1. Εγώ εἰμι ἡ ἄμπελος ἡ ἀληθινή, καὶ ὁ πατήρ μου ὁ γεωργός ἐστι. 2 πᾶν κλῆμα ἐν ἐμοὶ μὴ φέρον καρπόν, αἴρει αὐτό, καὶ πᾶν τὸ καρπὸν φέρον, καθαίρει αὐτό, ἵνα πλείονα καρπὸν φέρῃ. Τι θέλει να υπαινιχθεί με την παραβολή αυτή; -Ότι δεν είναι δυνατόν να ζήσει εκείνος που δεν προσέχει στους λόγους Του, και ότι τα μελλοντικά θαύματα γίνονται δια της δυνάμεως του Χριστού. «Ο πατήρ μου είναι γεωργός». Τι λοιπόν; Έχει ανάγκη δυνάμεως ο Υιός; Μακριά μία τέτοια σκέψη. Διότι αυτό το παράδειγμα δεν φανερώνει αυτό. Διότι λέγει δεν δέχεται την φροντίδα γεωργού η ρίζα, αλλά τα κλήματα.
3 ἤδη ὑμεῖς καθαροί ἐστε διὰ τὸν λόγον ὃν λελάληκα ὑμῖν.
Βλέπεις πως παρουσιάζει τον εαυτό Του να φροντίζει για τα κλήματα; Διότι λέγει «εγώ σας καθάρισα». Όμως… δεν αρκεί αυτό αλλά χρειάζεται και η δική σας προσπάθεια για να μείνετε καθαροί.
4 μείνατε ἐν ἐμοί, κἀγὼ ἐν ὑμῖν. καθὼς τὸ κλῆμα οὐ δύναται καρπὸν φέρειν ἀφ' ἑαυτοῦ, ἐὰν μὴ μείνῃ ἐν τῇ ἀμπέλῳ, οὕτως οὐδὲ ὑμεῖς, ἐὰν μὴ ἐν ἐμοὶ μείνητε. 5 ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος, ὑμεῖς τὰ κλήματα.
Για να μην αποχωρισθούν λοιπόν εξ’ αιτίας της δειλίας τους, ενισχύει την ατονίσασα από τον φόβο ψυχή τους και την συνενώνει με τον ευατό Του και τους δίδει πλέον χρηστές ελπίδες, διότι η μεν ρίζα μένει, η δε αφαίρεση και η φροντίδα ανήκει στα κλήματα.
ὁ μένων ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν αὐτῷ, οὗτος φέρει καρπὸν πολύν, ὅτι χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν. 6 ἐὰν μή τις μείνῃ ἐν ἐμοί, ἐβλήθη ἔξω ὡς τὸ κλῆμα καὶ ἐξηράνθη, καὶ συνάγουσιν αὐτὰ καὶ εἰς τὸ πῦρ βάλλουσι, καὶ καίεται.
Δεικνύει εδώ ότι κανείς δεν μπορεί να ανήκει εις Αυτόν δίχως έργα.
7 ἐὰν μείνητε ἐν ἐμοὶ καὶ τὰ ρήματά μου ἐν ὑμῖν μείνῃ, ὃ ἐὰν θέλητε αἰτήσασθε, καὶ γενήσεται ὑμῖν.
Αυτά τα έλεγε για να δείξει ότι αυτοί που τον επιβουλεύονται θα κατακαούν. Και φού λοιπόν έδειξε με αυτόν τον τρόπο πως οι μαθητές Του θα γίνουν ακατανίκητοι λέγει:
8 ἐν τούτῳ ἐδοξάσθη ὁ πατήρ μου, ἵνα καρπὸν πολὺν φέρητε, Με αυτά που λέγει κάνει αξιόπιστο τον λόγο Του, διότι αν η καρποφορία συντελεί εις την δόξαν του Πατρός, δεν θα αδιαφορήσει για την δική Του δόξα. καὶ γενήσεσθε ἐμοὶ μαθηταί. Βλέπεις πως μαθητής Του είναι εκείνος που παράγει καρπό;
9 καθὼς ἠγάπησέ με ὁ πατήρ, κἀγὼ ἠγάπησα ὑμᾶς· μείνατε ἐν τῇ ἀγάπῃ τῇ ἐμῇ.
Διότι το να μείνετε στην αγάπη μου αυτό εξαρτάται από σας. Και πως θα συμβεί αυτό; 10 ἐὰν τὰς ἐντολάς μου τηρήσητε, μενεῖτε ἐν τῇ ἀγάπῃ μου, καθὼς ἐγὼ τὰς ἐντολὰς τοῦ πατρός μου τετήρηκα καὶ μένω αὐτοῦ ἐν τῇ ἀγάπῃ.
Και πάλι εδώ ο λόγος προχωρεί ανθρωπίνως. Διότι δεν γίνεται βέβαια ο νομοθέτης να υποταχθεί στις εντολές. Έπειτα για να μη λέγουν, «όταν μας έκανες πολεμίους με όλους, τότε μας αφήνεις και φεύγεις», δείχνει ότι δεν τους αφήνει, αλλά έτσι είναι ενωμένος με αυτούς, εάν το θέλουν, όπως το κλήμα με την άμπελο.
11 Ταῦτα λελάληκα ὑμῖν ἵνα ἡ χαρὰ ἡ ἐμὴ ἐν ὑμῖν μείνῃ καὶ ἡ χαρὰ ὑμῶν πληρωθῇ.
Όλα τα αγαθά τότε παρέχουν την αμοιβή, όταν φθάσουν στο κατάλληλο αποτέλεσμα. Εάν θα κοπεί η προσπάθεια στο μέσον, γίνεται ναυάγιο. «Μη φύγετε λοιπόν από κοντά μου, για να μην διακόψετε τον δρόμο. Θα εκδιώξω την θλίψη σας από την οποία έχετε τώρα κυριευτεί, για να έλεθει στο τέλος η χαρά, δείχνοντάς σας ότι τα παρόντα δεν είναι άξια λύπης, αλλά ηδονής».
12 αὕτη ἐστὶν ἡ ἐντολὴ ἡ ἐμή, ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς. Βλέπεις την αγάπη του Θεού που είναι συνηνωμένη με την δική μας και συνδεδεμένη σαν να αποτελεί κάποια σειρά; Αν λοιπόν το να μείνουν στον Θεό εξαρτάται από την αγάπη, η δε αγάπη από την τήρηση των εντολών και η εντολή είναι «Να αγαπάμε ο ένας τον άλλο» και δεν ομιλεί απλώς για αγάπη, αλλά δείχνει και τον τρόπο: «καθώς σας αγάπησα εγώ». Συνεπώς η αναχώρησή Του δεν είναι αποτέλεσμα μίσους, αλλά αγάπης. 13 μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδεὶς ἔχει, ἵνα τις τὴν ψυχὴν αὐτοῦ θῇ ὑπὲρ τῶν φίλων αὐτοῦ.
14 ὑμεῖς φίλοι μού ἐστε, ἐὰν ποιῆτε ὅσα ἐγὼ ἐντέλλομαι ὑμῖν. 15 οὐκέτι ὑμᾶς λέγω δούλους, ὅτι ὁ δοῦλος οὐκ οἶδε τί ποιεῖ αὐτοῦ ὁ κύριος· ὑμᾶς δὲ εἴρηκα φίλους, ὅτι πάντα ἃ ἤκουσα παρὰ τοῦ πατρός μου ἐγνώρισα ὑμῖν.
Τίποτε άλλο δεν εννοεί με το «πάντα» και το «ακούσαι», παρά ότι τίποτε ξένο δεν λέγει, αλλά τις εντολές του Πατρός. Με το «πάντα» επίσης εννοεί ότι οι μαθητές άκουσαν όσα έπρεπε να ακούσουν.
16 οὐχ ὑμεῖς με ἐξελέξασθε, ἀλλ' ἐγὼ ἐξελεξάμην ὑμᾶς, Δηλαδή εγώ επιδίωξα την φιλία σας. Και δεν σταμάτησε εδώ, αλλά λέγει «και σας τοποθέτησα», δηλαδή σας φύτευσα «δια να μεταβήτε» (ακόμη χρησιμοποιεί την μεταφορά της αμπέλου), δηλαδή να σκορπισθείτε σε όλο τον κόσμο.
καὶ ἔθηκα ὑμᾶς ἵνα ὑμεῖς ὑπάγητε καὶ καρπὸν φέρητε,
Εάν δε ο καρπός μένει, πολύ περισσότερο θα μείνετε εσείς, διότι λέγει «δεν σας αγάπησα μόνο, αλλά και σας ευεργ’ετησα σε πάρα πολύ μεγάλο βαθμό, επεκτείνων σε κάθε μέρος της οικουμένης τα κλήματα».
Βλέπεις με πόσα δείχνει την αγάπη Του; Με το να πει τα απόρρητα, με το ότι πρώτος επιδίωξε την φιλία τους, με το ότι τους χάρισε μεγάλα αγαθά, με το ότι έπαθε χάριν αυτών εκείνα που έπαθε τότε. Και τελικά με το ότι θα παραμείνει κοντά σε αυτούς που πρόκειται να καρποφορήσουν: καὶ ὁ καρπὸς ὑμῶν μένῃ, ἵνα ὅ,τι ἂν αἰτήσητε τὸν πατέρα ἐν τῷ ὀνόματί μου, δῷ ὑμῖν. Και πως γίνεται το αίτημα να απευθύνεται μεν προς τον Πατέρα, αλλά ο Υιός να το πραγματοποιεί; -Για να μάθεις ότι ο Υιός δεν είναι κατώτερος.
17 Ταῦτα ἐντέλλομαι ὑμῖν, ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους. Δηλαδή δεν τα λέω αυτά για να σας κατηγορήσω, ότι προς χάριν σας θυσιάζω την ζωή μου, αλλά για να σας οδηγήσω στην φιλία.
18 Εἰ ὁ κόσμος ὑμᾶς μισεῖ, γινώσκετε ὅτι ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν. 19 εἰ ἐκ τοῦ κόσμου ἦτε, ὁ κόσμος ἂν τὸ ἴδιον ἐφίλει· ὅτι δὲ ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ ἐστέ, ἀλλ' ἐγὼ ἐξελεξάμην ὑμᾶς ἐκ τοῦ κόσμου, διὰ τοῦτο μισεῖ ὑμᾶς ὁ κόσμος.
Ώστε αν σας αγαπούσε ο κόσμος, αυτό θα ήταν απόδειξη πονηρίας. Έπειτα, επειδή με αυτά που προείπε δεν πέτυχε αυτό που ήθελε, επανέρχεται πάλι στο θέμα αυτό λέγοντας:
20 μνημονεύετε τοῦ λόγου οὗ ἐγὼ εἶπον ὑμῖν· οὐκ ἔστι δοῦλος μείζων τοῦ κυρίου αὐτοῦ. εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν, καὶ ὑμᾶς διώξουσιν· εἰ τὸν λόγον μου ἐτήρησαν, καὶ τὸν ὑμέτερον τηρήσουσιν.
Δείχνει λοιπόν τώρα ότι με αυτό θα γίνουν μιμητές Του, διότι εν όσω ο Χριστός έφερε ανθρώπινη σάρκα, προς εκείνον έκαμναν τον πόλεμο οι Ιουδαίοι, όταν όμως έφυγε από τον κόσμο, η μάχη στράφηκε και πάλι προς αυτούς. Ενθαρρύνει λοιπόν την ψυχή των μαθητών λέγοντας προ πάντων ότι είναι έργο χαράς, το να μισήσθε από αυτούς, διότι έτσι θα γίνετε μέτοχοι στα πάθη μου. Δεν πρέπει λοιπόν να ανησυχείτε, διότι εσείς δεν είστε ανώτεροι από μένα.
21 ἀλλὰ ταῦτα πάντα ποιήσουσιν ὑμῖν διὰ τὸ ὄνομά μου, ὅτι οὐκ οἴδασι τὸν πέμψαντά με. Δηλαδή και Εκείνον τον υβρίζουν. Επιπλέον στερώντα από τους Ιουδαίους της συγνώμης και προσθέτοντας άλλη πατηγοριά λέγει: 22 εἰ μὴ ἦλθον καὶ ἐλάλησα αὐτοῖς, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον· νῦν δὲ πρόφασιν οὐκ ἔχουσι περὶ τῆς ἁμαρτίας αὐτῶν. Δεικνύοντας ότι αδίκως θα διαπράξουν τα όσα θα διαπράξουν εναντίον Του και εναντίον αυτών. 23 ὁ ἐμὲ μισῶν καὶ τὸν πατέρα μου μισεῖ. Επειδή δηλαδή συνεχώς προέβαλαν ως δικαιολογία ότι τον καταδίωκαν εξ αιτίας του Πατρός, είπε αυτά ανατρέποντας την δικαιολογία τους.
24 εἰ τὰ ἔργα μὴ ἐποίησα ἐν αὐτοῖς ἃ οὐδεὶς ἄλλος πεποίηκεν, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον· νῦν δὲ καὶ ἑωράκασι καὶ μεμισήκασι καὶ ἐμὲ καὶ τὸν πατέρα μου. 25 ἀλλ' ἵνα πληρωθῇ ὁ λόγος ὁ γεγραμμένος ἐν τῷ νόμῳ αὐτῶν, ὅτι ἐμίσησάν με δωρεάν. Είστε λοιπόν όλων αυτών και εσείς μάρτυρες, ότι αιτία του μίσους τους δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η παραφροσύνη και η πονηρία. Όμως «Αν τον ιδικό σου λόγο δεν τήρησα, άρα ούτε τον δικό μας λόγο θα τηρήσουν, εάν εσένα καταδίωξαν και εμάς θα καταδιώξουν, εάν είδαν θαύματα, τέτοια που κανένας άλλος δεν έκανε, εάν άκουσαν λόγους, τετοιους που κανένας άλλος δεν είπε και δεν ωφελήθηκαν καθόλου απ΄όλα αυτά και εάν εντ τέλει μισούν τον Πατέρα και εσένα, τότε για ποιο λόγο μας έστειλες σ’ αυτούς»; -Για να μην ανησυχούν για όλα αυτά προσθέτει: 26 ὅταν δὲ ἔλθῃ ὁ παράκλητος ὃν ἐγὼ πέμψω ὑμῖν παρὰ τοῦ πατρός, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας ὃ παρὰ τοῦ πατρὸς ἐκπορεύεται, ἐκεῖνος μαρτυρήσει περὶ ἐμοῦ· 27 καὶ ὑμεῖς δὲ μαρτυρεῖτε, ὅτι ἀπ' ἀρχῆς μετ' ἐμοῦ ἐστε.
Εκείνος λοιπόν (ο Παράκλητος) θα είναι αξιόπιστος, διότι είναι Πνεύμα αληθείας. Γι’ αυτό λοιπόν δεν το ονόμασε Πνεύμα Άγιο, αλλά Πνεύμα αληθείας. Το δε «ο παρά του Πατρός εκπορεύεται», φανερώνει ότι όλα τα γνωρίζει ακριβώς, όπως ακριβώς και ο ίδιος λέγει για τον ευατό του «ότι γνωρίζω από πού έρχομαι και που πηγαίνω», μιλώντας και εκεί πε΄ρι της αληθείας.
«Τον οποίο εγώ θα στείλω». Να, δεν είναι μόνον ο Πατήρ που που αποστέλει τον Παράκλητο, αλλά και ο Υιός. Και σεις δε θα είστε αξιόπιστοι που με συναναστρέφεστε και που δεν τα ακούσατε αυτά πό άλλους. Διά τούτο οι Απόστολοι επιβεβαιώνου πε΄ρι αυτού λέγοντας: «Οι οποίοι φάγαμε μαζί του και επίομεν» (πραξ. 10,41)