Στα Ιεροσόλυμα επειδή οι απόστολοι ήταν απασχολημένοι με το κήρυγμα και δεν είχαν καιρό να εξυπηρετήσουν τα δείπνα των χριστιανών, δημιουργήθηκαν παράπονα από τους ελληνιστές χριστιανούς και οι απόστολοι εισηγήθηκαν να διοριστούν επτά χριστιανοί με πίστη και σοφία για να αναλάβουν το έργο αυτό (Πραξ.6,3). Αργότερα αυτοί ονομάστηκαν διάκονοι και το αρχικό τους λειτούργημα συνδέθηκε με το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Δύο απ' τους επτά, ο Στέφανος και ο Φίλιππος κήρυτταν, ο δεύτερος όμως όπως φαίνεται από τη δράση του στη Σαμάρεια δεν είχε το δικαίωμα να μεταδίδει το Άγιο Πνεύμα.
Πέρα από τους αποστόλους αναφέρονται φορείς του Αγίου Πνεύματος, οι λεγόμενοι χαρισματούχοι. Επίσης αναφέρονται προφήτες, διδάσκαλοι, ευαγγελιστές, ποιμένες, κυνερνήσεις, προϊστάμενοι και άλλοι με χαρίσματα ιαμάτων (Ά κορ. 12,28)
Τα αξιώματα αυτά στην μεταποστολική εποχή εξαφανίστηκαν ή συνταυτίστηκαν με τα άλλα που έμειναν. Από την Κ.Δ έμειναν τα τρία γνωστά αξιώματα της εκκλησίας: Του διακόνου, του πρεσβυτέρου και του επισκόπου. Αυτά δεν χαρακτηρίζονται ως χαρίσματα, αλλά προέρχονται από διορισμό και ενεργοποιούνται με επίθεση των χειρών και προσευχή.
Στην αποστολική εποχή είναι επίσης γνωστός και ο θεσμός των διακονισσών που βοηθούσαν στο έργο τους, τους διακόνους και υπηρετούσαν τις γυναίκες.
ΤΙ ΗΤΑΝ ΟΙ ΕΠΙΣΚΟΠΟΙ: Οι επίσκοποι ήταν προϊστάμενοι, γιατί τελούσαν το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας και είχαν το καθήκον να διοικούν και να διδάσκουν με την καθοδήγηση των αποστόλων. Γι' αυτό και διακρίθηκαν από τους πρεσβυτέρους, οι οποίοι έγιναν αξιωματούχοι και τελούσαν υπό των επισκόπων.
Ο Παύλος στην προς Τιμόθεον Α΄επιστολή (3, 1-7) ξεχωρίζει τα προσόντα που πρέπει να έχει ο επίσκοπος ως διαφορετικά από του πρεσβυτέρου και παραγγέλλει στον Τιμόθεο να διορίζει πρεσβυτέρους. Ο επίσκοπος έπρεπε να είναι ενάρετος, σύζυγος μιας γυναίκας κλπ (Α΄Τιμ. 3,2), αντιπροσώπευε τον Χριστό και έπρεπε να αβτιπροσωπεύει το λαό στην αναμενόμενη παρουσία του Κυρίου.
Ο Ιγνάτιος, επίσκοπος Αντιοχείας (110) όταν μιλάει για επισκόπους βάζει πάντοτε στο πλευρό τους και το πρεσβυτέριο. Δηλαδή οι αποφάσεις δε λαμβάνονταν μόνον από τον επίσκοπο. Θεωρεί τον επίσκοπο ως κέντρο της ενότητας της τοπικής εκκλησίας και τον κυριότερο αντίπαλο των αιρετικών. Η υποταγή στον επίσκοπο θεωρείται ως υποταγή στον Θεό. Η εν Χριστώ ενότητα των πιστών σημαίνει ενότητα γύρω από τον επίσκοπο και το πρεσβυτέριο χωρίς τους οποίους εκκλησία ου καλέιται.