300-337 μ.Χ Μέγας Κωνσταντίνος

2020-07-02 22:03

ΜΕΓΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

 

Είδαμε ότι ο χριστιανισμός απλώθηκε σε όλα τα μήκη και πλάτη της αυτοκρατορίας. Ήδη ο χριστιανισμός είχε γίνει επίσημη θρησκεία της Αρμενίας από το 300 και στην Οσροήνη από τις αρχές του Γ΄ αιώνα. Εκτός από τους πολιτικούς λόγους ο Κωνσταντίνος έκλινε προς τον μονοθεϊσμό. Ο πατέρας του Κωνσταντίνος Χλωρός ήταν μονοθεϊστής, πίστευε στον θεό Ήλιο. Η μητέρα του Ελένη ήταν πολύ κοντά στον χριστιανισμό. Η αδερφή του ήταν χριστιανή ονομαζόμενη Αναστασία. Είπαμε για το όραμα του Κωνσταντίνου πριν αρχίσει την εκστρατεία του εναντίον του Μαξεντίου «είδε όραμα το μεσημέρι άνω του ηλίου σταυρού τρόπαιο με τις λέξεις τούτω νίκα. Την άλλη νύχτα εμφανίστηκε ο Χριστός και του είπε να κατασκευάσει σημαία με το όνομα του Χριστού».

Μετά τη νίκη του έκοψε νομίσματα τα οποία είχαν χριστιανικές παραστάσεις.

Το ζήτημα της θέσεως των χριστιανών στην αυτοκρατορία τακτοποιήθηκε με το διάταγμα των Μεδιολάνων του 313, όταν συναντήθηκε με τον Λικίνιο στην πόλη αυτή με την ευκαιρία του γάμου του τελευταίου με την αδερφή του Κωνσταντίνου.

Το διάταγμα αυτό δεν έχει χριστιανικό περιεχόμενο, αλλά προάγει την ανεξιθρησκεία. Άλλωστε ο Λικίνιος δεν έκλεινε προς τον χριστιανισμό.

Στο κείμενο λέγεται: «Υγιεινώ και ορθοτάτω λογισμώ εδογματίσαμεν». Δεν είναι λοιπόν μία απόφαση της στιγμής. Έτσι διακηρύσσεται η θρησκευτική ελευθερία για τους χριστιανούς και τους άλλους, η ελεύθερη χρήση τόπων λατρείας, η επιστροφή των ναών που είχαν δημευθεί. Σπουδαίο είναι επίσης, ότι αναγνωρίζεται νομικά η εκκλησία. Σχετικά με τη χριστιανική θρησκεία έλεγε: «Εν πρώτοις διατάξαι εδογματίσαμεν, οις η προς το θείον αιδώς τε και το σέβας ευείχετο, τουτ’ έστιν, όπως δώμεν και τοις χριστιανοίς πάσιν ελευθέραν αίρεσιν του ακολουθείν τη θρξσκεία  η δ’ αν βουληθώσιν, όπως ότι ποτέ εστίν θειότητος και ουρανίου πράγματος, ημίν και πάσιν τοις υπό την ημετέραν εξουσίαν διάγουσιν ευμενές είναι δυνηθή. Τοίνυν ταύτην την ημετέραν βούλησιν υγιεινώ και ορθοτάτω λογισμώ εδογματίσαμεν, όπως μηδενί εξουσία αρνητέα ή του ακολουθείν και αιρείσθαι τη των χριστιανών παραφύλαξιν η θρησκείαν εκάστω τε εξουσία δοθείη του διδόναι εαυτού την διάνοιαν εν εκείνη τη θρησκεία ην αυτής εαυτή αρμόζειν νομίζει, όπως ημίν δυνηθή το θείον εν πάσι την έθιμον σπουδήν και καλοκαγαθίαν παρέχειν».

Ο αυτοκράτορας διατήρησε τους εθνικούς στις θέσεις τους, πήραν όμως και οι χριστιανοί ανώτερες θέσεις στο κράτος. Ο ίδιος εξακολούθησε να έχει τον τίτλο Μέγιστος Αρχιερέας της ειδωλολατρίας, τις θυσίες όμως τελούσε ο προμάγιστρος.

Γιατί διατήρησε τον τίτλος αυτό; Διότι αν τον άφηνε θα έχανε μέρος από την εξουσία του και δεν θα μπορούσε να ελέγξει την αυτοκρατορία από την ειδωλολατρία. Παρόλα αυτά το 320 περιόρισε τους οιωνοσκόπους, έκλεισε μερικούς ειδωλολατρικούς ναούς ή γιατί τελούσαν εκεί ανήθικη λατρεία ή γιατί ήθελε να πάρει την περιουσία τους και να την χρησιμοποιήσει για κρατικές ανάγκες. Κατήργησε επίσης την λατρεία του αυτοκράτορα.

Με τον νόμο του 319 απάλλαξε όλους τους κληρικούς από τις δημόσιες οικονομικές υποχρεώσεις, επίσης απαγορεύτηκε η εργασία τις Κυριακές, καθιερώθηκε προσευχή στο στρατό, όχι όμως με χριστιανικό περιεχόμενο ώστε να την απαγγείλουν όλοι οι στρατιώτες, έδωσε δωρεές σε εκκλησίες και αναγνώρισε το δικαίμωα του άσυλου σ’ αυτές. Η  νίκη του Κωνσταντίνου επί του Λικινίου (Σεπτ. 323) τερμάτισε τους διωγμούς εναντίον  που είχε ξαναρχίσει ο Λικίνιος, ενώ ο θάνατός του ύστερα από 6 μήνες άφησε τον Κωνσταντίνο μονοκράτορα.

Μετά τη νίκη του ελεύθερος πλέον από κάθε φραγμό εξέφρασε τις σκέψεις του. Στους επισκόπους της Ανατολής ανέφερε την ιστορία της μεταστροφής του, περιέγραψε την βαρβαρότητα του διωγμού του Διοκλητιανού και ανέφερε για τον εαυτό του ότι οδηγήθηκε στην πίστη από τον Θεό και διακήρυξε ότι κυβερνούσε το κράτος γεμάτος από πίστη για τη χάρη που του έδωσε ο Θεός για να εκτελέσει αυτό το ιερό έργο. Δεν έκρυψε την περιφρόνησή του για την ειδωλολατρία, την οποία όμως εξακολούθησε να ανέχεται.

Τότε εξέδωσε δύο διατάγματα, με το πρώτο ανακάλεσε τους εξόριστους, ελευθέρωσε τους φυλακισμένους, αποκατέστησε τους ομολογητές στα αξιώματά τους και τους έδωσε πίσω τις περιουσίες τους. Οι χριστιανοί στρατιώτες μπορούσαν πλέον να καταταγούν και πάλι στον στρατό.

Ξόδεψε χρήματα για την ανέγερση χριστιανικών ναών στη Ρώμη και η μητέρα του Ελένη έχτισε στην Ιερουσαλήμ το ναό της Αναστάσεως, στη Βηθλεέμ το ναό της Γεννήσεως του Χριστού και άλλο ναό στην τοποθεσία της  Αναλήψεως. Με έξοδά του συγκάλεσε την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια. 

Μετά την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο ο Μ. Κωνσταντίνος εγκατέλειψε τον όρο "ομοούσιος" για συμβιβατικούς λόγους από την επίδραση του αρειανού πρεσβυτέρου Ευτοκίου ή της ετεροθαλλούς αδελφής του αυτοκράτορος Κωνσταντίας. 

Πολύ μεγάλη σημασία είχε η μεταφορά της πρωτεύουσας από τη Ρώμη στο Βυζάντιο, τη Νέα Ρώμη, η οποία από το όνομά του ονομάστηκε Κωνσταντινούπολη. Οι λόγοι που έγινε η μεταφορά αυτή ήταν πολιτικοί και αμυντικοί, όμως η σημασία της ήταν τεράστια από θρησκευτικής απόψεως.

Τα εγκαίνια της πόλεως έγιναν το 330. Ο Κωνσταντίνος έχτισε στη νέα πρωτεύουσα το ναό της Αγίας Σοφίας, των Αγίων Αποστόλων όπου έθαψαν τον  ίδιο και κατόπιν άλλους αυτοκράτορες και άλλες εκκλησίες αφιερωμένες στους μάρτυρες. Λίγο πριν τον θάνατό του αποσύρθηκε στο προάστιο της Νικομηδείας Αχυρών και ζήτησε να βαπτιστεί. Ο επίσκοπος Νικομηδείας Ευσέβιος τον βάπτισε και πέθανε την 21 Μαΐου 337.

 Μεταγενέστερη πληροφορία αναφέρει ότι βαπτίστηκε στη Ρώμη από τον επίσκοπο Σίλβεστρο. Η εκκλησία τον πρώτο αυτόν χριστιανό αυτοκράτορα τον τίμησε ως άγιο και ισαπόστολο.  

© 2012 Όλα τα δικαιώματα κατοχυρωμένα

Φτιάξε δωρεάν ιστοσελίδαWebnode