1517-1567 ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ-ΛΟΥΘΗΡΟΣ-ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΕΣ

2021-03-07 23:16

 

Με την ανακάλυψη της τυπογραφίας, εκδόθηκαν πάρα πολλά βιβλία, πολλά αντίτυπα της βουλγάτας και μεταφράσεις. Έτσι αναπτύχθηκε η βιβλική κίνηση και πολλοί λαϊκοί διάβαζαν την Αγία Γραφή. Η εκκλησία προσπάθησε να περιορίσει το ρεύμα αυτό, γιατί πίστευε ότι η πηγή των μαισαιωνικών αιρέσεων ήταν η ανάγνωση της Γραφής. Όμως οι αιρέσεις  αυτές δεν προέρχονταν από την ανάγνωση, αλλά από την παρερμηνεία της Γραφής. Δεν προκάλεσε λοιπόν την μεταρρύθμιση η ανάγνωση της Γραφής, αλλά η νέα ερμηνεία της.

Λούθηρος: Γεννήθηκε στις 10 Νομεβρίου 1483 στο Άισλεμπεν της Σαξονίας. Μεγαλώνοντας γράφτηκε στο πανεπιστήμιο της Έρφουρτ για να σπουδάσει νομικά. Δεν ήταν μεγάλος λόγιος  ούτε πολιτικός, είχε όμως βαθιά θρησκευτική πίστη. Πίστεψε πως μπορεί να σωθεί χωρίς τα μυστήρια της εκκλησίας. Λέγουν πολλοί πως ο ξαφνικός θάνατος ενός φίλου του και η απροσδόκητη σωτηρία του από έναν κεραυνό τον επηρέασαν και θέλησε να γίνει μοναχός. Το 1505 μπήκε στο μοναστήρι των Αυγουστινιανών Ερημιτών της Έρφουρτ. Το τάγμα αυτό είχε ηγέτη τον Γιόχαν Στάουπιτς, στον οποίο ο Λούθηρος οφείλει πολλά. Ο Στάουπιτς τον δίδαξε πως ο Θεός απλώνει το χέρι Του πάνω στον αμαρτωλό άνθρωπο και όσοι βρίσκονται σε κοινωνία μαζί Του συγχωρούνται. Αφού ο Λούθηρος απόχτησε ψυχική ηρεμία, χειροτονήθηκε ιερέας, εξακολουθούσε όμως να  αισθάνεατι εσωτερική πάλη.

Ο εκλέκτορας της Σαξονίας Φρειδερίκος Γ΄ο Σοφός τον κάλεσε να τον βοηθήσει στην οργάνωση του πανεπιστημίου της Βίττεμπεργκ που ο ίδοος είχε ιδρύσει. Εκεί πήρε το πτυχίο της θεολογίας και πήγε στην Έρφουρτ από όπου τον έστειλαν για υποθέσεις του τάγματος στη Ρώμη. Αυτό το ταξίδι ήταν αφορμή για να σκανδαλιστεί από την διαφθορά των εκεί εκκλησιαστικών. Επέστρεψε κατόπιν στην Βίττεμπεργκ όπου και πήρε διδακτορικό στην θεολογία. Διαδέχθηκε τον Στάουπιτς και άρχισε να ερμηνεύει τους ψαλμούς, την προς Ρωμαίους, την προς Γαλάτας και άλλες επιστολές.

Το διόρισαν επόπτη σε ένδεκα μοναστήρια και εκεί κήρυττε με μεγάλη επιτυχία. Ερμήνευε την Γραφή με την ιστορικοφιλολογική μέθοδο και όχι αλληλογορικά.

Σταδιακά έβγαλε το συμπέρασμα ότι η «δικαιοσύνη» του Θεού για την οποία γίνεται λόγος στην προς Ρωμ. 1,17, δεν σημαίνει την αυστηρή και δίκαιη κρίση, με την οποία τιμωρεί ο Θεός τον φτωχό αμαρτωλό, αλλά τη δικαιοσύνη της χάρης που πηγάζει από τα σωτήρια πάθη του Χριστού. Έτσι λέει πως η πίστη είναι η εμπιστοσύνη στο Θεό και αυτό είναι μέσο για τη σωτηρία. Η πίστη που σώζει τον άνθρωπο δεν είναι ανθρώπινο έργο, αλλά δωρεά του Θεού, ο Οποίος αποφασίζει σε ποιον θα την χαρίσει.  Έτσι δίδαξε τον προορισμό, δηλαδή ότι ο Θεός εκλέγει όσους θα σωθούν. Με τις αντιλήψεις αυτές η εκκλησία και τα μυστήριά της υποχωρούσαν ή ακόμα και καταργούνταν.

Ο Λούθηρος βρήκε αφορμή για να εκθέσει τις απόψεις του από μια κατάχρηση το 1517.

Ο πάπας Λέως Ι΄ είχε ανάγκη από χρήματα για να αποτελειώσει το έργο του αγ. Πέτρου στη Ρώμη και προσπάθησε να συγκεντρώσει με προκήρυξη γενικής αφέσεως σε όλους όσοι θα προσέφεραν χρήματα. Ο αρχιεπίσκοπος Μάιντζ, Άλμπρεχτ, ο οποίος ήταν πρίγκηπας της αυτοκρατορίας είχε και αυτός ανάγκη από χρήματα για να πληρώσει τον πάπα για τις πολλές εκκλησιαστικές θέσεις που του είχε παραχωρήσει. Τα χρήματα ο αρχιεπίσκοπος τα είχε δανειστεί από τον τραπεζικό οίκο των Φούγκερ. Έτσι, έκαν την συμφωνία να πάρουν από μισά τα χρήματα με τον πάπα που θα συγκεντώνονταν από τις αφέσεις.

 Ο Δομηνικανός μοναχός Γιόχαν Τέτζελ ανέλαβε να πουλήσει συγχωροχάρτια στην περιοχή αυτή λέγοντας: «Μόλις κουδουνίσει το χρήμα στο κιβώτιο, η ψυχή πηδάει από την φωτιά του καθαρτηρίου».

Ο Λόύθηρος στράφηκε εναντίον των συγχωροχαρτιών ως εμπαιγμό της πίστεως και των πιστών.

Την 31 Οκτωβρίου 1517 τοποθέτησε στην θύρα του ναού Αγ. Πάντων της Βίττεμπεργκ χαρτί στο οποίο καλούσε για ακαδημαϊκή συζήτηση, ανάβοντας έτσι τον σπινθήρα της μεταρρύθμισης. Έστειλε μάλιστα τις 95 θέσεις του στον αρχιεπίσκοπο Άλμπρεχτ, σε επισκόπους και λόγιους φίλους του.

Στις θέσεις του εξέφρασε τον αποροπιασμό του για το σύστημα πληρωμής και υποστήριξε πως κάθε χριστιανός που αισθάνεται αληθινή  μετάνοια συγχωρείται και ρωτούσε γιατί ο πάπας δεν ελευθερώνει όλες μαζί τις ψυχές από το Καθαρτήριο για χάρη της αγίας αγάπης.

Η θύελλα που ξέσπασε από τις απόψεις του Λούθηρου ήταν άμεση. Η πώληση των συγχωροχαρτιών ελαττώθηκε όταν ένας φίλος του Λούθηρου τύπωσε τις ιδέες αυτές και τις μοίρασε σε όλη την Γερμανία, χωρίς αυτό να το γνωρίζει ο Λούθηρος.

Αμέσως κάλεσαν τον Λούθηρο σε απολογία, χωρία όμως αυτός να ανακαλέσει και έτσι το ζήτημά του έφτασε στην Ρώμη για να εκδικαστεί τον Ιούνιο του 1518 χωρίς και πάλι να επέλεθει συμβιβασμός.

Τον Ιανουάριο του 1519 πέθανε ο αυτοκράτορας Μαξιμιλιανός και ο πάπας ως πολιτικός ηγεμόνας θέλησε να βάλει στη θέση του τον Φρειδερίκο τον Σοφό της Σαξονίας, έτσι δεν θέλησε να πιέσει για το ζήτημα του Λουθήρου.

Εκείνη την εποχή ο Σάξονας ευγενής Καρλ Φον Μίλτιτς συνάντησε τον Λούθηρο. Οι δύο άντρες συμφώνησαν και αλληλοασπάστηκαν και ο Λούθηρος υποσχέθηκε υποταγή στον πάπα. Βέβαια ο Λούθηρος δεν αποκήρυξε τις απόψεις του, αλλά δέχτηκε ότι μίλησε άκαιρα.

Στην πορεία ο Λούθηρος έμαθε για τις ψευδοισιδώρειες διατάξεις και έτσι άρχισε πλέον φανερά να αμφιβάλλει για τις εκκλησιαστικές δικαιοδοσίες αλλά και για το πρωτείο του πάπα.

Οι απόψεις του Λούθηρου τυπώθηκαν και πάλι σε φυλλάδια και μοιράστηκαν σε ολόκληρη την Γερμανία. Ορισμένα μάλιστα φυλλάδια περιείχαν γελοιογραφίες του πάπα. Ο Λούθηρος ονόμασε τον πάπα αντίχριστο από τον οποίο σκόπευε να απαλλάξει την Γερμανία. Τα τρία τείχη της παπικής εξουσίας, έλεγε ήταν η υπεροχή της πνευματικής εξουσίας απέναντι στην κοσμική, η απαγόρευση σε οποιονδήποτε εκτός από τους κληρικούς να ερμηνεύουν τις Γραφές και η απαγόρευση σε οποιονδήποτε εκτός του πάπα να συγκαλλεί οικουμενικές συνόδους. Αλλά όλα αυτά καταρρέουν, έλεγε, αν αναναλογιστεί κανείς ότι σε περίπτωση κινδύνου μπορεί κανείς, ακόμη και λαϊκός να συγχωρεί αμαρτίες και να βαπτίζει. Ουσιαστικά λοιπόν κάθε πιστός είναι και ιερέας. Κατέληξε πως το να υπάγεται η εκκλησία σε ένα πρόσωπο είναι αίρεση διαβολική. Οι ηγεμόνες πρέπει να πάρουν στα χέρια τους την εξουσία και να δημιουργήσουν ανεξάρτητη εκκλησία στην χώρα. Η κακοδιοίκηση του πάπα πρέπει να εξαφανιστεί και να καταργηθεί η φορολογία. Ζητούσε επίσης να καταργηθούν το κανονικό δίκαιο, η αγαμία του κλήρου, οι ιερές αποδημίες, οι εφέσεις, οι εορτές εκτός από την Κυριακή, αρνήθηκε την ουσιαστική μεταβολή στην Θ. Ευχαριστία και ζήτησε να μεταρρυθμιστούν οι θεολογικές σπουδές. Το Ευαγγέλιο έλεγε, μας διδάσκει πως υπάρχουν μόνο δύο μυστήρια, το βάπτισμα και η Θ. Ευχαριστία, ενώ η μετάνοια έχει κάποια μυστηριακή αξία. Κατέκρινε το γεγονός ότι οι πιστοί δεν κοινωνούν και από τα δύο είδη, αρνήθηκε την μετουσίωση στην Θ. Ευχαριστία. Τα υπόλοιπα μυστήρια έλεγε υπάρχουν για να υποδουλώνονται οι πιστοί στο ιερατείο. Τις απόψεις του αυτές τις εξέθεσε σε τρεις πραγματείες: α) «Προς τους χριστιανούς ευγενείς του Γερμανικού έθνους για τη βελτίωση της χριστιανικής καταστάσεως», β) «Για την βαβυλώνεια αιχμαλωσία της Εκκλησίας», γ) «Για την χριστιανική ελευθερία».

Στις 15 Ιουνίου 1520 τελείωσε η δίκη του Λουθήρου, κατά την οποία καταδικάστηκαν 41 θέσεις του ως αιρετικές, τα βιβλία του έπρεπε να καούν και ο ίδιος μαζί με τους οπαδούς του αν δεν μετανοούσαν θα αφορίζονταν μέσα σε 60 μέρες.

Ο Λούθηρος ως απάντηση έγραψε το έργο «Εναντίον της βούλας του Αντιχρίστου» και ζήτησε να συγκληθεί οικουμενική σύνοδος. Κατόπιν έκαψε την βούλα αφορισμού και έκοψε κάθε δεσμό με τον πάπα.

Στις 28 Ιουνίου 1519 εκλέχτηκε αυτοκράτορας ο Κάρολος Ε΄ της Ισπανίας σε ηλικία 19 ετών. Ήταν βασιλιάς της Ισπανίας, των Κάτω χωρών, της Αυστρίας, ενός τμήματος της Ιταλίας και των χωρών της Αμερικής που μόλις είχαν ανακαλυφθεί.  Ο αυτοκράτορας ήταν στο θρήσκευμα Ρωμαιοκαθολικός και επιθυμούσε την ενότητα. Ήθελε την μεταρρύθμιση αλλά όχι την απομάκρυνση από την δογματική διδασκαλία της εκκλησίας.

Στις 2 Ιανουαρίου 1521 ο πάπας εξέδωκε νέα αυστηρότερη βούλα αφορισμού εναντίον του Λουθήρου με την οποία ζητούσε από τον αυτοκράτορα να τον εκτελέσει. Ο κάρολος ήθελε να χρησιμοποιήσει το ζήτημα αυτό προς το ώφελός του χωρίζοντας τον πάπα από τον Φραγκίσκο Α΄της Γαλλίας. Από την άλλη, επειδή δεν ήθελε να δυσαρεστήσει τον Γερμανό αυτοκράτορα Φρειδερίκο τον Σοφό θέλησε να παρουσιαστεί ο Λούθηρος στο Ράιχσταγκ ώστε να ακουστούν οι απόψεις του.

Ο λαός επευφημούσε με ενθουσιασμό τον Λούθηρο, καθώς πορεύονταν το δρόμο για τη Βορμς. Τελικά ο Λούθηρος απάντησε στους ανακριτές του, ότι η συνείδησή του δεν του επιτρέπει να ανακαλέσει όσα έγραψε, παρά μόνο αν αποδειχτεί με επιχειρήματα από την Αγ. Γραφή ότι αυτά δεν είναι σωστά. Ο πάπας και οι σύνοδοι, είπε μπορεί να πλανηθούν. Ο αυτοκράτορας διέκοψε την συζήτηση κι ο Λούθηρος στο τέλος φώναξε: «Δεν μπορώ να πράξω διαφορετικά. Εδώ στέκομαι. Ο Θεός ας με βοηθήσει. Αμήν».

Ο αυτοκράτορας θεώρησε έβλεπε μπροστά του έναν απλό μοναχό που πλανήθηκε από την δική του κρίση και δήλωσε ότι θα διαφυλάξει τη θρησκεία των πατέρων του και θα εξαλείψει την αίρεση. Τον Μάιο εξασφάλισε την συμμαχία του πάπα και εξέδωσε διάταγμα που έλεγε ότι τα βιβλία του Λούθηρου έπρεπε να καούν. Το διάταγμα αυτό το εφάρμοσαν όμως λίγοι ηγεμόνες.

Πριν εκδοθεί το διάταγμα ο Λούθηρος διέφυγε στο φρούριο Βάρτμπουργκ στο Άϊζεχαν, όπου και έμεινε ασφαλισμένος από κάθε κίνδυνο αφού τον προσταάτευαν άνθρωποι του Φρειδερίκου της Σαξονίας. Στον πύργο που έμενε, ντύθηκε ιππότης , τον κατείχε αμφιβολία και νευρικότητα, φανταζόταν ότι ο διάβολος βρίσκεται στο δωμάτιό του και σε μια τε΄τοια στιγμή πέταξε το μελανοδοχείο για να τον χτυπήσει και σήμερα δείχνουν στον τοίχο τις κηλίδες από την μελάνη.

Στο φρούριό του μετέφρασε από τα ελληνικά στα γερμανικά την Κ. Διαθήκη από το κείμενο της β΄εκδόσεως του Εράσμου. Την μετάφραση της Π. Διαθήκης την εξέδωκε το 1534 με την συνεργασία του Μελάγχονος και άλλων. Ο Μελάγχθων ήταν καθηγητής ελληνικών και περισσότερο μορφωμένος από τον Λούθηρο. Όμως προσελκύστηκε από τις ιδέες του Λουθήρου. Έγραψε το βιβλίο «κοινές έννοιες θεολογικών ζητημάτων», για το οποίο Λούθηρος είπε ότι είναι το καλύτερο βιβλίο για την Αγ. Γραφή. Αυτό το βιβλίο έγινε το συστηματικό εγχειρίδιο της λουθηρανικής θεολογίας και εξέφραζε μεσάζουσα θέση ανάμεσα στην μεταρρύθμιση και την Ρμωιαοκαθολική εκκλησία.

Γενικά, το γερμανικό έθνος υποστήριζε τον Λούθηρο. Οι ηγεμόνες γιατί έβλεπαν ότι θα ελευθερώνονταν από τον παπικό έλεγχο, αλλά ο Λούθηρος βρήκε και πολλούς υποστηριχτές Φραγκισκανούς και Αυγουστινιανούς. Παρά τις απαγορεύσεις του πάπα, χιλιάδες αντίτυπα των βιβλίων του τυπώνοντας διαδίδοντας έτσι παντού τις ιδέες του.

Εκείνη την εποχή ο φίλος του Λούθηρου, Κάρλσταντ παντρέυτηκε και παρακινούσε κι άλλους μοναχούς να παντευτούν, πράγμα που έκαναν. Επίσης έκανε και λειτουργικές μεταβολές καταργώντας τα άμφια, μεταλαμβάνοντας τους πιστούς και από τα δύο είδη, κατήργησε την εξομολόγηση, τις εικόνες και το όργανο στους ναούς. Ο Αυγουστινιανός μοναχός Τσβίλλινγκ, αποκήρυξε τη λειτουργία και τη μοναχική υπόσχεση.

Τη περίοδο αυτή αναδείχθηκαν και οι «προφήτες» του Τσβίκαου, οι οποίοι «συνομιλούσαν» με τον Θεό και έλεγαν ότι έχουν εντολή από τον Θεό να κηρύττουν. Πίστευαν ότι κατείχαν το Άγίο Πνεύμα και μιλούσαν όπως η Αγία Γραφή. Κήρυτταν ότι πλησιάζει η μέλλουσα κρίση. Ο Λούθηρος δεν πίστηκε από τους «προφήτες» του Τσβίκαου και με άμεσες ενέργειες επέβαλλε γρήγορα και με εντυπωσιακό τρόπο την τάξη.

Μετά τον θάνατο του Λέοντος Ι΄, ανέβηκε στον παπικό θρόνο ο κηδεμόνας του Καρόλου Ε΄, Ανδριανός Στ΄, ο οποίος όμως πέθανε μετά από λίγο καιρό. Τον διαδέχθηκε ο Ιούλιος Μεδίκων το 1523 , με το όνομα Κλήμης Ζ΄ ο οποίος κατάφερε με έξυπνες κινήσεις να χωρίσει τον γερμανικό λαό σε δύο μερίδες: Η μία που υποστήριζε τις παπικές απόψεις, και η άλλη τις λουθηρανές. Η διαίρεση αυτή κράτησε 350 χρόνια! Αυτό κατέστησε τον Λούθηρο ηγέτη μιας μόνο μερίδας του γερμανικού λαού και όχι ολόκληρου του έθνους.

Το 1524 ξέσπασε η επανάσταση των χωρικών η οποία κράτησε δύο χρόνια. Γι’ αυτήν την κατάσταση θεώρησαν υπεύθυνο τον Λούθηρο. Σύντομα ο Λούθηρος αναγκάστηκε να πάρει το μέρος των γαιοκτημόνων και όχι των χωρικών, γιατί αποδοκίμαζε τις βιαιότητες. Έγραψε μάλιστα και ένα άγριο φυλλάδιο «εναντίον του ληστρικού και δολοφονικού όχλου των χωρικών» στο οποίο ζητούσε από τους ηγεμόνες να συντρίψουν με ξίφος τους χωρικούς. 100.000 χωρικοί σφαγιάστηκαν. Οι λαϊκές τάξεις και οι χωρικοί δυσαρεστήθηκαν από τον Λούθηρο και γύρισαν στην Ρωμαιοκαθολική εκκλησία.

Ενώ διαρκούσε ο πόλεμος, ο Λούθηρος νυμφεύτηκε μια πρώην μοναχή την Κατερίνε Φον Μπόρα. Ο Έρασμος είπε πως η μεταρρύθμιση που φάνηκε στην αρχή σαν τραγωδία, ήταν στην πραγματικότητα κωμωδία μ’ ένα γάμο στο τέλος της.

Όμως παρόλα αυτά η μεταρρύθμιση προχώρησε. Οι πολιτικές εξελίξεις στην Ευρώπη και ο κίνδυνος εξ’ Ανατολών από την Τουρκία ορίμασε τη σκέψη στους ηγεμόνες ότι κάθε κράτος είναι ελεύθερο να τακτοποιήσει τα θρησκευτικά του ζητήματα χωρίς την παπική κηδεμονία. Ο Λούθηρος και οι άλλοι μεταρρυθμιστές, διακήρυξαν ότι το κράτος έχει το δικαίωμα και το καθήκον να επιβάλλει στους υπηκόους του την αληθινή θρησκεία, ακόμη και με τη βία, καθιέρωσαν τοπικές συνόδους, διέλυσαν τα μοναστήρια και τα εκκλησιαστικά ιδρύματα και αντικατέστησαν τους παπικούς ιερούς με νέους της μεταρρυθμίσεως. Ο Μελάγχθων συνέθεσε  το «βιβλίο επιθεωρήσεων» και ο Λούθηρος έγραψε πρώτη τη μικρή και έπειτα τη μεγάλη κατήχηση (1529), συνέθεσε ακόμη Ύμνους και το 1526 τη «Γερμανική Λειτουργία» και την «τάξη του βαπτίσματος».

Το 1529 ο Φερδινάνδος της Αυστρίας σε νέα δίαιτα της Σπάιερ τάχθηκε εναντίον των μεταρρυθμίσεων και απαγόρευσε περαιτέρω εκκλησιαστικές μεταβολές, διέταξε να επιστρέψουν στη λατρεία των Ρωμαιοκαθολικών. Οι ηγέτες των λουθηρανών επιδή μειοψηφούσαν και δεν μπορούσαν ν’ αντιδράσουν, υπέβαλαν στη Δίαιτα επίσημη διαμαρτυρία (protestation, protest) εξ’ ου και ονομάστηκαν Προτεστάντες, όνομα με το οποίο χαρακτηρίστηκαν όλοι οι μεταρρυθμισμένοι σε αντίθεση με τους Ρωμαιοκαθολικούς. Η διαμαρτυρία υποβλήθηκε από τον Εκλέκτορα της Σαξονίας Ιωάννη τον Σταθερό, τον Φίλιππο της Έσσης, τον Ερνστ του Λύνενμπουργκ, τον Γεώργιο του Μπάντεμπουργκ, τον Βόλβφγκαγκ του Άισχολντ και τους εκπροσώπους 14 πόλεων.

Κατόπιν, ο Φίλιππος της Έσσης προσπάθησε να ενώσει του Λουθηρανούς με τους οπαδούς του Ζβιγγλίου της Ελβετίας. Ο Λούθηρος και ο Ζβίγγλιος συναντήθηκαν στο Μάρμπουργκ, δεν συνφώνησαν κι έτσι το σχέδιο του Φιλίππου ναυάγησε. Ο αυτοκράτορας κάλεσε Δίαιτα στην Αυγούστα (Άουγκσμπουργκ), τον Ιούνιο του 1530 και δήλωσε ότι θα ακούσει όλους τους αντιπροσώπους φιλικά, ελπίζοντας ότι μπορούν να ενωθούν και πάλι.

Ο Λούθηρος με τους συγγενείς του έδωσαν οδηγίες και ο Μελάγχθων σύνταξε το αρνητικό μέρος της Ομολογίας, η οποία από την πόλη στην οποία υποβλήθηκε ονομάζεται Αυγουστιαία. Την ομολογία διάβασαν στα γερμανικά μπροστά στον αυτοκράτορα και έχει τις υπογραφές των σημαντικών προτεσταντών ηγεμόνων (25 Ιουνίου 1530). Η ομολόγία αυτή είχε το πνεύμα του Μελάγχθονα, ο οποίος γενικά ήταν υποχωρητικός, γιατί ήθελε να δείξει πως οι προτεστάντες δεν απομακρύνθηκαν από την παλιά πίστη σε βασικά ζητήματα, αλλά στα ζητήματα που αφορούν τις καταχρήσεις.

Ο αυτοκράτορας ανέθεσε στους θεολόγους Εκ, Κολχαίο και Φάμπερ να εξετάσουν την Αυγουστιαία ομολογία και μετά από λίγο ο αυτοκράτορας δήλωσε ότι η Ομολογία αναιρέθηκε και κάλεσε τους Προτεστάντες να υπακούσουν και να συμμορθωθούν με τις αποφάσεις της Δίαιτας. Οι Προτεστάντες όμως απάντησαν ότι οι απόψεις τους δεν αναιρέθηκαν και πρόβαλαν την «Απολογία» του Μελάγχθονος γραμμένη με οξύτερο τρόπο η οποία θεωρείται ένα από τα κλασσικά έργα του Λουθηρανισμού. Παρόλα αυτά ο αυτοκράτορας με τους ηγεμόνες ανανέωσαν το Διάταγ,α της Βορμς και διέταξαν να επιστραφούν τα εκκλησιαστικά κτήματα και ν’ αποκατασταθεί η εκκλησιαστική εξουσία όπου είχε καταργηθεί. Στους Προτεστάντες δόθηκε χρονικό διάστημα 5 μηνών για να μετανοήσουν.

Το 1545, ο πάπας Παύλος Γ΄, έχοντας τη συμφωνία του αυτοκράτορα, κάλεσε οικουμενική σύνοδο στο Τριδέντο. Οι Προτεστάντες δεν δέχτηκαν την πρόσκληση και ο Λούθηρος έγραψε το τελευταίο του έργο «Εναντίον του παπισμού της Ρώμης ιδρυμένου από το διάβολο» , γιατί λίγο αργότερα πέθανε από καρδιακό νόσημα ή αποπληξία στο Άισλεμπεν το 1546 σε ηλικία 62 ετών.

Αμέσως ο Κάρολος Ε΄ κήρυξε πόλεμο κατά των Προτεσταντών ηγεμόνων, με τη δικαιολογία ότι διατάραξαν την ειρήνη στη χώρα. Στη μάχη του Μύλμπεργκ, οι Προτεστάντες ηγεμόνες Ιωάννης Φρειδερίκος και Φίλιππος της Έσσης νικήθηκαν και αιχμαλωτίστηκαν.

Το 1549, ο Μόριτς της Σαξονίας, πρώην σύμμαχος του Καρόλου Ε΄, συμμάχησε με τον βασιλιά Ερρίκο Β΄ της Γαλλίας και με Προτεστάντες ηγεμόνες, με αποτέλεσμα ο Κάρολος να νικηθεί στο Ίσνσμπρουκ και παραλίγο να αιχμαλωτιστεί.

Μετά την ήττα αυτή, ο Κάρολος άφησε τον αδερφό του Φερδινάνδο να τακτοποιήσει τα θρησκευτικά ζητήματα στη Γερμανία. Ο Φερδινάνδος ήταν μετριοπαθής και το 1552 έκανε συνθήκη που εκασφάλιζε ανοιχή και στις δύο ομολογίες (συνθήκη Πασάου).

Το 1555 έγινε η Δίαιτα της Αυγούστης, στην οποία αποφασίστηκε ότι Ρωμαιοκαθολικοί και Προτεστάντες έχουν ίσα δικαιώματα. Δεν δόθηκαν όμως τα ίδια δικαιώματα στους Ζβιγγλιανούς, τους Καλβινιστές και στους Αναβαπτιστές. Κάθε ηγεμόνας έπρεπε τώρα να διαλέξει ποια από τις δύο ομολογίες θα ίσχυες τη χώρα του. Οι υπήκοοι δεν είχαν δικαίωμα να εκλέξουν και όσοι δεν συμφωνούσαν με την ομολογία δεν θα έμεναν στην ίδια περιοχή. Η αρχή αυτή δεν ίσχυε για τους εκκλησιαστικούς ηγεμόνες. Αν ένας Ρωμαιοκαθολικός εκκλασιαστικός ηγεμόνας, επίσκοπος ή ηγούμενος, ήθελε να γίνει Προτεστάντης, θα έχανε το αξίωμά του και τα κτήματά του και θα εκλεγόταν άλλος στη θέση του. Κι αυτό γιατί αποφασίστηκε να διατηρηθούν οι θέσεις και η κατάσταση όπως ήταν μέχρι την ειρήνη του Πασάου. Έτσι, σ’ αυτές τις εκκλησιαστικές περιοχές οι Προτεστάντες θα ήταν ανεκτοί. Έτσι ο Λουθηρανισμός απόχτησε νομική αναγνώριση και η Γερμανία διαιρέθηκε για πάντα. Το όνειρο του Λουθήρου να επικρατήσει η μεταρρύθμιση σε όλη τη Γερμανία ματαιώθηκε.

Ο  Κάρολος Ε΄παραιτήθηκε από το αξίωμά του το 1555 αφού παραχώρησε στο γιο του Φίλιππο Β΄ της Ισπανίας τις Κάτω χώρες και στον αδελφό του Φερδινάνδο την Γερμανία. Κατόπιν αποσύρθηκε στο μοναστήρι San Yuste της Ισπανίας, προσπαθώντας να βρει ειρήνη κοντά στον Θεό. πέθανε το 1558. Δύο χρόνια αργότερα (1560) πέθανε και ο Μελάγχθων.

© 2012 Όλα τα δικαιώματα κατοχυρωμένα

Φτιάξε δωρεάν ιστοσελίδαWebnode