ΠΕΡΙΠΑΤΗΤΗΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
Κυριακή 14/5/2017 (της Σαμαρείτιδος) αρ.φ 3
Γράφει ο πρωτοπρεσβύτερος Μιχαήλ Δ. Στεφάνου
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς εἰς πόλιν τῆς Σαμαρείας λεγομένην Συχάρ, πλησίον τοῦ χωρίου ὃ ἔδωκεν Ἰακὼβ Ἰωσὴφ τῷ υἱῷ αὐτοῦ. Ἦν δὲ ἐκεῖ πηγὴ τοῦ Ἰακώβ. Ὁ οὖν Ἰησοῦς κεκοπιακὼς ἐκ τῆς ὁδοιπορίας ἐκαθέζετο οὕτως ἐπὶ τῇ πηγῇ· ὥρα ἦν ὡσεὶ ἕκτη. Ἔρχεται γυνὴ ἐκ τῆς Σαμαρείας ἀντλῆσαι ὕδωρ. Λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Δός μοι πιεῖν. Οἱ γὰρ μαθηταὶ αὐτοῦ ἀπεληλύθεισαν εἰς τὴν πόλιν, ἵνα τροφὰς ἀγοράσωσι. Λέγει οὖν αὐτῷ ἡ γυνὴ ἡ Σαμαρεῖτις· Πῶς σὺ Ἰουδαῖος ὢν παρ᾿ ἐμοῦ πιεῖν αἰτεῖς, οὔσης γυναικὸς Σαμαρείτιδος; οὐ γὰρ συγχρῶνται Ἰουδαῖοι Σαμαρείταις. Ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῇ· Εἰ ᾔδεις τὴν δωρεὰν τοῦ Θεοῦ καὶ τίς ἐστιν ὁ λέγων σοι, δός μοι πιεῖν, σὺ ἂν ᾔτησας αὐτὸν, καὶ ἔδωκεν ἄν σοι ὕδωρ ζῶν. Λέγει αὐτῷ ἡ γυνή· Κύριε, οὔτε ἄντλημα ἔχεις, καὶ τὸ φρέαρ ἐστὶ βαθύ· πόθεν οὖν ἔχεις τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν; Μὴ σὺ μείζων εἶ τοῦ πατρὸς ἡμῶν Ἰακώβ, ὃς ἔδωκεν ἡμῖν τὸ φρέαρ, καὶ αὐτὸς ἐξ αὐτοῦ ἔπιε καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ καὶ τὰ θρέμματα αὐτοῦ; Ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῇ· Πᾶς ὁ πίνων ἐκ τοῦ ὕδατος τούτου διψήσει πάλιν· ὃς δ᾿ ἂν πίῃ ἐκ τοῦ ὕδατος οὗ ἐγὼ δώσω αὐτῷ, οὐ μὴ διψήσει εἰς τὸν αἰῶνα, ἀλλὰ τὸ ὕδωρ ὃ δώσω αὐτῷ, γενήσεται ἐν αὐτῷ πηγὴ ὕδατος ἁλλομένου εἰς ζωὴν αἰώνιον. Λέγει πρὸς αὐτὸν ἡ γυνή· Κύριε, δός μοι τοῦτο τὸ ὕδωρ, ἵνα μὴ διψῶ μηδὲ ἔρχομαι ἐνθάδε ἀντλεῖν. Λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Ὕπαγε φώνησον τὸν ἄνδρα σου καὶ ἐλθὲ ἐνθάδε. Ἀπεκρίθη ἡ γυνὴ καὶ εἶπεν· Οὐκ ἔχω ἄνδρα. λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Καλῶς εἶπας ὅτι ἄνδρα οὐκ ἔχω· πέντε γὰρ ἄνδρας ἔσχες, καὶ νῦν ὃν ἔχεις οὐκ ἔστι σου ἀνήρ· τοῦτο ἀληθὲς εἴρηκας. Λέγει αὐτῷ ἡ γυνή· Κύριε, θεωρῶ ὅτι προφήτης εἶ σύ. Οἱ πατέρες ἡμῶν ἐν τῷ ὄρει τούτῳ προσεκύνησαν· καὶ ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἐν Ἱεροσολύμοις ἐστὶν ὁ τόπος ὅπου δεῖ προσκυνεῖν. Λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Γύναι, πίστευσόν μοι ὅτι ἔρχεται ὥρα ὅτε οὔτε ἐν τῷ ὄρει τούτῳ οὔτε ἐν Ἱεροσολύμοις προσκυνήσετε τῷ πατρί. Ὑμεῖς προσκυνεῖτε ὃ οὐκ οἴδατε, ἡμεῖς προσκυνοῦμεν ὃ οἴδαμεν· ὅτι ἡ σωτηρία ἐκ τῶν Ἰουδαίων ἐστίν. Ἀλλ᾿ ἔρχεται ὥρα, καὶ νῦν ἐστιν, ὅτε οἱ ἀληθινοὶ προσκυνηταὶ προσκυνήσουσι τῷ πατρὶ ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ· καὶ γὰρ ὁ πατὴρ τοιούτους ζητεῖ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτόν. Πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν. Λέγει αὐτῷ ἡ γυνή· Οἶδα ὅτι Μεσσίας ἔρχεται ὁ λεγόμενος Χριστός· ὅταν ἔλθῃ ἐκεῖνος, ἀναγγελεῖ ἡμῖν πάντα. Λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Ἐγώ εἰμι, ὁ λαλῶν σοι. Καὶ ἐπὶ τούτῳ ἦλθον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ, καὶ ἐθαύμασαν ὅτι μετὰ γυναικὸς ἐλάλει· οὐδεὶς μέντοι εἶπε, τί ζητεῖς ἢ τί λαλεῖς μετ᾿ αὐτῆς; Ἀφῆκεν οὖν τὴν ὑδρίαν αὐτῆς ἡ γυνὴ καὶ ἀπῆλθεν εἰς τὴν πόλιν, καὶ λέγει τοῖς ἀνθρώποις· Δεῦτε ἴδετε ἄνθρωπον ὃς εἶπέ μοι πάντα ὅσα ἐποίησα· μήτι οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός; Ἐξῆλθον οὖν ἐκ τῆς πόλεως καὶ ἤρχοντο πρὸς αὐτόν. Ἐν δὲ τῷ μεταξὺ ἠρώτων αὐτὸν οἱ μαθηταὶ λέγοντες· Ῥαββί, φάγε. Ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· Ἐγὼ βρῶσιν ἔχω φαγεῖν, ἣν ὑμεῖς οὐκ οἴδατε. Ἔλεγον οὖν οἱ μαθηταὶ πρὸς ἀλλήλους· Μή τις ἤνεγκεν αὐτῷ φαγεῖν; Λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Ἐμὸν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιῶ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με καὶ τελειώσω αὐτοῦ τὸ ἔργον. Οὐχ ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἔτι τετράμηνός ἐστι καὶ ὁ θερισμὸς ἔρχεται; Ἰδοὺ λέγω ὑμῖν, ἐπάρατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ θεάσασθε τὰς χώρας, ὅτι λευκαί εἰσι πρὸς θερισμὸν ἤδη. Καὶ ὁ θερίζων μισθὸν λαμβάνει καὶ συνάγει καρπὸν εἰς ζωὴν αἰώνιον, ἵνα καὶ ὁ σπείρων ὁμοῦ χαίρῃ καὶ ὁ θερίζων. Ἐν γὰρ τούτῳ ὁ λόγος ἐστὶν ὁ ἀληθινός, ὅτι ἄλλος ἐστὶν ὁ σπείρων καὶ ἄλλος ὁ θερίζων. Ἐγὼ ἀπέστειλα ὑμᾶς θερίζειν ὃ οὐχ ὑμεῖς κεκοπιάκατε· ἄλλοι κεκοπιάκασι, καὶ ὑμεῖς εἰς τὸν κόπον αὐτῶν εἰσεληλύθατε. Ἐκ δὲ τῆς πόλεως ἐκείνης πολλοὶ ἐπίστευσαν εἰς αὐτὸν τῶν Σαμαρειτῶν διὰ τὸν λόγον τῆς γυναικός, μαρτυρούσης ὅτι εἶπέ μοι πάντα ὅσα ἐποίησα. Ὡς οὖν ἦλθον πρὸς αὐτὸν οἱ Σαμαρεῖται, ἠρώτων αὐτὸν μεῖναι παρ᾿ αὐτοῖς· καὶ ἔμεινεν ἐκεῖ δύο ἡμέρας. Καὶ πολλῷ πλείους ἐπίστευσαν διὰ τὸν λόγον αὐτοῦ, τῇ τε γυναικὶ ἔλεγον ὅτι οὐκέτι διὰ τὴν σὴν λαλιὰν πιστεύομεν· αὐτοὶ γὰρ ἀκηκόαμεν, καὶ οἴδαμεν ὅτι οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ σωτὴρ τοῦ κόσμου, ὁ Χριστός.
Ήταν ώρα έκτη την στιγμή που ο Ιησούς συνάντησε στο πηγάδι της Συχάρ την Σαμαρείτιδα. Και μας αναφέρει την ώρα γιατί την ίδια ώρα η Εύα έφαγε τον καρπό της παρακοής. Τούτη την ώρα η Εύα εξέπεσε, η Σαμαρείτιδα όμως σώθηκε.
«Δος μοι πιείν» λέει ο Ιησούς στην Σαμαρείτιδα, ανοίγοντας έτσι μαζί της έναν υπέροχο διάλογο στον οποίο τελικά καταφαίνεται ότι ο πραγματικά διψασμένος δεν ήταν ο Χριστός αλλά ο απελπισμένος άνθρωπος της τότε, αλλά και της σύγχρονης εποχή που ζούμε. Η πηγή της ζωής ζητά να πιεί ενώ δεν θέλει να πιει αλλά να δώσει.
Οι Σαμαρείτες είχαν πολλές διαφορές με τους Ιουδαίους της εποχής και γι’ αυτό ήταν αφύσικο Ιουδαίος να συζητά δημόσια με Σαμαρείτη και μάλιστα γυναίκα. Και τι γυναίκα; Αυτήν που είχε συζευχθεί πέντε άνδρες και αυτός με τον οποίο συζούσε κρυφά ήταν ο παράνομος εραστής της. Ω της άφατης φιλανθρωπίας! Ο Καθήμενος επί των Χερουβείμ καθήμενος στο χείλος ενός πηγαδιού να συνομιλεί με μία πόρνη!
Μέσα στην φρενίτιδα της καθημερινότητας ο άνθρωπος ζει εγκλωβισμένος μέσα στις άτυχες και επαναλαμβανόμενες επιλογές που κάνει χωρίς να βρίσκει διέξοδο στα πολυποίκιλα προβλήματα που τον ταλανίζουν. Έχει ανάγκη να ξεδιψάσει την κατάξερη γη της ψυχής του. Κάποτε, ο Χριστός χτυπά την πόρτα του καθενός έτοιμος να του προσφέρει το ζωντανό νερό που αν κανείς το πιει δεν πρόκειται να διψάσει ποτέ. Ποιο όμως είναι αυτό το ζωντανό νερό;
-Την προηγούμενη Κυριακή κάναμε λόγο για την κολυμβήθρα του Σιλωάμ, αυτή την Κυριακή για το ζωντανό νερό που προσφέρθηκε από τον Χριστό στην Σαμαρείτιδα και την επόμενη πάλι το κεντρικό στοιχείο της περικοπής θα είναι το νερό αφού ο τυφλός εκ γενετής θα νιφτεί και θα βρει το φως του. Η Εκκλησία μας, μας προετοιμάζει έτσι για το φως της Πεντηκοστής, δηλαδή για την έλευση του Αγίου Πνεύματος διά του Οποίου το αγιοπνευματικό νερό της κολυμβήθρας γίνεται ικανό να ξεπλύνει τον κουρασμένο και ταλαίπωρο άνθρωπο από το ρύπο της αμαρτίας, να τον αναγεννήσει, και να τον μπολιάσει στο Σώμα και στο Αίμα του Χριστού, δηλαδή να τον θεώσει! Τι άλλο να ζητήσει κανείς;
Η Σαμαρείτιδα ήταν όπως και οι περισσότεροι άνθρωποι της εποχής μας εγκλωβισμένη στην ζωή των παθών, η συνάντησή της όμως με τον Χριστό της έδωσε όλες τις απαντήσεις που για χρόνια αναζητούσε: Τι αναζητούσε; Τον Μεσσία που όλα θα της τα φανερώσει, και τον βρήκε μπροστά της. Ο Κύριος είναι η πρώτη φορά που αποκαλύπτεται σε κάποιον, είναι η πρώτη φορά που παρουσιάζει απροκάλυπτα τον εαυτό Του: «Εγώ ειμί ο λαλών σοι». Μόνο στην Σαμαρείτιδα και αργότερα στον Παύλο αυτό το έκανε. Ο Μεσσίας, δηλαδή «ο αλειμμένος με την θεότητα», (αυτό σημαίνει Μεσσίας) αποκαλύπτεται σε μια πόρνη!
Στα επόμενα λίγα λεπτά η πρώην αλλογενή αμαρτωλή Σαμαρείτιδα, μετατρέπεται πλέον στην αγία Φωτεινή που με την πίστη και τον ζήλο της μετέστρεψε πολλούς ειδωλολάτρες της εποχής της από το σκοτάδι στο Φως. Πριν ακόμη δει τον Χριστό να ανασταίνεται από τους νεκρούς, πριν δει θαύματα και νεκραναστάσεις μπαίνει στην πόλη της και κηρύττει τον Χριστό: «Ἐλᾶτε νὰ δῆτε κάποιον ποὺ μοῦ εἶπε ὅλα ὅσα ἔκανα. Μήπως αυτός είναι ο Χριστός»; Και τόσος ήταν ο ζήλος της που δεν έπαψε εφεξής να κηρύττει τον Σωτήρα της οικουμένης. Έφτασε μέχρι την Ρώμη όπου ανάμεσα σε πολλούς έκανε χριστιανή ακόμη και την κόρη του σκληρού αυτοκράτορα Νέρωνα και κάποιες από τις δούλες του. Αυτή ήταν και η αιτία του σκληρού μαρτυρίου που ακολούθησε.
Ας μιμηθούμε λοιπόν και μεις τον ζήλο της αγίας Φωτεινής. Ο Χριστός είναι πάντοτε έτοιμος να μας παρέχει το ύδωρ της αθανασίας, εμείς τι θα διαλέξουμε, πηγάδι ή ουρανό;