Ο Κωνσταντίνος νόμιζε ότι μετά την Α΄Οικουμενική Σύνοδο είχε αποκαταστήσει τη γαλήνη στο κράτος, όμως συνέβη ακριβώς το αντίθετο.
Μετά τη σύνοδο ο Αντιοχείας Ευστάθιος ήρθε σε αντιπαράθεση δογματική με τον Καισαρείας Ευσέβιο. Ο Ευστάθιος μεταχειριζόταν τον όρο "ομοούσιος" με την έννοια με την οποία τον χρησιμοποίησε η Α΄ Οικουμενική σύνοδος. Κατηγορήθηκε όμως από τον Ευσέβιο ως "σαβελλιάζον". Ο Ευσέβιος δέχοντον το "ομούσιος" με την σημασία του όμοιος κατά πάντα αλλά με την έννοια που δέχτηκαν αργότερα οι "ομοιουσιανοί"
Πολλοί ήταν επίσης κι άλλοι επίσκοποι που έβλεπαν με καχυποψία τη λέξη «Ομοούσιος». Στην Αντιόχεια, πατρίδα του Αρειανισμού συγκλήθηκε σύνοδος από τον Λουκιανό Σαμοσατέα το 330, όπου εκεί κατηγόρησαν τον επίσκοπό της Ευστάθιο για ανήθικη συμπεριφορά και ανήθικες εκφράσεις εναντίον της βασιλομήτορας Αυγούστας Ελένης.
Η μητέρα του Μ. Κωνσταντίνου Ελένη είχε ενισχύσει την τιμή του μάρτυρος Λουκιανού ο οποίος κατά την γνώμη πολλών υπήρξε ο ιδρυτής της Αντιοχειανής σχολής και δάσκαλος του Αρείου. Κοντά στην Νικομήδεια είχε ιδρυθεί η Ελενόπολη προς τιμήν της Ελένης. Όταν λοιπόν έγιναν τα εγκαίνια της πόλεως με κέντρο την προσκύνηση του λειψάνου του μάρτυρος Λουκιανού, ο Ευστάθιος δεν έδωσε παρόν στην τελετή ή παραστάς έστρεψε τα νώτα του στην Ελένη.
Τελικά τον συνέλαβαν και αφού ο Κωνσταντίνος άκουσε την απολογία του, τον εξόρισε στην Τραϊανούπολη της Θράκης και κατόπιν στους Φιλίππους της Μακεδονίας, όπου και πέθανε. Στη θέση του εξέλεξαν τον Ευφρόνιο που ήταν κρυφός εχθρός της Συνόδου της Νικαίας. Σύμμαχος αυτού ήταν ο ομοϊδεάτης του Ευσέβιος Νικομηδείας.
Στην Αλεξάνδρεια, ο επίσκοπος Αλέξανδρος πέθανε και τη θέση του πήρε ο Αθανάσιος. Αρειανόφρονες δεν τον ήθελαν διότι επιθυμούσαν να εκλεγεί πρόσωπο φιλικά προσκείμενο προς αυτούς. Οι Μελιτιανοί δεν τον αναγνώρισαν. Σε προάστιο μάλιστα της Αλεξάνδρειας διόρισαν μελιτιανό επίσκοπο. Έτσι επήλθε συμμαχία μεταξύ Αρειανών και Μελιτιανών. Ο Αθανάσιος ήταν γνωστός από τη σύνοδο της Νικαίας. Οι μοναχοί της ερήμου τον αγαπούσαν, όπως και ο λαός στην Αλεξάνδρεια.
Στο πρόσωπό του η Ορθοδοξία της Νικαίας βρήκε τον σημαντικότερο υπερασπιστή της. Αντίπαλοί του σύντομα τάχθηκαν η αυτοκρατορία, ο στρατός, σύνοδοι και επίσκοποι. Τα έβγαλε όμως με όλους πέρα για τι ο ίδιος άξιζε όσο ένα ολόκληρο στράτευμα.
Από το 330 όπως είπαμε, άρχισαν τα προβλήματα. Οι Μελιτιανοί ενώθηκαν με τους Αρειανούς εναντίον του. Ο Αθανάσιος έβαλε όρους για την επιστροφή των Αρειανών στην Εκκλησία και ο Ευσέβιος Νικομηδείας τους προέτρεψε να αντισταθούν.
Τρεις Μελιτιανοί επίσκοποι πήγαν στην Κωνσταντινούπολη για να παραπονεθούν για τον Αθανάσιο και τον κατηγόρησαν ότι ο πρεσβύτερος Μακάριος ενεργώντας ύστερα από διαταγή του έσπασε το άγιο ποτήριο του ιερέα Ισχύρα και ακόμη ότι έδωσε χρήματα στον προδότη Φιλούμενο. Ο Αθανάσιος πήγε στην αυλή, όπου είχε ισχυρό προστάτη τον έπαρχο του πραιτωρίου Αβλάβιο.
Ο Αυτοκράτορας έδιωξε τους κατηγόρους και άφησε τον Αθανάσιο να επιστρέψει στην έδρα του.
Παράλληλα στα ανάκτορα η αδελφή του Κωνσταντίνου χήρα του Λικινίου, πριν πεθάνει σύστησε στον αδελφό της τον ιερέα Ευτόκιο, ο οποίος μαζί με άλλους ομόφρονές του έπεισε τον αυτοκράτορα ότι μπορεί κανείς να είναι ορθόδοξος χωρίς να δέχεται τη λέξη «ομοούσιος». Ο Άρειος πήγε στη Νικομήδεια μαζί με τον πρεσβύτερο Ευζώιο και έδωσε στον Κωνσταντίνο ομολογία πίστεως χωρίς τη λέξη «ομούσιος» και «εκ της ουσίας του Πατρός», είχε όμως τη φράση «προ πάντων των αιώνων γεγεννημένον Θεόν λόγον». Το «γεγεννημένον» όμως μπορούσε να έχει και άλλη σημασία.
Ο Κωνσταντίνος ικανοποιήθηκε και δέχτηκε να γίνει ο Άρειος δεκτός σε εκκλησιαστική κοινωνία.
Ακολούθησαν άλλες δολοπλοκίες των Αρειανών εναντίον του Αθανασίου. Κατηγόρησαν και πάλι τον Αθανάσιο για το σπασμένο ποτήριο του πρεσβύτερου Ισχύρα και ότι σκότωσε τον Μελιτιανό επίσκοπο Υψηλής Αρσένιο, του έκοψε το χέρι και το έφερε μαζί του. Ο Ισχύρας με επιστολή του παραδέχτηκε ότι οι κατηγορίες είναι ανυπόστατες και ο Αρσένιος βρέθηκε ζωντανός με δύο χέρια σε ένα μοναστήρι που τον είχαν κρύψει οι Μελιτιανοί.
Ο Κωνσταντίνος έστειλε επιστολή στον Αθανάσιο στην οποία τον κατηγορούσε ως δολοπλόκο.
Το 335 ήταν το τριακοστό της βασιλείας του Κωνσταντίνου και δέκατο από τη σύνοδο της Νικαίας. Παράλληλα θα γίνονταν τα εγκαίνια του ναού της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα και θα πήγαιναν πολλοί επίσκοποι. Είπαν λοιπόν στον αυτοκράτορα ότι αυτήν ήταν μία ευκαιρία να συγκληθεί σύνοδος ώστε να τακτοποιηθούν οι διαφωνίες.
Πράγματι, αποφασίστηκε να συγκληθεί σύνοδος στην Τύρο πριν τα εγκαίνια του ναού της Αναστάσεως.
Οι εχθροί του Αθανασίου είδαν ότι ήταν ευκαιρία να απαλλαγούν απ’ αυτόν. Κάλεσαν και τον ίδιο και συγκεντρώθηκαν στην Τύρο.
Όμως ο Αθανάσιος κατάλαβε τα σχέδιά τους παρουσιάζοντας ζωντανό τον επίσκοπο Αρσένιο. Είχε πάρει μαζί του 59 επισκόπους από την Αίγυπτο, στους οποίους όμως δεν επέτρεψαν να παραστούν στη σύνοδο.
Στη σύνοδο αυτή παρουσιάστηκαν και δύο μαθητές του Άρειου, ο επίσκοπος Ιλλυρικού ο Σιγιδούνου Ουρσάκις και ο Μουρσών Ουάλης.
Στη σύνοδο αυτή οι Μελιτιανοί επανέλαβαν τις συκοφαντίες τους, προσθέτοντας και καινούριες. Η σύνοδος εξελίχθηκε σε όχλο που κραύγαζε εναντίον του Αθανασίου. Έτσι ο Αθανάσιος έφυγε κρυφά και πήγε στην Κωνσταντινούπολη. Η σύνοδος τον καταδίκασε ερήμην, τον καθαίρεσε και αποκατέστησε τους Μελιτιανούς τους οποίους είχε καθαιρέσει. Τον δε Άρειο τον αποκατέστησαν στην θέση του, στον επισκοπικό θρόνο της Αλεξανδρείας. Ο Ρώμης Ιούλιος θεώρησε την απόφαση αυτή ως αντστρατευόμενη στην Α΄Οικουμενική Σύνοδο. Παρόλα αυτά ο Άρειος δεν έγινε δεκτός στην Αλεξάνδρεια κι έτσι έγραψε γράμμα στον Μ. Κωνσταντίνο, ο οποίος διέταξε τον Κωνσταντινουπόλεως Αλέξανδρο να τον δεχτεί σε κοινωνία. Όμως δεν πρόλαβε να πραγματοποιηθεί αυτό, διότι ο Άρειος πέθανε αιφνιδίως το 336. Την ημέρα που γινότανε και πάλι δεκτός σε εκκλησιαστική κοινωνία πέθανε σε δημόσιο αποχωρητήριο.
Κατόπιν οι επίσκοποι πήγαν στα εγκαίνια του Αγίου Τάφου στις 14 Σεπτεμβρίου. Στη συνεδρίαση που έγινε υποβλήθηκε η ομολογία του Αρείου και του Ευζωίου που είχε παραδοθεί στον Κωνσταντίνο και είχε κριθεί ως ικανοποιητική. Έτσι οι Αρειανοί έγιναν και πάλι δεκτοί σε κοινωνία.
Ο Αθανάσιος πήγε στην Κωνσταντινούπολη, αλλά ο Κωνσταντίνος αρνήθηκε να τον δεχτεί. Όμως αυτός τον σταμάτησε στον δρόμο και του μίλησε. Ο Κωνσταντίνος διέταξε όλα τα μέλη της συνόδου να τον συναντήσουν, αυτοί αρνήθηκαν και πήγαν μόνο τέσσερις επίσκοποι, εχθροί του Αθανασίου. Ένας απ’ αυτούς ήταν και ο Ευσέβιος Καισαρείας. Αυτοί δεν αναφέρθηκαν στις παλιές κατηγορίες, αλλά διατύπωσαν μια καινούρια, ότι δηλαδή ο Αθανάσιος θέλησε να σταματήσει την αποστολή του σιταριού από την Αίγυπτο στην Κωνσταντινούπολη. Τότε ο Κωνστνατίνος, χωρίς να ακούσει τον Αθανάσιο τον εξόρισε στα Τρέβηρα της Γαλατίας. (Γαλλία)
Ο Κωνσταντίνος έβλεπε τα πράγματα νομικά, ότι δηλαδή ο Αθανάσιος καταδικάστηκε από τη σύνοδο της Τύρου και καθαιρέθηκε.
Στην Αλεξάνδρεια ο θρόνος έμεινε κενός και ο λαός με επιμονή ζητούσε την επιστροφή του Αθανασίου, όπως και άγιος Αντώνιος που έγραψε σχετικά στον αυτοκράτορα.
Εκτός από τον Αθανάσιο, εξορίστηκε και ο επίσκοπος Αγκύρας Μάρκελλος, ο οποίος υποστήριζε το σύμβολο της Νικαίας και έγραψε βιβλίο εναντίον του Αρειανισμού. Το βιβλίο το παρέδωσε στον αυτοκράτορα με αφιέρωση. Εκείνος το έδωσε στους επισκόπους που ήρθαν μετά τη σύνοδο της Τύρου στην Κωνσταντινούπολη, δηλαδή στους εχθρούς του Μαρκέλλου, οι οποίοι είπαν ότι ο Μάρκελλος είχε σαβελλιανικές απόψεις. Έτσι τον καθαίρεσαν και χειροτόνησαν επίσκοπο Αγκύρας τον Αρειανό Βασίλειο. Ο Ευσέβιος Καισαρείας έγραψε δύο βιβλία κατά του Μαρκέλλου.
Την αρχηγία των Αρειανών είχε αναλάβει ο Ευσέβιος Νικομηδείας. Με δογματικά ζητήματα δεν ασχολήθηκαν και όσο ζούσε ο Κωνσταντίνος δεν μιλούσαν για το σύμβολο της Νικαίας.
Ο Κωνσταντίνος πέθανε την 21 Μαΐου 337 στο προάστιο της Νικομηδείας Αχυρών, αφού πρώτα τον βάπτισε ο ίδιος ο Ευσέβιος Νικομηδείας. Είχε σκοπό σκπό να αποκαταστήσει τον Αθανάσιος στην Αλεξάνδρεια αλλά δεν πρόφτασε τελικά.
ΟΙ ΔΙΑΔΟΧΟΙ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Ο Κωνσταντίνος άφησε τρεις γιους, τον Κωνσταντίνο Β΄, τον Κωνστάντιο Β΄ και τον Κώνσταντα . Ο πρώτος πέθανε ύστερα από τρία χρόνια. Ο Κωνστάντιος διοικούσε την Ανατολή και ο Κώνστας τη Δύση. Και οι δύο με νόμο αποφάσισαν να απαγορεύσουν την ειδωλολατρία και το 346 διέταξαν να κλείσουν όλοι οι ναοί τους.
Το 351 ο Κωνστάντιος έγινε μονοκράτορας και αμέσως όρισε την ποινή του θανάτου για όσους θυσίαζαν στα είδωλα. Παρόλα αυτά η ειδωλολατρία εξακολούθησε να υπάρχει ανεμπόδιστα στη Δύση. Στη Ρώμη γιόρταζαν όλες τις αρχαίες εορτές και τελούσαν όλες τις θυσίες. Στην Ανατολή όμως οι νόμοι εναντίον της ειδωλολατρίας εφαρμοζόταν περισσότερο. Αλλά και εκεί οι ειδωλολάτρες δεν έπαψαν να λατρεύουν τους θεούς τους, ενώ λίγοι ναοί έκλεισαν.
Ας δούμε όμως πιο αναλυτικά την μεταβατική αυτή περίοδο για την Αυτοκρατορία και τις εκκλησιαστικές εξελίξεις:
ΟΙ ΔΙΑΔΟΧΟΙ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Μετά τον θάνατο του Κωνσταντίνου, η διευθέτηση της διαδοχής που έκανε ο ίδιος ανατράπηκε από τους τρεις γιους του, οι οποίοι εξόντωσαν τους αδερφούς του πατέρα τους και τους συγγενείς τους και έμειναν κυρίαρχοι της κατάστασης με τίτλο «Αύγουστος» και μοίρασαν τις χώρες στη συνάντησή τους στο Βιμινάκιο, τον Σεπτέμβριο του 337.
Ο μεγαλύτερος, ο Κωνσταντίνος Β΄ 21 ετών, πήρε τη Γαλατία, τη Βρετανία και την Ισπανία, ο Ο Κωνστάντιος τη Μ. Ασία, τη Θράκη, τη Συρία και την Αίγυπτο, και ο Κώνστας την Ιταλία, την Αφρική και την Ιλλυρία.
Ο Κωνσταντίνος Β΄ επέτρεψε στον Αθανάσιο να επιστρέψει στην Αλεξάνδρεια όπου ο θρόνος του ήταν κενός. Το ταξίδι της επιστροφής κράτησε αρκετά. Συνάντησε τον Κωνστάντιο στο Βιμινάκιο και πάλι στη Καισάρεια της Καππαδοκίας και κατηγορήθηκε για επέμβαση σε άλλες επισκοπές. Στην Αλεξάνδρεια έφτασε στα τέλη Νοεμβρίου του 337. Έγινε δεκτός με ενθουσιασμό από τους Ορθοδόξους. Οι Αρειανοί όμως είχαν δικό τους επίσκοπο, τον Πιστό. Για τον Αθανάσιο έλεγαν ότι είναι καθαιρεμένος από τη σύνοδο της Τύρου. Έστειλαν απεσταλμένους στον πάπα Ρώμης Ιούλιο με τα πρακτικά της συνόδου της Τύρου.
Το 338 συγκλήθηκε σύνοδος των επισκόπων της Αιγύπτου στην Αλεξάνδρεια, η οποία αναγνώρισε ως κανονικός επίσκοπο Αλεξανδρείας τον Αθανάσιο. Τότε οι Αρειανοί καθοδηγημένοι από τον Ευσέβιο Νικομηδείας έγραψαν επιστολή στον πάπα και ζητούσαν να συγκαλέσει σύνοδο προτείνοντάς τον ως κριτή της υποθέσεως. Επειδή μάλιστα έβλεπαν ότι ο Πιστός ήταν πολύ γνωστός για τα αρειανά του πιστεύω, χειροτόνησαν ως επίσκοπο Αλεξανδρείας τον Γρηγόριο Καππαδόκη. Ακολούθησε συμπλοκή και βίαιη επίθεση κατά των ορθοδόξων με πολλούς νεκρούς και τραυματίες. Ο Αθανάσιος βλέποντας την κατάσταση έφυγε από την πόλη αφού έγραψε μία θαυμάσια επιστολή.
Ο πάπας Ιούλιος, ύστερα από το γράμμα των αρειανών, κάλεσε τον Αθανάσιο και τους άλλους καθαιρεμένους επισκόπους, τους δέχτηκε σε κοινωνία και κάλεσε τους ανατολικούς να κάνουν το ίδιο. Οι αρειανοί απείλησαν τον πάπα ότι αν εξακολουθήσει να υποστηρίζει τον Αθανάσιο θα σταματήσουν την κοινωνία μαζί του.
Ο πάπας κάλεσε σύνοδο το Φθινόπωρο του 340 στη Ρώμη στην οποία συγκεντρώθηκαν 100 επίσκοποι, μεταξύ των οποίων ο Αθανάσιος και ο Μάρκελλος Αγκύρας. Η σύνοδος αθώωσε τον Μάρκελλο αφού πρώτα έδωσε ομολογία πίστεως και κατόπιν εξέτασε με λεπτομέρεια το θέμα του Αθανασίου. Άκουσαν τον ίδιο, τον αθώωσαν και γνωμάτευσαν την καταδίκη του ως αποτέλεσμα σκευωρίας. Τέλος τον αναγνώρισαν ως τον μόνο επίσκοπο Αλεξανδρείας.
Ο Αθανάσιος και οι υπόλοιποι επίσκοποι παρέμειναν στη Ρώμη. Τον Απρίλιο του 340 οι αδελφοί Κωνσταντίνος Β΄ και ο Κώνστας άρχισαν εμφύλιο πόλεμο, ο πρώτος σκοτώθηκε και ο Κώνστας κατέλαβε τις χώρες που είχε στην κατοχή του ο αδελφός του.
Το Φθινόπωρο του 341 έγιναν τα εγκαίνια της μεγάλης εκκλησίας της Αντιόχειας στην οποία παραβρέθηκαν 100 επίσκοποι. Με την ευκαιρία αυτή έγινε σύνοδος, στην οποία οι αρειανοί θέλησαν να προσποιηθούν ότι ακολουθούν την παραδοσιακή πίστη. Συνέταξαν λοιπόν σύμβολο στο οποίο απέφυγαν να χρησιμοποιήσουν αρειανικούς όρους, αλλά παράλληλα χρησιμοποίησαν και εκφράσεις του συμβόλου της Νικαίας. Το σύμβολο αυτό, παρότι δεν είναι αρειανικό, εν τούτοις δεν αναφέρει τη λέξη «ομοούσιος», έτσι με αυτό τον τρόπο οι αρειανοί εδραιώθηκαν στις θέσεις τους.
Ο Ευσέβιος Νικομηδείας που είχε γίνει επίσκοπος Κωνστ/πόλεως πέθανε στα τέλη του 341 και στη θέση του επέστρεψε ο Ορθόδοξος Παύλος. Κατόπιν, μετά απ’ αυτόν ανέβηκε στον θρόνο ο Μεκεδόνιος, ενώ ο Παύλος πέθανε στην εξορία.
Μετά της σύνοδο τέσσερις επίσκοποι πήγαν στα Τρέβηρα στην αυλή του Κώνσταντος και του παρουσίασαν ένα σύμβολο γνωστό ως Τέταρτο της Αντιόχειας το οποίο ήταν λιγότερο αρειανικό από τα υπόλοιπα.
Π πάπας Ιούλιος πρότεινε στον Κώνσταντα να συγκληθεί σύνοδος και την πρόταση αυτή δέχτηκε και ο Κωνστάντιος. Η σύνοδος αποφασίστηκε να συνδριάσει στη Σαρδική, τη σημερινή Σόφια που βρίσκονταν στο όριο μεταξύ Ανατολής και Δύσης.
Η σύνοδος άρχισε το Φθινόπωρο του 343 και παραβρέθηκαν 90 Δυτικοί επίσκοποι με την ηγεσία του Οσίου επισκόπου Κορδούης, ο οποίος ήταν σύμβουλος του Κώνσταντος. Δύο πρεσβύτεροι και ένας διάκονος ήταν αντιπρόσωποι του πάπα Ιουλίου. Από την Ανατολή ήρθαν 80 επίσκοποι με ηγέτες γνωστούς αρειανούς.
Όταν έφτασαν εκεί ζήτησαν να φύγουν οι καθαιρεμένοι απ’ αυτούς επίσκοποι (Αθανάσιος, Μάρκελλος, Ασκληπής και Γάζης), αλλά αυτό δεν έγινε δεκτό.
Έτσι αποχώρησαν ομαδικά και πήγαν στη Φιλιππούπολη όπου συγκρότησαν δική τους σύνοδο. Εκεί καταδίκασαν και πάλι τον Αθανάσιο. Τον Μάρκελλο και Ασκληπή. Μάλιστα καθαίρεσαν αυτή τη φορά και τον Ιούλιο Ρώμης, το Όσιο Κορδούης και άλλους επισκόπους.
Στη Σαρδική οι Δυτικοί επίσκοποι αθώωσαν τον Αθανάσιο και τους άλλους δύο. Στη σύνοδο αυτή επίσης απαγόρευσαν εκ νέου τις μεταθέσεις επισκόπων, οι οποίες γινόταν από φιλοδοξία και επιθυμία για εξουσία, απαγόρευσαν στους επισκόπους να επισκέπτονται την αυτοκρατορική αυλή ή να απουσιάζουν από τις έδρες τους για περισσότερο από τρεις εβδομάδες. Απαγόρευσαν στους κληρικούς να δέχονται σε κοινωνία καθαιρεμένους από τον επίσκοπό τους ιερείς. Επίσης αποφασίστηκε ότι οι καθαιρεμένοι από τον επίσκοπό τους κληρικοί, μπορούν να καταφεύγουν για ακρόαση στον πάπα Ρώμης, ο οποίος θα αναθέτει στους επισκόπους της γειτονικής επαρχίας να εξετάζουν την κάθε περίπτωση. Βέβαια στην Ανατολή αυτά δεν τα έλαβαν υπόψη τους.
Ο Κωνστάντιος μετά τη σύνοδο αυτή καταδίωξε τους επισκόπους που δεν υπάκουαν σ’ αυτές τις αποφάσεις. Τέσσερις επίσκοποι από την Ανατολή πήγαν στο Μιλάνο να συναντήσουν τον Κώνσταντα και έφεραν μαζί τους νέα ομολογία την Μακρόστιχον έκθεσιν. Αυτή δεν είχε τίποτα νέο. Μόνο που αυτή τη φορά καταδίκαζε τον Φωτεινό επίσκοπο Σιρμίου μαθητή του Μαρκέλλου Αγκύρας.
Το 345 πέθανε ο αρειανός Γρηγόριος Αλεξανδρείας κι έτσι ο θρόνος έμεινε κενός. Ο Κωνστάντιος έγραψε στον Αθανάσιο να επιστρέψει στον θρόνο του. Ο Αθανάσιος επισκέφθηκε πρώτα τον πάπα Ιούλιο και μετά την Γαλατία όπου συνάντησε τον Κώνσταντα και κατόπιν στην Αντιόχεια όπου εκεί ο Κωνστάντιος του έδωσε επιστολές για την Αλεξάνδρεια όπου έγινε δεκτός με μεγάλο ενθουσιασμό από λαό, επισκόπους και μοναχούς της Αιγύπτου. Από την Ανατολή και τη Δύση ήρθαν 400 επίσκοποι οι οποίοι δήλωσαν ότι βρίσκονται με το μέρος του.
Το 350 ο Μαγνέντιος επαναστάτησε εναντίον του Κώνσταντος στη Γαλατία, τον νίκησε και τον φόνευσε. Ο Κωνστάντιος αγωνίστηκε σκληρά εναντίον του σφετεριστή και τελικά τον νίκησε το 353 και κυριάρχησε σε ολόκληρη την αυτοκρατορία.
Σημειοτέον, ο Κώνστας υποστήριζε τους Ορθοδόξους και ο Κωνστάντιος τους αρειανούς, όμως έγραψε στον Αθανάσιο ότι θα τον προστατέψει.
ΝΕΕΣ ΠΕΡΙΠΛΟΚΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΩΝ ΑΡΕΙΑΝΩΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΟ
Το 351 οι Ανατολικοί επίσκοποι έκαναν σύνοδο στο Σίρμιο της Παννονίας (Β΄Σιρμίου) στην οποία στρέφονταν εναντίον του επισκόπου της πόλεως Φωτεινού. Ο Βασίλειος Αγκύρας συζήτησε μαζί του και τον καθαίρεσαν με την κατηγορία ότι ήταν σαβελλιανιστής και υιοθετιστής. Στη θέση του έβαλαν τον Γερμίνιο που ήταν αρεστός στους Αρειανούς. Δέχτηκαν κατόπιν το τέταρτο σύμβολο της Αντιόχειας και πρόσθεσαν 27 αναθεματισμούς.
Παράλληλα στην Αλεξάνδρεια οι εχθροί του Αθανασίου τον κατηγόρησαν ότι υποστήριζε μυστικά τον Μαγνέντιο εναντίον του αυτοκράτορα. Την ίδια εποχή πέθανε ο πάπας Ιούλιος (352) και τον διαδέχθηκε ο διάκονος Λιβέριος. Ο Λιβέριος ήταν υποστηρικτής του Αθανασίου και ευθύς εξ’ αρχής απάντησε στους εχθρούς του Αθανασίου ότι δεν βρίσκει τίποτα το μεμπτό εναντίον του. Την ίδια εποχή ο Αθανάσιος συνέταξε το ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΟΝ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΕΑ ΚΩΝΣΤΝΑΤΙΟΝ.
Το 353 ο Κωνστάντιος κάλεσε σύνοδο με σκοπό να συμφιλιώσει τους Ανατολικούς με τους Δυτικούς. Στη σύνοδο που έγινε στην Αρελάτη συμμετείχαν δύο αρειανοί επίσκοποι που αποτελούσαν κύκλο του αυτοκράτορα. Ο Ουρσάκιος και ο Ουάλης. Αυτοί ζήτησαν την καθαίρεση του Αθανασίου. Στη θέλησή τους αυτή συμμορφώθηκαν οι επίσκοποι της Γαλατίας γιατί δεν γνώριζαν καλά την υπόθεση.
Ο πάπας όταν πληροφορήθηκε τα γεγονότα ζήτησε να συγκληθεί νέα σύνοδο στο Μιλάνο το 365. Σ’ αυτήν παραβρέθηκαν 300 Δυτικοί επίσκοποι και λίγοι Ανατολικοί. Προκλήθηκε όμως αναταραχή από τους αρειανούς και ο Κωνστάντιος διέταξε η συνεδρίαση να γίνει στα ανάκτορα και όλοι οι επίσκοποι να υπογράψουν την καταδίκη του Αθανασίου.
Υπέγραψαν όλοι εκτός από τρεις τους οποίους εξόρισε: Ένας ήταν ο Διονύσιος του Μιλάνου, τον οποίο αντικατέστησε ο Καππαδόκης Αυξέντιος χειροτονημένος από τον Γρηγόριο Αλεξανδρείας, ο οποίος ήταν αρειανός και εχθρός του Αθανασίου. Ο πάπας Λιβέριος πιέστηκε να υπογράψει κι αυτός όμως δεν λύγισε στις πιέσεις. Έτσι νύχτα τον συνέλαβαν και τον έφεραν στο Μιλάνο. Ο πάπας όμως απάντησε στον βασιλιά: «Βασιλεύ, τα εκκλησιαστικά κρίματα μετά πολλής δικαιοκρισίας γίνεσθαι οφείλει. Διόπερ ει δοκεί σου την ευσέβεια, κριτήριον συσταθήναι κέλευσον. Και ει οφθείη Αθανάσιος άξιος καταδίκης, τότε κατά τον της εκκλησιαστικής ακολουθίας τύπον εξενεχθήσεται η κατ’ αυτού ψήφος. Ουδέ γαρ οιόν τε καταψηφίσασθαι ανδρός ον ουκ εκρίναμεν. (Θεοδωρήτου Εκκλ. Ιστ. Β΄ ,16)
Ύστερα από δύο μέρες ο αυτοκράτορας τον εξόρισε στην Βέρροια της Θράκης, όπου τον επιτηρούσε ο αρειανός επίσκοπος της πόλης Δημόφιλος. Πριν φύγει ο αυτοκράτορας του έστειλε χρήματα για τα έξοδά του, όμως ο πάπας Λιβέριος δεν τα δέχτηκε. Παράλληλα εξορίστηκε και ο γέροντας Όσιος επίσκοπος Κορδούης στο Σίρμιο, ο οποίος στο τέλος του 355 είχε στείλει μία περίφημη επιστολή στον Κωνστάντιο στην οποία υποστήριζε την ανεξαρτησία της εκκλησίας από τον αυτοκράτορα: «Παύσαι του βιάζεσθαι και μήτε γράφε μήτε πέμπε κομήτας… παύσαι παρακαλώ και μνήσθητε, ότι θνητός άνθρωπος τυγχάνεις∙ φιβήθητι την ημέραν της κρίσεως∙ φύλαξον σεαυτόν εις εκείνην καθαρόν. Μη τίθει σεαυτόν εις τα εκκλησιαστικά… απόδοτε γέγραπται, τα Καίσαρος Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ. Ούτε τοίνυν ημίν άρχειν επί της γης έξεστιν ούτε συ του θυμιάν εξουσίαν έχεις Βασιλεύ (Μ.Αθανασίου, Ιστορία Αρειανών 44, P.G 25, 745).
Παρόλα αυτά ο αυτοκράτορας δεν έκαμψε. Έτσι στις 8 Φεβρουαρίου 356 στο ναό του αγ. Θεωνά, όρμησαν οι στρατιώτες, κακοποίησαν τους πιστούς και ο Αθανάσιος έφυγε και κρύφτηκε για να μην τον συλλάβουν.
Από κείνη τη στιγμή ο αυτοκράτορας έβγαλε διάταγμα με το οποίο καταδίκαζε τον Αθανάσιο και τους υποστηρικτές του ως εχθρούς του. Άρχισαν σκληροί διωγμοί στην Αλεξάνδρεια εναντίον των Ορθοδόξων και οι εκκλησίες παραδόθηκαν στους Αρειανούς.
Ύστερα από αρκετούς μήνες έφτασε ο νέος επίσκοπος, ο Καπαδόκης Γεώργιος που μέχρι τότε ζούσε ύποπτη και σκανδαλώδη ζωή. Αυτόν τον χειροτόνησαν στην Αντιόχεια. Αυτός επέβαλε τρομοκρατία και διωγμούς εναντίον των Ορθοδόξων. Ύστερα όμως από έναν χρόνο ο λαός επαναστάτησε και τον έδιωξαν. Ο Αθανάσιος όμως δεν μπορούσε να επιστρέψει στον θρόνο του.
ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΔΙΑΙΡΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΡΕΙΑΝΩΝ
Οι Αρειανοί φαίνονταν πως θριάμβευσαν . Όμως στην πραγματικότητα αυτό δεν συνέβη. Διότι οι τρομοκρατημένοι επίσκοποι που δέχτηκαν την καταδίκη του Αθανασίου, έπρεπε να αποδοκιμάσουν την σύνοδο της Νικαίας, την οποία προσπάθησαν τώρα να πετύχουν, αν και υπήρχε δυσκολία γιατί ήταν συνδεδεμένη με την ιερή μνήμη του Κωνσταντίνου.
Αλλά και οι Αρειανοί μεταξύ τους διαφωνούσαν . ο Ευσέβιος Καισαρείας δέχονταν ότι ο Χριστός είναι όμοιος κατά πάντα με τον Πατέρα, άλλοι ότι είναι εντελώς ανόμοιος και άλλοι που ονομάστηκαν «όμοιοι» έλεγαν ότι είναι όμοιος με τον Πατέρα, χωρίς όμως να προσδιορίζουν την ομοιότητα αυτή.
Ακραίοι Αρειανοί ήταν λίγοι. Οι περισσότεροι ακολουθούσαν τη μέση λύση και άλλοι παρουσιάζονταν ως Αρειανοί γιατί αυτό εξυπηρετούσε τα συμφέροντά τους.
Ο Ουρσάκιος και ο Ουάλης μαζί με τον Αρειανό επίσκοπο Σιρμίου Γερμίνιο έκαναν στην πόλη αυτή σύνοδο το 357 και εξέδωσαν σύμβολο με το οποίο τόνιζαν την υποταγή του Υιού στον Πατέρα.
Ο όσιος Κορδούης υπόγραψε το σύμβολο αυτό γιατί τον πίεσαν ή εξαιτίας της μεγάλης του ηλικίας επειδή δεν καταλάβαινε πλέον τις διαφορές.
Με το σύμβολο αυτό οι Αρειανοί πίστεψαν ότι θριάμβευσαν. Παρουσιάστηκαν όμως ορισμένοι που ενώ δε δέχονταν τον όρο «ομοούσιος», δέχονταν όμως τον όρο «ομοιούσιος». Αυτοί είναι οι λεγόμενοι «ομοιουσιανοί». Ηγέτη τους είχαν τον Βασίλειο Αγκύρας, ο οποίος κατόρθωσε να πείσει τον Κωνστάντιο ότι με τον όρο «ομοιούσιος» συμφωνούσαν όλοι και η πίστη δεν βλάπτονταν.
Ηγέτης των Ανομοίων ήταν ο Αέτιος, αρειανός από την Αντιόχεια, ο ποίος έκανε τόσο βαθιές θεολογικές εργασίες ώστε έφτανε όπως έλεγαν «να σκίζει την τρίχα». Αυτός μαζί με τον Ευδόξιο Αντιοχείας και τον Ευνόμιο προσπάθησαν να πείσουν τους επισκόπους να υπογράψουν το σύμβολο του Σιρμίου.
Ο πάπας Λιβέριος κλήθηκε στο Σίρμιο και ο αυτοκράτορας του ζήτησε να υπογράψει το σύμβολο το οποίο αν και δεν είχε τη λέξη «ομοούσιος», όμως δέχονταν την ομοιότητα του Υιού με τον Πατέρα κατά την ουσία. Ο πάπας υπέγραψε, καθώς και οι τρεις επίσκοποι από την Ιλλυρία, για να κερδίσουν την αυτοκρατορική εύνοια. Ο Λιβέριος πήρε την άδεια να γυρίσει στη Ρώμη, όπου όμως ο νέος πάπας ήταν ο Φήλιξ τον οποίο υποστήριζε ακόμα ο Κωνστάντιος, αλλά ο λαός της Ρώμης δεν τον ήθελε. Για λίγο καιρό συνυπήρχαν δύο πάπες με τρόπο αντικανονικό. Τελικά ο λαός εξεγέρθηκε, ο Φήλιξ έφυγε στα προάστια της Ρώμης και πέθανε το 365.
Ο Βασίλειος Αγκύρας κατόρθωσε να εξορίσει τους επισκόπους των Ανομοίων και των άκρων Αρειανών και στην Ανατολή δέχτηκαν την διδασκαλία των ομοιουσιανών. Έπεισε δε και τον Κωνστάντιο να γίνει σύνοδος στη Νικομήδεια σαν αυτή της Νικαίας. Όμως έγινε σεισμός μεγάλος και η Νικομήδεια καταστράφηκε.
Στο μεταξύ οι αντίπαλοι του Βασιλείου κατάφεραν να αλλάξουν τη γνώμη του Κωνστάντιου και τον έκαναν να αποφασίσει να συγκληθεί μία σύνοδος για τη Δύση στο Ρίμινι και μια για την Ανατολή στη Σελεύκεια της Ισαυρίας.
Το καλοκαίρι του 359 συγκλήθηκε σύνοδος στο Ρίμινι όπου παραβρέθηκαν 400 επίσκοποι. Από τη Ρώμη δεν ήρθαν αντιπρόσωποι. Στη σύνοδο ήταν 80 αρειανοί, οι οποίοι πρότειναν να δεχτούν το τελευταίο σύμβολο του Σιρμίου, όμως η πλειοψηφία παρέμεινε πιστή στο σύμβολο της Νικαίας. Το αποτέλεσμα ήταν να αλληλοαφοριστούν. Με αντιπροσώπους και οι δύο συνάντησαν τον Κωνστάντιο στην Κωνσταντινούπολη. Αυτό δέχτηκε τους Ορθοδόξους με ψυχρότητα γιατί δεν έδωσαν σημασία στη γνώμη του.
Εκεί προσπάθησαν να μεταστρέψουν τη γνώμη των Ορθοδόξων κι αφού τους καθυστέρησαν είπαν σε όλους να περιμένουν τις αποφάσεις στη θρακική πόλη Νίκη, της οποίας το όνομα έμοιαζε μ’ αυτό της Νικαίας και γι’ αυτό την επέλεξαν.
Εκεί ήρθαν σε κοινωνία με τους καθαιρεμένους αρειανούς και υπόγραψαν το σύμβολο των «ομοίων» περικομμένο.
Παράλληλα οι Ανατολικοί άρχισαν τη σύνοδό τους στη Σελεύκεια στις 27 Σεπτεμβρίου 359 με 160 επισκόπους από τους οποίους 30 ήταν Ανόμοιοι με ηγέτη τον Ακάκιο Καισαρείας, ενώ οι περισσότεροι συνασπίστηκαν με τον Βασίλειο Αγκύρας. Η πλειονότητα αποφάσισε να παραμείνει πιστή στο σύμβολο της Αντιόχειας του 141. Στην οποία ομολογείται ότι ο Υιός είναι απαράλλακτος εικόνα της ουσίας του Πατρός.
Ο Ακάκιος με τους οπαδούς του έφυγε από τη σύνοδο, όμως μετρίασε την στάση του, καταδίκασε τον όρο «ομοιούσιος» και «όμοιος κατ’ ουσία», η πλειοψηφία όμως δεν έδωσε σημασία.
Ο Ακάκιος πήγε με επισκόπους στην Κωνσταντινούπολη και έγινε δεκτός από τον Κωνστάντιο, ενώ ο Βασίλειο Αγκύρας με τους αντιπροσώπους του έγινε δεκτός με άσχημο τρόπο.
Στη σύνοδο που έγινε στην Κωνσταντινούπολη τον Ιανουάριο του 360, οι 100 επίσκοποι αναγκάστηκαν να δεχτούν την άποψη του Ακακίου και στο σύμβολο διατύπωσαν: «Γεννηθέντα δε μονογενή, μόνον εκ μόνου του Πατρός, Θεόν εκ Θεού, όμοιον τω γεννήσαντι αυτόν Πατρί κατά τας γραφάς∙ ου την γέννησιν ουδείς γινώσκει, ει μη μόνον ο γεννήσαν αυτόν Πατήρ».
Δεν δέχτηκαν τη χρήση των λέξεων «ουσία» και «υπόστασις» γιατί δεν χρησιμοποιούνταν στη Γραφή κι έτσι συμφώνησαν με το σύμβολο των ομοίων.
Ακολούθησαν οι εξορίες των αντιπάλων επισκόπων με πρώτο τον Βασίλειο Αγκύρας και τον Αέτιο τον οποίο η σύνοδος αυτή καθαίρεσε . Στην Αντιόχεια ο Μελέτιος Σεβαστείας αφού υπόγραψε το σύμβολο πήρε τη θέση του Ευδόξιου που εξορίστηκε. Επέστρεψε στην έδρα του ο Ιλάριος του Πουατιέ, ο οποίος όμως έγραψε βιβλίο κατά του Κωνσταντίου τον οποίο ονομάζει αντίχριστο. Και γράφει ότι θα προτιμούσε να ζούσε στην εποχή των διωγμών για να μπορούσε να αγωνίζεται ανοιχτά εναντίον των εχθρών της πίστεως.
Έτσι στη Δύση υπέγραψαν οι επίσκοποι το σύμβολο του Ρίμινι, στην Ανατολή όσοι δεν υπέγραψαν εξορίστηκαν. Στην Αίγυπτο αντιστάθηκαν με προτροπή του Αθανασίου.
Ενώ φαίνονταν λοιπόν πως η Ορθοδοξία νικήθηκε, οι Πέρσες άρχισαν πόλεμο κυριεύοντας αρκετές πόλεις. Ο Κωνστάντιος πήγε να πολεμήσει. Το 360 κάλεσε στρατεύματα από την Γαλατία, αυτά όμως στασίασαν και ανακήρυξαν αυτοκράτορα τον Ιουλιανό. Ο Κωνστάντιος αρρώστησε, βαπτίστηκε από τον αρειανό επίσκοπο Ευζώιο και πέθανε στην Μοψουκρήνη τον Νοέμβριο του 361 σε ηλικία 44 ετών. Τον άλλο μήνα ο Ιουλιανός έφτασε στην Κωνσταντινούπολη, έγινε μονοκράτορας και έκανε στροφή στην ειδωλολατρία. Έτσι το αρειανικό ζήτημα πήρε νέα τροπή.
βιβλιογραφία
1. Εκκλησιαστική ιστορία Αναστασίου
2. Εκκλησιαστική Ιστορία Στεφανίδου