Η ιστορία του Νώε

2012-03-08 00:31

Η ιστορία του Νώε στην Παλαιά Διαθήκη είναι μία από τις πιο παραστατικές. Έχουν βγει όμως κάποια λαθεμένα  συμπεράσματα σχετικά με το τι  έκταση είχε ο κατακλυσμός, για το αν αφορούσε όλους τους ανθρώπους της γης,  για το ύψος που έφτασαν τα νερά του κατακλυσμού, αλλά και για τα ζώα που μπήκαν στην Κιβωτό.

ΗΤΑΝ Ο ΚΑΤΑΚΛΥΣΜΟΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ;

«Μετά το φόνο του Άβελ, ο Κάιν δημιούργησε τη δική του φυλή. Έτσι, ενώ η γενιά του Αδάμ ονομάζεται από την Αγία Γραφή: «γενεαλογία του ανθρώπου», («γενεαλογία του Αδάμ» ορθότερα), ο Κάιν απουσιάζει από εκεί. (Γένεσις 5/ε΄ 1).

Ο κατακλυσμός λοιπόν απευθυνόταν προς τον λαό Αδάμ, και όχι κατά όλων των ανθρώπων!

Το ύψος του Κατακλυσμού

Σχετικά με τον Κατακλυσμό του Νώε, ο αρχαιολόγος Λέοναρντ  Γούλεϋ που έκανε τις σχετικές έρευνες, έγραψε στο σύγγραμμά του "Οι ανασκαφές στην Ουρ", ότι στην Ουρ υπάρχει η απόδειξη μιας πλημμύρας, που δεν έχει το παράλληλό της σε όλη την περασμένη περίοδο τής Μεσοποτάμιας ιστορίας.
Η ιλύς που βρέθηκε στις ανασκαφές, ήταν συσσωρευμένη, εκεί όπου το ρεύμα του νερού που ερχόταν από τους ξεχειλισμένους ποταμούς Τίγρη και Ευφράτη, κρατήθηκε από κάποιο εμπόδιο. Εκεί σκάφτηκε μια ολόκληρη σειρά από μικρά πηγάδια, καλύπτοντας μια ευρεία έκταση στα οποία το βάθος τής λάσπης διέφερε αξιοσημείωτα. Μερικά απ' αυτά ήταν καθαρά από λάσπη, καθώς η λάσπη ήταν συσσωρευμένη έναντι στη Βόρεια κατηφόρα τού υψώματος τής πόλης, το οποίο, εγειρόταν υπεράνω τής πεδιάδας σπάζοντας την ισχύ τών υδάτων τού κατακλυσμού.

Κατά τον Γούλεϋ, ένδεκα πόδια λάσπης - το μάξιμουμ- μπορεί πιθανώς να σημαίνουν έναν κατακλυσμό όχι λιγότερο από 25 πόδια βαθύ.
Η Μεσοποταμία, είναι μία πλατειά χαμηλή χώρα. Η Ουρ σήμερα, περίπου 200 μίλια από τη θάλασσα, είναι μόνο 14 πόδια πάνω από το επίπεδο τής θάλασσας. 11 μίλια από την παρούσα πορεία τού Ευφράτη, βρίσκεται 6 πόδια κάτω από τον πυθμένα τής κοίτης τού ποταμού.
Έτσι, ένας κατακλυσμός τέτοιου βάθους στη Μεσοποταμία, θα μπορούσε να καλύψει μια έκταση περίπου 300 μιλίων μήκους, και εκατοντάδων μιλιων πλάτους. Τα πάντα, από την εύφορη χώρα μεταξύ τών βουνών τού Ελάμ, και τής υψηλής Συριακής ερήμου θα μπορούσαν να εξαφανιστούν. Χωριά όπως το αλ' Ουμπαϊντ και το Ρατζεϊμπέχ, ξαφνικά ερημώθηκαν και έμειναν ακατοίκητα για μακρύ χρόνο, ή για πάντα. Οι συλλογές τής λίστας τών Βασιλέων αναφέρουν τον Κατακλυσμό, καθώς φαίνεται ότι έγινε μια ρήξη στη συνέχεια τής ιστορίας τής χώρας τους.

Δεν ήταν ένας παγκόσμιος κατακλυσμός. Ήταν ένας τεράστιος κατακλυσμός στην κοιλάδα τού Τίγρη και τού Ευφράτη ο οποίος έπνιξε όλη την κατοικήσιμη χώρα μεταξύ τών βουνών και τής ερήμου.
Η ίδια η Αγία Γραφή, στη Γένεση 7/ζ΄ 20, λέει ότι το ύψος τού Κατακλυσμού ήταν 15 πήχες, (μόνο 8 - 9 μέτρα), ένα ύψος που δεν επαρκεί να καλύψει όλο τον πλανήτη.

Όσο για τα ΄΄όρη τα υψηλά΄΄, για τα οποία μιλάει η Αγία Γραφή, είναι οι λόφοι της Μεσοποταμίας.
Ας μη ξεχνάμε ότι στην Αγία Γραφή, η λέξη: ΄΄όρος΄΄, σημαίνει συχνά ΄΄λόφος΄΄. Για παράδειγμα, έχουμε τα εδάφια που μιλούν για το ΄΄όρος Σιών΄΄. Στην Ιερουσαλήμ δεν υπάρχουν όρη, αλλά μόνο λόφοι. Επίσης το εδάφιο στην Αποκάλυψη 17/ιζ΄ 9, μιλάει για 7 όρη, τα οποία στη μία εκπλήρωση τής προφητείας, είναι οι 7 λόφοι τής Ιερουσαλήμ. Σε άλλη, είναι οι 7 λόφοι τής ΄΄επταλόφου΄΄ Ρώμης, και το ίδιο μπορούμε να πούμε και για πλήθος άλλων παραδειγμάτων. Επίσης, ας μη ξεχνάμε το ΄΄όρος τών Ελαιών΄΄, που δεν είναι καθόλου όρος με τη σημερινή έννοια, αλλά λόφος.

Προσέξτε! Δεν λέει: 15 πήχες υπεράνω εσκεπάσθηκαν τα όρη. Λέει: «Δεκαπέντε πήχας υπεράνω υψώθησαν τα ύδατα, και εσκεπάσθησαν τα όρη». Δηλαδή, το ότι σκεπάσθηκαν τα όρη, ήταν το αποτέλεσμα του ότι το νερό υψώθηκε 15 πήχες (για όσους καταλαβαίνουν τι διαβάζουν). Αυτό δείχνει ότι το ύψος του κατακλυσμού αρκούσε μόνο για να σκεπάσει τους λόφους της Μεσοποταμίας, ως τα όρη Αραρτού στα βόρεια της Μεσοποταμίας, όπου κάθησε η κιβωτός. Άλλωστε δεν θα μπορούσε να εννοεί κάτι άλλο, γιατί εφ’ όσον τα πραγματικά όρη έχουν διαφορές εκατοντάδων μέτρων υψόμετρο, ποιο όρος θα χρησιμοποιούσε ο αφηγητής ως σημείο αναφοράς; Τι είναι 9 μέτρα συγκριτικά με τις διαφορές εκατοντάδων μέτρων των ορέων; Απλά θα έπρεπε να αναφέρει ότι σκεπάσθηκαν, χωρίς να πει πόσο. Η Αγία Γραφή όμως είναι συνεπέστατη σε σχέση με τα (χαμηλότατα) όρη της Μεσοποταμίας, τα οποία είχε ο Νώε στο οπτικό του πεδίο.

Άλλωστε, οι ανασκαφές στην Ουρ και σε άλλες περιοχές, όπως είδαμε, αποδεικνύουν ότι ο Κατακλυσμός ήταν ακριβώς τού ύψους που λέει η Γένεση, ΄΄μόνο΄΄ 15 πήχες.

Σχετικά με το επιχείρημα, ότι ο Κατακλυσμός πρέπει να ήταν πολύ μεγαλύτερος, ώστε να σταθεί η Κιβωτός πάνω στο χιλιάδων μέτρων ΄΄όρος Αραράτ΄΄, (Γένεσις 8/η΄ 4), έχουμε να παρατηρήσουμε, ότι πρόκειται για κακή μετάφραση των Εβραϊκών συμφώνων ΄΄ΡΡΤ΄΄, με τα οποία γράφεται στα Εβραϊκά το όρος. "Αραράτ." (Ως γνωστόν, η Αγία Γραφή γράφτηκε στα Εβραϊκά, μόνο με σύμφωνα, καθώς τότε έτσι έγραφαν οι Εβραίοι). Με τα ίδια όμως σύμφωνα, ΄΄ΡΡΤ΄΄, γράφονται και τα χαμηλά όρη Oυραρτού, που βρίσκονται στα βόρεια της Μεσοποταμίας! Εκεί λοιπόν στάθηκε η Κιβωτός, και όχι στο Αραράτ. Και το ότι τα όρη αυτά τη συγκράτησαν από τον Κατακλυσμό, και η Κιβωτός δεν απομακρύνθηκε από τη Μεσοποταμία, δείχνει ότι ο Κατακλυσμός περιορίστηκε στην κοιλάδα της Μεσοποταμίας! Πώς θα μπορούσε άλλωστε το ύψος τού νερού, να καλύψει για παράδειγμα το Έβερεστ, που είναι ύψους χιλιάδων μέτρων;

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΤΗΣ ΚΙΒΩΤΟΥ

Υπάρχουν σήμερα ζώα, που δεν έζησαν κατά το 3.266 π.Χ. στη Μεσοποταμία. Αν για παράδειγμα τα μαρσιποφόρα τής Αυστραλίας υπήρχαν μέσα στην κιβωτό, δεν θα βρίσκονταν μόνο στην Αυστραλία, αλλά θα είχαν διασκορπιστεί και στις άλλες ηπείρους.
Συνεπώς, τα μαρσιποφόρα διασώθηκαν αν και δεν μπήκαν στην κιβωτό, επειδή η Αυστραλία δεν καλύφθηκε από τα νερά τού κατακλυσμού.

Στη Γένεση 9/θ΄ 10, (κατά το Εβραϊκό), αναφέρονται από το Θεό στην οικογένεια του Νώε, τα εξής εκπληκτικά, μόλις τελείωσε ο Κατακλυσμός: ΄΄(στήνω την Διαθήκην μου), και προς παν έμψυχον ζώον, το οποίον είναι με σας, εκ των πτηνών, εκ των κτηνών, και εκ πάντων των ζώων της γης, τα οποία είναι με σας. Από παντός του εξελθόντος εκ της κιβωτού, έως παντός ζώου της γής΄΄. Αν ο Κατακλυσμός ήταν παγκόσμιος, δεν θα υπήρχαν ζώα έξω από την Κιβωτό!

Πέραν αυτού, οι θιασώτες τού κατακλυσμού προχωρούν και σε άλλες θεωρίες, ότι δήθεν οι άνθρωποι δεν έτρωγαν τα ζώα πριν από τον κατακλυσμό, και άλλα παρόμοια. Κάτι τέτοιο όμως, έχει αποδειχθεί εσφαλμένο, από πλήθος προκατακλυσμιαίων απολιθωμάτων, όπου τα κόκκαλα ζώων έφεραν σημάδια από τα εργαλεία και τη φωτιά τών ανθρώπων που τα έφαγαν. Η Ευρώπη ολόκληρη (και όχι μόνο), είναι γεμμάτη από τέτοια προκατακλυσμιαία ίχνη τών Νεάντερνταλ αλλά και τής δικής μας ανθρώπινης φυλής, που έτρωγαν όχι μόνο ζώα, αλλά συχνά και ανθρώπους!»[1]

ΠΟΤΕ ΕΓΙΝΕ Ο ΚΑΤΑΚΛΥΣΜΟΣ;

Ο κατακλυσμός έγινε περίπου το 4.950 με 4.000π.Χ

Παραθέτουμε τώρα από την Βίβλο την ιστορία του Νώε:

5δν δ κύριος θες τι πληθύνθησαν α κακίαι τν νθρώπων π τς γς κα πς τις διανοεται ν τ καρδί ατο πιμελς π τ πονηρ πάσας τς μέρας 6κα νεθυμήθη θες τι ποίησεν τν νθρωπον π τς γς κα διενοήθη 7κα επεν θεός παλείψω τν νθρωπον ν ποίησα π προσώπου τς γς π νθρώπου ως κτήνους κα π ρπετν ως τν πετεινν το ορανο τι θυμώθην τι ποίησα ατούς 8νωε δ ερεν χάριν ναντίον κυρίου το θεοῦ

9αὗται δὲ αἱ γενέσεις νωε νωε ἄνθρωπος δίκαιος τέλειος ὢν ἐν τῇ γενεᾷ αὐτοῦ τῷ θεῷ εὐηρέστησεν νωε 10ἐγέννησεν δὲ νωε τρεῖς υἱούς τὸν σημ τὸν χαμ τὸν ιαφεθ

11ἐφθάρη δὲ ἡ γῆ ἐναντίον τοῦ θεοῦ καὶ ἐπλήσθη ἡ γῆ ἀδικίας 12καὶ εἶδεν κύριος ὁ θεὸς τὴν γῆν καὶ ἦν κατεφθαρμένη ὅτι κατέφθειρεν πᾶσα σὰρξ τὴν ὁδὸν αὐτοῦ ἐπὶ τῆς γῆς

13καὶ εἶπεν ὁ θεὸς πρὸς νωε καιρὸς παντὸς ἀνθρώπου ἥκει ἐναντίον μου ὅτι ἐπλήσθη ἡ γῆ ἀδικίας ἀπ' αὐτῶν καὶ ἰδοὺ ἐγὼ καταφθείρω αὐτοὺς καὶ τὴν γῆν 14ποίησον οὖν σεαυτῷ κιβωτὸν ἐκ ξύλων τετραγώνων νοσσιὰς ποιήσεις τὴν κιβωτὸν καὶ ἀσφαλτώσεις αὐτὴν ἔσωθεν καὶ ἔξωθεν τῇ ἀσφάλτῳ 15καὶ οὕτως ποιήσεις τὴν κιβωτόν τριακοσίων πήχεων τὸ μῆκος τῆς κιβωτοῦ καὶ πεντήκοντα πήχεων τὸ πλάτος καὶ τριάκοντα πήχεων τὸ ὕψος αὐτῆς 16ἐπισυνάγων ποιήσεις τὴν κιβωτὸν καὶ εἰς πῆχυν συντελέσεις αὐτὴν ἄνωθεν τὴν δὲ θύραν τῆς κιβωτοῦ ποιήσεις ἐκ πλαγίων κατάγαια διώροφα καὶ τριώροφα ποιήσεις αὐτήν 17ἐγὼ δὲ ἰδοὺ ἐπάγω τὸν κατακλυσμὸν ὕδωρ ἐπὶ τὴν γῆν καταφθεῖραι πᾶσαν σάρκα ἐν ᾗ ἐστιν πνεῦμα ζωῆς ὑποκάτω τοῦ οὐρανοῦ καὶ ὅσα ἐὰν ᾖ ἐπὶ τῆς γῆς τελευτήσει 18καὶ στήσω τὴν διαθήκην μου πρὸς σέ εἰσελεύσῃ δὲ εἰς τὴν κιβωτόν σὺ καὶ οἱ υἱοί σου καὶ ἡ γυνή σου καὶ αἱ γυναῖκες τῶν υἱῶν σου μετὰ σοῦ 19καὶ ἀπὸ πάντων τῶν κτηνῶν καὶ ἀπὸ πάντων τῶν ἑρπετῶν καὶ ἀπὸ πάντων τῶν θηρίων καὶ ἀπὸ πάσης σαρκός δύο δύο ἀπὸ πάντων εἰσάξεις εἰς τὴν κιβωτόν ἵνα τρέφῃς μετὰ σεαυτοῦ ἄρσεν καὶ θῆλυ ἔσονται 20ἀπὸ πάντων τῶν ὀρνέων τῶν πετεινῶν κατὰ γένος καὶ ἀπὸ πάντων τῶν κτηνῶν κατὰ γένος καὶ ἀπὸ πάντων τῶν ἑρπετῶν τῶν ἑρπόντων ἐπὶ τῆς γῆς κατὰ γένος αὐτῶν δύο δύο ἀπὸ πάντων εἰσελεύσονται πρὸς σὲ τρέφεσθαι μετὰ σοῦ ἄρσεν καὶ θῆλυ 21σὺ δὲ λήμψῃ σεαυτῷ ἀπὸ πάντων τῶν βρωμάτων ἃ ἔδεσθε καὶ συνάξεις πρὸς σεαυτόν καὶ ἔσται σοὶ καὶ ἐκείνοις φαγεῖν 22καὶ ἐποίησεν νωε πάντα ὅσα ἐνετείλατο αὐτῷ κύριος ὁ θεός οὕτως ἐποίησεν

1κα επεν κύριος θες πρς νωε εσελθε σ κα πς οκός σου ες τν κιβωτόν τι σ εδον δίκαιον ναντίον μου ν τ γενε ταύτ 2π δ τν κτηνν τν καθαρν εσάγαγε πρς σ πτ πτά ρσεν κα θλυ π δ τν κτηνν τν μ καθαρν δύο δύο ρσεν κα θλυ 3κα π τν πετεινν το ορανο τν καθαρν πτ πτά ρσεν κα θλυ κα π τν πετεινν τν μ καθαρν δύο δύο ρσεν κα θλυ διαθρέψαι σπέρμα π πσαν τν γν 4τι γρ μερν πτ γ πάγω ετν π τν γν τεσσαράκοντα μέρας κα τεσσαράκοντα νύκτας κα ξαλείψω πσαν τν ξανάστασιν ν ποίησα π προσώπου τς γς 5κα ποίησεν νωε πάντα σα νετείλατο ατ κύριος θεός

6νωε δὲ ἦν ἐτῶν ἑξακοσίων καὶ ὁ κατακλυσμὸς ἐγένετο ὕδατος ἐπὶ τῆς γῆς 7εἰσῆλθεν δὲ νωε καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ καὶ αἱ γυναῖκες τῶν υἱῶν αὐτοῦ μετ' αὐτοῦ εἰς τὴν κιβωτὸν διὰ τὸ ὕδωρ τοῦ κατακλυσμοῦ 8καὶ ἀπὸ τῶν πετεινῶν καὶ ἀπὸ τῶν κτηνῶν τῶν καθαρῶν καὶ ἀπὸ τῶν κτηνῶν τῶν μὴ καθαρῶν καὶ ἀπὸ πάντων τῶν ἑρπετῶν τῶν ἐπὶ τῆς γῆς 9δύο δύο εἰσῆλθον πρὸς νωε εἰς τὴν κιβωτόν ἄρσεν καὶ θῆλυ καθὰ ἐνετείλατο αὐτῷ ὁ θεός 10καὶ ἐγένετο μετὰ τὰς ἑπτὰ ἡμέρας καὶ τὸ ὕδωρ τοῦ κατακλυσμοῦ ἐγένετο ἐπὶ τῆς γῆς 11ἐν τῷ ἑξακοσιοστῷ ἔτει ἐν τῇ ζωῇ τοῦ νωε τοῦ δευτέρου μηνός ἑβδόμῃ καὶ εἰκάδι τοῦ μηνός τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ ἐρράγησαν πᾶσαι αἱ πηγαὶ τῆς ἀβύσσου καὶ οἱ καταρράκται τοῦ οὐρανοῦ ἠνεῴχθησαν 12καὶ ἐγένετο ὁ ὑετὸς ἐπὶ τῆς γῆς τεσσαράκοντα ἡμέρας καὶ τεσσαράκοντα νύκτας

13ἐν τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ εἰσῆλθεν νωε σημ χαμ ιαφεθ υἱοὶ νωε καὶ ἡ γυνὴ νωε καὶ αἱ τρεῖς γυναῖκες τῶν υἱῶν αὐτοῦ μετ' αὐτοῦ εἰς τὴν κιβωτόν 14καὶ πάντα τὰ θηρία κατὰ γένος καὶ πάντα τὰ κτήνη κατὰ γένος καὶ πᾶν ἑρπετὸν κινούμενον ἐπὶ τῆς γῆς κατὰ γένος καὶ πᾶν πετεινὸν κατὰ γένος 15εἰσῆλθον πρὸς νωε εἰς τὴν κιβωτόν δύο δύο ἀπὸ πάσης σαρκός ἐν ᾧ ἐστιν πνεῦμα ζωῆς 16καὶ τὰ εἰσπορευόμενα ἄρσεν καὶ θῆλυ ἀπὸ πάσης σαρκὸς εἰσῆλθεν καθὰ ἐνετείλατο ὁ θεὸς τῷ νωε καὶ ἔκλεισεν κύριος ὁ θεὸς ἔξωθεν αὐτοῦ τὴν κιβωτόν

17καὶ ἐγένετο ὁ κατακλυσμὸς τεσσαράκοντα ἡμέρας καὶ τεσσαράκοντα νύκτας ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ἐπληθύνθη τὸ ὕδωρ καὶ ἐπῆρεν τὴν κιβωτόν καὶ ὑψώθη ἀπὸ τῆς γῆς 18καὶ ἐπεκράτει τὸ ὕδωρ καὶ ἐπληθύνετο σφόδρα ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ἐπεφέρετο ἡ κιβωτὸς ἐπάνω τοῦ ὕδατος 19τὸ δὲ ὕδωρ ἐπεκράτει σφόδρα σφοδρῶς ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ἐπεκάλυψεν πάντα τὰ ὄρη τὰ ὑψηλά ἃ ἦν ὑποκάτω τοῦ οὐρανοῦ 20δέκα πέντε πήχεις ἐπάνω ὑψώθη τὸ ὕδωρ καὶ ἐπεκάλυψεν πάντα τὰ ὄρη τὰ ὑψηλά 21καὶ ἀπέθανεν πᾶσα σὰρξ κινουμένη ἐπὶ τῆς γῆς τῶν πετεινῶν καὶ τῶν κτηνῶν καὶ τῶν θηρίων καὶ πᾶν ἑρπετὸν κινούμενον ἐπὶ τῆς γῆς καὶ πᾶς ἄνθρωπος 22καὶ πάντα ὅσα ἔχει πνοὴν ζωῆς καὶ πᾶς ὃς ἦν ἐπὶ τῆς ξηρᾶς ἀπέθανεν 23καὶ ἐξήλειψεν πᾶν τὸ ἀνάστημα ὃ ἦν ἐπὶ προσώπου πάσης τῆς γῆς ἀπὸ ἀνθρώπου ἕως κτήνους καὶ ἑρπετῶν καὶ τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἐξηλείφθησαν ἀπὸ τῆς γῆς καὶ κατελείφθη μόνος νωε καὶ οἱ μετ' αὐτοῦ ἐν τῇ κιβωτῷ 24καὶ ὑψώθη τὸ ὕδωρ ἐπὶ τῆς γῆς ἡμέρας ἑκατὸν πεντήκοντα

1κα μνήσθη θες το νωε κα πάντων τν θηρίων κα πάντων τν κτηνν κα πάντων τν πετεινν κα πάντων τν ρπετν σα ν μετ' ατο ν τ κιβωτ κα πήγαγεν θες πνεμα π τν γν κα κόπασεν τ δωρ 2κα πεκαλύφθησαν α πηγα τς βύσσου κα ο καταρράκται το ορανο κα συνεσχέθη ετς π το ορανο 3κα νεδίδου τ δωρ πορευόμενον π τς γς νεδίδου κα λαττονοτο τ δωρ μετ πεντήκοντα κα κατν μέρας 4κα κάθισεν κιβωτς ν μην τ βδόμ βδόμ κα εκάδι το μηνός π τ ρη τ αραρατ 5τ δ δωρ πορευόμενον λαττονοτο ως το δεκάτου μηνός ν δ τ νδεκάτ μηνί τ πρώτ το μηνός φθησαν α κεφαλα τν ρέων

6καὶ ἐγένετο μετὰ τεσσαράκοντα ἡμέρας ἠνέῳξεν νωε τὴν θυρίδα τῆς κιβωτοῦ ἣν ἐποίησεν 7καὶ ἀπέστειλεν τὸν κόρακα τοῦ ἰδεῖν εἰ κεκόπακεν τὸ ὕδωρ καὶ ἐξελθὼν οὐχ ὑπέστρεψεν ἕως τοῦ ξηρανθῆναι τὸ ὕδωρ ἀπὸ τῆς γῆς 8καὶ ἀπέστειλεν τὴν περιστερὰν ὀπίσω αὐτοῦ ἰδεῖν εἰ κεκόπακεν τὸ ὕδωρ ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς 9καὶ οὐχ εὑροῦσα ἡ περιστερὰ ἀνάπαυσιν τοῖς ποσὶν αὐτῆς ὑπέστρεψεν πρὸς αὐτὸν εἰς τὴν κιβωτόν ὅτι ὕδωρ ἦν ἐπὶ παντὶ προσώπῳ πάσης τῆς γῆς καὶ ἐκτείνας τὴν χεῖρα αὐτοῦ ἔλαβεν αὐτὴν καὶ εἰσήγαγεν αὐτὴν πρὸς ἑαυτὸν εἰς τὴν κιβωτόν 10καὶ ἐπισχὼν ἔτι ἡμέρας ἑπτὰ ἑτέρας πάλιν ἐξαπέστειλεν τὴν περιστερὰν ἐκ τῆς κιβωτοῦ 11καὶ ἀνέστρεψεν πρὸς αὐτὸν ἡ περιστερὰ τὸ πρὸς ἑσπέραν καὶ εἶχεν φύλλον ἐλαίας κάρφος ἐν τῷ στόματι αὐτῆς καὶ ἔγνω νωε ὅτι κεκόπακεν τὸ ὕδωρ ἀπὸ τῆς γῆς 12καὶ ἐπισχὼν ἔτι ἡμέρας ἑπτὰ ἑτέρας πάλιν ἐξαπέστειλεν τὴν περιστεράν καὶ οὐ προσέθετο τοῦ ἐπιστρέψαι πρὸς αὐτὸν ἔτι

13καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἑνὶ καὶ ἑξακοσιοστῷ ἔτει ἐν τῇ ζωῇ τοῦ νωε τοῦ πρώτου μηνός μιᾷ τοῦ μηνός ἐξέλιπεν τὸ ὕδωρ ἀπὸ τῆς γῆς καὶ ἀπεκάλυψεν νωε τὴν στέγην τῆς κιβωτοῦ ἣν ἐποίησεν καὶ εἶδεν ὅτι ἐξέλιπεν τὸ ὕδωρ ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς 14ἐν δὲ τῷ μηνὶ τῷ δευτέρῳ ἑβδόμῃ καὶ εἰκάδι τοῦ μηνός ἐξηράνθη ἡ γῆ 15καὶ εἶπεν κύριος ὁ θεὸς τῷ νωε λέγων 16ἔξελθε ἐκ τῆς κιβωτοῦ σὺ καὶ ἡ γυνή σου καὶ οἱ υἱοί σου καὶ αἱ γυναῖκες τῶν υἱῶν σου μετὰ σοῦ 17καὶ πάντα τὰ θηρία ὅσα ἐστὶν μετὰ σοῦ καὶ πᾶσα σὰρξ ἀπὸ πετεινῶν ἕως κτηνῶν καὶ πᾶν ἑρπετὸν κινούμενον ἐπὶ τῆς γῆς ἐξάγαγε μετὰ σεαυτοῦ καὶ αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε ἐπὶ τῆς γῆς 18καὶ ἐξῆλθεν νωε καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ καὶ αἱ γυναῖκες τῶν υἱῶν αὐτοῦ μετ' αὐτοῦ 19καὶ πάντα τὰ θηρία καὶ πάντα τὰ κτήνη καὶ πᾶν πετεινὸν καὶ πᾶν ἑρπετὸν κινούμενον ἐπὶ τῆς γῆς κατὰ γένος αὐτῶν ἐξήλθοσαν ἐκ τῆς κιβωτοῦ

20καὶ ᾠκοδόμησεν νωε θυσιαστήριον τῷ θεῷ καὶ ἔλαβεν ἀπὸ πάντων τῶν κτηνῶν τῶν καθαρῶν καὶ ἀπὸ πάντων τῶν πετεινῶν τῶν καθαρῶν καὶ ἀνήνεγκεν ὁλοκαρπώσεις ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον 21καὶ ὠσφράνθη κύριος ὁ θεὸς ὀσμὴν εὐωδίας καὶ εἶπεν κύριος ὁ θεὸς διανοηθείς οὐ προσθήσω ἔτι τοῦ καταράσασθαι τὴν γῆν διὰ τὰ ἔργα τῶν ἀνθρώπων ὅτι ἔγκειται ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου ἐπιμελῶς ἐπὶ τὰ πονηρὰ ἐκ νεότητος οὐ προσθήσω οὖν ἔτι πατάξαι πᾶσαν σάρκα ζῶσαν καθὼς ἐποίησα

22πάσας τὰς ἡμέρας τῆς γῆς σπέρμα καὶ θερισμός ψῦχος καὶ καῦμα θέρος καὶ ἔαρ ἡμέραν καὶ νύκτα οὐ καταπαύσουσιν

1κα ηλόγησεν θες τν νωε κα τος υος ατο κα επεν ατος αξάνεσθε κα πληθύνεσθε κα πληρώσατε τν γν κα κατακυριεύσατε ατς 2κα τρόμος μν κα φόβος σται π πσιν τος θηρίοις τς γς κα π πάντα τ ρνεα το ορανο κα π πάντα τ κινούμενα π τς γς κα π πάντας τος χθύας τς θαλάσσης π χερας μν δέδωκα 3κα πν ρπετόν στιν ζν μν σται ες βρσιν ς λάχανα χόρτου δέδωκα μν τ πάντα 4πλν κρέας ν αματι ψυχς ο φάγεσθε 5κα γρ τ μέτερον αμα τν ψυχν μν κζητήσω κ χειρς πάντων τν θηρίων κζητήσω ατ κα κ χειρς νθρώπου δελφο κζητήσω τν ψυχν το νθρώπου

6ὁ ἐκχέων αἷμα ἀνθρώπου ἀντὶ τοῦ αἵματος αὐτοῦ ἐκχυθήσεται ὅτι ἐν εἰκόνι θεοῦ ἐποίησα τὸν ἄνθρωπον

7ὑμεῖς δὲ αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε καὶ πληρώσατε τὴν γῆν καὶ πληθύνεσθε ἐπ' αὐτῆς

8καὶ εἶπεν ὁ θεὸς τῷ νωε καὶ τοῖς υἱοῖς αὐτοῦ μετ' αὐτοῦ λέγων 9ἐγὼ ἰδοὺ ἀνίστημι τὴν διαθήκην μου ὑμῖν καὶ τῷ σπέρματι ὑμῶν μεθ' ὑμᾶς 10καὶ πάσῃ ψυχῇ τῇ ζώσῃ μεθ' ὑμῶν ἀπὸ ὀρνέων καὶ ἀπὸ κτηνῶν καὶ πᾶσι τοῖς θηρίοις τῆς γῆς ὅσα μεθ' ὑμῶν ἀπὸ πάντων τῶν ἐξελθόντων ἐκ τῆς κιβωτοῦ 11καὶ στήσω τὴν διαθήκην μου πρὸς ὑμᾶς καὶ οὐκ ἀποθανεῖται πᾶσα σὰρξ ἔτι ἀπὸ τοῦ ὕδατος τοῦ κατακλυσμοῦ καὶ οὐκ ἔσται ἔτι κατακλυσμὸς ὕδατος τοῦ καταφθεῖραι πᾶσαν τὴν γῆν 12καὶ εἶπεν κύριος ὁ θεὸς πρὸς νωε τοῦτο τὸ σημεῖον τῆς διαθήκης ὃ ἐγὼ δίδωμι ἀνὰ μέσον ἐμοῦ καὶ ὑμῶν καὶ ἀνὰ μέσον πάσης ψυχῆς ζώσης ἥ ἐστιν μεθ' ὑμῶν εἰς γενεὰς αἰωνίους 13τὸ τόξον μου τίθημι ἐν τῇ νεφέλῃ καὶ ἔσται εἰς σημεῖον διαθήκης ἀνὰ μέσον ἐμοῦ καὶ τῆς γῆς 14καὶ ἔσται ἐν τῷ συννεφεῖν με νεφέλας ἐπὶ τὴν γῆν ὀφθήσεται τὸ τόξον μου ἐν τῇ νεφέλῃ 15καὶ μνησθήσομαι τῆς διαθήκης μου ἥ ἐστιν ἀνὰ μέσον ἐμοῦ καὶ ὑμῶν καὶ ἀνὰ μέσον πάσης ψυχῆς ζώσης ἐν πάσῃ σαρκί καὶ οὐκ ἔσται ἔτι τὸ ὕδωρ εἰς κατακλυσμὸν ὥστε ἐξαλεῖψαι πᾶσαν σάρκα 16καὶ ἔσται τὸ τόξον μου ἐν τῇ νεφέλῃ καὶ ὄψομαι τοῦ μνησθῆναι διαθήκην αἰώνιον ἀνὰ μέσον ἐμοῦ καὶ ἀνὰ μέσον πάσης ψυχῆς ζώσης ἐν πάσῃ σαρκί ἥ ἐστιν ἐπὶ τῆς γῆς 17καὶ εἶπεν ὁ θεὸς τῷ νωε τοῦτο τὸ σημεῖον τῆς διαθήκης ἧς διεθέμην ἀνὰ μέσον ἐμοῦ καὶ ἀνὰ μέσον πάσης σαρκός ἥ ἐστιν ἐπὶ τῆς γῆς

18ἦσαν δὲ οἱ υἱοὶ νωε οἱ ἐξελθόντες ἐκ τῆς κιβωτοῦ σημ χαμ ιαφεθ χαμ ἦν πατὴρ χανααν 19τρεῖς οὗτοί εἰσιν οἱ υἱοὶ νωε ἀπὸ τούτων διεσπάρησαν ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν

20καὶ ἤρξατο νωε ἄνθρωπος γεωργὸς γῆς καὶ ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα 21καὶ ἔπιεν ἐκ τοῦ οἴνου καὶ ἐμεθύσθη καὶ ἐγυμνώθη ἐν τῷ οἴκῳ αὐτοῦ 22καὶ εἶδεν χαμ ὁ πατὴρ χανααν τὴν γύμνωσιν τοῦ πατρὸς αὐτοῦ καὶ ἐξελθὼν ἀνήγγειλεν τοῖς δυσὶν ἀδελφοῖς αὐτοῦ ἔξω 23καὶ λαβόντες σημ καὶ ιαφεθ τὸ ἱμάτιον ἐπέθεντο ἐπὶ τὰ δύο νῶτα αὐτῶν καὶ ἐπορεύθησαν ὀπισθοφανῶς καὶ συνεκάλυψαν τὴν γύμνωσιν τοῦ πατρὸς αὐτῶν καὶ τὸ πρόσωπον αὐτῶν ὀπισθοφανές καὶ τὴν γύμνωσιν τοῦ πατρὸς αὐτῶν οὐκ εἶδον 24ἐξένηψεν δὲ νωε ἀπὸ τοῦ οἴνου καὶ ἔγνω ὅσα ἐποίησεν αὐτῷ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ὁ νεώτερος

25καὶ εἶπεν ἐπικατάρατος χανααν παῖς οἰκέτης ἔσται τοῖς ἀδελφοῖς αὐτοῦ

26καὶ εἶπεν εὐλογητὸς κύριος ὁ θεὸς τοῦ σημ καὶ ἔσται χανααν παῖς αὐτοῦ

27πλατύναι ὁ θεὸς τῷ ιαφεθ καὶ κατοικησάτω ἐν τοῖς οἴκοις τοῦ σημ καὶ γενηθήτω χανααν παῖς αὐτῶν

28ἔζησεν δὲ νωε μετὰ τὸν κατακλυσμὸν τριακόσια πεντήκοντα ἔτη 29καὶ ἐγένοντο πᾶσαι αἱ ἡμέραι νωε ἐννακόσια πεντήκοντα ἔτη καὶ ἀπέθανεν



[1] oodegr.com/

 

© 2012 Όλα τα δικαιώματα κατοχυρωμένα

Φτιάξε δωρεάν ιστοσελίδαWebnode