12 ῾Η δὲ ἡμέρα ἤρξατο κλίνειν· προσελθόντες δὲ οἱ δώδεκα εἶπον αὐτῷ· ἀπόλυσον τὸν ὄχλον, ἵνα πορευθέντες εἰς τὰς κύκλῳ κώμας καὶ τοὺς ἀγροὺς καταλύσωσι καὶ εὕρωσιν ἐπισιτισμόν, ὅτι ὧδε ἐν ἐρήμῳ τόπῳ ἐσμέν. 13 εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· δότε αὐτοῖς ὑμεῖς φαγεῖν. οἱ δὲ εἶπον· οὐκ εἰσὶν ἡμῖν πλεῖον ἢ πέντε ἄρτοι καὶ ἰχθύες δύο, εἰ μήτι πορευθέντες ἡμεῖς ἀγοράσωμεν εἰς πάντα τὸν λαὸν τοῦτον βρώματα· 14 ἦσαν γὰρ ὡσεὶ ἄνδρες πεντακισχίλιοι. εἶπε δὲ πρὸς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ· κατακλίνατε αὐτοὺς κλισίας ἀνὰ πεντήκοντα. 15 καὶ ἐποίησαν οὕτω καὶ ἀνέκλιναν ἅπαντας. 16 λαβὼν δὲ τοὺς πέντε ἄρτους καὶ τοὺς δύο ἰχθύας, ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησεν αὐτοὺς καὶ κατέκλασε, καὶ ἐδίδου τοῖς μαθηταῖς παραθεῖναι τῷ ὄχλῳ. 17 καὶ ἔφαγον καὶ ἐχορτάσθησαν πάντες, καὶ ἤρθη τὸ περισσεῦσαν αὐτοῖς κλασμάτων κόφινοι δώδεκα.
Τόσος πολύς ήταν ο πόθος για τον Κύριο, ώστε ο κόσμος δεν έφυγε από κοντά Του ούτε και όταν άκουσε για τον τραγικό θάνατο του Ιωάννου. Ο δε Κύριος τους θεράπευσε όλους χωρίς αυτή την φορά να απαιτήσει πίστη απ’ αυτούς καθότι το ότι έτρεξαν με προθυμία κοντά Του και ότι εγκατέλειψαν τις πόλεις τους, το ότι καταπιέζονταν από την πείνα, φανέρωναν πίστη.
15 ὀψίας δὲ γενομένης προσῆλθον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· ἔρημός ἐστιν ὁ τόπος καὶ ἡ ὥρα ἤδη παρῆλθεν· ἀπόλυσον τοὺς ὄχλους, ἵνα ἀπελθόντες εἰς τὰς κώμας ἀγοράσωσιν ἑαυτοῖς βρώματα. Πρόσεξε, δεν τους είπε εγώ θα τους δώσω να φάνε, αλλά δώστε τους εσείς. Διότι ακόμη τον θεωρούσαν άνθρωπο. Έτσι οι μαθητές του απαντούν μη έχοντας και πάλι συναίσθηση το ποιον έχουν απέναντί τους.
Περνάμε τώρα στην επιτέλεση του θαύματος. Ένα ερώτημα που ανακύπτει είναι το γιατί ο Χριστός πριν την επιτέλεση του θαύματος σήκωσε τα μάτια Του στον ουρανό; -Απ. Διότι έπρεπε να πιστεύουν οι άνθρωποι ότι απεστάλη από τον Πατέρα του και ότι είναι ίσος μ’ Αυτόν. Την ισότητα την αποδείκνυε πράττοντας θαύματα ως εξουσίαν έχων, την δε προέλευση λειτουργώντας με ταπείνωση και επικαλούμενος τον Πατέρα.
Μήπως δεν μπορούσε να δημιουργήσει τροφή χωρίς αυτή να υπάρχει; Για να κλείσει όμως τα στόματα του Μαρκίωνος και του Μανιχαίου που τον αποξένωναν από τη φύση και για να διδάξει με τα έργα Του ότι αυτά και όλα τα ορατά είναι δημιουργήματα δικά Του διά τούτου πολλαπλασίασε τους άρτους. Διότι και στην Δημιουργία από την γη παρήγαγε τους καρπούς και από το νερό τα ζώντα ερπετά. Αυτό αποδείκνυε την εξουσία του και επί ξηράς και επί θαλάσσης.
Δείτε όμως και την πνευματικότητα των μαθητών οι οποίοι μολονότι βρίσκονταν τόσο μακριά από την πόλη είχαν μαζί τους μόνο πέντε ψάρια παρότι ήταν δώδεκα στον αριθμό και είχαν τόσες λίγες προμήθειες μαζί τους διότι είχαν πάψει να μεριμνούν για τα υλικά.
Το θαύμα έγινε, και περίσσεψαν λέει κομμάτια άρτων όχι ολόκληροι άρτοι με σκοπό να δείξει ότι αυτά ήταν υπολείμματα των ολόκληρων άρτων. Και έκανε λέει να περισσεύσουν δώδεκα κοφίνια για να κρατήσει και ο Ιούδας ένα. Μπορούσε βέβαια να σβήσει με θαύμα την πείνα του πλήθους, όμως ούτε και αυτό το έκανε γιατί με το θαύμα ήθελε να δείξει την δύναμή Του.