1 Τότε ὁμοιωθήσεται ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν δέκα παρθένοις, αἵτινες λαβοῦσαι τὰς λαμπάδας αὐτῶν ἐξῆλθον εἰς ἀπάντησιν τοῦ νυμφίου. 2 πέντε δὲ ἦσαν ἐξ αὐτῶν φρόνιμοι καὶ αἱ πέντε μωραί. 3 αἵτινες μωραὶ λαβοῦσαι τὰς λαμπάδας ἑαυτῶν οὐκ ἔλαβον μεθ᾿ ἑαυτῶν ἔλαιον· 4 αἱ δὲ φρόνιμοι ἔλαβον ἔλαιον ἐν τοῖς ἀγγείοις αὐτῶν μετὰ τῶν λαμπάδων αὐτῶν.
Η παραβολή αυτή όπως και η επόμενη ομοιάζουν μ’ αυτήν του έμπιστου και του αχάριστου δούλου. Τέσσερις είναι οι παραβολές που μας προτρέπουν για τα ίδια πράγματα με διαφορετικό τρόπο.
Στη συγκεκριμένη παραβολή «των παρθένων» μιλά ειδικά για την ελεημοσύνη η οποία γίνεται με χρήματα. Κι ενώ στην προηγούμενη παραβολή τιμωρεί αυτόν που μεθά και σκορπά και σκορπίζει και σπαταλά , σ’ αυτήν τιμωρεί εκείνον ο οποίος έχει, αλλά δεν ωφελεί διότι δεν ελεεί γενναιόδωρα.. Διότι είχαν λάδι οι παρθένες, αλλά δεν φρόντισαν να έχουν άφθονο. Γι’ αυτό και τιμωρούνται.
Για ποιο λόγο όμως τοποθετεί την παραβολή αυτή στα πρόσωπα των παρθένων; Είχε εξάρει πολύ την παρθενία στον λόγο του περί αυτών που από μόνοι τους ευνούχισαν τον εαυτό τους για την βασιλεία των ουρανών. Για να μην επαναπαύεται λοιπόν όποιος κατόρθωνε την αρετή της παρθενίας αναφέρει αυτή την παραβολή. Η οποία είναι αρκετή για να πείσει τον καθένα ότι ο παρθένος ακόμη κι αν έχει όλα τα καλά αν δεν συνοδεύεται από την ελεημοσύνη απορρίπτεται μαζί με τους πόρνους. Και πολύ ορθά διότι ο πόρνος νικήθηκε από τον έρωτα των σωμάτων ενώ ο παρθένος από τον έρωτα των χρημάτων. Αλλά ο έρωτας των σωμάτων είναι κατά πολύ ισχυρότερος, γι’ αυτό και τις αποκαλεί μωρές, διότι ενώ νίκησαν τα πιο δύσκολα έκαμψαν στα ευκολότερα.
Ως λαμπάδες ονομάζει το χάρισμα της παρθενίας, την καθαρότητα της αγιοσύνης και ως έλαιο την φιλανθρωπία, την ελεημοσύνη, την βοήθεια για τους φτωχούς.
5 χρονίζοντος δὲ τοῦ νυμφίου ἐνύσταξαν πᾶσαι καὶ ἐκάθευδον. 6 μέσης δὲ νυκτὸς κραυγὴ γέγονεν· ἰδοὺ ὁ νυμφίος ἔρχεται, ἐξέρχεσθε εἰς ἀπάντησιν αὐτοῦ.
Και πάλι εδώ δείχνει ότι η Βασιλεία των ουρανών δεν θα βραδύνει να έρθει, αλλά θα μεσολαβήσει κάποιο χρονικό διάστημα. Και παρομοιάζει τον ύπνο με τον θάνατο.
Κατά τα μεσάνυχτα όμως ακούστηκε μία φωνή. Ίσως εδώ να θέλει να δείξει ότι η Δευτέρα Παρουσία θα γίνει κατά την διάρκεια της νυκτός. Η κραυγή ομοιάζει με το σάλπισμα του αγγέλου που θα προηγηθεί της εμφανίσεως του Σωτήρος Χριστού.
Τι λέει αυτή η κραυγή; «Έρχεται ο Νυμφίος».
7 τότε ἠγέρθησαν πᾶσαι αἱ παρθένοι ἐκεῖναι καὶ ἐκόσμησαν τὰς λαμπάδας αὐτῶν. 8 αἱ δὲ μωραὶ ταῖς φρονίμοις εἶπον· δότε ἡμῖν ἐκ τοῦ ἐλαίου ὑμῶν, ὅτι αἱ λαμπάδες ἡμῶν σβέννυνται. 9 ἀπεκρίθησαν δὲ αἱ φρόνιμοι λέγουσαι· μήποτε οὐκ ἀρκέσει ἡμῖν καὶ ὑμῖν·
Πάλι τις αποκαλεί «μωρές» για να δείξει ότι τίποτα δεν είναι πιο ανόητο από το να θησαυρίζει κανείς στη γη και παράλληλα να εξέρχεται γυμνός για την άλλη ζωή.
Και δεν είναι μόνο γι’ αυτό μωρές αλλά και γιατί περίμεναν ότι θα λάβουν έλαιον από κει και μάλιστα την ύστατη ώρα ενώ θα έπρεπε προ πολλού να το ζητήσουν. Το ότι δεν ζητούν όλο το έλαιον αλλά ένα μερίδιο, δηλώνει την αναγκαιότητα της ελλείψεως «διότι οι λαμπάδες μας σβήνουν».
Αλλά τι τελικά έπαθαν; Δεν τις έσωσε ούτε η φιλανθρωπία των φρονίμων παρθένων, ούτε η χρησιμότητα αυτού που ζητούσαν ούτε τίποτα. Τι διδασκόμαστε απ’ αυτό; Ότι εκεί κανείς από μας που προδοθήκαμε από τα έργα μας δεν θα μπορέσουμε να εμφανιστούμε. Γιατί κανείς άλλος πλέον δεν θα μπορέσει να μας βοηθήσει. Όπως και ο Αβραάμ επικαλέστηκε το μέγα χάσμα και την αδυναμία του να βοηθήσει τον πλούσιο.
πορεύεσθε δὲ μᾶλλον πρὸς τοὺς πωλοῦντας καὶ ἀγοράσατε ἑαυταῖς.
Και ποιοι είναι αυτοί που πωλούν; Οι πτωχοί. Και που βρίσκονται αυτοί; Εδώ στη γη. Έπρεπε λοιπόν τότε να ζητήσουν και όχι τώρα. Βλέπεις πόσο μεγάλη μέριμνα πρέπει να δείχνουμε για τους φτωχούς; Κι αν καταργήσεις αυτούς, καταργείς κάθε ελπίδα σωτηρίας μας. Μη καταναλώνεις λοιπόν αδίκως αυτά που έχει σε απολαύσει ς και ματαιοδοξίες γιατί θα χρειαστεί εκεί πολύ έλαιον.
Όταν άκουσαν αυτά οι μωρές παρθένες αναχώρησαν αλλά τίποτα δεν αγόρασαν . Και το λέει αυτό για να μας δείξει ότι σε τίποτα δεν θα ωφεληθούμε αν γίνουμε φιλάνθρωποι μετά τον θάνατό μας.
10 ἀπερχομένων δὲ αὐτῶν ἀγοράσαι ἦλθεν ὁ νυμφίος καὶ αἱ ἕτοιμοι εἰσῆλθον μετ᾿ αὐτοῦ εἰς τοὺς γάμους, καὶ ἐκλείσθη ἡ θύρα. 11 ὕστερον δὲ ἔρχονται καὶ αἱ λοιπαὶ παρθένοι λέγουσαι· κύριε κύριε, ἄνοιξον ἡμῖν. 12 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐκ οἶδα ὑμᾶς.
Μετά τους τόσους κόπους, τους τόσους ιδρώτες, την μάχη με την μανία και την λύσσα της σαρκός που πάει απευθείας εναντίον της ίδιας της φύσεως, κατησχυμένες και με σβησμένες λαμπάδες αναχώρησαν με σκυμμένη την κεφαλή. Διότι δεν υπάρχει τίποτα πιο σκοτεινό από την παρθενία που δεν έχει ελεημοσύνη. Που είναι λοιπόν το όφελος της παρθενίας, αφού ούτε τον Νυμφίο είδαν, ούτε και όταν έκρουσαν την θύρα ωφελήθηκαν, αλλά άκουσαν την φοβερή εκείνη απάντηση «φύγετε δεν σας γνωρίζω». Και τί τις απέμεινε; Η γέεννα του πυρός και η αιώνια ανυπόφορη κόλαση.
13 γρηγορεῖτε οὖν, ὅτι οὐκ οἴδατε τὴν ἡμέραν οὐδὲ τὴν ὥραν ἐν ᾗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται.
Βλέπεις ότι διαρκώς επαναλαμβάνει το ίδιο για να δείξει ότι είναι ωφέλιμη η άγνοια της ημέρας της εξόδου μας από τη ζωή;
Που είναι λοιπόν όλοι εκείνοι οι ράθυμοι που λένε τον καιρό του θανάτου μου θα αφήσω περιουσία στου πτωχούς; Διότι εκείνη την ώρα πολλοί έπεσαν έξω αφού αιφνίδια αρπάχτηκαν και δεν είχαν καιρό ούτε στους οικείους τους να αφήσουν κάποια υπάρχοντα.
Αυτή λοιπόν η παραβολή λέχθηκε για την διά χρημάτων ελεημοσύνη.
Η άλλη παραβολή που λέχθηκε παρακάτω αφορά αυτούς που όχι μόνο δεν θέλουν να ωφελήσουν τον πλησίον τους με χρήματα, λόγους ή οτιδήποτε άλλο, αλλά κρύπτουν τα πάντα.
Και γιατί αυτή η παραβολή αναφέρει βασιλέα ενώ εκείνη νυμφίο; Για να μάθεις πόσο φιλικώς διάκειται ο Χριστός προς τους παρθένους οι οποίοι απαρνούνται τα υπάρχοντά τους.
Και αν στον Λουκά εκτείθεται η παραβολή των ταλάντων με διαφορετικό τρόπο, αυτό συμβαίνει γιατί άλλη είναι εκείνη η παραβολή και άλλη αυτή.
14 ῞Ωσπερ γὰρ ἄνθρωπος ἀποδημῶν ἐκάλεσε τοὺς ἰδίους δούλους καὶ παρέδωκεν αὐτοῖς τὰ ὑπάρχοντα αὐτοῦ, 15 καὶ ᾧ μὲν ἔδωκε πέντε τάλαντα, ᾧ δὲ δύο, ᾧ δὲ ἕν, ἑκάστῳ κατὰ τὴν ἰδίαν δύναμιν, καὶ ἀπεδήμησεν εὐθέως. 16 πορευθεὶς δὲ ὁ τὰ πέντε τάλαντα λαβὼν εἰργάσατο ἐν αὐτοῖς καὶ ἐποίησεν ἄλλα πέντε τάλαντα. 17 ὡσαύτως καὶ ὁ τὰ δύο ἐκέρδησε καὶ αὐτὸς ἄλλα δύο. 18 ὁ δὲ τὸ ἓν λαβὼν ἀπελθὼν ὤρυξεν ἐν τῇ γῇ καὶ ἀπέκρυψε τὸ ἀργύριον τοῦ κυρίου αὐτοῦ. 19 μετὰ δὲ χρόνον πολὺν ἔρχεται ὁ κύριος τῶν δούλων ἐκείνων καὶ συναίρει μετ᾿ αὐτῶν λόγον. 20 καὶ προσελθὼν ὁ τὰ πέντε τάλαντα λαβὼν προσήνεγκεν ἄλλα πέντε τάλαντα λέγων· κύριε, πέντε τάλαντά μοι παρέδωκας· ἴδε ἄλλα πέντε τάλαντα ἐκέρδησα ἐπ᾿ αὐτοῖς. 21 ἔφη αὐτῷ ὁ κύριος αὐτοῦ· εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου. 22 προσελθὼν δὲ καὶ ὁ τὰ δύο τάλαντα λαβὼν εἶπε· κύριε, δύο τάλαντά μοι παρέδωκας· ἴδε ἄλλα δύο τάλαντα ἐκέρδησα ἐπ᾿ αὐτοῖς. 23 ἔφη αὐτῷ ὁ κύριος αὐτοῦ· εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου. 24 προσελθὼν δὲ καὶ ὁ τὸ ἓν τάλαντον εἰληφὼς εἶπε· κύριε· ἔγνων σε ὅτι σκληρὸς εἶ ἄνθρωπος, θερίζων ὅπου οὐκ ἔσπειρας καὶ συνάγων ὅθεν οὐ διεσκόρπισας· 25 καὶ φοβηθεὶς ἀπελθὼν ἔκρυψα τὸ τάλαντόν σου ἐν τῇ γῇ· ἴδε ἔχεις τὸ σόν. 26 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ κύριος αὐτοῦ εἶπεν αὐτῷ· πονηρὲ δοῦλε καὶ ὀκνηρέ! ᾔδεις ὅτι θερίζω ὅπου οὐκ ἔσπειρα καὶ συνάγω ὅθεν οὐ διεσκόρπισα! 27 ἔδει οὖν σε βαλεῖν τὸ ἀργύριόν μου τοῖς τραπεζίταις, καὶ ἐλθὼν ἐγὼ ἐκομισάμην ἂν τὸ ἐμὸν σὺν τόκῳ. 28 ἄρατε οὖν ἀπ᾿ αὐτοῦ τὸ τάλαντον καὶ δότε τῷ ἔχοντι τὰ δέκα τάλαντα. 29 τῷ γὰρ ἔχοντι παντὶ δοθήσεται καὶ περισσευθήσεται, ἀπὸ δὲ τοῦ μὴ ἔχοντος καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ. 30 καὶ τὸν ἀχρεῖον δοῦλον ἐκβάλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων.
Στην παραβολή αυτή ως τόκο να σκεφτείς την επίδειξη των έργων. Και τι είναι τα τάλαντα; Τα χαρίσματα που δίδει ο Θεός. Έχεις το χάρισμα του λόγου της διδασκαλίας και κανέναν δεν ωφελείς; Θα χάσεις το χάρισμα. Ενώ εκείνος που καταβάλλει προσπάθεια θα δεχθεί και επιπλέον χάρη. Και γι’ αυτόν που δεν εργάζεται πάνω στο χάρισμά του δεν περιορίζεται εδώ η ζημία αλλά ρίπτεται ολόκληρος στο σκότος εκεί που υπάρχει ο τριγμός των οδόντων και ατελείωτο κλάμα. Είδες λοιπόν ότι όχι μόνο αυτός που αρπάζει, ούτε μόνο αυτός που κάνει τα κακά τιμωρείται, αλλά και αυτός δεν κάνει αγαθές πράξεις.
Ας μην προφασίζεται κανείς ότι ένα μόνο τάλαντο έχω και δεν μπορώ μ’ αυτό να κάνω τίποτα, διότι μπορεί και με ένα να προκόψεις. Διότι δεν είσαι πτωχότερος από κείνη τη χήρα. Δεν είσαι περισσότερο ακαλλιέργητος από τον Πέτρο και τον Ιωάννη οι οποίοι ήταν άπειροι και αγράμματοι. Διότι τίποτα δεν αγαπά ο Θεός περισσότερο όσο το να ζούμε εξυπηρετώντας όλους.
31 ῞Οταν δὲ ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετ᾿ αὐτοῦ, τότε καθίσει ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ, 32 καὶ συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη, καὶ ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπ᾿ ἀλλήλων ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων,
33 καὶ στήσει τὰ μὲν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ, τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ εὐωνύμων. 34 τότε ἐρεῖ ὁ βασιλεὺς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ· δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου. 35 ἐπείνασα γάρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ συνηγάγετέ με, 36 γυμνός, καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα, καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην, καὶ ἤλθετε πρός με. 37 τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν; 38 πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν, ἢ γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν; 39 πότε δέ σε εἴδομεν ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ ἤλθομεν πρός σε; 40 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ βασιλεὺς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε. 41 τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ. 42 ἐπείνασα γάρ, καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με, 43 ξένος ἤμην, καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με. 44 τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ καὶ αὐτοὶ λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι; 45 τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε. 46 καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον.
Στην περικοπή αυτή γίνεται λόγος για την φιλανθρωπία του Θεού και την ελεημοσύνη. Σε άλλες περιπτώσεις για το ίδιο θέμα ανέφερε δύο τρία πρόσωπα, εδώ όμως ολόκληρη την οικουμένη.
Αναφέρει δε ο Χριστός τον εαυτό Του ως κέντρο και ζητούμενο και αιτία είτε δικαιοσύνης είτε καταδίκης ο Οποίος στην γη εμφανίστηκε ως ταπεινός και περιφρονημένος, τώρα όμως παρουσιάζεται ένδοξος στην επουράνια βασιλεία Του. Και κάνει τον λόγο Του τρομερό δείχνοντας τους ουρανούς να αδειάζουν, αφού όλοι ολοι οι άγγελοι βρίσκονται πέριξ του θρόνου Του.
Έπειτα λέει θα συναχθούν όλα τα έθνη, δηλαδή ολόκληρο το ανθρώπινο γένος και διαχωρίζει τους μεν από τους δε. Διότι τώρα δεν είναι χωρισμένοι, αλλά όλοι ανακατεμένοι. Ο χωρισμός τότε θα γίνει με μεγάλη ακρίβεια. Και δεν τιμωρεί από την αρχή τους άδικους, αλλά όταν τους δικάσει, αφου τους τοποθετήσει πρώτα στη θέση τους και τότε τους απαγγέλει τα αμαρτήματά τους.
Εκείνοι βεβαίως απολογούνται με καλοσύνη, αλλά αυτό σε τίποτα δεν τους ωφελεί και πολύ ορθώς. Διότι παρέλειψαν το έλεος το οποίο και οι προφήτες και οι απόστολοι και ο ίδιος ο Χριστός κήρυξαν με τόση επιμέλεια. Πρόσεξε ότι δεν στερούνται μόνο ένα ή δύο αλλά σε όλα υστερούν. Διότι όχι μόνο δεν έθρεψαν αυτόν που πεινούσε, αλλά ούτε έντυσαν αυτόν που ήταν γυνμός, αλλά ούτε τον επισκέφθηκαν όταν ήταν άρρωστος, ούτε διψούσε τον δρόσισαν ή βρίσκονταν στην ξενιτειά ή στην φυλακή δεν τον ευσπλαχνίσηκαν ώστε να τον επισκεφτούν.
Και δεν ζητούσε να του δώσουν πολετελή φαγητά, αλλά τα ελάχιστα και αναγκαία.
Και αυτός που τα ζητούσε όλα αυτά δεν ήταν άλλος από τον ίδιο τον Χριστό που ταπεινώθηκε τόσο πολύ ώστε ζητούσε όλα αυτά όχι βέβαια για τον Ίδιο αλλά για τους φτωχούς.
Κι όμως παρά τις απειλές για την αιώνια κόλαση η φυλαργυρία τύφλωσε αυτούς που δεν έδιναν.
Και λέει ότι όλοι αυτοί οι ταπεινοί και καταφρονεμένοι είναι αδελφοί του. Και γιατί είναι αδελφοί του; ακριοβώς γι’ αυτό. Επειδή είναι ταπεινοί και καταφρονεμένοι από τους πολλούς. Και πως μπορεί να γίνει κάποιος αδελφός του Χριστού; Μέσω του αγίου Βαπτίσματος και της συμμετοχής στα Θεία Μυστήρια.
Στη συνέχεια αποδεικνείει το δίκαιο της απόφασης επαινόντας πρώτα τους δικαίους με τις ίδιες αιτίες για τις οποίες καταδίκασε τους άδικους. Ώστε κανείς να μην μπορεί να ισχυριστεί ότι «δεν είχαμε» και γι’ αυτό δεν ελεήσαμε. Έτσι τους κρίνει με τα ίσα κριτήρια. Τους πλούσιους με πλούσιους και τους φτωχούς με τους φτωχούς. Και έτσι αυτοί που βρίσκονταν στην ίδια κατάσταση με τους άλλους κατόρθωσαν την αρετή αποστομώνοντας αυτούς που απέτυχαν. Και απέτυχαν όχι γιατί προσπάθησαν ανεπιτυχώς, αλλά γιατί υπέδειξαν τεράστια αδιαφορία.
Και οι δίκαοι δεν κληρονομούν απλά και μόνο εξαιτίας της υικής τους ιδιότητας αλλά λέει ότι όλα αυτά τα επουράνια αγαθά είχαν ετοιμαστεί γι’ αυτούς από Πατέρα πριν ακόμη γεννηθούν, δείχνοντας έτσι ότι ο Θεός γνώριζε προκαταβολικά ότι αυτοί θα ήταν δίκαιοι.
Και αντί ποίων πραγμάτων λαμβάνουν τόσα πολλά; Αντί στέγης, αντί άρτου, αντί ψυχρόυ ύδατος, αντί επισκέψεως, αντί εισόδου στη φυλακή.
Στους δε άδικους λέει: «Φύγετε από μένα καταραμένοι» όχι πλέον από τον Πατέρα όπως λέει στου άλλους «δεύτε ευλογημένοι του Πατρός μου», διότι δεν τους καταράστηκε ο Πατέρας, αλλά τα έργα τους. Και πως καταδικάζονται; Στο πυρ το εξώτερο, στην αιώνια κόλαση που ήταν ετοιμασμένη όχι γι’ αυτούς, αλλά για τον διάβολο και τους αγγέλους του. Και εκθέτει όπως είπαμε τις αιτίες της καταδίκης τους: «Πείνασα και δεν μου δώσατε να φάω κτλ.» και όλα αυτά δεν τα κάνατε ούτε καν στους φίλους σας. Κι όμως και σκύλο ακόμη αν δούμε να πεινά πολλές φορές λυγίζουμε και του ρίχνουμε λίγο φαγητό. Συ δε βλέποντας τον Δεσπότη Χριστό στο πρόσωπο του αδελφούς σου δεν κάμπτεσαι;