα άξια μη κατακρίσεως και γι’ αυτό προτρέπω να μην κατακρίνεται, αλλά γιατί είναι ξένος υπηρέτης, δηλαδή δεν είναι δικό σου, αλλά του Θεού.

τῷ ἰδίῳ Κυρίῳ στήκει ἢ πίπτει·

Να πάλι άλλο πλήγμα. Και φαίνεται βέβαια ότι η αγανάκτηση είναι εναντίον του ισχυρού, αλλά απευθύνεται προς εκείνον. Γιατί όταν λέγει «θα σταθεί όμως», δείχνει ότι κλονίζεται ακόμη και ότι χρειάζεται πολλλή προσοχή και τόσο μεγάλη φροντίδα, ώστε να καλεί και το Θεό ιατρό σ’αυτά.

σταθήσεται δέ· δυνατὸς γάρ ἐστιν ὁ Θεὸς στῆσαι αὐτόν. (γιατί ο Θεός έχει τη δύναμη να τον κάνει να σταθεί)

Πράγμα που το λέμε για εκείνους που είναι υπερβολικά απελπισμένοι.

 

 5 ὃς μὲν κρίνει ἡμέραν παρ᾿ ἡμέραν, ὃς δὲ κρίνει πᾶσαν ἡμέραν. (Ο ένας θεωρεί τη μία ημέρα σαν πιο άγια από την άλλη, ενώ ο άλλος θεωρεί ως άγια κάθε ημέρα)

Εδώ μου φαίνεται ότι σιγά-σιγά κάνει υπαινιγμό και για τη νηστεία. Καθόσον ήταν φυσικό μερικοί από εκείνους που νήστευαν να κατέκριναν διαρκώς όσους δεν νήστευαν, ή ήταν φυσικό κατά τις διακρίσεις αυτές μερικοί να έτρωγαν ορισμένες ημέρες και ορισμένες ημέρες και ορισμένες να μην έτρωγαν. Γι’ αυτό και έλεγε:

 ἕκαστος ἐν τῷ ἰδίῳ νοῒ πληροφορείσθω.

Έτσι λοιπόν διέλυσε και το φόβο εκείνων που έκαναν τις διακρίσεις, λέγοντας πως το πράγμα είναι αδιάφορο και καταργούσε την εχθρότητα εκείνων που με σφοδρότητα επιτίθενταν εναντίον αυτών, δείχνοντας ότι δεν είναι πάρα πολύ αγαπητό το να ενοχλούν συνέχεια γι’ αυτά τα ζητήματα. Και δεν είναι πάρα πολύ αγαπητό, όχι εξαιτίας της φύσεώς του, αλλά αξαιτίας του χρόνου και από το ότι είναι νέοι στην πίστη.

Στους Γαλάτες όμως γράφοντας με πολλή ακρίβεια απαιτεί απ’ αυτούς την πίστη και την τελειότητα σε τέτοια ζητήματα. Εδώ όμως δε χρησιμοποιεί αυτόν τον τόνο, εξαιτίας του ότι η πίστη ήταν νεόφυτη σ’ αυτούς. Ας μη λέμε λοιπόν σ’ όλα το «ο καθένας ας έχει τη δική γνώμη». Γιατί, όταν ο λόγος είναι για τα δόγματα, άκουσε τι λέγει «εάν κανείς κηρύξει διαφορετικό ευαγγέλιο από εκείνο που παραλάβατε, και αν ακόμη είναι άγγελος ας είναι ανάθεμα» (Γαλ. 1,9)

6 ὁ φρονῶν τὴν ἡμέραν Κυρίῳ φρονεῖ, καὶ ὁ μὴ φρονῶν τὴν ἡμέραν Κυρίῳ οὐ φρονεῖ. καὶ ὁ ἐσθίων Κυρίῳ ἐσθίει· εὐχαριστεῖ γὰρ τῷ Θεῷ· καὶ ὁ μὴ ἐσθίων Κυρίῳ οὐκ ἐσθίει, καὶ εὐχαριστεῖ τῷ Θεῷ. (Εκείνος που κάνει διάκριση στην ημέρα, το κάνει πάλι για τον Κύριο, και εκείνος που δεν κάνει διάκριση στην ημέρα το κάνει για τον Κύριο. Και εκείνος που τρώει, για τον Κύριο τρώει, και εκείνος που δεν τρώει για τον Κύριο δεν τρώει, και ευχαριστεί το Θεό)

Και συνεχίζει να ασχολείται μ’ αυτά. Αυτό βέβαια που λέει σημαίνει το εξής: Το πράγμα δεν είναι για τα καίρια. Γιατί το ζητούμενο είναι, αν αυτό το κάνει για το Θεό και εκείνος και εκείνος. Εκείνο που ζητείται είναι αν και οι δύο τελειώνουν σε ευχαριστία. Καθόσον και εκείνος και αυτός ευχαριστούν το Θεό. Εάν λοιπόν και οι δύο τον ευχαριστούν, δεν είναι μεγάλη η διαφορά. Εσύ όμως, παρακαλώ, πρόσεχε πως και εδώ, χωρίς να γίνει αντιληπτό, πλήττει τον ιουδαῒζοντα. Γιατί, αν το ζητούμενο είναι αυτό, δηλαδή η ευχαριστία, είναι ολοφάνερο ότι εκείνος που τρώει είναι αυτός που ευχαριστεί, όχι εκείνος που δεν τρώει· γιατί πως θα ήταν δυνατό,αφού ακόμη είναι προσηλωμένος στο νόμο;

7 οὐδεὶς γὰρ ἡμῶν ἑαυτῷ ζῆ καὶ οὐδεὶς ἑαυτῷ ἀποθνήσκει· 8 ἐάν τε γὰρ ζῶμεν, τῷ Κυρίῳ ζῶμεν, ἐάν τε ἀποθνήσκωμεν, τῷ Κυρίῳ ἀποθνήσκομεν.

Γιατί εκείνος που ζει για το νόμο, πως μπορεί να ζει για το Χριστό; Όμως δεν αποδεικνύει τούτο μ’ αυτά, αλλά εκείνον που σπεύδει στη διόρθωση, τον συγκρατεί και τον πείθει να μακροθυμεί, δείχνοντας ότι είναι αδύνατο να τους περιφρονήσει ο Θεός, αλλά θα τους διορθώσει στον κατάλληλο καιρό.

Τι όμως σημαίνει «κανένας από μας δε ζει για τον ευατό του»; Έχουμε κύριο που και να ζούμε θέλει και που να πεθάνουμε δε θέλει, και στον οποίο αυτά τα δύο διαφέρουν περισσότερο από μας. Γιατί μ’ αυτά δείχνει, ότι αυτός φροντίζει για μας πιο πολύ από μας και περισσότερο από μας και θεωρεί πλούτο τη δική μας ζωή και ζημία το θάνατο. Γιατί δεν πεθάινου με για τον εαυτόμας μόνο, αλλά και για τον Κύριο, αν τυχόν πεθάνουμε. Θάνατο όμως εδώ δεν θεωρεί τον θάνατο που προέρχεται από την πίστη.

ἐάν τε οὖν ζῶμεν ἐάν τε ἀποθνήσκωμεν, τοῦ Κυρίου ἐσμέν. 9 εἰς τοῦτο γὰρ Χριστὸς καὶ ἀπέθανε καὶ ἀνέστη καὶ ἔζησεν, ἵνα καὶ νεκρῶν καὶ ζώντων κυριεύσῃ.

Ώστε και αυτό ας σε πείθει , ότι δηλαδή φροντίζει για τη σωτηρία και τη διόρθωσή μας. Γιατί, αν δεν φρόντιζε τόσο πολύ, ποια ήταν η ανάγκη της οικονομίας; Εκείνος λοιπόν που έδειξε τόσκ μεγάλο ενδιαφέρον για να γίνουμε δικοί του, ώστε και μορφή δούλου να λάβει και να πεθάνει, αυτό αφού γίναμε δικοί του θα μας περιφρονήσει;  Δεν είναι δυνατό αυτό, δεν είναι.

Είδε απόλυτη εξουσία; Είδες ακαταμάχητη δύναμη; Γιατί μη μου πεις τους ζωντανούς, και για τους πεθαμένους φροντίζει. Εάν όμως φροντίζει για τους πεθαμένους, είναι ολοφάνερο ότι φροντίζει και για τους ζωντανούς.

10 Σὺ δὲ τί κρίνεις τὸν ἀδελφόν σου; ἢ καὶ σὺ τί ἐξουθενεῖς τὸν ἀδελφόν σου; πάντες γὰρ παραστησόμεθα τῷ βήματι τοῦ Χριστοῦ.

Και φαίνεται πάλι ότι τα λέει αυτά για να επιτιμήσει τον πιο τέλειο στην πίστη, ενώ συνταράσσει το νου του ιουδαῒζοντα Χριστιανού, όχι μόνο ελέγχοντας αυτόν από την ευεργεσία που του έχει γίνει, αλλά και φοβερίζοντάς τον από την μελλοντική τιμωρία.

 11 γέγραπται γάρ· ζῶ ἐγώ, λέγει Κύριος, ὅτι ἐμοὶ κάμψει πᾶν γόνυ, καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσεται τῷ Θεῷ. 12 ἄρα οὖν ἕκαστος ἡμῶν περὶ ἑαυτοῦ λόγον δώσει τῷ Θεῷ.

Δηλαδή τι σε μέλει; Μήπως εσύ πρόκειται να τιμωρηθείς γι’ αυτόν; Αλλά αυτό βέβαια δεν το είπε, αλλά το υπαινίχθηκε, αναφέροντάς το πιο ήπια και λέγοντας «γιατί όλοι θα παρουσιασθούμε μπροστά στο βήμα του Χριστού» και άρα «ο καθένας από μας θα δώσει λόγο για τον εαυτό του στο Θεό».

 13 Μηκέτι οὖν ἀλλήλους κρίνωμεν, ἀλλὰ τοῦτο κρίνατε μᾶλλον, τὸ μὴ τιθέναι πρόσκομμα τῷ ἀδελφῷ ἢ σκάνδαλον.

Πρόσεχε σε παρακαλώ πόσο θα τιμωρηθούμε εμείς που σκανδαλίζουμε γενικά. Εάν λοιπόν το να μη σώσουμε κάποιον είναι άξιο κατηγορίας, και το αποδεικνύει εκείνος που έσκαψε στη γη και έθαψε το τάλαντο, το και να τον σκανδαλίσουμε τι δε θα μας προξενήσει;

Θα πει κάποιος: -Μα ο Θεός είναι φιλάνθρωπος και δεν τιμωρεί.

Πως όμως δε φοβάσαι μιλώντας τόσο τολμηρά; Γιατί όταν λες, είναι φιλάνθρωπος ο Θεός και δεν τιμωρεί, αν τιμωρήσει, θα βρεθεί σύμφωνα με σας ότι δεν είναι πια φιλάνθρωπος. Βλέπεις σε ποια λόγια σε οδηγεί ο διάβολος;  Τι λοιπόν; Οι μοναχοί που κατέλαβαν τα βουνά και επέδειξαν τόσο πολύ μεγάλη άσκηση θα φύγουν απ’ αυτόν τον κόσμο αστεφάνωτοι; Αν λοιπόν δεν τιμωρούνται οι κακοί, ούτε υπάρχει ανταπόδωση κανενός, θα πει ίσως κάποιος άλλος, ότι ούτε οι αγαθοί στεφανώνονται. Ναι, λέγει, γιατί αυτό αρμόζει στο Θεό, να υπάρχει μόνο βασιλεία και όχι γέεννα. Επομένως ο πόρνος και ο μοιχός και εκείνος που έκανε άπειρα κακά θ’ απολαύσει τα ίδια μ’ αυτόν που επέδειξε σωφροσύνη και αγιότητα, και ο Πάυλος θα σταθεί μαζί με τον Νέρωνα, ή καλύτερα και ο διάβολος μαζί με τον Παύλο; Εάν λοιπόν δεν υπάρχει γέεννα , και υπάρχει ανάσταση όλων τότε και οι κακοί θα πετύχουν τα ίδια με τους αγαθούς.

Μα όμως και οι δαίμονες ομολογούν την κόλαση γι’ αυτό φώναζαν: «ήρθε εδώ πρόωρα να μας βασανίσεις»; (Ματθ. 8,29). Πως λοιπόν δεν φοβάσαι και δεν τρέμεις, όταν ενώ και οι δαίμονες ομολογούν, συ το αρνείσαι; Μα όλα αυτά τα σκαρφίζεται ο διάβολος για να πείσει πως δεν υπάτχει γέεννα ώστε να ρίξει όσο δυνατόν περισσότερο σ’ αυτήν.

Και γιατί τότε ομολογούσαν οι δαίμονες και δεν το έκρυβαν από τους ανθρώπους; -Επειδή δεν άντεχαν την τιμωρία που απειλούνταν σ’ αυτούς.

Και δεν σε πείθουν τα λόγια; Δες τότε αυτά που έγιναν: Ποιος έριξε φωτιά απότ τον ουρανό στα Σόδομα; Ποιος καταπόντισε όλη την Αίγυπτο, ποιος εξαφάνισε τις εξακόσιες χιλιάδες στην έρημο; Θυμήσουν την τιμωρία του Κάϊν, τους σαράντα νέους που κατασπαράχθηκαν από τα θηρία. Κι αν πεις αυτά έγιναν στην Παλαιά Διαθήκη, δε τότε και τα λόγια του Χριστού εσύ ο οποίος λες ότι ο Χριστός δεν τιμωρεί: «θα πέσουν στην κόψη του μαχαιριού και θα οδηγηθούν αιχμάλωτοι σ’ όλα τα έθνη και θα συμβεί στη γη αγωνία των εθνών από την αμηχανία τους εξαιτίας του ήχου και της αναταραχής της θάλασσας ενώ οι άνθρωποι θα λιποθυμούν από τον φόβο τους» (Λουκ. 21, 24-26) «και θα γίνει τέοια θλίψη που δεν έγινε ποτέ μέχρι σήμερα και ούτε θα γίνει» (Ματθ. 24,21).

Και όλοι γνωρίζετε πόσο τιμωρήθηκαν ο Ανανίας και η Σαπφείρα γιατί έκλεψαν λίγα χρήματα.

Πως ο Θεός κρατούσε εκείνον τον παράλτο σε τριάντα οκτώ έτη παραλυσίας λέγοντάς του «πρόσεχε, έγινες υγιής, μην αμαρτάνεις πια» (Ιω. 5,14)

Αλλα κι αν αυτά δεν σε πείθουν δε στις καθημερινές συμφορές. Δεν βλέπεις και σήμερα αυτούς που λειώνουν από την πείνα; Εκείνους που κατέχονται αό ελεφαντίαση και λέπρα; Εκείνους που ζουν συνέχεια μέσα στη φτώχεια, εκείνους που πάσχουν άπειρα και αθεράπευτα κακά; Πως λοιπόν θα μπορούσε να δικαιολογηθεί άλλοι να τιμωρούνται και άλλοι να μην τιμωρούνται; Αν λοιπόν δεν είναι άδικος ο Θεός, τότε και συ θα τιμωρηθείς εφόσον αμαρτάνεις. Αν όμως δεν τιμωρεί ο Θεός, τότε ούτε και αυτοί έπρεπε να τιμωρηθούν.

Και πως θα τα αποφύγουμε όλα αυτά; «Εάν συγχωρήσεις λέει τον πλησίον σου, θα σε συγχωρήσω κι εγώ» (Ματθ. 6,14). Ποια δυσκολία έχει αυτό;

Αλλού: «Λέγε εσύ τις αμαρτίες σου, για να λάβεις δικαίωση» (Ησ 43,26).

Αλλού: «Εξάλειψε τις αμαρτίες σου με ελεημοσύνες» (Δαν. 4,24) Ποιον ιδρώτα έχει αυτό;

Είπε ο τελώνης «ελέησέ με τον αμαρτωλό» (Λουκ. 18,13) και κατέβηκε δικαιωμένος. Ποιος κόπος χρειάζεται για να μιμηθείς τον τελώνη;

Δεν είδε τον Χριστό, ότι ανάμεσα σε δύο ληστές, τον έναν τον οδήγησε στον παράδεισο, ενώ τον άλλον τον έστειλε στην γέεννα; Αλλά τι λέω για ληστές, εδώ ούτε τον απόστολο δεν λυπήθηκε, επειδή έγινε προδότης, αλλά βλέποντάς τον να ορμάει πάνω στα βράχια και να πνίγεται και ξεσχίζεται στη μέση το σώμα του (γιατί πραγματικά άνοιξε η κοιλιά του και χύθηκαν όλα τα σπλάχνα του) όμως, παρόλο που τα γνώριζε όλα αυτά εξαρχής, τον άφησε να τα πάθει όλα αυτά, για να σε πείσει και από τα παρόντα και για όλα τα εκεί. Μην λοιπόν εξαπατάτε τον εαυτό σας με το να πείθεστε στον διάβολο, γιατί δικές του είναι αυτές οι ιδέες.

Αλλά πες μου άνθρωπε, είναι δείγμα φιλανθρωπίας το να μην τιμωρούνται ποτέ οι κακοί; Είναι δείγμα φιλανθρωπίας το να βραβευτεί με σταφάνια ο εγρατής μαζί με τον ακόλαστο; Ο πιστός μαζί με τον ασεβή; Ο Παύλος μαζί με τον διάβολο; Μέχρι ποιο σημείο επιτέλους θα μωρολογούμε; Γι’ αυτό παρακαλώ αφού απαλλαγείτε από την τρέλλα αυτή, κι αφού γίνετε κύριοι του εαυτού σας, να πείσετε την ψυχή σας να φοβάται και να τρέμει για ν’ απαλλγεί και από την μελλοντική γέεννα και αφού ζήσε με σύνεση την παρούσα ζωή να επιτύχει τα μελλοντικά αγαθά.

14 οἶδα καὶ πέπεισμαι ἐν Κυρίῳ ᾿Ιησοῦ ὅτι οὐδὲν κοινὸν δι᾿ αὐτοῦ· εἰ μὴ τῷ λογιζομένῳ τι κοινὸν εἶναι, ἐκείνῳ κοινόν. (Το ξέρω και έχω πεποίθηση από την ένωσή μου με τον Κύριο Ιησού, ότι κανέναν πράγμα δεν είναι από μόνο του ακάθαρτο, αλλά μόνο σ’ εκείνον που θεωρεί ένα πράγμα ακάθαρτο, σ’ εκείνον μόνο αυτό είναι ακάθαρτο)

Αφού πρώτα επιτίμησε εκείνον που κρίνει τον αδελφό του τότε πλέον μιλάει και για το δόγμα, και με ησυχία διδάσκει τον πιο αδύνατο στην πίστη, δείχνοντας και εδώ πολλή πραότητα. Γιατί δε λέγει ότι θα τιμωρηθεί,ούτε τίποτα απ’ αυτά, αλλά το φόβο μόνο διαλύει του πράγματος, ώστε να πεισθεί αυτός πιο εύκολα στα λεγόμενά του και λέγει «το ξέρω και έχω πεπεοίθηση».

Έπειτα για να μη πει κάποιος από τους άπιστους , και τι μας ενδιαφέρει εμάς αν εσύ έχεις πεποίθηση, προσθέτει «από την ένωσή μου με τον Κύριο», δηλαδή από τα έμαθα και από κει πληροφορήθηκα. Επομένως η απόφαση δεν ανήκει σε ανθρώπινη σκέψη.

Και αφού εκφράζει αυτήν την πεποίθηση (ότι κανέναν πράγμα δεν είναι από μόνο του ακάθαρτο, αλλά μόνο σ’ εκείνον που θεωρεί ένα πράγμα ακάθαρτο, σ’ εκείνον μόνο αυτό είναι ακάθαρτο), μας λέει και γιατί δεν διορθώνει εκείνον που κάνει το λάθος: Φοβάμαι, λέει μήπως τον λυπήσω:

15 εἰ δὲ διὰ βρῶμα ὁ ἀδελφός σου λυπεῖται, οὐκέτι κατὰ ἀγάπην περιπατεῖς. (Εάν όμως ο αδελφός σου λυπάται για κάποιο φαγητό, δεν συμπεριφέρεσαι πια με αγάπη).

Είδες πως πρώτα απέσπασε την εύνοιά του, δείχνοντας  πως τόσο μιλάει γι’ αυτόν, ώστε να μην τον λυπήσει, ούτε να τον διατάξει πρώτα τολμά παρά μόνο για τα πολύ αναγκαία κι έτσι τον προσελκύει περισσότερο με τη συγχώρηση και την αγάπη. Γιατί δεντον έλκει και δεν τον εξαναγκάζει με τη διάλυση του φόβου του, αλλά τον αφήνει κύριο του εαυτού του. ούτε βέβαια είναι ίσο να τον απομακρύνει από το φαγητό και να τον περιβάλλει με λύπη. Βλέπεις πόσο ενδιαφέρεται για την αγάπη; Γιατί ξέρει πως αυτή μπορεί να τα κατορθώσει όλα. Γι’ αυτό και προσθέτει λέγοντας

μὴ τῷ βρώματί σου ἐκεῖνον ἀπόλλυε, ὑπὲρ οὗ Χριστὸς ἀπέθανε. (Μην καταστρέφεις με την τροφή σου εκείνον, προς χάρη του οποίου πέθανε ο Χριστός)

Κι ενώ ο Χριστός δεν απέφυγε ούτε δούλος να γίνει ούτε να πεθάνει για χάρη του, εσύ όμως ούτε τα φαγητά περιφρονείς για να τον σώσεις; Αν και αβέβαια δεν επρόκειτο να τους κερδίσει ο Χριστός οπωσδήποτε όλους, αλλά όμως πέθανε για όλους. Ενώ εσύ γνωρίζεις ότι εξαιτίας της τροφής τον ανατρέπεις από τα μεγαλύτερα και ακόμη φιλονεικείς; Και εκείνον που είναι τόσο σπουδαίος για τον Χριστό, τον θεωρείς τόσο ευκαταφρόνητο και αυτόν που αγάπησε εκείνος, εσύ τον περιφρονείς;

 16 μὴ βλασφημείσθω οὖν ὑμῶν τὸ ἀγαθόν. 17 οὐ γάρ ἐστιν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ βρῶσις καὶ πόσις, ἀλλὰ δικαιοσύνη καὶ εἰρήνη καὶ χαρὰ ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ·

Όχι λοιπόν μόνο τον αδελφό σου δεν ωφελείς, αλλά κάνεις να κακολογείται και η ίδια η πίστη καθώς και η χάρη του Θεού και η δωρεά του. Γιατί όταν μάχεσαι όταν φιλονεικείς, όταν προκαλείς λύπη, όταν διαιρείς την Εκκλησία και όταν βρίζεις τον αδελφό σου και τον απεχθάνεσαι, βλασφημούν οι εκτός της Εκκλησίας.Ώστε εκείνος που καταστρέφει την ομόνοια, την ειρήν καιτη χαρά, ανέτρεψε τα πάντα και αδίκησε τον αδελφό του.

 18 ὁ γὰρ ἐν τούτοις δουλεύων τῷ Χριστῷ εὐάρεστος τῷ Θεῷ καὶ δόκιμος τοῖς ἀνθρώποις.

Γιατί όλοι δε θα σε θαυμάσουν τόσο για την τελειότητα, όσο για την ειρήνη και την ομόνοια. Αυτό βέβαια το καλό θα το απολαύσουν όλοι, ενώ εκείνο ούτε ένας.

 19 ἄρα οὖν τὰ τῆς εἰρήνης διώκωμεν καὶ τὰ τῆς οἰκοδομῆς τῆς εἰς ἀλλήλους.

Χωρίς λοιπόν ειρήνη δεν είναι εύκολο να οικοδομούμε. Και δεν καταστρέφεις με την αλαζονεία σου ανθρώπινη οικοδομή, αλλά αυτή του Θεού, και όχι εξαιτίας κάποιου μεγάλου πράγματος, αλλά ενός ασήμαντου «εξαιτίας κάποιου φαγητού».

20 μὴ ἕνεκεν βρώματος κατάλυε τὸ ἔργον τοῦ Θεοῦ. πάντα μὲν καθαρά, ἀλλὰ κακὸν τῷ ἀνθρώπῳ τῷ διὰ προσκόμματος ἐσθίοντι.

Για εκείνον δηλαδή που τρώει με κακή συνείδηση. Ώστε κι αν ακόμη τον εξαναγκάσεις να φάει, το όφελος είναι μηδέν. Γιατί δεν κάνει κάποιον ακάθαρτο το να φάει, αλλά η διάθεση με την οποία τρώει. Αν λοιπόν δεν διορθώσεις αυτήν, όλα τα έκανες στα χαμένα και έβλαψες πολύ περισσότερο.

21 καλὸν τὸ μὴ φαγεῖν κρέα μηδὲ πιεῖν οἶνον μηδὲ ἐν ᾧ ὁ ἀδελφός σου προσκόπτει ἢ σκανδαλίζεται ἢ ἀσθενεῖ.

Πάλι απαιτεί το περισσότερο ώστε όχι μόνο να μην τον εξαναγκάζεις, αλλά και να δείχνεις συγκατάβαση προς αυτόν. τίποτα λοιπόν δεν είναι ίσο με την σωτηρία του αδελφού. Και αυτό το φανερώνει ο Χριστός, αφού ήρθε από τους ιυρανούς και έπαθε  για μας όλα όσα έπαθε.

Έτσι αν δείκεις συγκατάβαση, πρώτα θα σ’ αγαπήσει και δε θα σε υποψιάζεται όταν διδάσκεις, και θα λάβεις την εξουσία στο εξής να σπέρνεις ανεπαίσθητα να σπέρνεις μέσα του τα ορθά δόγματα. Αν όμως σε μισήσει μια φορά, έκλεισες και την είσοδο στον λόγο. Μη λοιπόν τον εξαναγκάζεις, αλλά και συ ο ίδιος ν’ απέχεις εξαιτίας του, απέχοντας όχι επειδή είναι ακάθαρτο, αλλά επειδή σκανδαλίζεται αυτός.

 22 σὺ πίστιν ἔχεις; κατὰ σεαυτὸν ἔχε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.

Έχεις πίστη; Κράτησέ την για τον εαυτό σου. Εδώ μου φαίνεται ότι με τρόπο ήρεμο κάνει υπαινιγμό για τη ματαιοδοξία του τελιότερου στην πίστη. Αυτό που λέει να τη σημαίνει: Θέλεις να μου δείξεις ότι είσαι τέλειος και ολοκληρωμένος; Μη το δείχνεις σε μένα, αλλά ας αρκείσαι στη συνείδησή σου. Πίστη όμως εδώ δεν εννοεί πίστη για τα δόγματα, αλλά πίστη για την οποία γίνεται εδώ λόγος. Γιατί για την πίστη των δογμάτων έλεγε: «Με το στόμα όμως ομολογεί ότι οδηγεί στη σωτηρία» (Ρωμ. 10,10) και «όποιος θα με αρνηθεί μπροστά στους ανθ΄ρωπους θα τον αρνηθώ κι εγώ» (Λουκ. 9,26), γιατί εκείνη όταν δεν ομολογείται καταστρέφει.

μακάριος ὁ μὴ κρίνων ἑαυτὸν ἐν ᾧ δοκιμάζει. (μακάριος εκείνος που δεν καταδικάζει τον εαυτό του για εκείνα που επιδοκιμάζει)

Πάλι τον πιο αδύνατο πλήττει και του δίδει ικναοποιητικό στεφάνι, το στεφάνι της συνειδήσεώς του. γιατί κι αν ακόμη δε σε δει άνθρωπος, σου είναι αρκετός ο εαυτός σου για να γίνεις μακάριος. Επειδή λοιπόν είπε «κράτησέ την για τον ευατό σου», για να μη θεωρείς μικρό το δικαστήριο αυτό, αυτό λέγει για σένα είναι καλύτερο από την οικουμένη. Και αν ακόμη σε κατηγορούν όλοι, αλλά όχι ο εαυτός σου και η συνέιδησή σου δε σε βασανίζει, είσαι μακάριος.

23 ὁ δὲ διακρινόμενος ἐὰν φάγῃ, κατακέκριται, ὅτι οὐκ ἐκ πίστεως·

Γιατί ποιο το όφελος, αν φάγει έχοντας αμφιβολίες  και καταδικάζει τον ευατό του; Γιατί εγώ εκείνον δέχομαι, ο οποίος τρώει και δεν έχει αμφιβολίες. Βλέπεις πως τον προτρέπει όχι μόνο να φάει, αλλά και να φάει με καθαρή συνείδηση;

πᾶν δὲ ὃ οὐκ ἐκ πίστεως, ἁμαρτία ἐστίν.

Όταν λοιπόν λέει, δεν έχει πεποίθηση, ούτε πιστεύσει ότι είναι καθαρό, πως δεν έκανε αμαρτία; Όλα αυτά τα είπε ο Παύλος για την υπόθεση που γίνεται λόγος και όχι για όλους.

Από παντού λοιπόν ας εξετάζουμε τα δικά μας και σε κανέναν ας μην δίνουμε την παραμικρή αφορμή. Καθόσον η παρούσα ζωή είναι στάδιο και πρέπει να έχουμε από παντού άπειρα μάτια και να μη νομίσουμε πως είναι αρκετή δικαιολογία η άγνοια. Γιατί είναι δυνατό να τιμωρηθούμε και για την άγνοια, όταν η άγνοια είναι ασυγχώρητη. Καθόσον και οι Ιουδαίοι έδειξαν άγνοια, αλλά η άγνοιά της αυτή δεν έτυχε καμιάς συγγνώμης. Και οι έλληνες αγνόησαν αλλά δεν έχουν δικαιολογία.

Γιατί τι σκανδαλίζει περισσότερο απ’ ότι αν δει κάποιος εσένα να φιλοσοφείς για τη βασιλεία των ουρανών, τρέμεις για τα επίγεια. Και τότε θα σου πει αυτός που σκανδαλίζεται, αν περιμένεις το φοβερός εκείνο δικαστήριο, γιατί δεν καταφρονείς τα εδώ δεινά; Αν ελπίζεις στην αθανασία, γιατί δεν περιγελάς τον θάνατο; Όταν λοιπόν λέει αυτά φρόντισε τι θ’ απολογηθείς. Όταν δει ότι τρέμεις τη ζημία των χρημάτων εσύ που προσμένεις τους ουρανούς, και ότι χαίρεσαι πάρα πολύ για έναν οβολό και ότι παραδίνεις πάλι την ψυχή σου για λίγα χρήματα, τότε σκέψου· γιατί αυτά είναι που σκανδαλίζουν τον άπιστο ή τον ειδωλολάτρη. Επομένως αν φροντίζεις για τη σωτηρία του, να απολογείσαι γι’ αυτά όχι με λόγια, αλλά με πράξεις.

24 Τῷ δὲ δυναμένῳ ὑμᾶς στηρίξαι κατὰ τὸ εὐαγγέλιόν μου καὶ τὸ κήρυγμα ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, κατὰ ἀποκάλυψιν μυστηρίου χρόνοις αἰωνίοις σεσιγημένου, 25 φανερωθέντος δὲ νῦν, διά τε γραφῶν προφητικῶν κατ᾿ ἐπιταγὴν τοῦ αἰωνίου Θεοῦ εἰς ὑπακοὴν πίστεως εἰς πάντα τὰ ἔθνη γνωρισθέντος, 26 μόνῳ σοφῷ Θεῷ διὰ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, ᾧ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.

Πάντοτε συνηθίζει ο Πάλυος να τελειώνει την παράινεση σ’ ευχές και δοξολογίες γιατί ξέρει πως το πράγμα έχει μεγάλο αποτέλεσμα. Καθόσον γνώρισμα του διδασκάλου που αγαπάει τα απιδιά και το Θεό είναι το να μη διδάσκει μόνο με λόγο αλλά και με ευχές να εισάγει στους μαθητές τη συμμαχία από το Θεό.

Και πως θα στηρίξει ο Θεός λέει τον τρόπο «σύμφωνα με το ευαγγέλιό μου». Αυτό βέβαια σήμαινε, ότι δεν είχαν γίνει ακόμη στέρεοι στην πίστη αλλά ότι στις δυσκολίες κλονίζονταν.

«Σύμφωνα με τη φανέρωση του μυστηρίου», πράγμα που είναι απόδειξη πολύς μεγάλης αγάπης, το να μας κάνει δηλαδή μετόχους στα μυστήρια και κανέναν πριν από μας.

«Το οποίο φυλασσόνταν μυστικό για πολλούς αιώνες, αλλά τώρα φανερώθηκε». Πως φανερώθηκε; «Με τις προφητικές γραφές». Τι λοιπόν φοβάσαι; Μήπως απομακρυνθείς από τον νόμο; Αυτό όμως θέλει ο νόμος, αυτό διακήρυττε από την αρχή. Αν όμως εξετάζεις το γιατί φανερώθηκε τώρα, κάνεις πράγμα επικίνδυνο, με το να επεξεργάζεσαι τα μυστήρια του Θεού και να ζητάς απ’ αυτόν ευθύνες.

Γι’ αυτό και ο Πάλυος εμποδίζοντας την επιθυμία αυτή πρόσθεσε: «σύμφωνα με την εντολή του αιώνιου Θεού ώστε να υπακούσουν στην πίστη». Γιατί η πίστη χρειάζεται υπακοή και όχι πολυπραγμοσύνη.

«Το οποίο έγινε γνωστό σε όλα τα έθνη». Όχι δηλαδή εσύ μόνος, αλλά η οικουμένη ολόκληρη πιστεύει έτσι, επειδή έλαβε διδάσκαλο όχι άνιρωπο, αλλά τον ίδιο τον Θεό. Γι’ αυτό πρόσθεσε «διά μέσου του Ιησού Χριστού».

Τον οποίο Χριστό πρέπει να δοξάσεις και να δοξάζεις πάντοτε. Εσύ όμως περιστρέφεσαι γύρω από τα μικρά και κάθεσαι ακόμη στη σκιά, πράγμα που δεν είναι γνώρισμα εκείνου που δοξάζει πραγματικά.

© 2012 Όλα τα δικαιώματα κατοχυρωμένα

Φτιάξε δωρεάν ιστοσελίδαWebnode