Κατ’ αρχήν υπάρχουν 4 ομιλίες του Χρυσοστόμου που αναφέρονται στην αρχή των Πράξεων και τις οποίες εκφώνησε στην Αντιόχεια το 388. Εκτός απ’ αυτές υπάρχουν και 55 ομιλίες του ιερού πατρός που αφορούν όλο το βιβλίο των Πράξεων. Αυτές εκφωνήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη κατά το 400-401. Το κείμενο αυτό είναι αφρόντιστο από λογοτεχνικής πλευράς διότι το κείμενο αυτό εκδόθηκε από ταχυγράφους χωρίς να περάσει πρώτα από την εποπτεία του Χρυσοστόμου. Συνέπεια αυτού είναι ότι και κατά την μετάφραση του κειμένου υπάρχουν πολλές δυσκολίες.
Ο Έρασμος μάλιστα διαβάζοντας και αποστρεφόμενος το κείμενο αυτό είπε ότι αυτό δεν ανήκει στον Χρυσόστομο. Στη συνέχεια όμως ανακαλύπτοντας κλασικές εκφράσεις του Ιερού πατρός ανακάλεσε τούτη την άποψη.
Μεταξύ άλλων σπουδαίων ανδρών ότι είναι αυθεντικό Χρυσοστομικό το κείμενο των Πράξεων μαρτυρεί ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός (680-755), ο Μέγας Φώτιος (820-896).
Που οφείλεται όμως το χαμηλότερο ύφος των ομιλιών; -Αυτό μάλλον πρέπει να αποδοθεί στην πολιτική αστάθεια που επικρατούσε τότε στην Κωνσταντινούπολη (στάση του Γαϊνά και εισβολή Γότθων) κάτι που πίεζε το ιερό πατέρα και τον απορροφούσε αρκετά χρονικά. Φαίνεται μάλιστα ότι για τις ομιλίς αυτές ο Χρυσόστομος δεν είχε κάνει καμία ιδιαίτερη προετοιμασία όταν τις εκφωνούσε.
Σε πολλούς αυτό το βιβλίο δεν είναι αρκετά γνωστό, ούτε αυτό το ίδιο, ούτε ο συγγραφέας του. όμως ένας τέτοιος θησαυρός δεν είναι σωστό να μένει κρυμμένος αλλά να βγει στην επιφάνεια ώστε πάντες να ωφεληθούν.
Συγγραφέας λοιπόν του βιβλίου είναι ο μακάριος Λουκάς ο Ευαγγελιστής ο οποίος βρίσκονταν πάντοτε κοντά στον διδάσκαλό του Παύλο.
Τα μεν Ευαγγέλια είναι μια ιστορία εκείνων που ο Χριστός έκανε και είπε, οι δε Πράξεις είναι ιστορία εκείνων που έκανε και είπε ο Παράκλητος. Τότε μεν ήλθε σε παρθενική μήτρα και διαμόρφωσε ναό, σωματική μορφή, τώρα δε ήλθε σε αποστολικές ψυχές και τότε μεν ήλθε το Πνεύμα σαν περιστέρι, τώρα δε σαν πύρινες γλώσσες. Τι τέλος πάντων σημαίνουν αυτά; Εκεί μεν φανερώνοντας το ήρεμο, εδώ δε το τιμωρητικό. Και την κρίση ενθυμείται την κατάλληλη στιγμή. Διότι όταν μεν επρόκειτο να συγχωρήσει αμαρτήματα, χρειαζόταν μεγάλη ηρεμία, εφόσον δε επιτύχαμε τη δωρεά, στη συνέχεια είναι καιρός και κρίσεως και εξετάσεως.