1 Καταβάντι δὲ αὐτῷ ἀπὸ τοῦ ὄρους ἠκολούθησαν αὐτῷ ὄχλοι πολλοί.
2 Καὶ ἰδοὺ λεπρὸς ἐλθὼν προσεκύνει αὐτῷ λέγων· Κύριε, ἐὰν θέλῃς, δύνασαί με καθαρίσαι.
Μεγάλη η σύνεση και η πίστη αυτού που προσήλθε. Διότι δεν διέκοψε την διδασκαλία, ούτε διέσχισε το πλήθος των ακροατών, αλλά περίμενε την κατάλληλη ώρα και μόλις κατέβηκε ο Ιησούς από το όρος τότε προσήλθε. Είχε δε αληθινή πίστη διότι δεν είπε «προσευχήσου» ή «εάν ζητήσεις από τον Θεό» αλλά «Εάν θέλεις μπορείς να με καθαρίσεις». Δεν είπε όμως ούτε «καθάρισέ με» αλλά τα πάντα τα αφήνει στη διάθεση του Ιησού αναγνωρίζοντας ότι όλη η εξουσία και η δύναμη ανήκει σ’ Αυτόν που ικετεύει.
3 καὶ ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἥψατο αὐτοῦ ὁ ᾿Ιησοῦς λέγων· θέλω, καθαρίσθητι. καὶ εὐθέως ἐκαθαρίσθη αὐτοῦ ἡ λέπρα.
Ο Κύριος δεν είπε «καθαρίσου» αλλά «θέλω, να καθαρισθείς» για να μη μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι η θεραπεία του λεπρού προήλθε από την πίστη του ικέτη, αλλά από το θέλημα του Κυρίου. Βέβαια, δεν έμεινε ο Ιησούς στα λόγια αλλά ενήργησε και με έργα καθαρίζοντας τελικά τον λεπρό από την λέπρα του.
Βλέπεις την ταχύτητα με την οποία η φύση υπάκουσε στον Κύριό της; «ευθέως εκαθαρίσθη».
Το ότι έκτεινε την χείρα Του για να καθαρίσει τον λεπρό είναι ένα άλλο θέμα συζήτησης: Διότι θα μπορούσε όπως και σε άλλε περιπτώσεις το έκανε, χωρίς να αγγίξει να θεραπεύσει μόνο με τον λόγο Του. Στην περίπτωση όμως αυτή αγγίζει, για να μας δείξει ότι βρίσκεται πάνω από την εξουσία του νόμου διότι ο Μωσαϊκός νόμος απαγόρευε στους ισραηλίτες να αγγίζουν οτιδήποτε ακάθαρτο και ιδιαιτέρως τους λεπρούς. Έτσι το ακάθαρτο σώμα του λεπρού έγινε καθαρό από το άγιο χέρι του Χριστού. Μας δείχνει όμως και κάτι ακόμη: Ότι αν κανείς φροντίζει για την καθαρότητα της ψυχής του τίποτα το υλικό δεν μπορεί να τον βλάψει όσο ακάθαρτο κι αν είναι.
4 καὶ λέγει αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· ὅρα μηδενὶ εἴπῃς, ἀλλὰ ὕπαγε σεαυτὸν δεῖξον τῷ ἱερεῖ καὶ προσένεγκε τὸ δῶρον ὃ προσέταξε Μωσῆς εἰς μαρτύριον αὐτοῖς.
Αφού λοιπόν θεράπευσε το σώμα, διατάσσει «να μην το πει σε κανέναν ο πρώην λεπρός αλλά να δείξει τον εαυτό του στον ιερέα και να προσφέρει το δώρο που διέταξε ο Μωυσής εις απόδειξη της υπακοής του». Γιατί όμως διέταξε να μη πει πουθενά για το θαύμα; Το έκανε αυτό για την αποφυγή της υπεραφανείας και της φιλοδοξίας διδάσκοντας και μας παρόμοια να πράττουμε. Μολονότι γνώριζε ότι ο λεπρός θα διακήρυττε παντού τον ευεργέτη Του. πως λοιπόν θα πει κάποιος σε άλλη περίπτωση διατάσσει να διακηρύττουν το θαύμα; Παρατηρήστε πουθενά δεν διατάσσει να διακηρύττουν τον εαυτό Του παρά μόνον να δοξάζουν τον Θεό.
Για ποιο λόγο όμως διέταξε να δείξει τον εαυτό του ο λεπρός στον ιερέα και να προσφέρει δώρο; Σ’ αυτή τη περίπτωση εφαρμόζει και πάλι τον νόμο, διότι ούτε τον καταργεί πάντοτε, ούτε όμως τον εφαρμόζει παντού. Στις περιπτώσει που δεν τον εφάρμοζε προετοίμαζε την μελλοντική γνώση της αληθείας, ενώ με την εφαρμογή του έβαζε φραγμό στην αδιάντροπη γλώσσα των Ιουδαίων.
Τι σημαίνει η φράση «εις μαρτύριον αυτοίς»; Σημαίνει διά να είναι έλεγχος, απόδειξη και κατηγορία γι’ αυτούς (εννοώντας τους ιερείς) εάν είναι δύσπιστοι. Επειδή δηλαδή έλεγαν τον διώκουμε επειδή είναι πλάνος και απατεών, επειδή είναι ενάντιος προς τον Θεό και παράνομος, εσύ θα μαρτυρήσεις διά με κατ’ εκείνον τον καιρό, ότι εγώ δεν ήμουν παράνομος. Εκείνοι όμως παρά ταύτα έμειναν σταθεροί στην κακία τους.
Τι λοιπόν μας ζητά σε κάθε περίπτωση ο ευεργέτης μας; Να δοξάζουμε τον Θεό και για τα καλά και για τα κακά που συμβαίνουν στη ζωή μας. Διότι οι άνθρωποι θυμούνται συνήθως τον Θεό όταν ασθενούν και όταν επιτυγχάνεται η θεραπεία τους τότε τον λησμονούν. Γι’ αυτό πρέπει πάντοτε να δοξάζουμε τον Θεό και να παραμένουμε σε κάθε περίπτωση πιστοί και ταπεινοί. Μάλιστα, όσο περισσότερο προοδεύουμε στην αρετή, τόσο περισσότερο ας ταπεινώνουμε τον εαυτό μας. Διότι όσο πιο προσεκτικά παρατηρήσουμε τον ουρανό, τόσο περισσότερο θα διαπιστώσουμε την απόσταση που έχουμε απ’ αυτόν. Έτσι, όσο περισσότερο επιδιδόμεθα στην αρετή τόσο περισσότερο θα διαπιστώσουμε την απόσταση που υπάρχει ανάμεσα στον Θεό και σε μας. Γι’ αυτό και ο Δαυίδ και ο Αβραάμ όταν ανέβηκαν στην τελευταία κορυφή της αρετής, τότε ακριβώς το επέτυχαν αυτό. Και ο μεν πρώτος ονόμασε τον εαυτό του χώμα και στάχτη, ο δε δεύτερος σκώληκα. Και όλοι οι άγιοι με παρόμοιο τρόπο ελεεινολογούν τον εαυτό τους. Διότι είναι απολύτως βέβαιο ότι εκείνος που υπερηφανεύεται είναι εκείνος που περισσότερο από κάθε άλλον δεν γνωρίζει τον εαυτό του. Αυτός άλλωστε που δεν γνωρίζει τον εαυτό του ποιον άλλο μπορεί να γνωρίσει;
5 Εἰσελθόντι δὲ αὐτῷ εἰς Καπερναοὺμ προσῆλθεν αὐτῷ ἑκατόνταρχος παρακαλῶν αὐτὸν καὶ λέγων·
Πότε προσήλθε; Μετά την επί του όρους ομιλία. Όπως προηγουμένως ο λεπρός έτσι κι αυτός, δεν διέσχισε τα πλήθη, δεν διέκοψε τον Κύριο. Περίμενε υπομονετικά να τελειώσει το κήρυγμά του ο Ιησούς περιμένοντάς Τον για να Του πει:
6 Κύριε, ὁ παῖς μου βέβληται ἐν τῇ οἰκίᾳ παραλυτικός, δεινῶς βασανιζόμενος.
Για ποιον προσήλθε; Μήπως για τον εαυτό του; Όχι αλλά για τον δούλο του. όπως και σε άλλη περίπτωση η Χαναναία έτσι κι εδώ άλλος προσεύχεται, άλλος λαμβάνει την ίαση χωρίς εκείνος να κάνει τίποτα! Βλέπουμε όμως και κάτι ακόμη: Ο εκατόνταρχος θεώρησε περιττό να φέρει τον δούλο του στον Ιησού. Μεγάλη του η πίστη!!!
7 καὶ λέγει αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· ἐγὼ ἐλθὼν θεραπεύσω αὐτόν.
Ο Χριστός κάνει εδώ κάτι που πουθενά αλλού δεν πράττει. Υπόσχεται όχι μόνο να θεραπεύσει τον δούλο, αλλά και να πάει στην οικία του εκατόνταρχου. Το κάνει βέβαια αυτό για να φανερωθεί το μεγαλείο της πίστεως του ικέτη.
8 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἑκατόνταρχος ἔφη· Κύριε, οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς ἵνα μου ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθῃς· ἀλλὰ μόνον εἰπὲ λόγῳ, καὶ ἰαθήσεται ὁ παῖς μου.
9 καὶ γὰρ ἐγὼ ἄνθρωπός εἰμι ὑπὸ ἐξουσίαν, ἔχων ὑπ᾿ ἐμαυτὸν στρατιώτας, καὶ λέγω τούτῳ, πορεύθητι, καὶ πορεύεται, καὶ ἄλλῳ, ἔρχου, καὶ ἔρχεται, καὶ τῷ δούλῳ μου, ποίησον τοῦτο, καὶ ποιεῖ.
10 ἀκούσας δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς ἐθαύμασε καὶ εἶπε τοῖς ἀκολουθοῦσιν· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐδὲ ἐν τῷ ᾿Ισραὴλ τοσαύτην πίστιν εὗρον.
Ο Χριστός όχι μόνο επικύρωσε τα λόγια του εκατόνταρχου, αλλά και «θαύμασε». Και όχι μόνο θαύμασε, αλλά και τον παρουσίασε ως υπόδειγμα για να τον μιμηθούν και άλλοι.
Τι όμως να μιμηθεί κανείς; Όχι μόνο την πίστη, αλλά και την ομολογία. Ότι ο Χριστός δεν περιμένει από άλλον να δεχτεί ενέργεια, αλλά κατ’ ιδίαν δύναμη πράττει τα πάντα. Θυμηθείτε την Μάρθα που του είπε λανθασμένα: «Όσα ήθελες ζητήσει από τον Θεό θα σου τα δώσει». Ο Κύριος όχι μόνο δεν επικύρωσε τα λόγια της αλλά μάλλον την επέπληξε λέγοντας: «ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή».
11 λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι πολλοὶ ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ δυσμῶν ἥξουσι καὶ ἀνακλιθήσονται μετὰ ᾿Αβραὰμ καὶ ᾿Ισαὰκ καὶ ᾿Ιακὼβ ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν,
12 οἱ δὲ υἱοὶ τῆς βασιλείας ἐκβληθήσονται εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων.
Ο Κύριος λέει απερίφραστα ότι κληρονόμοι της Βασιλείας των Ουρανών δεν θα είναι οι σαρκικοί αλλά οι πνευματικοί ισραηλίτες. Το νέο Ισραήλ δεν γνωρίζει εθνικότητα ούτε γλώσσα αλλά την κοινή εν Χριστώ πίστη.
13 καὶ εἶπεν ὁ ᾿Ιησοῦς τῷ ἑκατοντάρχῳ· ὕπαγε, καὶ ὡς ἐπίστευσας γενηθήτω σοι. καὶ ἰάθη ὁ παῖς αὐτοῦ ἐν τῇ ὥρᾳ ἐκείνῃ.
Ο εκατόνταρχος έλαβε τελικά περισσότερα απ’ όσα ζήτησε: Και ο δούλος του έγινε καλά και ο ίδιος χωρίς να το περιμένει την Βασιλεία των Ουρανών κληρονόμησε!
14 Καὶ ἐλθὼν ὁ ᾿Ιησοῦς εἰς τὴν οἰκίαν Πέτρου εἶδε τὴν πενθερὰν αὐτοῦ βεβλημένην καὶ πυρέσσουσαν·
15 καὶ ἥψατο τῆς χειρὸς αὐτῆς, καὶ ἀφῆκεν αὐτὴν ὁ πυρετὸς καὶ ἠγέρθη καὶ διηκόνει αὐτῷ.
Για ποιο λόγο πήγε ο Ιησούς στην οικία του Πέτρου; Για να φάει. Και το φανερώνει αυτό το γεγονός ότι όταν αυτή θεραπεύτηκε από τον πυρετό σηκώθηκε για να τους υπηρετήσει. Ο Ιησούς πήγαινε γενικώς στα σπίτια των μαθητών Του για να τους τιμήσει και κατ’ επέκτασιν να τους παρακινήσει με αυτό τον τρόπο περισσότερο προς την προθυμία. Σκέψου δε τι λογής ήταν οι οικίες αυτών των αλιέων, αλλ’ όμως δεν απαξιούσε να εισέλθει σ’ αυτές για να σε διδάξει ότι και συ δεν πρέπει φέρεσαι αλαζονικά. Πρόσεξε δε ότι άλλοτε θεραπεύει μόνο με λόγια και άλλοτε απλώνει το χέρι και αγγίζει. Αυτό το κάνει διότι δεν ήθελε πάντοτε να γίνεται αντιληπτή η θεότης Του και προ πάντων από τους μαθητές Του, διότι αυτοί από τη χαρά τους θα το διακήρυτταν αμέσως. Πρόσεξε επίσης ότι όταν ο Ιησούς άγγιξε την πεθερά του Πέτρου δεν έφυγε μόνο απ΄αυτήν ο πυρετός αλλά έγινε ολοκληρωτικά υγιής. Πράγμα παράξενο και αφύσικο. Διότι όλοι γνωρίζουμε ότι ακόμη και όταν ο πυρετός παύσει, χρειάζεται λίγος χρόνος για να επανέλθει ο ασθενής στη πρότερή του δράση. Και γι’ αυτό ο ευαγγελιστής μας λέει ότι αμέσως σηκώθηκε και ξεκίνησε την διακονία της. Τέλος, θα υπογραμμίσουμε ότι και πάλι χάρη στην πίστη άλλων κάποιος άλλος τελικά θεραπεύεται για να καταλάβουμε την αξία της προσευχής όχι μόνο για τον εαυτό μας αλλά και για τον πλησίον.
16 ᾿Οψίας δὲ γενομένης προσήνεγκαν αὐτῷ δαιμονιζομένους πολλούς, καὶ ἐξέβαλε τὰ πνεύματα λόγῳ καὶ πάντας τοὺς κακῶς ἔχοντας ἐθεράπευσεν,
17 ὅπως πληρωθῇ τὸ ρηθὲν διὰ ῾Ησαΐου τοῦ προφήτου λέγοντος· αὐτὸς τὰς ἀσθενείας ἡμῶν ἔλαβε καὶ τὰς νόσους ἐβάστασεν.
Βλέπεις τώρα πόσο η πίστη του πλήθους αύξανε, ώστε αν και η ώρα ήταν περασμένη δεν θεωρούσαν κατάλληλη την ώρα για να φύγουν αλλά παρέμεναν κοντά στον Ζωοδότη. Σκέψου επίσης πόσων ανθρώπων τις θεραπείες οι ευαγγελιστές παραβλέπουν περιγράφοντας απλά με δυο λέξεις ένα πέλαγος θαυμάτων και πόσων ελάχιστων την θεραπεία αριθμητικά μας παραθέτουν. Εν τέλει ο Ευαγγελιστής μας παραθέτει την απόδειξη, επικαλούμενος τον προφήτη Ησαΐα ο οποίος πριν γίνουν όλα αυτά τα είδε και τα περιέγραψε.
18 ᾿Ιδὼν δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς πολλοὺς ὄχλους περὶ αὐτὸν ἐκέλευσεν ἀπελθεῖν εἰς τὸ πέραν.
Επειδή ο Ιησούς είδε πλήθος ανθρώπων να συγκεντρώνεται γύρω Του, έδωσε εντολή να περάσουν στην αντικρινή όχθη. Είδες πάλι την μετριοφροσύνη Του; Αυτό το έκανε για να μας διδάξει ότι τίποτα δεν πρέπει να πράττουμε από επίδειξη, διότι ο Κύριος δεν θεράπευε μόνο σώματα αλλά προπάντων ψυχές.
Τα πλήθη λοιπόν δεν «ξεκολλούσαν» δίπλα από τον Ιησού. Όχι μόνο γιατί έβλεπαν θαύματα, όχι μόνο γιατί άκουγαν τα θεία λόγια Του, αλλά και μόνον για να τον βλέπουν. Και μόνον η όψη του προσώπου Του προσέδιδε πολύ χάρη. Και αυτό είχε δει και ο προφήτης Ησαΐας και έλεγε: «Ήταν πάρα πολύ ωραίος ως προς την όψη μεταξύ όλων των υιών των ανθρώπων». Ίσως τώρα πολλοί ακούγοντας αυτά να κυριεύθηκαν από την επιθυμία να δουν την μορφή εκείνη, όμως ας κάνουμε όλοι μας υπομονή διότι Αυτόν τελικά θα συναντήσουμε πάνω απ’ τις νεφέλες…
Το μεν πλήθος λοιπόν έδειξε τόση προθυμία και αγάπη προς τον Κύριο, κάποιος όμως δούλος των χρημάτων, που ήταν πολύ αλαζόνας αφού τον πλησίασε του είπε:
19 Καὶ προσελθὼν εἷς γραμματεὺς εἶπεν αὐτῷ· διδάσκαλε, ἀκολουθήσω σοι ὅπου ἐὰν ἀπέρχῃ.
Είδες πόση η αλαζονεία του; επειδή δηλαδή απαξιούσε να περιληφθεί στο πλήθος θέλοντας να αποδείξει ότι βρίσκεται πάνω από τους άλλους τον πλησίασε με ευσεβιστικά κίνητρα. Γιατί τον πλησίασε; Διότι είδε πολλά θαύματα και το πλήθος να τον ακολουθεί και όχι μόνο να τον ακολουθεί αλλά να σύρεται κυριολεκτικά πίσω του και ήλπισε ότι ήταν μια καλά ευκαιρία να βγάλει χρήματα. Και θα ρωτήσει από πού γίνεται αυτό φανερό; Απ’ την απάντηση που του δίνει ο Χριστός ο οποίος όχι μόνο απαντά στους λόγους αλλά και στις κρύφιες σκέψεις του:
20 καὶ λέγει αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· αἱ ἀλώπεκες φωλεοὺς ἔχουσι καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατασκηνώσεις, ὁ δὲ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἔχει ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ.
Στην ουσία του είπε: Περιμένεις από μένα να βγάλεις χρήματα; Ούτε κατάλυμα έχω ούτε μαξιλάρι για να ακουμπήσω το κεφάλι μου. Αυτά δεν του τα είπε για να τον απομακρύνει αλλά για να ελέγξει τις πονηρές του σκέψεις, και για να του δώσει μια δεύτερη ευκαιρία. Επίσης για να γνωρίσεις την πονηριά του διότι ενώ στην αρχή είπε ότι θα τον ακολουθήσει όπου κι αν πήγαινε ο Χριστός, όταν άκουσε αυτή την απάντηση τελικά απομακρύνθηκε.
21 ῞Ετερος δὲ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ εἶπεν αὐτῷ· Κύριε, ἐπίτρεψόν μοι πρῶτον ἀπελθεῖν καὶ θάψαι τὸν πατέρα μου.
Δες εδώ τη διαφορά. Ο μεν πρώτος τον πλησίασε με θρασύτητα λέγοντας «θα σε ακολουθήσω όπου κι αν πας» και εδώ τούτος λέγει: «επίτρεψέ μου να θάψω πρώτα τον πατέρα μου». Ο άνθρωπος αυτός ζητά κάτι τις το δίκαιο, αλλά ο Χριστός δεν του το επέτρεψε!!!
22 ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτῷ· ἀκολούθει μοι, καὶ ἄφες τοὺς νεκροὺς θάψαι τοὺς ἑαυτῶν νεκρούς.
«Άφησε τους πνευματικώς νεκρούς να θάψουν τους νεκρούς τους, εσύ όμως ακολούθησέ με» του είπε ο Χριστός. Θα πει κάποιος· γιατί τέλος πάντων δεν του επέτρεψε; Γιατί αφενός μεν υπήρχαν άλλοι που θα έθαβαν τον πατέρα του για να μη μείνει άταφος και αφετέρου για να του δείξει ότι αυτός δεν ήταν δικός του νεκρός διότι ανήκε στους απίστους. Το έκανε επίσης όχι για να μας εμποδίσει στο να τιμούμε τους γονείς μας, αλλά για κατανοήσουμε ότι τίποτα δεν πρέπει να βάζουμε πάνω από τα ουράνια αγαθά ακόμη κι αν τα επίγεια φαίνονται πολύ επείγοντα. Τι πιο επείγον άλλωστε από το να θάψει κανείς τον πατέρα του; Σκέψου επίσης: μετά την ταφή ακολουθούν οι κλαυθμοί, το πένθος, το άνοιγμα της διαθήκης και ένα σωρό πράγματα που θα τον απομάκρυναν πάρα πολύ από τον λιμένα της αληθείας. Διά τούτο δεν του το επιτρέπει αλλά τον καθηλώνει επί το Αυτό. Η πράξη αυτή δεν ήταν ασφαλώς όπως πολλοί θεωρούν απάνθρωπη. Σκέψου πως υπάρχουν άνθρωποι που δεν αφήνουν τους ασθενείς τους να πληροφορηθούν τον θάνατο συγγενικών τους προσώπων για να μη ταραχθούν ευρισκόμενοι όντας κλινήρεις. Και παρόλα αυτά κανείς δεν τους κατηγορεί και πάρα πολύ ορθώς. Διότι τότε θα ήταν απάνθρωπη πράξη, το να τους επέτρεπαν να βρεθούν σε πένθος ενώ βρίσκονται σ’ αυτήν την οδυνηρή κατάσταση.
Διδάξου επίσης ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που ενώ νομίζουν ότι ζουν, στην πραγματικότητα είναι νεκροί. Θα πεις: μα δεν σαπίζει το σώμα τους, ούτε τους κατατρώγουν τα σκουλήκια. Ναι, όμως τους τρώγουν τα πάθη. Τα χέρια τους σαν από νεκροί είναι δεμένα στο να κάνουν ελεημοσύνη ή κάθε άλλη καλή πράξη, ενώ τα πόδια τους περιεσφιγμένα με τις φροντίδες και τις μέριμνες του κόσμου δεν τους αφήνουν να εισέλθουν στον οίκο του Θεού. Είδες τον νεκρό; Δες τώρα και τον ενταφιαστή που είναι ο διάβολος. Αυτός δένει τους ανθρώπους αυτός και τους θάπτει.
Ας μην το επιτρέπουμε άλλο αυτό. Ας σηκώσουμε την ταφόπλακα, ας λύσουμε τα σάβανα και τότε ο Χριστός θα μας βγάλει από τον τάφο.
23 Καὶ ἐμβάντι αὐτῷ εἰς τὸ πλοῖον ἠκολούθησαν αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ.
Στο θαύμα της κατάπαυσης των κυμάτων παίρνει μαζί του μόνο τους μαθητές του. Ας προσέξουμε κάτι: όπου γίνεται μόνο απλή επίδειξη θαύματος επέτρεπε και στον λαό να γίνει θεατής αυτού, όπου όμως επρόκειτο να συναντήσουν και πειρασμούς και φόβους έπαιρνε μόνον τους μαθητές Του μαζί για να τους παιδαγωγήσει και προετοιμάσει για τους μεγάλους αγώνες που έρχονταν.
24 καὶ ἰδοὺ σεισμὸς μέγας ἐγένετο ἐν τῇ θαλάσσῃ, ὥστε τὸ πλοῖον καλύπτεσθαι ὑπὸ τῶν κυμάτων· αὐτὸς δὲ ἐκάθευδε.
Κοιμόταν ο Ιησούς γαλήνιος διότι τίποτα δεν υπάρχει που να μπορεί να ταράξει τον Δημιουργό των πάντων.
25 καὶ προσελθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἤγειραν αὐτὸν λέγοντες· Κύριε, σῶσον ἡμᾶς, ἀπολλύμεθα.
26 καὶ λέγει αὐτοῖς· τί δειλοί ἐστε, ὀλιγόπιστοι; τότε ἐγερθεὶς ἐπετίμησε τοῖς ἀνέμοις καὶ τῇ θαλάσσῃ, καὶ ἐγένετο γαλήνη μεγάλη.
Ας προσέξουμε: πρώτα επιτιμά τους μαθητές Του για την ολιγοπιστία τους ο Ιησούς και κατόπιν ηρεμεί τα κύματα. Όπως ήδη είπαμε όλα αυτά τα κάνει χάριν εκπαιδεύσεως των μαθητών για τους επερχόμενους πειρασμούς που θα συναντήσουν στο μέλλον. Έπρεπε δηλαδή οι μαθητές να μάθουν να αψηφούν τις δυσκολίες και τους κινδύνους ως οι μέλλοντες Απόστολοι της Οικουμένης. Το ότι οι μαθητές καταλήφθηκαν από αγωνία, αυτό ήταν πνευματικά επικερδές, διότι μ’ αυτό τον τρόπο το θαύμα φαίνονταν πολύ μεγαλύτερο στα μάτια τους και από την άλλη θα το κρατούσαν στη μνήμη τους για πάρα πολύ καιρό. Να λοιπόν γιατί ο Χριστός κοιμάται (καθεύδει) : Διότι αν ήταν ξύπνιος ή δεν θα φοβόντουσαν οι μαθητές, ή δεν θα τον ξυπνούσαν για να τον ικετεύσουν να τους σώσει. Από την άλλη, η επίπληξη έπρεπε να γίνει όχι κοινή θέα όλου του λαού, για να μην αντιληφθεί το πλήθος την ολιγοπιστία τους. Συγχρόνως διδάσκει σε όλους εμάς τους ακροατές του θαύματος ότι τον φόβο δεν τον φέρνουν οι επερχόμενοι κίνδυνοι, αλλά η ολιγοπιστία.
27 οἱ δὲ ἄνθρωποι ἐθαύμασαν λέγοντες· ποταπός ἐστιν οὗτος, ὅτι καὶ οἱ ἄνεμοι καὶ ἡ θάλασσα ὑπακούουσιν αὐτῷ;
Ο λαός τον ονόμαζε «άνθρωπο» και αναρωτιόταν μετά το θαύμα της γαλήνευσης των κυμάτων τι είδους άνθρωπος ήταν αυτός. Τι ήταν αυτό που εμπόδιζε τους μαθητές και τον λαό να αντιληφθούν την θεότητα του Ιησού; Ο Ιησούς ως άνθρωπος κοιμόταν, ταξίδευε με πλοίο αλλά και η εξωτερική του εμφάνιση ήταν ανθρώπινη. Τα θαύματα όμως που επιτελούσε αποδείκνυαν σε όλους ότι είναι συνάμα και Θεός.
Ο Χριστός για να γαληνέψει τα κύματα δεν επικαλέστηκε τίποτα, δεν ύψωσε τα χέρια στον ουρανό, αλλά ως απόλυτος Κύριος και εξουσιαστής της φύσης διέταξε και εκτελέστηκε η διαταγή Του.
28 Καὶ ἐλθόντι αὐτῷ εἰς τὸ πέραν εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν, ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης.
29 καὶ ἰδοὺ ἔκραξαν λέγοντες· τί ἡμῖν καὶ σοί, ᾿Ιησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ; ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;
Μετά το θαύμα της γαλήνευσης των κυμάτων ακολουθεί ένα ακόμη πιο συνταρακτικό. Οι άνθρωποι ως τώρα αποκαλούσαν τον Ιησού «άνθρωπο» οι δαίμονες τώρα διακηρύσσουν ευθαρσώς την θεότητά Του. Γιατί όμως του λένε «ήρθες προ της ώρας μας να μας βασανίσεις»; -Διότι νόμιζαν ότι πράγματι ο Ιησούς τους πλησίασε για να τους ρίψει στην άβυσσο. Φοβήθηκαν ότι είχε έρθει πλέον η ώρα για να τιμωρηθούν. Βεβαίως δεν ζητούν να μη τιμωρηθούν διότι γνώριζαν ότι αμάρτησαν, όμως ζητούν κάτι άλλο: να μη τιμωρηθούν πριν έρθει η ώρα τους.
Τα ατυχή αυτά πλάσματα του Θεού (δαιμονισμένοι) ενώ πριν έτρεχαν δίχως έλεγχο πάνω στα βουνά τώρα βλέποντας τον Χριστό να τους πλησιάζει κατεβαίνουν στην πεδιάδα, ενώ πριν κανείς δεν μπορούσε ούτε με αλυσίδες να τους ελέγξει τώρα έρχονται ενώπιον του Χριστού δεμένοι και κατά κάποιο τρόπο σωφρονισμένοι.
Άλλο ερώτημα: Γιατί οι δαιμονισμένοι παρέμεναν και ζούσαν κοντά στα μνήματα; - Για να διασκορπίζουν τον φόβο στους ανθρώπους διασπείροντας την αντίληψη ότι μετά τον θάνατο ο άνθρωπος γίνεται δαίμονας. Άποψη που ακόμη και σήμερα εξαπατά πολλούς συνανθρώπους μας. Πολλοί λόγου χάρη πιστεύουν ακόμη και σήμερα ότι μία ψυχή μπορεί να μπει στο σώμα μιας άλλης ή ακόμη και σε σώμα ζώου. Αυτά όλα είναι λόγια μεθυσμένων γριών που αποσκοπούν στον εκφοβισμό των μικρών παιδιών και στην εξαπάτηση των χριστιανών. Η αλήθεια είναι μόνο μία: η ψυχή (είτε δίκαιη, είτε άδικη) μετά το θάνατο βρίσκεται στα χέρια του Θεού. Βλ. παραβολή Λαζάρου και πλουσίου.
30 ἦν δὲ μακρὰν ἀπ᾿ αὐτῶν ἀγέλη χοίρων πολλῶν βοσκομένη.
31 οἱ δὲ δαίμονες παρεκάλουν αὐτὸν λέγοντες· εἰ ἐκβάλλεις ἡμᾶς, ἐπίτρεψον ἡμῖν ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων.
32 καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ὑπάγετε. οἱ δὲ ἐξελθόντες ἀπῆλθον εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων· καὶ ἰδοὺ ὥρμησε πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν θάλασσαν καὶ ἀπέθανον ἐν τοῖς ὕδασιν.
Γιατί ο Κύριος δέχτηκε το αίτημα των δαιμόνων να μπουν στους χοίρους; Για πολλούς λόγους: α) για να διδάξει σε όλους μας το μέγεθος της καταστροφής που προκαλεί η αμαρτία β) για να δείξει την αδυναμία των δαιμόνων, ότι δηλαδή δεν έχουν από μόνοι τους την εξουσία ούτε στους χοίρους να εισέλθουν γ) για να δείξει στους δαιμονισμένους τι θα μπορούσαν και αυτοί να πάθουν δίχως την πρόνοια του Θεού. Αυτοί προ πολλού μπορούσαν να είχαν πνιγεί όπως οι χοίροι, διότι ο διάβολος περισσότερο ασφαλώς από κάθε άλλο πλάσμα τον άνθρωπο επιβουλεύεται. Όμως ο χωρίς ο Θεός να επιτρέψει τίποτα δεν γίνεται.
Επέτρεψε επίσης ο Κύριος στους δαίμονες να εισέλθουν στους χοίρους και για έναν ακόμη σπουδαίο λόγο: διότι η βοσκή γουρουνιών και η κατανάλωση του κρέατός τους απαγορεύονταν από τον Μωσαϊκό νόμο. Εξαιτίας όμως της φιλαργυρίας και του κέρδους ορισμένοι Ιουδαίοι είχαν γίνει χοιροβοσκοί. Ποιοι ήταν αυτοί που αγόραζαν και κατανάλωναν αυτό το κρέας; Οι Ρωμαίοι κατακτητές. Να λοιπόν πόσο η φιλαργυρία οδηγεί όχι μόνο στην προσωπική πνευματική βλάβη οποιουδήποτε που πάσχει απ’ αυτό το πάθος , αλλά παρασύρει προς την καταστροφή και άλλες ψυχές. Διά τούτο ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφωνεί: «θα προτιμούσα να συζώ με μυρίους δαιμονισμένους ανθρώπους παρά με έναν φιλάργυρο». Διότι οι δαιμονισμένοι μόνο εναντίον του εαυτού τους βάλλουν ενώ ο φιλάργυρος κατά πάντων. Ποιος άλλωστε διέπραξε την χείριστη αμαρτία σε όλη την ανθρωπότητα; Ο φιλάργυρος Ιούδας.
33 οἱ δὲ βόσκοντες ἔφυγον, καὶ ἀπελθόντες εἰς τὴν πόλιν ἀπήγγειλαν πάντα καὶ τὰ τῶν δαιμονιζομένων.
34 καὶ ἰδοὺ πᾶσα ἡ πόλις ἐξῆλθεν εἰς συνάντησιν τῷ ᾿Ιησοῦ, καὶ ἰδόντες αὐτὸν παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν.
Οι κάτοικοι της χώρας των Γεργεσηνών (όπως κατά παρόμοιο τρόπο πολλοί από μας τους σύγχρονους νερόβραστους χριστιανούς) προτίμησαν το χρήμα και το κέρδος που προέρχονταν απ’ το παράνομο εμπόριο των χοίρων και όχι τον Χριστό που χαλούσε αυτή την συνταγή. Με άλλα λόγια προτίμησαν τα γουρούνια και όχι τον Κύριο της Δόξης.