1 Και ἐν τῷ συμπληροῦσθαι τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς ἦσαν ἅπαντες ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τὸ αὐτό.
Ποια είναι αυτή η Πεντηκοστή; Όταν το δρεπάνι έπρεπε να χρησιμοποιηθεί για την συγκομιδή από τον θερισμό· όταν έπρεπε να συναθροίζει τους καρπούς. Όταν δηλαδή έπρεπε να επιβάλλει το δρεπάνι του λόγου, όταν τους καρπούς έπρεπε να συλλέγει, τότε το Πνεύμα, σαν δρεπάνι κοφτερό πετά επάνω σ’ αυτούς. Διότι άκουσε τον Χριστό που λέγει: «Υψώστε τα μάτια σας, και κοιτάξτε τα χωράφια, ότι είναι ασπρισμένα, έτοιμα προς θερισμό». (Ιω. 4,35) και πάλι «ο μεν θερισμός είναι πολύς, αλλά οι εργάτες είναι λίγοι». (Λουκ. 10,2). Ώστε Αυτός πρώτος χρησιμοποίησε το δρεπάνι. Διότι Αυτός ανέβασε στους ουρανούς τις προσφορές των πρώτων καρπών, αφού προσέλαβε ανθρώπινο ένδυμα. Γι’ αυτό και τούτο αποκαλεί θερισμό.
«Και όταν έφθασε» λέγει «η ημέρα της Πεντηκοστής», δηλαδή όχι προ της Πεντηκοστής, αλλά την ημέρα της Πεντηκοστής, όπως θα μπορούσε κάποιος να πει. Διότι, έπρεπε να γίνουν πάλι αυτά κατά την διάρκεια εορτής, για να δουν αυτά και αυτοί που ήταν παρόντες κατά την σταύρωση του Χριστού.
2 καὶ ἐγένετο ἄφνω ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας, καὶ ἐπλήρωσεν ὅλον τὸν οἶκον οὗ ἦσαν καθήμενοι·
Γιατί έγινε αυτό χωρίς αισθητά σημεία;- Διότι μολονότι έγινε και αυτό, έλεγαν ότι «έχουν πιει πολύ μούστο».
Και όχι μόνο έγινε ήχος, αλλά «εκ του ουρανού». Και το ξαφνικό αυτό διήγειρε αυτούς. «Και γέμισε όλο το σπίτι». Αναφέρει λοιπόν μεγάλη ορμή Πνεύματος. Πρόσεχε. Όλους τους συγκέντρωσε εκεί, ώστε και οι παρόντες να πιστέψουν και αυτοί άξιοι να αναδειχθούν. Και όχι μόνο αυτό, αλλά προσθέτοντας και το πιο τρομερό από αυτό.
3 καὶ ὤφθησαν αὐτοῖς διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεὶ πυρός, ἐκάθισέ τε ἐφ᾿ ἕνα ἕκαστον αὐτῶν,
Καλώς αναφέρει παντού το «ως» για να μη νομίσεις τίποτα το αισθητό για το Άγιο Πνεύμα. «Σαν φλόγες φωτιάς» λέγει και «σαν άνεμος». Άρα δεν ήταν απλώς άνεμος, διασκορπιζόμενος στον αέρα. Διότι όταν μεν έπρεπε στον Ιωάννη να γνωρισθεί το Πνεύμα, σαν περιστέρι ήρθε πάνω από την κεφαλή του Χριστού, τώρα δε όταν έπρεπε ολόκληρο πλήθος να επιστραφεί , έκανε την εμφάνισή Του σαν φλόγες φωτιάς.
«Και κάθισε στον καθένα από αυτούς μία». Δηλαδή παρέμεινε, αναπαύθηκε. Διότι το να καθίσει φανερώνει το σταθερό και την εμμονή. Τι λοιπόν; Άραγε ήρθε άραγε μόνο στους δώδεκα και όχι στους άλλους; Καθόλου, αλλά και στους εκατόν είκοσι. Διότι δεν θα παρουσίαζε απλώς τη μαρτυρία του προφήτη ο Πέτρος λέγοντας: «Και θα συμβεί κατά τις έσχατες μέρες ημέρες, λέγει ο Θεός, θα εκχύσω από το Πνεύμα μου σε κάθε άνθρωπο και θα προφητεύσουν οι υιοί σας και οι θυγατέρες σας και οι νέοι σας θα δουν οράσεις και οι γέροντές σας θα δουν όνειρα» (Ιωήλ 3,1 και Πραξ. 2,17)
4 καὶ ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος ῾Αγίου, καὶ ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις καθὼς τὸ Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι.
Δεν λαμβάνουν άλλο σημείο, αλλά αυτό πρώτα. Διότι ήταν παράξενο και παρίστατο ανάγκη άλλου σημείου. «Κάθισε» λέγει στον καθένα τους από μία». Βέβαια και πάνω στον μη εκλεκτό Ιούστο. Γι’ αυτό και δεν υποφέρει επειδή δεν εκλέχθηκε όπως ο Ματθίας.
«Και πληρώθηκαν» λέγει «όλοι». Δεν έλαβαν απλώς τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος, αλλά πληρώθηκαν. Και άρχισαν να ομιλούν άλλες γλώσσες καθώς το Πνεύμα έδινε σ’ αυτούς δύναμη να ομιλούν.
Δεν θα έλεγε λοιπόν «όλοι» ενώ ήταν εκεί και οι απόστολοι, εάν δεν μετείχαν και οι άλλοι.
Και πότε έγινε αυτό; -Όταν ήταν προσηλωμένοι σαν σε μία ψυχή στην δέηση, όταν είχαν αγάπη, τότε το Πνεύμα εμφανίστηκε.
Και γιατί φάνηκε το Πνεύμα σαν φωτιά; Διότι σαν φωτιά φάνηκε και στη βάτο.
5 ῏Ησαν δὲ ἐν ῾Ιερουσαλὴμ κατοικοῦντες ᾿Ιουδαῖοι, ἄνδρες εὐλαβεῖς ἀπὸ παντὸς ἔθνους τῶν ὑπὸ τὸν οὐρανόν·
Η διαμονή τους στην Ιερουσαλήμ ήταν σημείο ευλαβείας. Διότι ενώ ήταν από τόσα έθνη και αφού άφησαν πατρίδες και οικίες και συγγενείς, κατοικούσαν εκεί.
6 γενομένης δὲ τῆς φωνῆς ταύτης συνῆλθε τὸ πλῆθος καὶ συνεχύθη, ὅτι ἤκουον εἷς ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ λαλούντων αὐτῶν.
Επειδή το γεγονός συνέβη σε οικία, δικαιολογημένα οι απ’ έξω προσέτρεξαν.
Τι σημαίνει όμως «συνεχύθη το πλήθος»;- Ταράχτηκε, θαύμασε. Έπειτα μας αναφέρει και το τι τους έκανε να θαυμάσουν τόσο πολύ:
7 ἐξίσταντο δὲ πάντες καὶ ἐθαύμαζον λέγοντες πρὸς ἀλλήλους· οὐκ ἰδοὺ πάντες οὗτοί εἰσιν οἱ λαλοῦντες Γαλιλαῖοι; 8 καὶ πῶς ἡμεῖς ἀκούομεν ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ ἡμῶν ἐν ᾗ ἐγεννήθημεν, 9 Πάρθοι καὶ Μῆδοι καὶ ᾿Ελαμῖται, καὶ οἱ κατοικοῦντες τὴν Μεσοποταμίαν, ᾿Ιουδαίαν τε καὶ Καππαδοκίαν, Πόντον καὶ τὴν ᾿Ασίαν, 10 Φρυγίαν τε καὶ Παμφυλίαν, Αἴγυπτον καὶ τὰ μέρη τῆς Λιβύης τῆς κατὰ Κυρήνην, καὶ οἱ ἐπιδημοῦντες Ρωμαῖοι, ᾿Ιουδαῖοί τε καὶ προσήλυτοι, 11 Κρῆτες καὶ ῎Αραβες, ἀκούομεν λαλούντων αὐτῶν ταῖς ἡμετέραις γλώσσαις τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ;
Βλέπεις αυτούς να τρέχουν από την Ανατολή μέχρι τη Δύση; Όμως ορισμένοι αντί και αυτοί να θαυμάσουν έλεγαν:
12 ἐξίσταντο δὲ πάντες καὶ διηπόρουν, ἄλλος πρὸς ἄλλον λέγοντες· τί ἂν θέλοι τοῦτο εἶναι; 13 ἕτεροι δὲ χλευάζοντες ἔλεγον ὅτι γλεύκους μεμεστωμένοι εἰσί.
Πω, πω ανοησία! Πω , πω μέγεθος κακίας! Και τα έλεγαν αυτά παρότι δεν ήταν ακόμη ο καιρός του γλεύκους (τρύγου) διότι ήταν Πεντηκοστή.
Εσύ τώρα ακούγοντας όλα αυτά μη προσέχεις το λεγόμενο ότι «παρουσιάστηκαν γλώσσες να διαμοιράζονται σ’ αυτούς» αλλά ότι παρουσιάστηκαν σαν γλώσσες φωτιάς. Τέτοια φωτιά μπορεί να ανάψει άπειρη ξυλεία. Και καλά είπε «διαμεριζόμενες» διότι προέρχονταν από μία ρίζα, για να μάθεις ότι είναι ενέργεια, η οποία απεστάλη από τον Παράκλητο. Κοίταξε δε και εκείνους ότι αποδείχτηκαν πρώτα άξιοι και τότε καταξιώθηκαν το Πνεύμα.
Και έλαβαν το Πνεύμα όταν επέδειξαν την δική τους αρετή. Όταν δηλαδή όλα τα εγκατέλειψαν, όταν έπαθαν και έμαθαν για την ανθρώπινη αδυναμία.
Το δε σπίτι που γέμισε από Άγιο Πνεύμα είναι σύμβολο της οικουμένης.
Και τι άκουσε το πλήθος που βρίσκονταν έξω από το σπίτι; -Όχι μόνο άκουσε να μιλούν οι Απόστολοι τις δικές τους γλώσσες, αλλά άκουσαν και θαυμαστά πράγματα. Δικαιολογημένα λοιπόν απορούσαν.
14 Σταθεὶς δὲ Πέτρος σὺν τοῖς ἕνδεκα ἐπῆρε τὴν φωνὴν αὐτοῦ καὶ ἀπεφθέγξατο αὐτοῖς·
Βλέπεις εκεί την μέριμνα, εδώ την ανδρεία. Διότι πως μπόρεσε άνθρωπος αγράμματος να σταθεί και να μιλήσει ανάμεσα σε τόσους πολλούς; Διότι αν μεταξύ των οικείων, όταν κάποιος ομιλεί ταράσσεται, πολύ περισσότερο μεταξύ εχθρών και όταν κραυγάζουν.
Τι όμως σημαίνει «μαζί με τους ένδεκα»; -Ότι πρόβαλλαν κοινή ομιλία.. ο δε Πέτρος ήταν όλων το στόμα.
Το ότι μίλησε σε ένα πλήθος που τους θεωρούσε μεθυσμένους με πολύ παρρησία δείχνει το μέγεθος της πνευματικής ανδρείας.
***Και ο μεν Πλάτων που δίδασκε πολλές φλυαρίες, έχει σιωπήσει, αυτός δε ομιλεί όχι μόνο προς τους οικείους του, αλλά προς τους Ελαμίτες και στην Ινδία και σε όλη τη γη και στα πέρατα της οικουμένης. Που λοιπόν είναι τώρα ο κομπασμός της Ελλάδας; Που η η φήμη των Αθηνών; Που οι μωρολογίες των φιλοσόφων; Εκείνος που καταγόταν από τη Γαλιλαία, από τη Βηθσαϊδά, ο χωρικός, υπερίσχυσε όλως εκείνων. Δεν ντρέπεστε, πες μου, ακούγοντας το όνομα της πατρίδας εκείνου που σας νίκησε; Αν δε και το όνομα αυτού ακούσετε , ότι λεγόταν Κηφάς, θα νιώσετε πολύ περισσότερη ντροπή. Διότι αυτό σας κατέστρεψε, επειδή τούτο νομίζετε ότι είναι ντροπή, ότι η ευγλωτία είναι ο έπαινος και η απειρία της ευγλωτίας ντροπή…Δεν ακολουθήσατε τον δρόμο που έπρεπε αλλά, αφού αφήσατε τη βασιλική οδό, την εύκολη και λεία, βαδίσατε την τραχεία και ανηφορική και δύσκολη. Γι’ αυτό και δεν φτάσατε στην Βασιλεία των ουρανών.
Τι λοιπόν ο Χριστός, λέγει, δεν ενήργησε στον Πλάτωνα, ούτε στον Πυθαγόρα; Διότι η ψυχή του Πέτρου ήταν πολύ φιλοσοφικότερη από εκείνους. Καθόσον εκείνα μεν ήταν πράγματι παιδιά, που διακατέχονταν παντού από κενοδοξία, αυτός δε ήταν άνδρας φιλόσοφος και δεκτικός της χάριτος. Εάν όμως γελάς ακούγοντας αυτά, δεν είναι άξιο θαυμασμού· διότι και οι τότε γελούσαν και έλεγαν ότι αυτοί είναι μεθυσμένοι από μούστο, αλλά ύστερα, όταν έπαθαν εκείνα τα πικρά, και τα φοβερότερα από όλα, όταν είδαν την πόλη κατερειπωμένη, και τη φωτιά να ανάβει και τα τείχη να πέφτουν κάτω και τα διάφορα εκείνα βακχικά έκτροπα που κανένας δεν μπορεί να παραστήσει με λόγια, δεν γελούσαν πλέον. Έτσι και σεις τότε δεν θα γελάσετε, όταν έλθει ο καιρός της κρίσεως, όταν θ’ ανάψει η φωτιά της γέεννας. Αλλά γιατί ομιλώ για τα μέλλοντα; Θέλεις να δείξω ποιος είναι ο Πέτρος, ποιος δε ο Πλάτων; Ας εξετάσουμε, αν νομίζεις, πρώτα τα ήθη αυτών και ας δούμε με τι ασχολήθηκε ο καθένας. Αυτός βέβαια δαπάνησε όλο τον χρόνο, ασχολούμενος με δόγματα ανωφελή και περιττά. Διότι ποιο το όφελος από το να μάθει κανείς ότι η ψυχή του φιλοσόφου γίνεται μύγα; Πράγματι μύγα δεν θα μεταβαλλόταν σε μύγα, αλλά μετέβαινε στην ψυχή που κατοικεί στον Πλάτωνα. Ποίας ματαιολογίας δείγματα δεν είναι αυτά; Από πού λοιπόν αναγκάζονταν να λέει τέτοιες φλυαρίες; Ήταν γεμάτος από ειρωνεία ο άνθρωπος και προς όλους συμπεριφερόταν ζηλότυπα. Όπως λοιπόν φιλονεικών, ούτε μόνος του, ούτε από άλλους δεν κατέστη δυνατόν να εισαγάγει κάτι χρήσιμο, έτσι δέχτηκε από άλλον μεν την μετεμψύχωση, μόνος του δε έγραψε την πολιτεία, όπου νομοθέτησε όλα εκείνα τα γεμάτα από αισχρότητα. Οι γυναίκες, λέγει, ας είναι κοινές και οι παρθένες αε αγωνίζονται γυμνές μπροστά στα μάτια των εραστών και ας είναι κοινοί οι πατέρες, καθώς και τα παιδιά που γεννιούνται. (βλ. Πλάτωνος Πολιτεία 5, 457 Α-Ε κυρίως στο 5 460Β-461 C-E 463-464Ε και σ’ άλλα σημεία). Ποια ανοησία δεν υπερβαίνουν όλα αυτά; … Ο κορυφαίος λοιπόν των φιλοσόφων λέγει ότι καθόλου δεν διαφέρει από τους σκύλους. Διότι επειδή η θηλυκιά σκύλα και ο αρσενικός σκύλος έρχονται σε επαφή από κοινού, ας έρχονται από κοινού σε επαφή και οι γυναίκες και τα πάντα ας ανατραπούν. Διότι πάντοτε με αυτούς τους φιλοσόφους προσπάθησε ο διάβολος να αποδείξει, ότι το ανθρώπινο γένος καθόλου δεν είναι εντιμότερο από τα άλογα ζώα.
Όμως ο Πέτρος τίποτα παρόμοιο δεν είπε, αλλά έβγαλε φωνή, η οποία , αφού απέστραψε δυνατό φως σαν μέσα σε σκοτάδι, διέλυσε την ομίχλη της οικουμένης. Αλλά πόσο το ήθος του ήταν ήρεμο, πόσο ήπιο, πόσο στέκονταν πάνω από κάθε κενοδοξία· πόσο έβλεπε στον ουρανό, ενώ ήταν ταπεινόφρων και παρόλα αυτά ανέσταινε νεκρούς. Αν δε συνέβαινε σε κάποιον από εκείνους τους ανόητους, να κατορθώσει κάτι τέτοιο με τη φαντασία ακόμη, άραγε δεν θα ζητούσε αμέσως βωμό και ναό και δεν θα ήθελε να είναι κάποιος ισόθεος; Τη στιγμή βέβαια που χωρίς να υπάρχει τίποτα από αυτά πάντοτε φαντάζονταν παρόμοια. Δεν κατάλαβαν λοιπόν αυτοί ότι η περιφρόνηση της φιλοδοξίας είναι σε θέση να διδάξει όλα τα αγαθά και να εκδιώξει από την ψυχή κάθε καταστρεπτικό πάθος.
ἄνδρες ᾿Ιουδαῖοι καὶ οἱ κατοικοῦντες ῾Ιερουσαλὴμ ἅπαντες, τοῦτο ὑμῖν γνωστὸν ἔστω καὶ ἐνωτίσασθε τὰ ρήματά μου.
Εκείνους που αποκάλεσε ξένους παραπάνω, προς εκείνους απευθύνει το λόγο του εδώ. Και φαίνεται μεν ότι ομιλεί με εκείνους, επανορθώνει όμως τους ειρωνευόμενους, διότι παραχωρήθηκε σε μερικούς να ειρωνευθούν , για να λάβει αφορμή της απολογίας και απολογούμενος να διδάξει. Έτσι πρώτα καθιστά αυτούς προσεκτικότερους και μετά απολογείται:
15 οὐ γάρ, ὡς ὑμεῖς ὑπολαμβάνετε, οὗτοι μεθύουσιν·
Βλέπεις την απολογία του πόσο καταδεκτική είναι; Παρότι είχε με το μέρος του την πλειονότητα της συγκεντρώσεως του πλήθους, εν τούτοις με επιεικέστερο τρόπο συνομιλεί με αυτούς. Γι’ αυτό και δεν είπε «όχι όπως εσείς ειρωνεύεστε» ,ούτε «όπως εσείς γελάτε», αλλά «όπως νομίζετε». Θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να δείξει ότι αυτοί δεν το είπαν αυτό επίτηδες, αλλά από άγνοια.
ἔστι γὰρ ὥρα τρίτη τῆς ἡμέρας·
Γιατί το λέει αυτό; Διότι δεν είναι δυνατόν κατά την Τρίτη ώρα να μεθύσει κανείς. Βέβαια είναι δυνατό, αλλά δεν στάθηκε για πολύ σ’ αυτό, διότι αυτοί το έλεγαν αυτό ειρωνευόμενοι. Από δω φαίνεται ότι δεν πρέπει να σπαταλούμε πολύ λόγο για μη αναγκαία πράγματα.
16 ἀλλὰ τοῦτό ἐστι τὸ εἰρημένον διὰ τοῦ προφήτου ᾿Ιωήλ· 17 καὶ ἔσται ἐν ταῖς ἐσχάταις ἡμέραις, λέγει ὁ Θεός,
Στην αρχή πουθενά δεν ακούγεται το όνομα του Χριστού, ούτε η επαγγελία, είναι επαγγελία αυτού, αλλά του Πατρός. Βλέπε σύνεση.
ἐκχεῶ ἀπὸ τοῦ πνεύματός μου ἐπὶ πᾶσαν σάρκα,
Δίνει και σ’ αυτούς καλές ελπίδες, εάν βέβαια το θελήσουν. Και δεν αφήνει να έχουν αυτοί το πλεονέκτημα, πράγμα που θα προκαλούσε τον φθόνο, και έτσι μετριάζει τον φθόνο.
καὶ προφητεύσουσιν οἱ υἱοὶ ὑμῶν καὶ αἱ θυγατέρες ὑμῶν, καὶ οἱ νεανίσκοι ὑμῶν ὁράσεις ὄψονται καὶ οἱ πρεσβύτεροι ὑμῶν ἐνύπνια ἐνυπνιασθήσονται·
Αυτό δεν είναι δικό σας κατόρθωμα, ούτε βέβαια έπαινος, στα δικά σας τέκνα διαβιβάστηκε η χάρη· ονομάζοντας τους εαυτούς τους τέκνα αυτών και εκείνους πατέρες. Φανερώνει λοιπόν πως εκείνοι πρόκοψαν ενώ αυτοί όχι διότι σταύρωσαν τον Χριστό.
Έπειτα ολοκληρώνει την προφητεία:
18 καί γε ἐπὶ τοὺς δούλους μου καὶ ἐπὶ τὰς δούλας μου ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις ἐκχεῶ ἀπὸ τοῦ πνεύματός μου, καὶ προφητεύσουσι. 19 καὶ δώσω τέρατα ἐν τῷ οὐρανῷ ἄνω καὶ σημεῖα ἐπὶ τῆς γῆς κάτω, Με τα λόγια αυτά υπαινίσσεται και την μέλλουσα κρίση και την άλωση της Ιερουσαλήμ.
αἷμα καὶ πῦρ καὶ ἀτμίδα καπνοῦ· Βλέπε πως περιέγραψε την άλωση.
20 ὁ ἥλιος μεταστραφήσεται εἰς σκότος καὶ ἡ σελήνη εἰς αἷμα πρὶν Είπε αυτό από την διάθεση των πασχόντων, λέγεται όμως ότι συνέβησαν και πολλά άλλα τέτοια στον ουρανό. Καθώς μαρτυρεί ο Ιώσηπος. (περί Ιουδ. Πολεμ. ΙΙΙ, 289-339).
Αλλά τι σημαίνει «η σελήνη θα μεταβληθεί σε αίμα»;- Μου φαίνεται πως αυτό παριστάνει την υπερβολή της σφαγής.
Αυτά βέβαια είναι προοίμια κάποιας μεγάλης και φοβερής μέρας: ἢ ἐλθεῖν τὴν ἡμέραν Κυρίου τὴν μεγάλην καὶ ἐπιφανῆ.
Βλέπεις πως κατατρόμαξε και διατάραξε την ψυχή τους και μετέβαλε τον γέλωτα σε απολογία; Διότι αν αυτά είναι προμηνύματα της ημέρας εκείνης, είναι ανάγκη να επισημάνει τον κίνδυνο για τα έσχατα.
Όμως δεν επιμένει στα φοβερά. Αλλά δίνει την δυνατότητα να αναπνεύσουν πάλι: 21 καὶ ἔσται πᾶς ὃς ἂν ἐπικαλέσηται τὸ ὄνομα Κυρίου σωθήσεται.
Ποιος να επικαλεσθεί; Μόνον ο Ιουδαίος; -Όχι αλλά πάσα σαρξ. Δηλαδή και οι εθνικοί και οι γυναίκες και οι άνδρες και οι δούλοι και οι ελεύθεροι. Όλοι. Αλλά όχι απλώς να επικαλεσθεί, αλλά με θέρμη πολλή, με βίο ανεπίληπτο, με την πρέπουσα παρρησία. Η σωτηρία λοιπόν βρίσκεται στην επίκληση του Θεού.
22 ῎Ανδρες ᾿Ισραηλῖται, ἀκούσατε τοὺς λόγους τούτους.
Δεν είναι κολακεία ο λόγος, αλλά επειδή κατηγόρησε αυτούς σφόδρα, τους αφήνει κατόπιν και ενθυμείται με την ευκαιρία τον Δαυίδ. Και δεν είπε «πεισθείτε», αλλά «ακούσατε». Και πρόσεξε πως τίποτα δεν λέγει για τα υψηλά, αλλά από τα πολύ ταπεινά αρχίζει. ᾿Ιησοῦν τὸν Ναζωραῖον, και αναφέρει αμέσως την πατρίδα Του που θεωρούνταν ασήμαντη.
ἄνδρα ἀπὸ τοῦ Θεοῦ ἀποδεδειγμένον εἰς ὑμᾶς Πρόσεξε, ποιο ήταν αυτό το μεγάλο, το να πει δηλαδή ότι απεστάλη από τον Θεό. Διότι αυτό, και πριν και μετά, ο ίδιος ο Ιησούς προσπαθούσε να αποδείξει, καθώς και ο Ιωάννης ο Πρόδρομος και οι Απόστολοι.
δυνάμεσι καὶ τέρασι καὶ σημείοις οἷς ἐποίησε δι᾿ αὐτοῦ ὁ Θεὸς ἐν μέσῳ ὑμῶν, καθὼς καὶ αὐτοὶ οἴδατε, Πω! Πω ! ποιο πράγμα τόμλησε να πει μεταξύ εκείνων που τον φόνευσαν, ότι αναστήθηκε. Και δεν λέγει αμέσως ότι αναστήθηκε, αλλά ότι από τον Θεό θα έλθει σε σας. Τούτο δε είναι φανερό με όσα έκανε. Δεν λέει, ότι αυτός έκανε, αλλά ότι ο Θεός δι’ αυτού. Έπειτα αναφερόμενος στο βδελυρό εκείνο τόλμημά τους, πρόσεχε πως προσπαθεί να τους απαλλάξει από το έγκλημα.
Τα λόγια του είναι όμοια με του Ιωσήφ: «Μη φοβηθείτε διότι με πουλήσατε, όχι εσείς, αλλά ο Θεός με απέστειλε εδώ». (Γεν. 45, 4-5). Έπειτα για να μην πουν άρα καλώς επράξαμε, καθιστά αυτούς σκεπτικούς με εκείνο που πρόσθεσε: 23 τοῦτον τῇ ὡρισμένῃ βουλῇ καὶ προγνώσει τοῦ Θεοῦ ἔκδοτον λαβόντες, διὰ χειρῶν ἀνόμων προσπήξαντες ἀνείλετε·
Με το «δια χειρός ανόμων» υπαινίσσεται τον Ιούδα. Έτσι όλο το έγκλημα το μεταθέτει στον Ιούδα ο οποίος παρέδωσε τον Ιησού με φίλημα. Στη συνέχεια αφού περιέγραψε το πάθος ομιλεί για την ανάσταση:
24 ὃν ὁ Θεὸς ἀνέστησε λύσας τὰς ὠδῖνας τοῦ θανάτου, καθότι οὐκ ἦν δυνατὸν κρατεῖσθαι αὐτὸν ὑπ᾿ αὐτοῦ.
Εδώ κάτι μεγάλο και υψηλό υπαινίχθηκε. Διότι το «δεν ήταν δυνατόν», φανερώνει και αυτόν που έδωσε την δύναμη να εξουσιάζει. Έπειτα προτού το μυαλό τους σκεφτεί κάτι, παρουσίασε σ’ αυτούς τον Δαυίδ, που αναιρεί κάθε ανθρώπινο λογισμό.
25 Δαυῒδ γὰρ λέγει εἰς αὐτόν· προωρώμην τὸν Κύριον ἐνώπιόν μου διὰ παντός, ὅτι ἐκ δεξιῶν μού ἐστιν ἵνα μὴ σαλευθῶ. 26 διὰ τοῦτο εὐφράνθη ἡ καρδία μου καὶ ἠγαλλιάσατο ἡ γλῶσσά μου, ἔτι δὲ καὶ ἡ σάρξ μου κατασκηνώσει ἐπ᾿ ἐλπίδι, 27 ὅτι οὐκ ἐγκαταλείψεις τὴν ψυχήν μου εἰς ᾅδου οὐδὲ δώσεις τὸν ὅσιόν σου ἰδεῖν διαφθοράν. 28 ἐγνώρισάς μοι ὁδοὺς ζωῆς, πληρώσεις με εὐφροσύνης μετὰ τοῦ προσώπου σου.
Έπειτα μόλις συμπλήρωσε την προφητική μαρτυρία λέει:
29 ῎Ανδρες ἀδελφοί, Όταν πρόκειται να διδάξει κάτι σημαντικό χρησιμοποιεί αυτό το προοίμιο για να διεγείρει το ενδιαφέρον τους.
ἐξὸν εἰπεῖν μετὰ παρρησίας πρὸς ὑμᾶς περὶ τοῦ πατριάρχου Δαυῒδ ὅτι καὶ ἐτελεύτησε καὶ ἐτάφη καὶ τὸ μνῆμα αὐτοῦ ἐστιν ἐν ἡμῖν ἄχρι τῆς ἡμέρας ταύτης.
Και δεν είπε «δεν αναστήθηκε», αλλά «το μνήμα του είναι εδώ μέχρι την ημέρα αυτή».
30 προφήτης οὖν ὑπάρχων, καὶ εἰδὼς ὅτι ὅρκῳ ὤμοσεν αὐτῷ ὁ Θεὸς και έτσι σιγά σιγά προετοιμάζει τον λόγο του για να πει τα περί της Αναστάσεως: ἐκ καρποῦ τῆς ὀσφύος αὐτοῦ τὸ κατὰ σάρκα ἀναστήσειν τὸν Χριστὸν καθίσαι ἐπὶ τοῦ θρόνου αὐτοῦ, 31 προϊδὼν ἐλάλησε περὶ τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ ὅτι οὐ κατελείφθη ἡ ψυχὴ αὐτοῦ εἰς ᾅδου οὐδὲ ἡ σὰρξ αὐτοῦ εἶδε διαφθοράν.
Συνεπώς η ανάσταση του Χριστού δεν είναι καθόλου όμοια με τις άλλες αναστάσεις.
32 τοῦτον τὸν ᾿Ιησοῦν ἀνέστησεν ὁ Θεός, Τα πάντα λοιπόν αποδίδει στον Πατέρα, για να αποδειχθούν τα λεγόμενα.
οὗ πάντες ἡμεῖς ἐσμεν μάρτυρες. 33 τῇ δεξιᾷ οὖν τοῦ Θεοῦ ὑψωθείς, Πάλι καταφεύγει στον Πατέρα για να πει για την Ανάληψη με συγκαλυμμένο όμως τρόπο. τήν τε ἐπαγγελίαν τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος λαβὼν παρὰ τοῦ πατρός, Βλέπεις, πως αρχίζοντας μεν, δεν είπε ότι ο ίδιος έχει στείλει αυτό, αλλά ο Πατήρ. Στη συνέχεια όμως Εκείνον δείχνει με τρόπο όμως απαρατήρητο.
ἐξέχεε τοῦτο ὃ νῦν ὑμεῖς βλέπετε καὶ ἀκούετε. Και όχι απλώς απέστειλε, αλλά απέστειλε Αυτό με αφθονία.
Και αφού είπε αυτά λέει και πάλι για την Ανάληψη:
34 οὐ γὰρ Δαυῒδ ἀνέβη εἰς τοὺς οὐρανούς, λέγει δὲ αὐτός· εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου, κάθου ἐκ δεξιῶν μου 35 ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου.
Αν λοιπόν ο Ιησού είναι κύριος του Δαυίδ, τότε πολύ περισσότερο αυτών. Κι αφού μίλησε για τα πολύ σπουδαία και υψηλά, επαναφέρει και πάλι τον λόγο του στα ασήμαντα:
36 ἀσφαλῶς οὖν γινωσκέτω πᾶς οἶκος ᾿Ισραὴλ ὅτι καὶ Κύριον καὶ Χριστὸν αὐτὸν ὁ Θεὸς ἐποίησε, Μην αμφισβητείτε λοιπόν ούτε να αμφιβάλλετε. Ενώ έπρεπε να πει: Ας γνωρίσουν καλά όλοι οι ισραηλίτες ότι κάθεται στα δεξιά του Πατρός, αφήνοντας όμως αυτό, προσθέτει κάτι άλλο που είναι πολύ ταπεινότερο.
τοῦτον τὸν ᾿Ιησοῦν ὃν ὑμεῖς ἐσταυρώσατε. Καλώς εδώ κατέληξε, συνταράσσοντας την διάνοια αυτών, διότι αφού έδειξε τα μεγάλα και υψηλά, τότε αποκάλυψε και το τόλμημα, ώστε να το δείξει μεγαλύτερο και με τον φόνο να τους προσελκύσει, διότι οι άνθρωποι δεν πείθονται τόσο πολύ με τις ευεργεσίες, όσο σωφρονίζονται με τον φόβο. Οι σπουδαίοι όμως και μεγάλοι και φίλοι του Θεού, τίποτα απ’ αυτά δεν χρειάζονται, όπως ήταν ο Παύλος διότι δεν μιλούσε ούτε για βασιλεία, ούτε για γέεννα.
37 ᾿Ακούσαντες δὲ κατενύγησαν τῇ καρδίᾳ, εἶπόν τε πρὸς τὸν Πέτρον καὶ τοὺς λοιποὺς ἀποστόλους·
Βλέπεις πόσο μεγάλο αγαθό είναι η επιείκεια; Αυτή πιο πολύ από τη σφοδρότητα καταπληγώνει τις δικές μας καρδιές και βαθύτερα προξενεί την πληγή. Μαλακώνει τον άλλο όχι ο θυμός, ούτε η σφοδρή κατηγορία, ούτε οι προσβολές, αλλά η επιείκεια. Διότι ο μεν θυμός επεκτείνει περισσότερο την σκλήρυνση, η δε επιείκεια την εξαφανίζει. Έτσι και οι Ιουδαίοι, σεβάστηκαν την επιείκεια του Πέτρου, διότι δίδασκε σαν πατέρας και στοργικός διδάσκαλος σ’ εκείνους που σταύρωσαν τον Κύριό του. Και αυτοί όχι μόνον πείστηκαν, αλλά και αποδοκίμασαν τους εαυτούς τους και κατανόησαν τα όσα είχαν διαπραχθεί. Διότι δεν τους άφησε να κυριευθούν από το θυμό και να σκοτιστεί ο νους τους, αλλά με την ταπεινοφροσύνη, αφού διασκόρπισε, σαν κάποια ομίχλη, την αγανάκτηση, έτσι παρουσίασε εκείνο που είχαν τολμήσει.
*Ακούστε: Όταν πούμε ότι εμείς αδικηθήκαμε, εκείνοι προσπαθούν να αποδείξουν ότι δεν έχουν αδικήσει· όταν πούμε εμείς, ότι δεν αδικηθήκαμε, αλλά ότι μάλλον έχουμε αδικήσει, εκείνοι κάνουν το αντίθετο. Ώστε αν θέλεις να βάλεις σ’ αγώνα εκείνον που έχει αδικήσει, μην τον κατηγορήσεις, αλλά αγωνίσου, και εκείνος θα κατηγορήσει· διότι το γένος των ανθρώπων είναι φιλόνεικο.
Αυτό έκανε και ο Πέτρος και γι’ αυτό άγγιξε την ψυχή τους εκείνοι να πουν: τί ποιήσομεν, ἄνδρες ἀδελφοί; Και δεν είπαν «λοιπόν μετανοούμε», αλλά αμέσως εμπιστεύθηκαν τους εαυτούς τους στους Αποστόλους. Κι ενώ όλοι ερωτήθηκαν, πάλι ο Πέτρος παίρνει την πρωτοβουλία να απαντήσει λέγοντας:
38 Πέτρος δὲ ἔφη πρὸς αὐτούς· μετανοήσατε, καὶ βαπτισθήτω ἕκαστος ὑμῶν ἐπὶ τῷ ὀνόματι ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ
Και δεν λέει ακόμα «πιστέψτε», αλλά «βαπτισθείτε». Και έπειτα παρουσιάζει και το κέρδος: εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν, καὶ λήψεσθε τὴν δωρεὰν τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος.
Έπειτα για να κάνει τον λόγο πειστικό, πρόσθεσε: 39 ὑμῖν γάρ ἐστιν ἡ ἐπαγγελία καὶ τοῖς τέκνοις ὑμῶν καὶ πᾶσι τοῖς εἰς μακράν, ὅσους ἂν προσκαλέσηται Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν.
Δηλαδή «σε σας δόθηκε η υπόσχεση στα τέκνα σας και σε όλους εκείνους». Αν λοιπόν δόθηκε η υπόσχεση σ’ εκείνους που είναι μακριά από τον Θεό, τότε πολύ περισσότερο σε σας που βρίσκεστε κοντά Του.
40 ἑτέροις τε λόγοις πλείοσι διεμαρτύρετο καὶ παρεκάλει λέγων·
«Και με πολλά άλλα λόγια διαβεβαίωνε αυτά που έλεγε, και τους προέτρεπε, λέγοντας». Πρόσεχε αυτόν, ότι παντού συντομεύει τον λόγο και δεν επιζητεί τιμές, ούτε θέλει επιδείξεις. Και είναι ολοκληρωμένη η διδασκαλία του, διότι αφενός μεν αυτή περιέχει φόβο, αφετέρου δε αγάπη.
σώθητε ἀπὸ τῆς γενεᾶς τῆς σκολιᾶς ταύτης.
«Σώστε τους εαυτούς σας από την τιμωρία που υποστεί η διεστραμμένη αυτή γενεά». Δεν λέγει τίποτα για τα μέλλοντα, αλλά για τα παρόντα, για τα οποία προ πάντων κατηγορούνται οι άνθρωποι και αποδεικνύει, ότι το κήρυγμα απαλλάσσει και από τα παρόντα και από τα μέλλοντα κακά.
41 οἱ μὲν οὖν ἀσμένως ἀποδεξάμενοι τὸν λόγον αὐτοῦ ἐβαπτίσθησαν, καὶ προσετέθησαν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ψυχαὶ ὡσεὶ τρισχίλιαι.
42 ῏Ησαν δὲ προσκαρτεροῦντες τῇ διδαχῇ τῶν ἀποστόλων καὶ τῇ κοινωνίᾳ καὶ τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου καὶ ταῖς προσευχαῖς.
Δύο αρετές είχαν, και την επιμονή και την ομοψυχία. Κι αυτό το λέει για να δείξει ότι τους δίδασκαν για πολύ χρόνο. Και όλα λέει τα έκαναν από κοινού και με επιμονή.
43 ᾿Εγένετο δὲ πάσῃ ψυχῇ φόβος, πολλά τε τέρατα καὶ σημεῖα διὰ τῶν ἀποστόλων ἐγίνετο.
Δικαιολογημένα. Διότι δεν τους περιφρονούσαν σαν τυχαίους, ούτε πρόσεχαν σε όσα έβλεπαν μόνο, αλλά και η διάνοιά τους είχε διακαεί.
44 πάντες δὲ οἱ πιστεύοντες ἦσαν ἐπὶ τὸ αὐτὸ καὶ εἶχον ἅπαντα κοινά,
Πρόσεχε αμέσως πόση ήταν η πρόοδος. Διότι η επικοινωνία μαζί τους δεν ήταν μόνο στις προσευχές, ούτε στη διδασκαλία, αλλά στον τρόπο ζωής.
45 καὶ τὰ κτήματα καὶ τὰς ὑπάρξεις ἐπίπρασκον καὶ διεμέριζον αὐτὰ πᾶσι καθότι ἄν τις χρείαν εἶχε·
Πρόσεχε πόσος φόβος γεννήθηκε ανάμεσά τους. Όχι απλώς όπως οι έλληνες φιλόσοφοι, που άλλοι μεν άφηναν την γη ακαλλιέργητη, αφού την αφιέρωσαν στους θεούς, άλλοι δε έρριψαν πολύ χρυσάφι στη θάλασσα, πράγμα που έγινε όχι από την περιφρόνηση χρημάτων , αλλά από μωρία και ανοησία. Διότι ο διάβολος παντού προσπαθούσε πάντοτε να διαβάλει τα δημιουργήματα του Θεού, ότι δήθεν δεν ήταν δυνατόν να κάνουν καλή χρήση των χρημάτων.
46 καθ᾿ ἡμέραν τε προσκαρτεροῦντες ὁμοθυμαδὸν ἐν τῷ ἱερῷ,
Εδώ διδάσκει τον τρόπο με τον οποίο απολάμβαναν την διδασκαλία.
κλῶντές τε κατ᾿ οἶκον ἄρτον, μετελάμβανον τροφῆς ἐν ἀγαλλιάσει καὶ ἀφελότητι καρδίας,
Νομίζω ότι αναφέροντας τον άρτο, εννοεί εδώ τη νηστεία και τη σκληραγωγημένη ζωή. Από δω αγαπητέ μάθαινε, ότι όχι η μαλθακή ζωή, αλλά η τροφή προκαλεί την απόλαυση, και ότι εκείνοι που κάνουν μαλθακή ζωή αισθάνονται λύπη, ενώ όσοι δεν κάνουν μαλθακή ζωή αισθάνονται χαρά.
47 αἰνοῦντες τὸν Θεὸν καὶ ἔχοντες χάριν πρὸς ὅλον τὸν λαόν.
Και γιατί έχαιραν την εκτίμηση του λαού; Εξαιτίας της ελεημοσύνης που έκαναν.
ὁ δὲ Κύριος προσετίθει τοὺς σῳζομένους καθ᾿ ἡμέραν τῇ ἐκκλησίᾳ.