1.Μη ταρασσέσθω ὑμῶν ἡ καρδία· Με αυτά τα λόγια, κατά πρώτον φανερώνει την δύναμη της Θεότητάς Του, ότι δηλαδή γνώριζε αυτά που είχαν στην ψυχή τους και προσθέτει: πιστεύετε εἰς τὸν Θεόν, καὶ εἰς ἐμὲ πιστεύετε. Δηλαδή όλα τα δεινά θα περάσουν, διότι η πίστη σε μένα και στον Πατέρα μου είναι πιο δυνατή από τα κακά που έρχονται και δεν θ’ αφήσει κανένα από τα δυσάρεστα να επικρατήσει. Έπειτα προσθέτει:
2 ἐν τῇ οἰκίᾳ τοῦ πατρός μου μοναὶ πολλαί εἰσιν· όπως ακριβώς παρηγορεί τον ταρασσόμενο από την θλίψη Πέτρο λέγοντας «θα με ακολουθήσεις αργότερα» έτσι και σ’ αυτούς παρουσιάζει πολύ αμυδρά αυτήν την ελπίδα, για να μη νομίσουν ότι η υπόσχεση δόθηκε μόνο στον Πέτρο. Εάν δεν υπήρχαν άλλωστε θα σας το έλεγα.
εἰ δὲ μή, εἶπον ἂν ὑμῖν· πορεύομαι ἑτοιμάσαι τόπον ὑμῖν· δηλαδή και σας θα σας υποδεχθεί εκείνος ο τόπος που θα υποδεχθεί και τον Πέτρο. Ώστε: 3 καὶ ἐὰν πορευθῶ καὶ ἑτοιμάσω ὑμῖν τόπον, πάλιν ἔρχομαι καὶ παραλήψομαι ὑμᾶς πρὸς ἐμαυτόν, ἵνα ὅπου εἰμὶ ἐγώ, καὶ ὑμεῖς ἦτε. Τόσο μεγάλη φροντίδα έδειξα γι’ αυτό το πράγμα, και ότι θα φρόντιζα γι’ αυτό το πράγμα εάν δεν είχε προετοιμαστεί προ πολλού ο τόπος αυτός για σας. Έπειτα για να μη φανεί ότι τα λέγει αυτά ωσάν ακριβώς να θέλει να τους ψυχαγωγήσει, αλλά για να πιστέψουν, ότι έτσι θα συμβούν προσθέτει: 4 καὶ ὅπου ἐγώ ὑπάγω οἴδατε, καὶ τὴν ὁδὸν οἴδατε. Βλέπεις πως τους δίδει απόδειξη, ότι αυτά δεν λέχθηκαν έτσι τυχαία;
5 Λέγει αὐτῷ Θωμᾶς· Κύριε, οὐκ οἴδαμεν ποῦ ὑπάγεις· καὶ πῶς δυνάμεθα τὴν ὁδὸν εἰδέναι; Πολύ λογική η ερώτηση η οποία αντιπροσωπεύει την αγωνία όλων των μαθητών οι οποίοι δεν θέλουν να αποχωριστούν τον Κύριο. Τι απαντά λοιπόν ο Χριστός;
6 λέγει αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή· οὐδεὶς ἔρχεται πρὸς τὸν πατέρα εἰ μὴ δι' ἐμοῦ.
Γιατί λοιπόν ερωτηθείς από τον Πέτρο «που πηγαίνεις»;, δεν απαντά αμάεσως, όπως άλλωστε έκανε και στους Ιουδαίους, ενώ τώρα αμέσως απαντά; -Για να μη θεωρήσουν τα λόγια αυτά ως δείγμα αλαζονείας. «Εγώ είμαι η οδός»: Δεν χρειαστείτε οδηγό, εάν δε είμαι και η αλήθεια, δεν είναι ψεύδος τα λεγόμενά μου. Εάν δε και η ζωή, και αν ακόμη πεθάνετε, θα επιτυ΄χετε τα όσα ελέχθηκαν.
7 εἰ ἐγνώκειτέ με, καὶ τὸν πατέρα μου ἐγνώκειτε ἄν. καὶ ἀπ' ἄρτι γινώσκετε αὐτὸν καὶ ἑωράκατε αὐτόν.
Δεν τα λέγει για να αναιρέσει το ένα με το άλλο, διότι γνώρισαν μεν μέσω Αυτού τον Πα΄τερα, δεν τον γνώρισαν όμως όπως έπρεπε. Αργότερα, αφού ήλθε το Άγιο Πνεύμα, ολοκλήρωσε σ’ αυτούς όλη την γνώση. Αυτό δε που λέγει σημαίνει το εξής: «Αν γνωρίστα την δική μου ουσία και την αξία γνωρίσατε και την του Πατρός». «Και από τώρα θα γνωρίσετε Αυτόν και έχετε δει Αυτό δι Εμού». Το μεν πρώτο θα συμβεί μελλοντικά, το δε άλλο τώρα. Δηλαδή αυτό θα συμβεί δι εμού. Ως «όψιν» δε ονομάζει την διά του νου γνώση, διότι αυτούς που βλέπουμε είναι δυνατόν και να τους βλέπουμε και να τους αγνοούμε, αυτούς όμως που γνωρίζουμε δεν είναι δυνατόν να γνωρίζουμε και να αγνοούμε. Γι’ αυτό λέει: «Και έχετε δει αυτόν». Είδαν δε Αυτόν όχι με γυμνη΄την ουσία Του, αλλά φέροντα ανθρώπινη σάρκα. Συνηθίζει δε και σ’ άλλες περιπτώσεις να ονομάζει την όψη γνώση, όπως ότα λέγει «Μακάριοι οι καθαροί εις την καρδίαν, διότι αυτοί θα γνωρίσουν τον Θεό». Κααθρούς ονομάζει όχι αυτούς που είναι απαλλγμένοι από την πορνεία, αλλά απαλλαγμένοι από όλα τα αμαρτήματα. Διότι κάθε αμαρτία προσθέτει στην ψυχή ρύπο.
8 Λέγει αὐτῷ Φίλιππος· Κύριε, δεῖξον ἡμῖν τὸν πατέρα καὶ ἀρκεῖ ἡμῖν. 9 λέγει αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· τοσοῦτον χρόνον μεθ' ὑμῶν εἰμι, καὶ οὐκ ἔγνωκάς με, Φίλιππε; ὁ ἑωρακὼς ἐμὲ ἑώρακε τὸν πατέρα· καὶ πῶς σὺ λέγεις, δεῖξον ἡμῖν τὸν πατέρα;
Κι όμως υπάρχουν ορισμένοι που μετά απ’ αυτά τα λόγια αποχωρίζουν τον Υιό από τον Πατέρα. Και πράγματι, ποια άλλη συγγένεια από αυτήν ζητείς;
Ας δούμε όμως τι σημαίνουν αυτά τα λόγια; «Τόσο χρόνο είμαι μαζί σας και δεν με γνώρισες Φίλιππε»; Τι δηλαδή; Συ είσαι ο Πατήρ που επιζητώ; Όχι, λέγει. Δια τούτο δεν είπε «δεν εγνώρισες αυτόν», αλλά «δεν με γνώρισες», φανερώνοντας ότι ο Υιός δεν είναι τίποτε άλλο παρά αυτό που είναι ο Πατήρ, παραμένοντας ως προς την ύπαρξη Υιός. Τι είναι αυτό που οδήγησε τον Φίλιππο σ’ αυτήν την ερώτηση; Έλεγε: «Εάν είχατε γνωρίσει εμένα, θα είχατε γνωρίσει και τον Πατέρα μου». Ο δεν Φίλιππος για να μη φανεί ότι ρωτά τα ίδια με τους Ιουδαίους προσθέτει «και μας είναι αυτό αρκετό», τίποτα επί πλέον δεν θέλουμε. ΟΧριστός λοιπόν τον οδηγεί τώρα με σαφήνεια πείθοντάς τον να γνωρίσει τον Πατέρα μέσω του Ιδίου. Ο Φίλιππος βέβαία ήθελε να γνωρίσει τον Πατέρα με τους σωματικούς του οφθαλμούς, ίσως επειδή άκουγε από τους προφήτες ότι είχαν δει τον Θεό. Αλλά εκείνα Φίλιππε λέγονταν κατά συγκατάβαση. Γι’ αυτό ο Χριστός έλεγε: «Τον Θεό κανείς δεν τον είδε ποτέ».
Τι λοιπόν απάντησε ο Χριστός στον Φίλιππο; «τοσοῦτον χρόνον μεθ' ὑμῶν εἰμι, καὶ οὐκ ἔγνωκάς με, Φίλιππε»; Και τούτο το είπε με πάρα πολύ επιτιμητικό τρόπο. Έπειτα διακρίνοντας τις υποστάσεις λέγει: «Εκείνος που είδε εμένα, είδε και τον Πατέρα», για να μη πει κάποιος ότι ο ίδιος είναι Πατήρ δεν θα ήταν δυνατόν να πει «εκείνος που είδε εμένα, είδε εκείνον». Αλλά στην ουσία ούτε εμένα, ούτε εκείνον είναι δυνατόν να δει. Διότι ο Φίλιππος ζητούσε την διά οφθαλμών γνώση, και επειδή νόμιζε ότι τον Χριστό τον είχε δει, ήθελε κατά τον ίδιο τρόπο να δει και τον Πατέρα.
«Τόσο χρόνο είμαι μαζί σας»: Τόση διδασκαλία άκουσες, είδες θαύματα αυθεντικά και όλα εκείνα που είναι χαρακτηριστικά γνωρίσματα της θεότητας και αυτά που ο Πατήρ μόνος επιτελεί, συγχώρηση αμαρτιών, αποκάλυχη απορρήτων, αναχώρηση θανάτου, δημιουργία πραγματοποιουμένη δια της γης, «και δεν με γνώρισες»; Μη ζητά να δεις τα επι πλέον, διότι εις εκείνον είδες εμένα. Εάν με είδες, μη δείχνεις καμμιά περιέργεια καθ’ όσον εις εμένα γνώρισες Εκείνον.
10 οὐ πιστεύεις ὅτι ἐγὼ ἐν τῷ πατρὶ καὶ ὁ πατὴρ ἐν ἐμοί ἐστι; Δηλαδή ότι φαίνομαι εις εκείνη την ουσία; τὰ ρήματα ἃ ἐγὼ λαλῶ ὑμῖν, ἀπ' ἐμαυτοῦ οὐ λαλῶ· Είδες υπερβολή συγγενείας και απόδειξη μιας ουσίας; Δεν υπάρχει λοιπόν τίποτα το ενδιάμεσο μεταξύ Υιού και Πατρός.Αλλού είχε πει: «Ο Πατήρ μου εως τώρα εργάζεται και εγώ επίσης εργάζομαι». Εκεί μεν για να δείξει το απαράλλακτο των έργων, εδώ δε την ταυτότητα αυτών. Εάν δε η χρησιμοποίηση προχείρων λέξεων παρουσιάζει ταπεινότητα, μη θαυμάσεις. Αν δεν μπορείτε τώρα να καταλάβετε την απόδειξη του ομοτίμου και ομοουσίου, τουλάχιστον μάθετε από τα έργα. «Εάν δε μη πιστεύετε με δια τα έργα»: ὁ δὲ πατὴρ ὁ ἐν ἐμοὶ μένων αὐτὸς ποιεῖ τὰ ἔργα. 11 πιστεύετέ μοι ὅτι ἐγὼ ἐν τῷ πατρὶ καὶ ὁ πατὴρ ἐν ἐμοί· εἰ δὲ μή, διὰ τὰ ἔργα αὐτὰ πιστεύετέ μοι. 12 ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, τὰ ἔργα ἃ ἐγὼ ποιῶ κἀκεῖνος ποιήσει, καὶ μείζονα τούτων ποιήσει, ὅτι ἐγὼ πρὸς τὸν πατέρα μου πορεύομαι, δηλαδή σε σας πλέον ανήκει η επιτέλεση θαυμάτων διότι εγώ φεύγω. Έπειτα, αφού κατόρθωσε εκείνο που ήθελε ο λόγος λέγει: 13 καὶ ὅ,τι ἂν αἰτήσητε ἐν τῷ ὀνόματί μου, τοῦτο ποιήσω, ἵνα δοξασθῇ ὁ πατὴρ ἐν τῷ υἱῷ. 14 ἐάν τι αἰτήσητε ἐν τῷ ὀνόματί μου, ἐγὼ ποιήσω.Βλέπεις πως πάλι Αυτός το κάνει αυτό; Διότι λέει «θα το κάμω εγώ». Και δεν είπε «το ζητώ από τον Πατέρα», αλλά «δια να δοξασθή δι εμού ο Πατήρ». Κι όμως σε άλλη περίπτωση είπε: «Ο Θεός θα τον δοξάσει με όσα θα κάνει γι’ αυτόν», ενώ εδώ λέγει «Αυτός θα δοξάσει τον Πατέρα». Τι δε σημαίνει «Εν τω ονόματί μου»; Εκείνο ακριβώς που οι απόστολοι έλεγαν «Εις το όνομα του Ιησού Χριστού σήκω όρθιος και περιπάτει» διότι όλα τα θαύματα που έκαναν, Αυτός τα έκανε.
15 ᾿Εὰν ἀγαπᾶτέ με, τὰς ἐντολὰς τὰς ἐμὰς τηρήσατε, δεν είναι αρκετή η δια λόγων αγάπη, αλλά χρειάζονται και πράξεις που να αποδεικνύουν την αγάπη μας. 16 καὶ ἐγὼ ἐρωτήσω τὸν πατέρα καὶ ἄλλον παράκλητον δώσει ὑμῖν, και πάλι ο λόγος αυτός γίνεται από συγκατάβαση. Δηλαδή θα στείλει άλλν σαν εμένα. Και με το ότι είπε άλλον, δείχνει την διαφορά της υποστάσεως του, ενώ με το να πει «παράκλητο», δείχνει την συγγένεια της ουσίας. Τι σημαίνει όμως αυτό που είπε «ερωτήσω τον Πατέρα»; -Το λέγει για να δείξει τον καιρό της παρουσίαςστον κόσμο του Πνεύματος, διότι όταν τους καθάρισε δια της θυσίας, τότε εστάλη το Πνεύμα το Άγιον.Και γιατί δεν έρχονταν το Άγιο Πνέυμα όσο ήταν ο Χριστός στον κόσμο; -Διότι δεν είχε προσφερθεί ακόμη η θυσία. Αλλά όταν πλέον και η αμαρτία κατελύθη και αυτοί σε κινδύνους αποστέλλονταν, έπρεπε να έλθει Εκείνος που θα τους προετοίμαζε και θα τους οδηγούσε σοτυς αγώνες. Και γιατί ήρθε το Άγιο Πνεύμα μετά την Ανάσταση; -Για να το δεχτούν με πολύ προθυμία και χαρά.
ἵνα μένῃ μεθ' ὑμῶν εἰς τὸν αἰῶνα, Αυτό δείχνε ότι ούτε μετά τον θάνατο απομακρύνεται. Και για να μην γίνει παρανόηση και περιμένουν να δουν τον Παράκλητο ένσαρκο λέει: 17 τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὃ ὁ κόσμος οὐ δύναται λαβεῖν, ὅτι οὐ θεωρεῖ αὐτὸ οὐδὲ γινώσκει αὐτό· δεν θα σας συναναστραφεί όπως σας συναναστρέφομαι εγώ, αλλά θα κατοικήσει μέσα στις ψυχές σας. Ως «κόσμο» εδώ ονομάζει τους πονηρούς.
ὑμεῖς δὲ γινώσκετε αὐτό, ὅτι παρ' ὑμῖν μένει καὶ ἐν ὑμῖν ἔσται. 18 οὐκ ἀφήσω ὑμᾶς ὀρφανούς· ἔρχομαι πρὸς ὑμᾶς. αφού και ο ίδιος έρχομαι προς εσάς, το ότι αποστέλλεται το Άγιο Πνεύμα, αυτό δε σημαίνει ότι εμένα θα με αποχωρηστείτε. Και για να γίνει πιο σαφής λέει: 19 ἔτι μικρὸν καὶ ὁ κόσμος με οὐκέτι θεωρεῖ, ὑμεῖς δὲ θεωρεῖτέ με, ὅτι ἐγὼ ζῶ καὶ ὑμεῖς ζήσεσθε. Δεν μας αποχωρίζει λοιπόν ο Σταυρός για πάντα, αλλά με απομακρύνει για πολύ μικρή στιγμή. 20 ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ γνώσεσθε ὑμεῖς ὅτι ἐγὼ ἐν τῷ πατρί μου καὶ ὑμεῖς ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν ὑμῖν.Για μεν τον Πατέρα, τα λόγια αυτά δηλώνουν ουσία, γι’ αυτούς δε ομόνοια και βοήθεια εκ μέρους του Θεού. Όταν λοιπόν εγώ αναστηθώ, τότε θα γνωρίσετε ότι δεν είμαι χωρισμένος από τον Πατέρα, αλλ΄αότι έχω την ίδια δύναμη και τα ίδια τα γεγονότα θα διακηρύσσουν την προς εσάς βοήθεια, που θα προέρχεται από εμένα, όταν οι εχθροί θα κατανικώνται, σεις θα ομιλείτε με παρρησία, τα δεινά θα εξαφανίζονται από το μέσον, το κήρυγμα θα ανθίζει καθημερινώς και όλοι θα υποχωρούν και θα αποδέχονται τον λόγο της ευσεβείας. 21 ὁ ἔχων τὰς ἐντολάς μου καὶ τηρῶν αὐτάς, ἐκεῖνός ἐστιν ὁ ἀγαπῶν με· διότι δεν αρκεί μόνον να τις έχει, αλλά χρειάζεται και ακριβής φύλαξη αυτών. ὁ δὲ ἀγαπῶν με ἀγαπηθήσεται ὑπὸ τοῦ πατρός μου, καὶ ἐγὼ ἀγαπήσω αὐτὸν καὶ ἐμφανίσω αὐτῷ ἐμαυτόν. 22 Λέγει αὐτῷ ᾿Ιούδας, οὐχ ὁ ᾿Ισκαριώτης· Κύριε, καὶ τί γέγονεν ὅτι ἡμῖν μέλλεις ἐμφανίζειν σεαυτὸν καὶ οὐχὶ τῷ κόσμῳ; Βλέπεις την ψυχή που είναι λυπημένη από δειλία; Διότι ο Ιούδας έπαθε σύγχυση και ταράχθηκε και νόμισε, όπως ακριβώς βλέπουμε τους νεκρούς στο όνειρο, έτσι και αυτόν πρόκειται να τον βλέπουν. Για να μην υποπτευθούν λοιπόν αυτό άκουσε τι λέγει: 23 ἀπεκρίθη ᾿Ιησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἐάν τις ἀγαπᾷ με, τὸν λόγον μου τηρήσει, καὶ ὁ πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καὶ πρὸς αὐτὸν ἐλευσόμεθα καὶ μονὴν παρ' αὐτῷ ποιήσομεν. Είναι σαν να λέγει, όπως ακριβώς ο Πατήρ εμφανίζει τον εαυτό Του, έτσι κι εγώ. Όχι δε μόνον με αυτό, αλλά και με το να πει ότι «θα κατοικήσουμε μονίμως εις αυτόν», διέλυσε την υποψία, αυτό δε δεν είναι δείγμα ονείρων. Εσύ πρόσεχε ότι ο μαθητής εκείνος δεν είπε αυτό που πραγματικά ήθελε να ρωτήσει: «Αλοίμονό μας που πεθαίνεις και πρόκειται να εμφανίζεσαι σε μας όπως καριβώς οι αποθανόντες». Δεν είπε όμως αυτό αλλά «τι είναι εκείνο που σε κάνει να εμφανίζεσαι σε μας και όχι στον κόσμο; Λέγει λοιπόν ότι αποδέχομαι εσάς, διότι εσείς τηρείτε την εντολή μου. Για να μη νομίσουν λοιπόν, βλέποντες αυτόν μετά από όλα αυτά, ότι είναι φάντασμα, διά τούτο αυτά προλέγει. Έτσι μετά την Ανάστασή Του συντρώγει μαζί τους αποκρούοντας τέτοιου είδους λογισμούς.
24 ὁ μὴ ἀγαπῶν με τοὺς λόγους μου οὐ τηρεῖ· καὶ ὁ λόγος ὃν ἀκούετε οὐκ ἔστιν ἐμός, ἀλλὰ τοῦ πέμψαντός με πατρός. Ώστε όχι μόνο εμένα, αλλά ούτε και τον Πατέρα μου αγαπά εκείνος που ν ακούει αυτούς τους λόγους. Διότι αν αυτό είναι απόδειξη αγάπης, το να ακούει δηλαδή κανείς στις εντολές , αυτές δε είναι του Πατρός, αυτός που τις ακούει, αγάπησε όχι μόνον τον Υιό, αλλά και τον Πατέρα.
25 Ταῦτα λελάληκα ὑμῖν παρ' ὑμῖν μένων· κι επειδή αυτά όλα ήταν ασαφή και τα μεν ούτε καν τα αντιλήφθηκαν, τα δε περισσότερα και αμφέβαλλαν, για να θορυβούνται πάλι ούτε να λέγουν «ποιες εντολές» απάλλαξε αυτούς από όλη την αγωνία λέγοντας: 26 ὁ δὲ παράκλητος, τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιον ὃ πέμψει ὁ πατὴρ ἐν τῷ ὀνόματί μου, ἐκεῖνος ὑμᾶς διδάξει πάντα καὶ ὑπομνήσει ὑμᾶς πάντα ἃ εἶπον ὑμῖν. Ίσως είναι ασαφή τα όσα τώρα λέχθηκαν σε σας, αλλά είναι εκείνος σαφής διδάσκαλος αυτών. 27 Εἰρήνην ἀφίημι ὑμῖν, σαν να τους έλεγε: «τι ανησυχείτε από την ταραχή του κόσμου, καθ’ όσον έχετε ειρήνη προς εμένα»; Και τούτη ειρήνη σας κάνει ισχυρότερους. Διότι η άλλη, η εξωτερική ειρήνη, πολλές φορές αν και υπάρχει και ανώφελη είναι και πολλές φορές και επιζήμια. εἰρήνην τὴν ἐμὴν δίδωμι ὑμῖν· οὐ καθὼς ὁ κόσμος δίδωσιν, ἐγὼ δίδωμι ὑμῖν. μὴ ταρασσέσθω ὑμῶν ἡ καρδία μηδὲ δειλιάτω.28 ἠκούσατε ὅτι ἐγὼ εἶπον ὑμῖν, ὑπάγω καὶ ἔρχομαι πρὸς ὑμᾶς· εἰ ἠγαπᾶτέ με, ἐχάρητε ἂν ὅτι εἶπον, πορεύομαι πρὸς τὸν πατέρα· ὅτι ὁ πατήρ μου μείζων μού ἐστι· και ποια χαρά επρόκειτο αυτό να τους φέρει; Ποια παρηγοριά; -Δεν γνώριζαν ακόμη περί της Αναστάσεώ Του, ούτε είχαν περί αυτού την ορθή γνώμη, ενώ τον Πατέρα τον θεωρούσαν μέγα. Συνεπώς λοιπόν έπρεπε να χαίρεστε διότο εγώ πηγαίνω προς Εκείνος που είναι δυνατός και ικανός να εξαλείψει όλα τα δεινά.
29 καὶ νῦν εἴρηκα ὑμῖν πρὶν γενέσθαι, ἵνα ὅταν γένηται πιστεύσητε. Μήπως θα τα γνωρίζατε αν εγώ δεν σας τα έλεγα; Δεν θα ήταν δυνατόν επίσης να σας τα πω όλα αυτά αν δεν ήμουν σίγουρος πως αυτά θα συμβούν. Είδες ότι ο λόγος είναι γεμάτος από συγκατάβαση; Ομιλεί ανάλογα με την πνευματική ωριμότητα των ακροατών.
30 οὐκέτι πολλὰ λαλήσω μεθ' ὑμῶν· ἔρχεται γὰρ ὁ τοῦ κόσμου ἄρχων, καὶ ἐν ἐμοὶ οὐκ ἔχει οὐδέν· άρχοντα του κόσμου ονομάζει τον διάβολο και έτσι ονομάζει και τους πονηρούς ανθρώπους. Και τι είδους άρχοντας είναι αυτός; Είναι άρχοντας αυτών που του παραδίδονται. Και τι λοιπόν ο διάβολος τελικά σε θανατώνει; -Όχι βέβαια, διότι δεν έχει καμία εξουσία πάνω Του,. πως λοιπόν τότε σε θανατώνει; -Επειδή εγώ το θέλω και για να γνωρίσει ο κόσμος ότι αγαπώ τον Πατέρα. 31 ἀλλ' ἵνα γνῷ ὁ κόσμος ὅτι ἀγαπῶ τὸν πατέρα, καὶ καθὼς ἐνετείλατό μοι ὁ πατήρ, οὕτω ποιῶ. ἐγείρεσθε ἄγωμεν ἐντεῦθεν.