1 Ομοια γάρ ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ οἰκοδεσπότῃ, ὅστις ἐξῆλθεν ἅμα πρωΐ μισθώσασθαι ἐργάτας εἰς τὸν ἀμπελῶνα αὐτοῦ. 2 καὶ συμφωνήσας μετὰ τῶν ἐργατῶν ἐκ δηναρίου τὴν ἡμέραν ἀπέστειλεν αὐτοὺς εἰς τὸν ἀμπελῶνα αὐτοῦ. 3 καὶ ἐξελθὼν περὶ τρίτην ὥραν εἶδεν ἄλλους ἑστῶτας ἐν τῇ ἀγορᾷ ἀργούς, 4 καὶ ἐκείνοις εἶπεν· ὑπάγετε καὶ ὑμεῖς εἰς τὸν ἀμπελῶνα, καὶ ὃ ἐὰν ᾖ δίκαιον δώσω ὑμῖν. οἱ δὲ ἀπῆλθον. 5 πάλιν ἐξελθὼν περὶ ἕκτην καὶ ἐνάτην ὥραν ἐποίησεν ὡσαύτως. 6 περὶ δὲ τὴν ἑνδεκάτην ὥραν ἐξελθὼν εὗρεν ἄλλους ἑστῶτας ἀργούς, καὶ λέγει αὐτοῖς· τί ὧδε ἑστήκατε ὅλην τὴν ἡμέραν ἀργοί; 7 λέγουσιν αὐτῷ· ὅτι οὐδεὶς ἡμᾶς ἐμισθώσατο. λέγει αὐτοῖς· ὑπάγετε καὶ ὑμεῖς εἰς τὸν ἀμπελῶνα, καὶ ὃ ἐὰν ᾖ δίκαιον λήψεσθε.
8 ὀψίας δὲ γενομένης λέγει ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος τῷ ἐπιτρόπῳ αὐτοῦ· κάλεσον τοὺς ἐργάτας καὶ ἀπόδος αὐτοῖς τὸν μισθόν, ἀρξάμενος ἀπὸ τῶν ἐσχάτων ἕως τῶν πρώτων. 9 καὶ ἐλθόντες οἱ περὶ τὴν ἑνδεκάτην ὥραν ἔλαβον ἀνὰ δηνάριον. 10 ἐλθόντες δὲ οἱ πρῶτοι ἐνόμισαν ὅτι πλείονα λήψονται, καὶ ἔλαβον καὶ αὐτοὶ ἀνὰ δηνάριον. 11 λαβόντες δὲ ἐγόγγυζον κατὰ τοῦ οἰκοδεσπότου 12 λέγοντες ὅτι οὗτοι οἱ ἔσχατοι μίαν ὥραν ἐποίησαν, καὶ ἴσους ἡμῖν αὐτοὺς ἐποίησας τοῖς βαστάσασι τὸ βάρος τῆς ἡμέρας καὶ τὸν καύσωνα. 13 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν ἑνὶ αὐτῶν· ἑταῖρε, οὐκ ἀδικῶ σε· οὐχὶ δηναρίου συνεφώνησάς μοι; 14 ἆρον τὸ σὸν καὶ ὕπαγε· θέλω δὲ τούτῳ τῷ ἐσχάτῳ δοῦναι ὡς καὶ σοί· 15 ἢ οὐκ ἔξεστί μοι ποιῆσαι ὃ θέλω ἐν τοῖς ἐμοῖς, εἰ ὁ ὀφθαλμός σου πονηρός ἐστιν ὅτι ἐγὼ ἀγαθός εἰμι; 16 Οὕτως ἔσονται οἱ ἔσχατοι πρῶτοι καὶ οἱ πρῶτοι ἔσχατοι· πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί.
Τι θέλει να μας διδάξει αυτή η παραβολή; Διότι δεν είναι σύμφωνη η αρχή της με αυτό που συμβαίνει στο τέλος. Διότι παρουσιάζονται όλοι να απολαμβάνουν τα ίδια, ενώ ο Χριστός πριν την παραβολή και μετά την παραβολή μας λέει ότι οι πρώτοι θα γίνουν τελευταίοι και οι τελευταίοι πρώτοι. Η παραβολή όμως λέει κάτι το αντίθετο. Ότι κι αυτοί που δεν κόπιασαν τόσο πολύ θα απολαύσουν τα ίσα μ’ αυτούς που πάρα πολύ κόπιασαν. Τι είναι λοιπόν αυτό που λέει η παραβολή; Ας το κάνουμε σαφές:
Αμπέλι είναι το πρόσταγμα και οι εντολές του Θεού. Χρόνος της εργασίας είναι η παρούσα ζωή. Εργάτες είμαστε όλοι μας που καλούμαστε να τηρήσουμε τις εντολές του Θεού. Πρωί, Τρίτη, έκτη, ενάτη ώρα είναι οι άνθρωποι που προσήλθαν και ευδοκίμησαν σε διάφορες ηλικίες. Οι πρώτοι που ευδοκίμησαν και ταλαιπωρήθηκαν κάτω από το καύσωνα της ημέρας είναι μεν αυτοί που μόχθησαν και έγιναν αρεστοί στον Θεό αλλά στη συνέχεια φθόνησαν αυτούς που εργάστηκαν μία μόνο ώρα και πήραν και εκείνοι τον ίδιο μισθό μ΄αυτούς. Στη συνέχεια ο Οικοδεσπότης έκρινε ένοχο αυτόν που διαμαρτυρήθηκε για την υποτιθέμενη αδικία. Άρα στην παραβολή γίνεται ξεκάθαρο ότι κανείς δεν μπορεί να προβάλλει τέτοιου είδους κατηγορίες ή δικαιολογίες στην Βασιλεία των ουρανών. Καθόσον ο χώρος εκείνος είναι καθαρός από τον φθόνο και την ζήλεια. Διότι αυτό είναι το έργο των αγίων να μοχθούν και να χαίρονται για την προκοπή του πλησίον. Και επειδή εν τέλει πρόκειται για παραβολή δεν πρέπει να εξετάζουμε λέξη προς λέξη αυτά που περιέχονται στις παραβολές. Αλλά αφού μάθουμε τον σκοπό για τον οποίο λέχθηκε η παραβολή ας τον κάνουμε τότε κτήμα μας και να μην ασχολούμαστε άδικα με τα παραπέρα.
Τι θέλει λοιπόν να μας διδάξει αυτή η παραβολή; Θέλει να κάνει προθυμότερους αυτούς που σε προχωρημένη ηλικία μετανοούν και γίνονται καλύτεροι και για να μην τους αφήσει να νομίζουν ότι μειονεκτούν έναντι των άλλων γι’ αυτό τον λόγο παρουσιάζει και αυτούς που δυσανασχετούν για τα αγαθά που λαμβάνουν αυτοί, όχι για να δείξει ότι αυτοί λιώνουν από φθόνο και ζήλεια, αλλά για να διδάξει αυτούς ότι απολαμβάνουν μεγάλης τιμής.
Αλλά για ποιο λόγο τέλος πάντων δεν τους μίσθωσε όλους τους εργάτες μαζί; -Όσο εξαρτάται από τον οικοδεσπότη όλους μαζί τους μίσθωσε, όμως όλοι μαζί δεν ανταποκρίθηκαν στο ταυτόχρονο κάλεσμα. Το ίδιο δηλώνει και ο Παύλος λέγοντας ότι «όταν ο Θεός ευδόκησε», διότι ο Θεός απ’ την αρχή ήθελε να τον καλέσει, όμως αυτός δεν θα υπάκουε στην πρόσκληση. Πότε λοιπόν ευδόκησε; Όταν ο Παύλος ήταν έτοιμος να υπακούσει. Κατά τον ίδιο τρόπο κάλεσε και τον ληστή, διότι και αυτόν απ’ την αρχή μπορούσε να τον καλέσει αλλά εκείνος δεν θα υπάκουε τότε.
Είναι λοιπόν ολοφάνερο σε μας, ότι η παραβολή αυτή λέχθηκε γι’ αυτούς που ασκούν την αρετή από νεανική ηλικία και για εκείνους που έδειξαν ενδιαφέρον σε μεταγενέστερη και ίσως και σε πολύ προχωρημένη ηλικία.
Και αν στο τέλος προσθέτει ο Κύριος «Οὕτως ἔσονται οἱ ἔσχατοι πρῶτοι καὶ οἱ πρῶτοι ἔσχατοι· πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί» μη θαυμάσεις και μη ταραχτείς διότι αυτό δεν το λέει ως συμπέρασμα της παραβολής, αλλά με αυτό θέλει να πει ότι στην περίπτωση αυτή όλοι και χωρίς να το περιμένουν απήλαυσαν τα ίδια αγαθά. Ίσως εδώ να υπονοεί και τους Ιουδαίους αλλά και τους πιστούς εκείνους που στην αρχή μεν έδειξαν μεγάλο ενδιαφέρον, στην πορεία όμως έγιναν αδιάφοροι. Γι’ αυτό λοιπόν ας παραμένουμε ακλόνητοι στην ορθή πίστη και ας επιδεικνύουμε άριστο βίο σε όλες τις παραμέτρους της ζωής μας.
17 Καὶ ἀναβαίνων ὁ ᾿Ιησοῦς εἰς ῾Ιεροσόλυμα παρέλαβε τοὺς δώδεκα μαθητὰς κατ᾿ ἰδίαν ἐν τῇ ὁδῷ καὶ εἶπεν αὐτοῖς. 18 ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς ῾Ιεροσόλυμα, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδοθήσεται τοῖς ἀρχιερεῦσι καὶ γραμματεῦσι καὶ κατακρινοῦσιν αὐτὸν θανάτῳ, 19 καὶ παραδώσουσιν αὐτὸν τοῖς ἔθνεσιν εἰς τὸ ἐμπαῖξαι καὶ μαστιγῶσαι καὶ σταυρῶσαι, καὶ τῇ τρίτη ἡμέρᾳ ἀναστήσεται.
Επειδή ήταν φυσικό οι μαθητές να μην ήθελαν να πάει ο Ιησούς στα Ιεροσόλυμα, διά τούτο ο Ιησούς τους θυμίζει συχνά το επερχόμενο πάθος Του, γυμνάζοντας έτσι το μυαλό τους διά των συχνών υπενθυμίσεων και μειώνοντας μ’ αυτόν τον τρόπο την λύπη τους. Τους τα λέει όλα αυτά ιδιαιτέρως, διότι δεν έπρεπε να πλήθη να γνωρίσουν το τι έμελλε να συμβεί για να μην προκληθεί πανικός και ταραχές.
Και τι; Θα πει κάποιος. Δηλαδή τίποτα δεν λέχθηκε στα πλήθη για όλα αυτά. –Λέχθηκαν, αλλά όχι με τόσο ξεκάθαρο τρόπο. Διότι τους είπε: «Γκρεμίστε αυτόν τον ναό κι εγώ σε τρεις μέρες θα τον ξαναχτίσω» και αλλού «θαύμα ζητείτε να δείτε, αλλά δεν θα δείτε άλλο παρά μόνο αυτό του Ιωνά του προφήτη» και πάλι «Λίγο χρόνο είμαι ακόμη μαζί σας και θα με ζητήσετε αλλά δεν θα με βρείτε».
Όμως γιατί μιλούσε στα πλήθη με τόσο απόκρυφο τρόπο αφού κανείς δεν καταλάβαινε; -Διότι θα καταλάβαιναν τα λόγια αυτά μετέπειτα.
Στους μαθητές Του αντιθέτως γίνονταν ολοένα και πιο ξεκάθαρος προσθέτοντας εκ νέου και καινούρια στοιχεία. Όπως, ότι θα παραδοθεί στους εθνικούς και θα εμπαιχθεί και μαστιγωθεί και θα σταυρωθεί. Και αφού όλα αυτά θα τα έβλεπαν οι μαθητές, με θάρρος πλέον θα ανέμεναν και αυτό που τους είπε ξακάθαρα ότι μετά τρεις μέρες θα αναστηθεί.
Όμως παρότι οι μαθητές είδαν νεκρούς να ανασταίνονται, δαιμονισμένους να θεραπεύονται, ασθενείς να γιατρεύονται, παράλυτους να περπατούν, παρέμεναν δύσπιστοι ή καταλαμβάνονταν από απορία μη μπορώντας να συνειδητοποιήσουν τα λόγια του Χριστού.
Γι΄αυτόν ακριβώς τον λόγο αμέσως μετά το άκουσμα του επερχόμενου πάθους του Ιησού στα Ιεροσόλυμα οι υιοί Ζεβεδαίου τον πλησίασαν για να συζητήσουν μαζί Του για την πρωτοκαθεδρία και του είπαν: «Θέλουμε να καθίσουμε ο ένας στα δεξιά σου και ο άλλος στα αριστερά σου». Ο Ματθαίος όμως αναφέρει ότι η μητέρα των υιών Ζαβεδαίου τα είπε αυτά: 20 Τότε προσῆλθεν αὐτῷ ἡ μήτηρ τῶν υἱῶν Ζεβεδαίου μετὰ τῶν υἱῶν αὐτῆς προσκυνοῦσα καὶ αἰτοῦσά τι παρ᾿ αὐτοῦ. 21 ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· τί θέλεις; λέγει αὐτῷ· εἰπὲ ἵνα καθίσωσιν οὗτοι οἱ δύο υἱοί μου εἷς ἐκ δεξιῶν σου καὶ εἷς ἐξ εὐωνύμων σου ἐν τῇ βασιλείᾳ σου. Φυσικό ήταν και τα δύο να συνέβησαν διότι παρέλαβαν την μητέρα τους με σκοπό να μεγαλώσουν την παράκλησή τους.
Ας προσπαθήσουμε όμως να καταλάβουμε τι είναι αυτό που ζητούν, με ποια διάθεση το ζητούν, τι ήταν εκείνο που τους οδήγησε να ενεργήσουν μ’ αυτόν τον τρόπο.
Από τι λοιπόν παρακινήθηκαν και έφτασαν σ’ αυτήν την ενέργεια; -Έβλεπαν ότι έχαιραν μεγάλης εκτίμησης από τον κόσμο και ήλπιζαν εξ’αιτίας αυτού ότι θα ικανοποιούνταν ή παράκλησή τους. Επειδή πλησίαζαν στα Ιεροσόλυμα, νόμιζαν ότι εκεί θα αποκαλύπτονταν αμέσως η Βασιλεία των Ουρανών. Νόμιζαν δηλαδή ότι η Βασιλεία του Θεού ήταν αισθητή. Διότι νόμιζαν ότι διά της αυτής Βασιλεία θα απόφευγαν και κάθε τι δυσάρεστο. Διά τούτο και ο Χριστός τους απαλλάσσει ευθύς εξ’ αρχής απ’ αυτήν την σκέψη λέγοντάς τους: 22 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν· οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε. δύνασθε πιεῖν τὸ ποτήριον ὃ ἐγὼ μέλλω πίνειν, ἢ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθῆναι;
Ο Χριστός για να τους κάνει να κατανοήσουν ότι δεν ζητούν τίποτα το πνευματικό τους είπε: «Δεν γνωρίζετε τι ζητείτε». Σεις λοιπόν μου μιλάτε για τιμές και στέφανα, Εγώ δε σας μιλώ για μαρτύρια και αίματα και αγώνες και ιδρώτες. Διότι ο παρών καιρός είναι καιρός για αγώνες, πολέμους και κινδύνους. Και κατόπιν τους ρωτά: Μπορείτε να σφαγείτε; Μπορείτε να χύσετε τα αίματά σας; Και για να τους προσελκύσει περισσότερο τους είπε: «Το ποτήριον αυτό που κι εγώ θα πιώ». λέγουσιν αὐτῷ· δυνάμεθα. Λόγω της προθυμίας τους αμέσως υποσχέθηκαν και δέχτηκαν, χωρίς όμως να κατανοήσουν, αλλά με την ελπίδα ότι θα λάμβαναν αυτό που ζητούσαν. Τι λοιπόν τους απαντά;
23 καὶ λέγει αὐτοῖς· τὸ μὲν ποτήριόν μου πίεσθε, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε· Με τους λόγους αυτούς προφήτευσε πολύ μεγάλα αγαθά, ότι θα αξιωθείτε να μαρτυρήσετε κι εσείς και θα πάθετε αυτά που κι εγώ θα πάθω διότι θα τελειώσετε τη ζωή σας με βίαιο θάνατο. τὸ δὲ καθίσαι ἐκ δεξιῶν μου καὶ ἐξ εὐωνύμων μου οὐκ ἔστιν ἐμὸν δοῦναι, ἀλλ᾿ οἷς ἡτοίμασται ὑπὸ τοῦ πατρός μου.
Αφού λοιπόν γέμισε τις ψυχές τους με θάρρος και τους ανύψωσε πνευματικά και τους έκανε ακατάβλητους στην λύπη, τότε πλέον διορθώνει το αίτημά τους. Αλλά τι σημαίνει αυτό που τους είπε ο Χριστός;- Ότι κανείς δεν θα καθίσει ούτε στα δεξιά Του, ούτε στα αριστερά Του, διότι ο θρόνος Του είναι απλησίαστος για όλους γενικώς. Και όχι μόνο για τους Αποστόλους και τους αγίους, αλλά και για τους αγγέλους. Πως όμως και για ποιο λόγο λέει «το ποιος θα καθίσει εκ δεξιών μου ή εξ’ αριστερών μου δεν εξαρτάται από μένα να το δώσω»;- Δεν το λέει σαν να υπάρχουν εκεί καθισμένοι, μακριά από μας αυτή η σκέψη, αλλά απάντησε στην σκέψη αυτών που τον ρώτησαν. Δείχνοντας έτσι συγκτάβαση στην ατελή πνευματικότητά τους.
Το νόημα λοιπόν των λόγων του Χριστού είναι: Ναι μεν θα πεθάνετε μαρτυρικά για μένα, αλλά αυτό δεν αρκεί για να θεωρηθείτε πρώτοι μεταξύ των άλλων. Επειδή τώρα σας αγαπώ πολύ, αυτό δεν σημαίνει ότι αργότερα δεν θα τιμήσω περισσότερο από σας εκείνον που θα λάμψει πνευματικά και περισσότερο μάλιστα από σας. Όμως δεν τους μίλησε έτσι για να μην τους λυπήσει.
Διά ποίους όμως έχει ετοιμασθεί; Για κείνους που θα γίνουν ένδοξοι από τα έργα τους. Η νίκη λοιπόν θα δοθεί σ’ αυτούς που θα κοπιάσουν περισσότερο. Και ποιος τελικά κόπιασε περισσότερο απ’ όλους; Μήπως κάποιος κόπιασε ή θα κοπιάσει περισσότερο από τον Παύλο;
24 καὶ ἀκούσαντες οἱ δέκα ἠγανάκτησαν περὶ τῶν δύο ἀδελφῶν.
Πότε αγανάκτησαν; Όταν ο Χριστός επέπληξε τους υιούς Ζεβεδαίου. Διότι όσο χρόνο η προτίμηση ήταν απόφαση του Ιησού δεν αγανακτούσαν. Εσύ όμως μη μείνεις σ’ αυτήν την ατελή συμπεριφορά των δύο μαθητών αλλά δες την μετέπειτα εξέλιξή τους. Όταν δηλαδή αργότερα ο Ιωάννη παραχώρησε όλα τα πρωτεία, και του κηρύγματος και την επιτέλεση των θαυμάτων στον Πέτρο και παρουσιάζει πριν από τον εαυτό του τον Πέτρο. Ο δε Ιάκωβος μετά την Ανάσταση του Ιησού δεν έζησε για μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά διά της θέρμης της πίστεώς του αμέσως παραδόθηκε στο μαρτύριο.
Και τι έκανε ο Χριστός όταν οι μαθητές αγανάκτησαν;
25 ῾Ο δὲ ᾿Ιησοῦς προσκαλεσάμενος αὐτοὺς εἶπεν· οἴδατε ὅτι οἱ ἄρχοντες τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν καὶ οἱ μεγάλοι κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν.
Επειδή λοιπόν θορυβήθηκαν οι μαθητές και ταράχτηκαν, τους καθησυχάζει πριν τους μιλήσει με το ότι τους κάλεσε πλησίον Του. Και διαποπέμπει το αίτημα των δύο μπροστά σε όλους τους υπόλοιπους για να θεραπεύσει και εκείνους και τους άλλους και τους ακροατές του Ευαγγελίου. Και αποδεικνύει ότι είναι γνώρισμα των εθνικών το να επιδιώκουν με μανία τα πρωτεία. 26 οὐχ οὕτως ἔσται ἐν ὑμῖν, ἀλλ᾿ ὃς ἐὰν θέλῃ ἐν ὑμῖν μέγας γενέσθαι, ἔσται ὑμῶν διάκονος, 27 καὶ ὃς ἐὰν θέλῃ ἐν ὑμῖν εἶναι πρῶτος, ἔσται ὑμῶν δοῦλος· Γνώρισμα λοιπόν δικό μας και όχι σαν τους εθνικούς είναι να ζητούμε τις τελευταίες θέσεις και όχι τις πρωτοκαθεδρίες. Και αυτός που ζητά την εξουσία, ουσιαστικά τον εαυτό του καταντροπιάζει. 28 ὥσπερ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν. Εγώ που είμαι ο Βασιλιάς των βασιλιάδων και Κύριος των κυρίων δέχτηκα να λάβω θέση ταπεινού. Και για ποιον το έκανα αυτό; Για τους εχθρούς μου. Και εσύ μεν αν ταπεινωθείς το κάνεις χάριν του εαυτού σου, ενώ εγώ προς χάριν σου το έκανα. Επομένως μη φοβηθείς ότι τάχατις χάνεται η αξιοπρέπειά σου όταν ταπεινώνεσαι. Αντιθέτως όταν ταπεινώνεσαι αυξάνεται η δόξα σου. Διότι αν θελήσουμε να γίνουμε μεγάλοι, τότε θα καταντήσουμε ασήμαντοι. Δώσε λοιπόν βάση και δες πως κάθε φορά διδάσκει ο Χριστός τους μαθητές Του με τα αντίθετα παραδείγματα.
29 Καὶ ἐκπορευομένων αὐτῶν ἀπὸ ῾Ιεριχὼ ἠκολούθησεν αὐτῷ ὄχλος πολύς.
30 Καὶ ἰδοὺ δύο τυφλοὶ καθήμενοι παρὰ τὴν ὁδόν, ἀκούσαντες ὅτι ᾿Ιησοῦς παράγει, ἔκραξαν λέγοντες· ἐλέησον ἡμᾶς, Κύριε, υἱὸς Δαυῒδ.
Πρόσεξε ότι οι τυφλοί χωρίς να έχουν οδηγό και χωρίς να μπορούν να δουν τον Κύριο πήγαν εκεί και άρχισαν να φωνάζουν με δυνατή φωνή και εμποδιζόμενοι να φωνάζουν, φώναζαν ακόμη περισσότερο. Διότι τέτοια είναι η καρτερική ψυχή. Ο δε Χριστός άφηνε αυτούς να τους εμποδίζουν να φωνάζουν για να γίνεται φανερή σε μεγαλύτερο βαθμό η προθυμία τους και για να μάθεις ότι με την αξία τους απήλαυσαν την θεραπεία. Διά τούτο δεν τους ρωτά «πιστεύετε»;
Από αυτό μάθαινε αγαπητέ ότι ακόμη κι αν είμαστε άσημοι και καταφρονεμένοι, αλλά προσερχόμαστε στο Θεό με πολύ προθυμία θα επιτύχουμε μόνοι μας αυτό που ζητούμε.
Τι έκανε λοιπόν Χριστός;
31 ὁ δὲ ὄχλος ἐπετίμησεν αὐτοῖς ἵνα σιωπήσωσιν· οἱ δὲ μεῖζον ἔκραζον λέγοντες· ἐλέησον ἡμᾶς, Κύριε, υἱὸς Δαυῒδ. 32 καὶ στὰς ὁ ᾿Ιησοῦς ἐφώνησεν αὐτοὺς καὶ εἶπε· τί θέλετε ποιήσω ὑμῖν; 33 λέγουσιν αὐτῷ· Κύριε, ἵνα ἀνοιχθῶσιν ἡμῶν οἱ ὀφθαλμοί.
Για ποιο λόγο τους ρώτησε; Για να μη νομίσει κανείς ότι αυτοί άλλα θέλανε και άλλα τους προσέφερε ο Ιησούς.
34 σπλαγχνισθεὶς δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς ἥψατο τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν, καὶ εὐθέως ἀνέβλεψαν αὐτῶν οἱ ὀφθαλμοί, καὶ ἠκολούθησαν αὐτῷ.
Βέβαια, ο σκοπός της έλευσης του Ιησού στον κόσμο είναι η ευσπλαχνία, αλλά παράλληλα με αυτή, οι τυφλοί ήταν άξιοι του ελέους εξαιτίας της πίστης τους όπως είδαμε παραπάνω. Και όταν έλαβαν την δωρεά δεν απομακρύνθηκαν από τον Ιησού, αλλά τι έκαναν; Τον ακολούθησαν, πράγμα που δεν το έκαναν όλοι όσοι θεραπεύτηκαν από Κείνον. Σε άλλες μάλιστα περιπτώσεις οι τεθεραπευμένοι έφυγαν μακριά επιδεικνύοντας μεγάλη αγνωμοσύνη. (βλ. 10 λεπρούς).