Ματθ. 22, 23-33
23 ᾿Εν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ προσῆλθον αὐτῷ Σαδδουκαῖοι, οἱ λέγοντες μὴ εἶναι ἀνάστασιν, καὶ ἐπηρώτησαν αὐτὸν 24 λέγοντες· διδάσκαλε, Μωσῆς εἶπεν, ἐάν τις ἀποθάνῃ μὴ ἔχων τέκνα, ἐπιγαμβρεύσει ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ καὶ ἀναστήσει σπέρμα τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ. 25 ἦσαν δὲ παρ᾿ ἡμῖν ἑπτὰ ἀδελφοί· καὶ ὁ πρῶτος γαμήσας ἐτελεύτησε, καὶ μὴ ἔχων σπέρμα ἀφῆκε τὴν γυναῖκα αὐτοῦ τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ· 26 ὁμοίως καὶ ὁ δεύτερος καὶ ὁ τρίτος, ἕως τῶν ἑπτά. 27 ὕστερον δὲ πάντων ἀπέθανε καὶ ἡ γυνή. 28 ἐν τῇ οὖν ἀναστάσει τίνος τῶν ἑπτὰ ἔσται ἡ γυνή; πάντες γὰρ ἔσχον αὐτήν. 29 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· πλανᾶσθε μὴ εἰδότες τὰς γραφὰς μηδὲ τὴν δύναμιν τοῦ Θεοῦ. 30 ἐν γὰρ τῇ ἀναστάσει οὔτε γαμοῦσιν οὔτε ἐκγαμίζονται, ἀλλ᾿ ὡς ἄγγελοι Θεοῦ ἐν οὐρανῷ εἰσι. 31 περὶ δὲ τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν οὐκ ἀνέγνωτε τὸ ρηθὲν ὑμῖν ὑπὸ τοῦ Θεοῦ λέγοντος, 32 ἐγώ εἰμι ὁ Θεὸς ᾿Αβραὰμ καὶ ὁ Θεὸς ᾿Ισαὰκ καὶ ὁ Θεὸς ᾿Ιακώβ; οὐκ ἔστιν ὁ Θεὸς Θεὸς νεκρῶν, ἀλλὰ ζώντων. 33 καὶ ἀκούσαντες οἱ ὄχλοι ἐξεπλήσσοντο ἐπὶ τῇ διδαχῇ αὐτοῦ.
23 ᾿Εν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ προσῆλθον αὐτῷ Σαδδουκαῖοι,
Πόση η θρασύτητα και πόση η ανοησία, που ενώ αυτοί θα έπρεπε να γίνουν διστακτικότεροι μετά την αποστόμωση των Φαρισαίων, την ίδια κιόλας ημέρα πλησίασαν τον Ιησού. Ποιοι όμως ήταν αυτοί;- Μία Ιουδαϊκή αίρεση παραπλήσια αυτής των Φαρισαίων. Αυτοί δεν πίστευαν ούτε στην ανάσταση, ούτε στους αγγέλους, ούτε στο πνεύμα, διότι ήταν περισσότερο υλιστές προσκολλημένοι στα σωματικά πράγματα. Τι λοιπόν τον ρώτησαν αυτοί;
οἱ λέγοντες μὴ εἶναι ἀνάστασιν, καὶ ἐπηρώτησαν αὐτὸν 24 λέγοντες· διδάσκαλε, Μωσῆς εἶπεν, ἐάν τις ἀποθάνῃ μὴ ἔχων τέκνα, ἐπιγαμβρεύσει ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ καὶ ἀναστήσει σπέρμα τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ. 25 ἦσαν δὲ παρ᾿ ἡμῖν ἑπτὰ ἀδελφοί· καὶ ὁ πρῶτος γαμήσας ἐτελεύτησε, καὶ μὴ ἔχων σπέρμα ἀφῆκε τὴν γυναῖκα αὐτοῦ τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ· 26 ὁμοίως καὶ ὁ δεύτερος καὶ ὁ τρίτος, ἕως τῶν ἑπτά. 27 ὕστερον δὲ πάντων ἀπέθανε καὶ ἡ γυνή. 28 ἐν τῇ οὖν ἀναστάσει τίνος τῶν ἑπτὰ ἔσται ἡ γυνή; πάντες γὰρ ἔσχον αὐτήν.
Πρόσεξε τώρα πως τους απαντά σαν διδάσκαλος, διότι η ερώτησή τους αυτή αν και είχε το κίνητρο της πονηρίας, εν τούτοις εμπεριείχε μέσα και την μεγάλη τους άγνοια. Διά τούτο δεν τους ονομάζει υποκριτές. Πρέπει βέβαια να τονίσουμε ότι η υπόθεση αυτή που ανέφεραν οι Σαδδουκαίοι ήταν φανταστική και όχι πραγματική. Διότι αν έβλεπε ο τρίτος ότι οι δύο προηγούμενοι πέθαναν, οπωσδήποτε δεν θα την παντρεύονταν διότι θα την θεωρούσε την γυναίκα αυτή σημαδιακή. Κι αν ακόμη την παντρεύονταν, το βέβαιο ήταν ότι δεν θα προχωρούσε σε σύναψη γάμου ο τέταρτος και πολύ περισσότερο ο έκτος και ο έβδομος. Για ποιο λόγο όμως δεν έπλασαν με την φαντασία τους δύο ή τρεις, αλλά επτά αδελφούς; -Με σκοπό να γελοιοποιήσουν σε μεγάλο βαθμό όπως νόμιζαν την ανάσταση. Ο Χριστός λοιπόν τους απαντά δίδοντας έμφαση όχι στα λόγια τους, αλλά στην σκέψη τους και φέρει στο φως τα απόκρυφα σχέδιά τους.
29 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· πλανᾶσθε μὴ εἰδότες τὰς γραφὰς μηδὲ τὴν δύναμιν τοῦ Θεοῦ.
Επειδή δηλαδή προβάλλουν τον Μωυσή και τον νόμο, ως δήθεν γνώστες αυτών, αποδεικνύει ότι το ερώτημά τους αυτό ήταν κατεξοχήν δείγμα άγνοιας των γραφών. Τι λοιπόν είναι το αξιοπερίεργο να πειράζετε εσείς εμένα τον οποίο δεν γνωρίζετε, αφού δεν γνωρίζετε ούτε την δύναμη του Θεού και βέβαια ούτε και τις γραφές.
30 ἐν γὰρ τῇ ἀναστάσει οὔτε γαμοῦσιν οὔτε ἐκγαμίζονται, ἀλλ᾿ ὡς ἄγγελοι Θεοῦ ἐν οὐρανῷ εἰσι.
Εάν λοιπόν δεν νυμφεύονται είναι περιττή η ερώτηση. Βέβαια είναι άγγελοι όχι επειδή δεν νυμφεύονται, αλλά επειδή ζουν ως άγγελοι. Διά τούτο δεν νυμφεύονται.
31 περὶ δὲ τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν οὐκ ἀνέγνωτε τὸ ρηθὲν ὑμῖν ὑπὸ τοῦ Θεοῦ λέγοντος, 32 ἐγώ εἰμι ὁ Θεὸς ᾿Αβραὰμ καὶ ὁ Θεὸς ᾿Ισαὰκ καὶ ὁ Θεὸς ᾿Ιακώβ; οὐκ ἔστιν ὁ Θεὸς Θεὸς νεκρῶν, ἀλλὰ ζώντων.
Και αφού τους απάντησε στο αρχικό τους ερώτημα, επεκτείνετε και στις απόκρυφες σκέψεις τους. Δεν είναι λοιπόν ο Θεός, Θεός ανύπαρκτων που εξαφανίστηκαν, αλλά Θεός ζωντανών.
33 καὶ ἀκούσαντες οἱ ὄχλοι ἐξεπλήσσοντο ἐπὶ τῇ διδαχῇ αὐτοῦ.
Και τι έκαναν οι Σαδδουκαίοι; Αναχώρησαν αφήνοντας στους υπόλοιπους ακροατές όλη την ωφέλεια, ενώ εκείνοι παρέμειναν στον εγωισμό τους.
Πρωτοπρεσβυτέρου Μιχαήλ Δ. Στεφάνου από την μελέτη στον Ιερό Χρυσόστομο