Και ο Κωνσταντίνος Ε΄ συνέχισε όπως και ο πατέρας του τον «πόλεμο» κατά των εικόνων και μάλιστα με μεγαλύτερη σφοδρότητα.
Σαν αυτοκράτορας ήταν ικανός. Έκανε εκστρατεία στη Συρία και αργότερα στην Αρμενία και τη Μεσοποταμία αντιμετοπίζοντας με επιτυχία τους Άραβες.
Επειδή στο παρελθόν κινδύνεψε να χάσει την εξουσία από εικονόφιλους (Αρταβάσδος), αυτό τον έκανε άκαμπτο συντάσοντας μάλιστα και ο ίδιος θεολογικές πραγματείες. Σ’ αυτές εκτός του ότι κατηγορούσε τους εικονόφιλους για ειδωλολατρισμό, τώρα τους κατηγορούσε και για Νεστοριανισμό, επειδή με την εικόνα χώριζαν όπως έλεγε την ανθρώπινη φύση του Χριστού. Ή ότι είναι μονοφυσίτες, γιατ΄λι με την εικόνα αναμίγνυαν τις δύο φύσεις του Κυρίου.
Σκέφτηκε πως αγώνας του κατά των εικόνων χρειάζονταν εκκλησιαστική επικύρωση και γι’ αυτό κάλεσε οικουμενική σύνοδο στο ανάκτορο της Ιερείας το 754 στην οποία έλαβαν μέρος 338 επίσκοποι με πρόεδρο τον Θεοδόσιο Εφέσου και τον Παστιλλά επίσκοπο Πέργης. Οι εργασίες κράτησαν από τις 10 Φεβρουαρίου μέχρι τις 8 Αυγούστου του 754. Ο πατριαρχικός θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως ήταν κενός μετά τον θάνατο του Αναστασίου.
Οι επίσκοποι συμμορθώθηκαν σε όσα απαιτούσε ο αυτοκράτορας και καταδίκασαν την τιμή των εικόνων ως αντίθετη στην Αγία Γραφή, ως ειδωλολατρική πλάνη, μονοφυσιτική και νεστοριανή αίρεση γιατί μειώνει τη δόξα των ιερών προσώπων όταν αυτά ζωγραφίζονται με ευτελή υλικά. Σωστή απεικόνιση του Κυρίου είπαν, γίνεται μόνο με τη Θεία Ευχαριστία.
Στην τελευταία συνεδρίαση της συνόδου ο αυτοκράτορας ανακήρυκε πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως τον επίσκοπο Συλαίου Κωνσταντίνο.
Μετά το πέρας της συνόδου, ο αυτοκράτορας με τους επισκόπους πήγαν στο Φόρο, δηλαδή στη μεγάλη πλατεία της Κωνστνατινουπόλεως και εκεί μπροστά στον συγκεντρωμένο λαό διάβασαν τις αποφάσεις της συνόδου και αναθεμάτισαν τον πατριάρχη Γερμανό και τον Ιωάννη Δαμασκηνό ως ξυλολάτρες.
Η συνέχεια ήταν θλιβερή: Όλες οι εικόνες απομακρύνθηκαν από τους ναούς, οι μοναχοί και οι επίσκοποι υποχρεώθηκαν να υπογράψουν τις αποφάσεις της συνόδου. Πολλοί μοναχοί φυλακίστηκαν. Ο μοναχός Στέφανος βασανίστηκε φρικά και θανατώθηκε. Τα μοναστήρια τα έκαναν στρατώνες. Στρατιωτικοί εικονόφιλοι διαπομπεύθηκαν και εκτελέστηκαν. Και ο πατριάρχης Κωνσταντίνος κατηγορήθηκε για εικονολάτρης, τον οποίο ο αυτοκράτορας εξόρισε και στη συνέχεια θανάτωσε.
****Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΠΑΠΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
Όμως όλη αυτή η επιβολή τελικά απέτυχε γιατί πολλοί πατριάρχες της Ανατολής δεν υποστήριξαν την σύνοδο της Ιερείας. Ο πατριάρχης Ιεροσολύμων Θεοδόσιος έγραψε στον πάπα Στέφανο Γ΄, ο οποίος κάλεσε σύνοδο στο Λατερανό (769) και καταδίκασε τη σύνοδο της Ιερείας. Ήδη ο πάπας είχε έρθει σε συννενόηση με τον ηγεμόνα των Φράγκων Πιπίνο τον Βραχύ και του είχε δώσει τον τίτλο πατρίκιο των Ρωμαίων. Ο Πιπίνος υποσχέθηκε ότι θα προστατέψει τα δικαιώματα του Αγ. Πέτρου και το Ρωμαϊκό κράτος. Έτσι άνοιξε ο δρόμος για τη σύνδεση του παπισμού με το Φραγκικό βασίλειο η οποία είχε αποφασισιτκή σημασία για την ιστορία του παπισμού. Στη συνέχεια ο πάπας έστεψε πάλι τον Πιπίνο βασιλιά στον ναό του Αγ. Διονυσίου στο Παρίσι και του χορήγησε τον τίτλο "Πατρίκιος των Ρωμαίων". Όμως ο Πιπίνος δεν χρησιμοποίησε ποτέ αυτόν τον τίτλο. Ο Πιπίνος είχε έντονη την αίσθηση ότι πολεμάει για λογαριασμό του Απ. Πέτρου για να συγχωρεθούν οι αμαρτίες του. Οι αξιωματούχοι του μάζευαν τασ κλειδιά των πόλεων που κυρίευε και ο ίδιος τα κατέθεσε στον τάφο του Αποστόλου. Έτσι ο πάπας έγινε ανεξάρτητος από οποιοδήποτε άλλο ηγεμόνα κι έγινε ο ίδιος κυβερνήτης κράτους. Ιδρύθηκε λοιπόν αυτόνομο Ρωμαϊκό Δουκάτο που το κυβερνούσε ο πάπας.
Το γεγονός ότι ο πάπας έγινε κοσμικός ηγεμόνας ήταν τολμηρό και συνέβαινε για πρώτη φορά. Αυτό έπρεπε να στηριχθεί σε αρχαία επίσημα έγγραφα για να γίνει αποδεκτό. Γι' αυτό και συνέταξαν την Κωνσταντίνειο Δωρεά, ένα πλαστό έγγραφο στο οποίο έλεγαν ότι ο Μ. Κωνσταντίνος μετέφερε την έδρα του από τη Ρώμη στην Κωνσταντινούπολη από ευγνωμοσύνη στον πάπα Σίλβεστρο, ο οποίος δήθεν τον βάπτισε και τον θεράπευσε από λέπρα και του άφησε στην εξουσία του τη Ρώμη και όλες τις επαρχίες της Δύσεως. Η πλαστότητα αυτού του εγγράφου αποδείχθηκε μόλις τον ΙΕ΄ αι. από τον Λαυρέντιο Βάλλα και τον Νικόλαο Κουζάνο****
Ο Κωνσταντίνος όμως ανένδοτος προχώρησε ακόμη περισσότερο. Ζήτησε να καταργηθούν οι προσευχές στους αγίους και τη Θεοτόκο και να καταργηθεί η τιμή των λειψάνων.
Ο Κωνσταντίνος Ε΄ πέθανε τελικά στις 14 Σεπτεμβρίου 775
ΜΕΓΑΣ ΚΑΡΟΛΟΣ
Μετά τον θάνατο του Πιπίνου (768) το κράτος έμεινε στους δύο γιους του Κάρολο και Καρλομάν και μετά τον θάνατο του δεύτερου (771) ολόκληρο στον Κάρολο. Αυτός υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους πολέμαρχους της ιστορίας και γι’ αυτό ονομάστηκε Μέγας. Διπλασίασε επί των ημερών του κράτος που παρέλαβε και όταν πέθανε στην κυριαρχία του βρίσκονταν το μεγαλύτερο μέρος της σύγχρονης Ευρώπης.
Ο Κάρολος δεν αθέτησε την συμφωνία που είχε με τον πάπα ο πατέρας του Πιπίνος και την ανανέωσε με τον πάπα Στέφανο Β΄. Έτσι ο πάπας έμεινε κύριος του δουκάτου της Ρώμης μέχρι το Ορβιέττο στα βόρεια και διατήρησε τα σύνορα αυτά ώσπου διαλύθηκε το παπικό κράτος το 1870. Εκείνη την εποχή ο πάπας θεωρούσε τον εαυτό του αντιπρόσωπο του αποστόλου Πέτρου και ο Κάρολος αντιπρόσωπος του Θεού. Στην πραγματικότητα ο πάπας υπάγονταν στην εξουσία του Καρόλου και γι’ αυτό ο πάπας Λέοντας Γ΄ ανήμερα των Χριστουγέννων στον ναό του αγ. Πέτρου τον ανακήρυξε αυτοκράτορα. Η πράξη αυτή δεν άλλαξε την πραγματικότητα κατ’ ουσίαν έμεινε όμως στην αντίληψη του λαού ως παράδοση της Ρώμης στην κυριαρχία των Φράγκων.
Ο Κάρολος όμως δεν έδωσε μεγάλη σημασία σε όλα αυτά. Δεν ξαναπήγε στη Ρώμη γιατί αυτό που τον απασχολούσε ήταν να αναγνωριστεί ως αυτοκράτορας από την Κωνσταντινούπολη, διότι οι Βυζαντινοί τον αποκαλούσαν ρήγα των Φράγκων. Η αναγνώριση του τίτλου έγινε ύστερα από διαπραγματεύσεις με τον αυτοκράτορα της Ρώμης Μιχαήλ Α΄ το 812 αφού ο Κάρλος του παραχώρησε τη Δαλματία, τη Βενετία και την Ν. Ιταλία τις οποίες είχε καταλάβει.
Η θεωρία όμως παρέμεινε η ίδια ότι δηλαδή υπάρχει μία αυτοκρατορία δαιρεμένη σε δύο μέρη με δύο αυτοκράτορες σε Ανατολή και Δύση.
Στην Εκκλησία όλα αυτά είχαν ουσιαστική επίδραση. Ο Κάρολος χωρίς να δώσει σημασία στον πάπα ενέκρινε την προσθήκη της Φράσεως «και εκ του Υιου» (filioque) για την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος. Ο πάπας Λέων Γ΄ αποδοκιμάζοντας την προσθήκη χάραξε σε δύο ασημένιες πλάκες στα ελληνικά και τα Λατινικά το Σύμβολο της Πίστεως.
Όλα αυτά οδήγησαν σταδιακά όπωςθα δούμε στη διάλυση της αυτοκρατορίας.