ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α΄ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

2020-03-29 00:47

1 Καγώ ἐλθὼν πρὸς ὑμᾶς, ἀδελφοί, ἦλθον οὐ καθ᾿ ὑπεροχὴν λόγου ἢ σοφίας καταγγέλλων ὑμῖν τὸ μαρτύριον τοῦ Θεοῦ. 2 οὐ γὰρ ἔκρινα τοῦ εἰδέναι τι ἐν ὑμῖν εἰ μὴ ᾿Ιησοῦν Χριστόν, καὶ τοῦτον ἐσταυρωμένον.

«Και εγώ αδελφοί», πάλι θέτει το όνομα των αδελφών, μειώνοντας έτσι την σκληρότητα του λόγου.

«Δεν ήρθα με υπεροχή λόγου για να σας κηρύξω την μαρτυρία του Θεού»: Χωρίς λοιπόν επίδειξη ευγλωττίας, χωρίς να είμαι οπλισμένος με λογικά επιχειρήματα κηρύττω την μαρτυρία του Θεού.

«Διότι δεν έκρινα ορθό να γνωρίζω σε σας τίποτε άλλο, παρά μόνον τον Ιησού Χριστό και τούτον εσταυρωμένον». Κι αυτό το έλεγε για να δείξει ότι είναι ξένος προς τη σοφία του κόσμου. Αν και βέβαια και ευγλωττία διέθετε, διότι είναι ολοφάνερο ότι εκείνου που τα ενδύματα ανέσταιναν νεκρούς και οι σκιές θεράπευαν νοσήματα, πολύ περισσότερο μπορούσε να δεχθεί η ψυχή του ευγλωττία. Διότι το μεν δεύτερο είναι δυνατόν να διδαχθεί κανείς, το πρώτο όμως υπερβαίνει πάσα τέχνη.

Τίποτα άλλο λοιπόν δεν σας λέω, παρά ότι ο Χριστός εσταυρώθη.

3 καὶ ἐγὼ ἐν ἀσθενείᾳ καὶ ἐν φόβῳ καὶ ἐν τρόμῳ πολλῷ ἐγενόμην πρὸς ὑμᾶς,

Ως ασθένεια εδώ ονομάζει τον διωγμό. Αλλά τι; Ο Παύλος φοβάται και διακατέχεται από πολύ τρόμο; -Ναι, διότι αν και ήταν Παύλος, ήταν όμως και άνθρωπος. Αυτό δεν είναι κατηγορία, αλλά δεικνύει την εκ φύσεως αδυναμία. Ταυτόχρονα και εγκώμιο, διότι αν και φοβόταν δεν έκανε τίποτα ανάξιο εξαιτίας αυτού του φόβου. Ώστε λοιπόν όσοι έλεγαν ότι δεν φοβόταν τις πληγές, όχι μόνο δεν τον εξυψώνουν, αλλά χωρίς να το αντιλαμβάνονται μειώνουν πολύ τους επαίνους. Διότι αν δεν φοβόταν τότε πες μου ποια καρτερία ή ποια φιλοσοφία θα ήταν το να υπομείνει τους κινδύνους; Εγώ δηλαδή δια τούτο τον θαυμάζω, διότι αν και φοβόταν και όχι απλώς φοβόταν, αλλά και έτρεμε τους κινδύνους, εν τούτοις πάντοτε επορεύθη στεφανούμενος και δεν υποχώρησε σε κανέναν κίνδυνο.

 4 καὶ ὁ λόγος μου καὶ τὸ κήρυγμά μου οὐκ ἐν πειθοῖς ἀνθρωπίνης σοφίας λόγοις,

Πρόσεξε, αν και δεν περιείχε ο λόγος του καμία ανθρώπινη σοφία και επιπλέον υπήρχε και διωγμός και φόβος και τρόμος, πως τελικά ο λόγος του υπερίσχυσε αν δεν ήταν πλήρης θείας δυνάμεως; Γι’ αυτό και πρόσθεσε: ἀλλ᾿ ἐν ἀποδείξει Πνεύματος καὶ δυνάμεως,

5 ἵνα ἡ πίστις ὑμῶν μὴ ᾖ ἐν σοφίᾳ ἀνθρώπων, ἀλλ᾿ ἐν δυνάμει Θεοῦ.

Δεν είναι λοιπόν μείωση το ότι το κήρυγμα δεν είχε γίνει με σοφία, αλλά αυτό είναι μάλιστα και πολύ μεγάλο κόσμημα. Έτσι και ο σταυρός αν και φαίνονταν ασήμαντος, εν τούτοις αυτός διατράνωνε τη δύναμη του Θεού.

*Το ότι λοιπόν δεν γίνονται θαύματα τώρα μη το θεωρεί απόδειξη του ότι δεν έγιναν θαύματα τότε, διότι και τότε για ωφέλεια έγιναν και τώρα για ωφέλεια δεν γίνονται. Και γιατί υπάρχει ωφέλεια από το ότι δεν γίνονται τώρα θαύματα; Για να μην ελαττώνεται η θέση της πίστεως, για να μην εξαναγκάζεται στην πίστη κανένας. «Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες». Διότι όσο περισσότερο φανερωθεί το θαύμα , τόσο θα ελαττώνεται ο μισθός της πίστεως.

6 Σοφίαν δὲ λαλοῦμεν ἐν τοῖς τελείοις, σοφίαν δὲ οὐ τοῦ αἰῶνος τούτου, οὐδὲ τῶν ἀρχόντων τοῦ αἰῶνος τούτου τῶν καταργουμένων· 7 ἀλλὰ λαλοῦμεν σοφίαν Θεοῦ ἐν μυστηρίῳ, τὴν ἀποκεκρυμμένην, ἣν προώρισεν ὁ Θεὸς πρὸ τῶν αἰώνων εἰς δόξαν ἡμῶν,  (Στους όριμους όμως πνευματικώς λαλούμε και σοφία, σοφία όμως όχι του κόσμου αυτού οι οποίοι καταργούνται· αλλά κηρύττουμε σοφία του Θεού, που είναι μυστηριώδης και κρυμμένη, την οποία προόρισε ο Θεός προ των αιώνων δια την δόξαν μας)

Το σκοτάδι θεωρείται ότι είναι καταλληλότερο  από το φως για όσους έχουν ασθενικούς οφθαλμούς. Τούτο ισχύει και για την πνευματική σοφία.

«Σοφία όμως όχι του κόσμου τούτου»: Διότι η του κόσμου σοφία δεν έχει πνεύμα και είναι άχρηστη γιατί σε τίποτα δεν μπορεί να ωφελήσει αυτούς που την κατέχουν.

Ποιος όμως ονομάζει ως «άρχοντες του αιώνος τούτου»; Δεν ονομάζει άρχοντες εδώ τους δαίμονες όπως ορισμένοι υποπτεύονται, αλλά αυτούς που έχουν αξιώματα, που έχουν εξουσία, δηλαδή τους φιλοσόφους και τους ρήτορες και τους λογογράφους, διότι αυτοί με τους λόγους τους παρέσερναν πολύ λαό.

«Των καταργουμένων»: Αυτό σημαίνει ότι αυτή η σοφία (των αρχόντων) θα καταργηθεί και δεν θα έχει καμία πλέον ισχύ.

«Αλλά κηρύττουμε σοφία Θεού μυστηριώδη»: Και την ονομάζει μυστήριον, επειδή ούτε άγγελος, ούτε αρχάγγελος ούτε κάποια άλλη κτιστή δύναμις το γνώριζε πριν να συμβεί. Δια τούτο λέγει: Δια να γνωρισθεί τώρα εις τας αρχάς και τας εξουσίας εις τα ουράνια δια της Εκκλησίας η πολυποίκιλος σοφία του Θεού».

Τούτο το έκανε ο Θεός τιμώντας εμάς, ώστε να μας , ώστε να μας ακούσουν τα μυστήρια. Κι μείς άλλωστε το ίδιο ισχυριζόμαστε, ότι απόδειξη της φιλίας μας προς όσους κάναμε φίλους μας είναι τούτο, το να μη πούμε μυστικά σε άλλον πριν από αυτούς.

«Κηρύττουμε σοφία μυστηριώδη και κρυμμένη, την οποία προόρισε ο Θεός προ των αιώνων δια την δόξαν μας»: «Κρυμμένη», δηλαδή ότι κανείς πριν από μας  δεν έμαθε για τις ουράνιες δυνάμεις, ούτε ο πολύς κόσμος τώρα γνωρίζει. Και τι θεωρεί ως «δόξα»; -Την δική μας σωτηρία. και λέγοντας «προόρισε», φανερώνει την φροντίδα του Θεού για μας.

8 ἣν οὐδεὶς τῶν ἀρχόντων τοῦ αἰῶνος τούτου ἔγνωκεν· εἰ γὰρ ἔγνωσαν, οὐκ ἂν τὸν Κύριον τῆς δόξης ἐσταύρωσαν·

Πως όμως λέει ο Χριστός «και εμέ γνωρίζετε, και επίσης γνωρίζετε από πού είμαι»; (Ιω. 7,28).Όμως εδώ το «δεν γνώρισαν» δεν αναφέρεται στο πρόσωπο του Χριστού, αλλά στην οικονομία του πράγματος, δηλαδή δεν γνώριζαν τι ήθελε ο θάνατος και ο σταυρός. Διότι και πάνω στον σταυρό ο Χριστός δεν είπε «δεν με γνωρίζουν», αλλά δεν γνωρίζουν τι κάνουν», δηλαδή αγνοούν το μυστήριο.

9 ἀλλὰ καθὼς γέγραπται, ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἃ ἡτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν.

Και που έχουν γραφεί αυτά; Εννοεί ότι αυτά έχουν γραφεί σε βιβλία τα οποία χάθηκαν μέσα στον χρόνο (κυρίως κατά την περίοδο της αιχμαλωσίας των Εβραίων. Ας μην ξεχνάμε ότι το Δευτερονόμιο με δυσκολία βρέθηκε θαμμένο μέσα σε κοπριά). Ο Παύλος όμως ως νομομαθής και εν πνεύματι φωτιζόμενος δεν αγνοεί αυτά που εμείς αγνοούμε.

«Οφθαλμός δεν είδε»: Ναι, διότι ποιος από τους ανθ΄ρωπους είδε όσα η θεία οικονομία προορίζει για το μέλλον; Άρα λοιπόν ούτε ανθρώπινο αυτί άκουσε, ούτε συνέλαβε νους ανθρώπου. Τι λοιπόν; Οι προφήτες δεν είδαν ή δεν άκουσαν; Άκουσαν μεν, αλλά το αυτί των προφητών δεν ήταν αυτί ανθρώπου, διότι δεν άκουσαν ως άνθρωποι, αλλά ως προφήτες. Και ο νους τους δεν φωτίστηκε ανθρωπίνως αλλά εν Πνεύματι Αγίω.

 10 ἡμῖν δὲ ὁ Θεὸς ἀπεκάλυψε διὰ τοῦ Πνεύματος αὐτοῦ·

Όχι δια της σοφίας του κόσμου. Όσα λοιπόν δεν έμαθαν οι άγγελοι, αυτά μας τα δίδαξε η σοφία του Θεού.

 τὸ γὰρ Πνεῦμα πάντα ἐρευνᾷ, καὶ τὰ βάθη τοῦ Θεοῦ.

Η έρευνα είναι ενδεικτική εδώ όχι άγνοιας, αλλά ακρινής γνώσεως.

11 τίς γὰρ οἶδεν ἀνθρώπων τὰ τοῦ ἀνθρώπου εἰ μὴ τὸ πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου τὸ ἐν αὐτῷ; οὕτω καὶ τὰ τοῦ Θεοῦ οὐδεὶς οἶδεν εἰ μὴ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. 12 ἡμεῖς δὲ οὐ τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου ἐλάβομεν, ἀλλὰ τὸ Πνεῦμα τὸ ἐκ τοῦ Θεοῦ, ἵνα εἰδῶμεν τὰ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ χαρισθέντα ἡμῖν.

Εμείς δηλαδή είμαστε τόσο σοφότεροι από κείνους, όση απόσταση υπάρχει μεταξύ Πλάτωνος και Αγίου Πνεύματος

13 ἃ καὶ λαλοῦμεν οὐκ ἐν διδακτοῖς ἀνθρωπίνης σοφίας λόγοις, ἀλλ᾿ ἐν διδακτοῖς Πνεύματος ῾Αγίου, πνευματικοῖς πνευματικὰ συγκρίνοντες. 14 ψυχικὸς δὲ ἄνθρωπος οὐ δέχεται τὰ τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ·

Όπως δηλαδή κανείς με τους οφθαλμούς κανείς δεν θα μπορούσε να γνωρίσει τα του Πνεύματος. Και τι λέγω τα του ουρανού, ούτε τα της γης δεν θα μπορούσε να γνωρίσει.

 μωρία γὰρ αὐτῷ ἐστι, καὶ οὐ δύναται γνῶναι, ὅτι πνευματικῶς ἀνακρίνεται.

Τούτο δεν οφείλεται στη φύση του πράγματος, αλλά στην αδυναμία αυτού που δεν μπόρεσε να αντιληφθεί το μέγεθος αυτών με τους οφθαλμούς της ψυχής. Κατόπιν προσθέτει και την αιτία λέγοντας:

 15 ὁ δὲ πνευματικὸς ἀνακρίνει μὲν πάντα, αὐτὸς δὲ ὑπ᾿ οὐδενὸς ἀνακρίνεται.

Τα λεγόμενα χρειάζονται πίστη και δεν είναι δυνατόν να τα καταλάβει κανείς με λογικά επιχειρήματα, διότι το μέγεθος αυτών υπερβαίνει κατά πολύ την ευτέλεια της διάνοιάς μας. Και ο πνευματικός άνθρωπος μπορεί έτσι να διακρίνει  όσα δεν βλέπει ο τυφλός πνευματικά. Έτσι εμείς γνωρίζουμε ποια είναι η φύση των παρόντων πραγμάτων και ποια είναι η αξία των μελλόντων και τι θα πάθουν οι αμαρτωλοί, τι θα απολαύσουν οι δίκαιοι και ότι τα παρόντα πράγματα δεν έχουν καμιά αξία, διότι το κρίνουμε σημαίνει ότι ελέγχουμε.

 16 τίς γὰρ ἔγνω νοῦν Κυρίου, ὃς συμβιβάσει αὐτόν; ἡμεῖς δὲ νοῦν Χριστοῦ ἔχομεν.

Δηλαδή όσα βρίσκονται στον νου του Χριστού, αυτά εμείς τα γνωρίζουμε και όσα αυτός θέλει και αποκάλυψε. Δεν εννοεί βέβαια εδώ ότι γνωρίζουμε τα πάντα όσα γνωρίζει ο Χριστός, αλλά ότι όσα γνωρίζουμε δεν είναι ανθρώπινα.

© 2012 Όλα τα δικαιώματα κατοχυρωμένα

Φτιάξε δωρεάν ιστοσελίδαWebnode